Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1165/2009 της Επιτροπής της 27ης Νοεμβρίου 2009 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 περί της υιοθέτησης ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) 4 και 7
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Ιουλίου 2002 για την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων [1], και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 1,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 [2] της Επιτροπής υιοθετήθηκαν στις 15 Οκτωβρίου 2008 ορισμένα διεθνή λογιστικά πρότυπα και διερμηνείες.
(2) Στις 5 Μαρτίου 2009, το Συμβούλιο Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (IASB) εξέδωσε τροποποιήσεις στο Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) 4 Ασφαλιστήρια Συμβόλαια και στο ΔΠΧΠ 7 Χρηματοοικονομικά Μέσα: Γνωστοποιήσεις, εφεξής "τροποποιήσεις των ΔΠΧΑ 4 και 7". Σκοπός των τροποποιήσεων στο ΔΧΠΑ 4 και στο ΔΧΠΑ 7 είναι η απαίτηση ενισχυμένων γνωστοποιήσεων σχετικά με τις μετρήσεις της εύλογης αξίας και του κινδύνου ρευστότητας που συνδέεται με χρηματοοικονομικά μέσα.
(3) Οι διαβουλεύσεις με την ομάδα τεχνικών εμπειρογνωμόνων (TEG) της ευρωπαϊκής συμβουλευτικής ομάδας για θέματα χρηματοοικονομικής πληροφόρησης (EFRAG) επιβεβαιώνουν ότι οι τροποποιήσεις του ΔΠΧΑ 4 και του ΔΔΠΧΑ 7 πληρούν τα τεχνικά κριτήρια έγκρισης που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002. Σύμφωνα με την απόφαση 2006/505/ΕΚ της Επιτροπής, της 14ης Ιουλίου 2006, για τη σύσταση ομάδας εξέτασης γνωμών επί των λογιστικών προτύπων προκειμένου να συμβουλεύει την Επιτροπή σχετικά με την αντικειμενικότητα και την ουδετερότητα των γνωμών της συμβουλευτικής επιτροπής για τη χρηματοοικονομική πληροφόρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EFRAG’s) [3], η ομάδα εξέτασης γνωμών επί των λογιστικών προτύπων μελέτησε τη γνώμη της EFRAG σχετικά με την έγκριση και διαβίβασε στην Επιτροπή την άποψη ότι η γνώμη αυτή είναι εξισορροπημένη κα αντικειμενική.
(4) Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.
(5) Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της κανονιστικής επιτροπής λογιστικών θεμάτων.
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
`Αρθρο 1
Το παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 τροποποιείται ως εξής:
(1) Το Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) 4 τροποποιείται όπως ορίζεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού?
(2) Το ΔΠΧΑ 7 τροποποιείται όπως ορίζεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.
`Αρθρο 2
Οι επιχειρήσεις εφαρμόζουν τις τροποποιήσεις του ΔΧΠΑ 4 και του ΔΧΠΑ 7, όπως ορίζεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, το αργότερο, από την ημερομηνία έναρξης του πρώτου οικονομικού τους έτους που ξεκινά μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2008.
`Αρθρο 3
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 27 Νοεμβρίου 2009.
Για την Επιτροπή
Charlie McCreevy
Μέλος της Επιτροπής
[1] ΕΕ L 243 της 11.9.2002, σ. 1.
[2] ΕΕ L 320 της 29.11.2008, σ. 1.
[3] ΕΕ L 199 της 21.7.2006, σ. 33.
--------------------------------------------------
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
ΔΙΕΘΝΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ
ΔΠΧΠ 4 | Τροποποίηση του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 4 Ασφαλιστήρια Συμβόλαια |
ΔΠΧΠ 7 | Τροποποιήσεις του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 7 Χρηματοοικονομικά μέσα: Γνωστοποιήσεις |
Η αναπαραγωγή επιτρέπεται εντός του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου. Εκτός του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου προστατεύονται όλα τα δικαιώματα με εξαίρεση το δικαίωμα αναπαραγωγής για προσωπική χρήση ή άλλους θεμιτούς σκοπούς. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθύνεστε στο Συμβούλιο Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (IASB) στη διεύθυνση www.iasb.org
Τροποποιήσεις στο Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 7
Χρηματοοικονομικά μέσα: Γνωστοποιήσεις
Τροποποιείται η παράγραφος 27. Προστίθενται οι παράγραφοι 27A και 27Β.
ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Λοιπές γνωστοποιήσεις
Εύλογη αξία
27 Η οντότητα γνωστοποιεί για κάθε κατηγορία χρηματοοικονομικού μέσου τις μεθόδους και, όταν χρησιμοποιείται μια τεχνική αποτίμησης, τις παραδοχές που εφαρμόζονται για τον προσδιορισμό των εύλογων αξιών κάθε κατηγορίας χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων ή χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων. Για παράδειγμα, κατά περίπτωση, η οντότητα γνωστοποιεί πληροφορίες σχετικά με τις παραδοχές που σχετίζονται με επιτόκια προπληρωμών, ποσοστά εκτιμώμενων πιστωτικών ζημιών και επιτόκια ή προεξοφλητικά επιτόκια. Εάν έχει υπάρξει μεταβολή στην τεχνική αποτίμησης, η οντότητα γνωστοποιεί τη μεταβολή αυτή καθώς και τους σχετικούς λόγους.
27A Για τις γνωστοποιήσεις που απαιτούνται βάσει της παραγράφου 27Β, η οντότητα ταξινομεί τις επιμετρήσεις της εύλογης αξίας χρησιμοποιώντας ιεράρχηση εύλογης αξίας που αντικατοπτρίζει τη σημασία των εισροών που χρησιμοποιούνται για την πραγματοποίηση των επιμετρήσεων αυτών. Τα επίπεδα ιεράρχησης της εύλογης αξίας είναι τα ακόλουθα:
α) επίσημες χρηματιστηριακές τιμές (άνευ προσαρμογής) σε αγορές με σημαντικό όγκο συναλλαγών για όμοια περιουσιακά στοιχεία ή υποχρεώσεις (Επίπεδο 1)?
β) εισροές πλην των χρηματιστηριακών τιμών που περιλαμβάνονται στο Επίπεδο 1, οι οποίες μπορούν να παρατηρηθούν για το περιουσιακό στοιχείο ή την υποχρέωση, είτε άμεσα (π.χ. τιμές) είτε έμμεσα (δηλαδή ως παράγωγο των τιμών) (Επίπεδο 2)? και
γ) εισροές για το περιουσιακό στοιχείο ή την υποχρέωση που δεν βασίζονται σε παρατηρήσιμα δεδομένα της αγοράς (μη παρατηρήσιμες εισροές) (Επίπεδο 3).
Το επίπεδο στην κλίμακα ιεράρχησης της εύλογης αξίας, εντός της οποίας ταξινομείται εξ ολοκλήρου η επιμέτρηση της εύλογης αξίας, καθορίζεται βάσει της εισροής του χαμηλότερου επιπέδου που θεωρείται σημαντική για την επιμέτρηση ολόκληρης της εύλογης αξίας. Προς το σκοπό αυτό, η σημαντικότητα μιας εισροής εκτιμάται σε σχέση με την επιμέτρηση ολόκληρης της εύλογης αξίας. Εάν για την επιμέτρηση της εύλογης αξίας χρησιμοποιούνται παρατηρήσιμα δεδομένα που απαιτούν σημαντική προσαρμογή βάσει μη παρατηρήσιμων δεδομένων, η εν λόγω επιμέτρηση είναι Επιπέδου 3. Η αξιολόγηση της σημαντικότητας μιας συγκεκριμένης εισροής σε σχέση με την επιμέτρηση της εύλογης αξίας στο σύνολό της απαιτεί την εκτίμηση βάσει παραγόντων ειδικών ως προς το περιουσιακό στοιχείο ή την υποχρέωση.
27B Για την επιμέτρηση της εύλογης αξίας που έχει αναγνωριστεί στην κατάσταση χρηματοοικονομικής θέσης, η οντότητα γνωστοποιεί για κάθε κατηγορία χρηματοπιστωτικών μέσων:
α) το επίπεδο στην ιεράρχηση της εύλογης αξίας στο οποίο ταξινομούνται στο σύνολό τους οι επιμετρήσεις της εύλογης αξίας, με διαχωρισμό των επιμετρήσεων της εύλογης αξίας σύμφωνα με τα επίπεδα που ορίζονται στην παράγραφο 27Α?
β) τυχόν σημαντικές μεταφορές μεταξύ του επιπέδου 1 και του επιπέδου 2 της ιεράρχησης της εύλογης αξίας και τους λόγους για τις μεταφορές αυτές. Οι μεταφορές προς έκαστο επίπεδο γνωστοποιούνται και συζητούνται χωριστά από τις μεταφορές από έκαστο επίπεδο. Προς το σκοπό αυτό, η σημαντικότητα κρίνεται σε σχέση με το κέρδος ή τη ζημία και τα συνολικά περιουσιακά στοιχεία ή τις συνολικές υποχρεώσεις?
γ) για επιμετρήσεις εύλογης αξίας στο επίπεδο 3 της ιεράρχησης εύλογης αξίας, συμφωνία από τα αρχικά έως τα τελικά υπόλοιπα, γνωστοποιώντας χωριστά τις μεταβολές κατά τη διάρκεια της περιόδου που καταλογίζονται στα ακόλουθα:
i) συνολικά κέρδη ή ζημίες της περιόδου που αναγνωρίζονται στα αποτελέσματα, και περιγραφή του πού εμφανίζονται στην κατάσταση συνολικών εσόδων ή στην ξεχωριστή κατάσταση του λογαριασμού αποτελεσμάτων (εφόσον παρουσιάζεται)?
ii) τα συνολικά αποτελέσματα που αναγνωρίζονται σε άλλα συνολικά έσοδα?
iii) τις αγορές, πωλήσεις, εκδόσεις και διακανονισμούς (κάθε είδος κίνησης γνωστοποιείται χωριστά)? και
iv) τις μεταβιβάσεις προς και από το επίπεδο 3 (π.χ. μεταβιβάσεις οφειλόμενες σε αλλαγές στην παρατηρησιμότητα δεδομένων της αγοράς) και τους λόγους των μεταβιβάσεων αυτών. Για σημαντικές μεταφορές, οι μεταφορές προς το επίπεδο 3 γνωστοποιούνται και συζητούνται χωριστά από εκείνες από το επίπεδο 3?
δ) το ποσόν των συνολικών κερδών ή ζημιών της περιόδου στο σημείο γ)(i) ανωτέρω που περιλαμβάνεται στα κέρδη ή τις ζημίες που σχετίζονται με εκείνα τα περιουσιακά στοιχεία και τις υποχρεώσεις που κρατούνται στο τέλος της περιόδου αναφοράς και περιγραφή του που εμφανίζονται τα εν λόγω κέρδη ή οι ζημίες στην κατάσταση συνολικών αποτελεσμάτων ή στην ιδιαίτερη κατάσταση αποτελεσμάτων (εφόσον καταρτίζεται).
ε) για επιμετρήσεις της εύλογης αξίας στο επίπεδο 3, εάν η μεταβολή μίας ή περισσοτέρων παραμέτρων σε εύλογα πιθανές εναλλακτικές παραδοχές θα κατέληγε σε σημαντικά διαφορετική εύλογη αξία, η οντότητα δηλώνει το γεγονός αυτό και γνωστοποιεί τον αντίκτυπο των μεταβολών αυτών. Η οντότητα γνωστοποιεί τον τρόπο υπολογισμού του αποτελέσματος μιας μεταβολής σε εύλογα πιθανή εναλλακτική παραδοχή. Για τον σκοπό αυτό, η σημαντικότητα κρίνεται σε σχέση με το κέρδος ή τη ζημία και το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων ή, όταν οι μεταβολές στην εύλογη αξία αναγνωρίζονται σε άλλα στοιχεία των συνολικών αποτελεσμάτων, τη συνολική καθαρή θέση.
Η οντότητα παρουσιάζει τις ποσοτικές γνωστοποιήσεις που απαιτούνται από την παρούσα παράγραφο σε μορφή πίνακα, εκτός εάν κρίνεται καταλληλότερη κάποια άλλη μορφή.
Τροποποιείται η παράγραφος 39. Προστίθεται η παράγραφος 44Ζ.
Κίνδυνος ρευστότητας
39 H οικονομική οντότητα γνωστοποιεί τα εξής:
α) ανάλυση ληκτότητας για μη παράγωγες χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις (περιλαμβανομένων των συμβολαίων χρηματοοικονομικής εγγύησης που έχουν εκδοθεί) που να δείχνει τις εναπομένουσες συμβατικές ληκτότητες.
β) ανάλυση ληκτότητας για παράγωγες χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις. Η ανάλυση ληκτότητας περιλαμβάνει τις εναπομένουσες συμβατικές ληκτότητες για εκείνες τις χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις για τις οποίες οι συμβατικές ληκτότητες είναι αναγκαίες για την κατανόηση του χρονισμού των ταμειακών ροών (βλέπε παράγραφο B11B).
γ) περιγραφή του τρόπου με τον οποίο διαχειρίζεται τον κίνδυνο ρευστότητας που ενέχουν τα σημεία α) και β).
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΝΑΡΞΗΣ ΙΣΧΥΟΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΣΗ
44Ζ Βελτίωση των γνωστοποιήσεων σχετικά με τα χρηματοοικονομικά μέσα (τροποποιήσεις στο ΔΠΧΑ 7), που εκδόθηκε τον Μάρτιο 2009, τροποποιημένες παράγραφοι 27, 39 και Β11 και προσθήκη παραγράφων 27Α, 27Β, Β10Α και Β11Α-Β11ΣΤ. Η οικονομική οντότητα εφαρμόζει αυτές τις τροποποιήσεις για τις ετήσιες περιόδους που αρχίζουν την 1η Ιανουαρίου 2009 ή αργότερα. Το πρώτο έτους εφαρμογής η οντότητα δεν χρειάζεται να διαβιβάσει συγκριτικά στοιχεία για τις γνωστοποιήσεις που απαιτούνται από τις τροποποιήσεις. Επιτρέπεται η προγενέστερη εφαρμογή. Αν η οικονομική οντότητα εφαρμόσει τις τροποποιήσεις αυτές για προγενέστερη περίοδο, γνωστοποιεί το γεγονός αυτό.
Προσάρτημα Α
Ορισμοί
Τροποποιείται ο ακόλουθος όρος.
κίνδυνος ρευστότητας | Ο κίνδυνος να αντιμετωπίσει η οντότητα πρόβλημα στην εκπλήρωση υποχρεώσεων που συνδέονται με χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις, ο διακανονισμός των οποίων διενεργείται με ρευστά ή άλλα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία. |
Προσάρτημα Β
Οδηγίες Εφαρμογής
Τροποποιούνται μια επικεφαλίδα και η παράγραφος Β11. Προστίθενται οι παράγραφοι Β10 και Β11Α-Β11ΣΤ και διαγράφονται οι παράγραφοι Β12-Β16. Οι παράγραφοι Β12 και Β13 αντικαθίστανται από τις παραγράφους Β11Γα) και β). Οι παράγραφοι Β14 και Β16 αντικαθίστανται από την παράγραφο Β11Δ.
Φύση και έκταση των κινδύνων που απορρέουν από χρηματοοικονομικά μέσα (παράγραφοι 31-42)
Γνωστοποίηση ποσοτικών στοιχείων για τον κίνδυνο ρευστότητας (παράγραφοι 34α) και 39α) και β))
B10A Σύμφωνα με την παράγραφο 34α), η οντότητα γνωστοποιεί συνοπτικά ποσοτικά δεδομένα σχετικά με την έκθεσή της σε κίνδυνο ρευστότητας βάσει των πληροφοριών που διαβιβάζονται στο εσωτερικό της σε βασικά στελέχη της διοίκησης. Η οντότητα εξηγεί πώς προκύπτουν τα δεδομένα αυτά. Εάν οι ταμειακές εισροές (ή άλλο χρηματοοικονομικό περιουσιακό στοιχείο) που περιλαμβάνονται στα δεδομένα αυτά μπορούν είτε:
α) να πραγματοποιηθούν σημαντικά νωρίτερα απ’ ότι αναφέρεται στα δεδομένα, είτε
β) τα ποσά τους να διαφέρουν σημαντικά από αυτά που αναφέρονται στα δεδομένα (π.χ. για παράγωγο που περιλαμβάνεται στα δεδομένα σε βάση καθαρού διακανονισμού, αλλά για το οποίο ο αντισυμβαλλόμενος έχει το δικαίωμα να απαιτήσει ακαθάριστο διακανονισμό),
η οντότητα αναφέρει το γεγονός αυτό και διαβιβάζει ποσοτικά στοιχεία που επιτρέπουν στους χρήστες των οικονομικών της καταστάσεων να αξιολογήσουν την έκταση του εν λόγω κινδύνου, εκτός εάν η πληροφορία αυτή περιέχεται στις αναλύσεις συμβατικής ληκτότητας που απαιτούνται σύμφωνα με τις παραγράφους 39α) ή β).
B11 Κατά την ανάλυση συμβατικής ληκτότητας η οποία απαιτείται από την παράγραφο 39α) και β), η οντότητα βασίζεται στην κρίση της προκειμένου να προσδιορίσει τον κατάλληλο αριθμό χρονικών περιόδων. Για παράδειγμα, η οντότητα δύναται να ορίσει ότι κατάλληλες είναι οι κάτωθι χρονικές περίοδοι:
α) το αργότερο εντός ενός μηνός,
β) μετά από ένα μήνα και το αργότερο εντός τριών μηνών,
γ) μετά από τρεις μήνες και το αργότερο εντός ενός έτους, και
δ) μετά από ένα έτος και το αργότερο εντός πέντε ετών.
B11A Κατά τη συμμόρφωση με την παράγραφο 39 α) και β), η οντότητα δεν διαχωρίζει ενσωματωμένο παράγωγο από υβριδικό (συνδυασμένο) χρηματοοικονομικό μέσο. Για το μέσο αυτό, η οντότητα εφαρμόζει την παράγραφο 39 α).
B11B Η παράγραφος 39 β) απαιτεί από την οντότητα να γνωστοποιεί ποσοτική ανάλυση συμβατικής ληκτότητας για παράγωγες χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις που δείχνει εναπομένουσες συμβατικές ληκτότητες εάν οι συμβατικές ληκτότητες είναι ουσιαστικές για την κατανόηση του χρονισμού των ταμειακών ροών. Για παράδειγμα, αυτό θα μπορούσε να συμβεί στην περίπτωση:
α) ανταλλαγής επιτοκίων με εναπομένουσα ληκτότητα πέντε ετών, σε αντιστάθμιση ταμειακών ροών χρηματοοικονομικού περιουσιακού στοιχείου ή υποχρέωσης μεταβλητού επιτοκίου.
β) όλων των δανειακών δεσμεύσεων.
Β11Γ Η παράγραφος 39 α) και β) απαιτεί από μια οντότητα να γνωστοποιεί αναλύσεις ληκτότητας για χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις που δείχνουν εναπομένουσες συμβατικές ληκτότητες για ορισμένες χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις. Στη γνωστοποίηση αυτή:
α) όταν ένας αντισυμβαλλόμενος μπορεί να επιλέξει πότε θα πληρωθεί ένα ποσό, η υποχρέωση λαμβάνεται υπόψη βάσει της νωρίτερης ημερομηνίας κατά την οποία μπορεί να απαιτηθεί πληρωμή από την οντότητα. Για παράδειγμα, οι χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις τις οποίες η οντότητα καλείται να εξοφλήσει κατόπιν αιτήσεως (π.χ. καταθέσεις όψεως) περιλαμβάνονται στην νωρίτερη χρονική περίοδο.
β) όταν η οντότητα έχει δεσμευθεί να καταστήσει διαθέσιμα ορισμένα ποσά σε δόσεις, κάθε δόση αφορά στην νωρίτερη περίοδο κατά την οποία η οντότητα είναι υποχρεωμένη να πληρώσει. Για παράδειγμα, μια μη χρησιμοποιηθείσα δανειακή δέσμευση περιλαμβάνεται στην χρονική περίοδο στην οποία ανήκει η νωρίτερη ημερομηνία κατά την οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί.
γ) το ανώτατο ποσό της εγγύησης καταλογίζεται στην νωρίτερη περίοδο εντός της οποίας μπορεί να απαιτηθεί η καταβολή της εγγύησης.
Β11Δ Τα συμβατικά ποσά που γνωστοποιούνται στις αναλύσεις ληκτότητας, όπως απαιτείται στην παράγραφο 39 α) και β), είναι οι συμβατικές μη προεξοφλημένες ταμειακές ροές, για παράδειγμα:
α) ακαθάριστες υποχρεώσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης (πριν την αφαίρεση των χρηματοδοτικών επιβαρύνσεων),
β) τιμές αναφερόμενες σε προθεσμιακές συμφωνίες αγοράς χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων έναντι μετρητών,
γ) καθαρά ποσά συμβάσεων ανταλλαγής επιτοκίου κυμαινόμενου-πληρωμής/σταθερού-είσπραξης για τα οποία ανταλλάσσονται καθαρές ταμιακές ροές,
δ) συμβατικά ποσά προς ανταλλαγή στο πλαίσιο παράγωγου χρηματοοικονομικού μέσου (π.χ. ανταλλαγή συναλλάγματος) όπου ανταλλάσσονται ακαθάριστες ταμιακές ροές, και
ε) ακαθάριστες δανειακές δεσμεύσεις.
Τέτοιες απροεξόφλητες ταμιακές ροές διαφέρουν από το ποσό που περιλαμβάνεται στην κατάσταση χρηματοοικονομικής θέσης διότι το ποσό στην κατάσταση αυτή βασίζεται σε προεξοφλημένες ταμιακές ροές. Όταν το πληρωτέο ποσό δεν έχει καθοριστεί, το γνωστοποιούμενο ποσό προσδιορίζεται βάσει των όρων που ισχύουν στο τέλος της περιόδου αναφοράς. Για παράδειγμα, όταν το πληρωτέο ποσό ακολουθεί τις μεταβολές ενός δείκτη, το γνωστοποιούμενο ποσό δύναται να βασίζεται στο επίπεδο στο οποίο βρίσκεται ο δείκτης στο τέλος της περιόδου αναφοράς.
B11E Η παράγραφος 39γ) απαιτεί από την οντότητα να περιγράφει με ποιον τρόπο διαχειρίζεται τον κίνδυνο ρευστότητας ο οποίος ενυπάρχει στις ποσοτικές γνωστοποιήσεις που απαιτούνται στην παράγραφο 39 α) και β). Η οντότητα γνωστοποιεί ανάλυση ληκτότητας των χρηματοοικονομικών στοιχείων τα οποία κατέχει για τη διαχείριση του κινδύνου ρευστότητας (π.χ. χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία τα οποία δύνανται να πωληθούν άμεσα ή αναμένονται να δημιουργήσουν ταμειακές εισροές για την αντιμετώπιση των ταμειακών εκροών λόγω χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων), εφόσον η πληροφορία αυτή είναι αναγκαία για να επιτρέψει στους χρήστες των οικονομικών της καταστάσεων να αξιολογήσουν τη φύση και την έκταση του κινδύνου ρευστότητας.
Β11ΣΤ `Αλλοι παράγοντες τους οποίους μπορεί να λάβει υπόψη η οντότητα κατά την γνωστοποίηση που προβλέπεται στην παράγραφο 39γ) είναι, όχι αποκλειστικά και μόνο, κατά πόσον η οντότητα:
α) έχει εξασφαλίσει δανειακές διευκολύνσεις (π.χ. διευκολύνσεις που βασίζονται σε βραχυπρόθεσμα χρεόγραφα) ή πιστωτικά όρια στα οποία μπορεί να έχει πρόσβαση ώστε να καλύψει τις ανάγκες ρευστότητας?
β) διαθέτει καταθέσεις σε κεντρικές για την ικανοποίηση αναγκών ρευστότητας?
γ) διαθέτει πολύ διαφοροποιημένες πηγές χρηματοδότησης?
δ) έχει σημαντικές συγκεντρώσεις κινδύνου ρευστότητας είτε στα περιουσιακά της στοιχεία είτε στις πηγές χρηματοδότησής της?
ε) διαθέτει διαδικασίες εσωτερικού ελέγχου και σχέδια έκτακτης ανάγκης για τη διαχείριση του κινδύνου ρευστότητας?
στ) έχει μέσα που περιλαμβάνουν όρους εσπευσμένης εξόφλησης (π.χ. στην περίπτωση υποβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας της οντότητας)?
ζ) έχει μέσα τα οποία θα μπορούσαν να απαιτήσουν την παροχή συμπληρωματικών εγγυήσεων (π.χ. κλήσεις για κάλυψη περιθωρίων σε παράγωγα)?
η) έχει μέσα που επιτρέπουν στην οντότητα να επιλέξει εάν ρυθμίζει τις χρηματοοικονομικές της υποχρεώσεις με ρευστά (ή άλλο χρηματοοικονομικό περιουσιακό στοιχείο) ή με ίδιες μετοχές της? ή
θ) έχει μέσα που υπόκεινται σε συμφωνίες πλαίσια συμψηφισμού.
B12-B16 [Διαγράφεται]
Τροποποίηση του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 4
Ασφαλιστήρια Συμβόλαια
Τροποποιείται η παράγραφος 39δ).
ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ
Φύση και έκταση των κινδύνων που απορρέουν από ασφαλιστήρια συμβόλαια
39 δ) οι πληροφορίες σχετικά με τον πιστωτικό κίνδυνο, τον κίνδυνο ρευστότητας και τον κίνδυνο αγοράς που θα απαιτούσαν οι παράγραφοι 31-42 του ΔΠΧΑ 7 αν τα ασφαλιστήρια συμβόλαια ενέπιπταν στο πεδίο εφαρμογής του ΔΠΧΑ 7. Ωστόσο:
i) ο ασφαλιστής δεν οφείλει να παράσχει την ανάλυση ληκτότητας που απαιτεί η παράγραφος 39 α) και β) του ΔΠΧΑ 7 εάν, αντ’ αυτής, γνωστοποιεί πληροφορίες σχετικά με τον εκτιμώμενο χρόνο επέλευσης των καθαρών ταμιακών εκροών που απορρέουν από αναγνωρισμένες ασφαλιστικές υποχρεώσεις. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να λάβουν τη μορφή ανάλυσης των ποσών που αναγνωρίζονται στην κατάσταση οικονομικής θέσης βάσει του εκτιμώμενου χρόνου επέλευσης,.
ii) ...