Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιώς
Αριθ. Απόφασης 225/2001
Δικαστής: Αικατερίνη Στρατή, Πρόεδρος Δ.Δ.
Δικηγόροι: Λουκ. Κατωπόδη, Αλ. Σταυρακάκης Πάρεδρος Ν.Σ.Κ.
Ανακοπή ΚΕΔΕ (Ν.2717/1999, Κ.Δ.Δ. άρθρο 227)
Συνάφεια. Ανακοπή κατά περισσοτέρων ταμειακών βεβαιώσεων: Προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι προσβαλλόμενες με κοινή ανακοπή ταμειακές βεβαιώσεις είναι συναφείς. Απαράδεκτη η κοινή ανακοπή κατά μη συναφών ταμειακών βεβαιώσεων
...................................................................................
Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 227 του Ν.2717/99, Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας, ορίζονται τα εξής: "1. Ως προς την ομοδικία, τη συνάφεια και τη συνεκδίκαση εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 115 έως 125.2. Περισσότερα ένδικα βοηθήματα κατά πράξεων που έχουν εκδοθεί στο πλαίσιο της ίδιας διοικητικής εκτέλεσης, ή ένδικα μέσα κατά των σχετικών αποφάσεων, μπορούν να σωρευθούν, κυρίως η επικουρικώς, στο ίδιο εισαγωγικό της δίκης δικόγραφο".
Επίσης, στο 122 παρ. 1, 2 και 5 του ίδιου Κώδικα, ορίζονται τα εξής: "1. Κοινό ένδικο βοήθημα μπορεί να ασκηθεί από τον ίδιο διάδικο για συναφείς πράξεις, παραλείψεις ή υλικές ενέργειες, εφόσον το δικαστήριο είναι ως προς όλες κατά το τόπο αρμόδιο.
2. Συναφείς είναι οι πράξεις και οι παραλείψεις: α) όταν στηρίζονται στην ίδια νομική πραγματική βάση ή β) όταν η νομιμότητα της μίας ασκεί επιρροή στη νομιμότητα της άλλης. 5. Αν δεν συντρέχουν, ως προς όλες τις πράξεις, παραλείψεις ή υλικές ενέργειες, οι προϋποθέσεις των παρ. 1 - 3 κατά περίπτωση, εφαρμόζονται αναλόγως όσα ορίζονται στην παρ. 2 του άρθρου 121". Περαιτέρω, στο άρθρο 121 παρ. 2 του ανωτέρω Κώδικα ορίζονται τα εξής: "2. Το ένδικο βοήθημα, αν κατά την άσκησή του, δεν συντρέχουν οι κατά την παρ. 1 του άρθρου 115 και την παρ. 1 του άρθρου 116 προϋποθέσεις της ομοδικίας, απορρίπτεται ως προς όλους. Στην περίπτωση αυτήν, αν οι ίδιοι διάδικοι, μέσα σε προθεσμία εξήντα (60) ημερών από την προς αυτούς επίδοση της απορριπτικής απόφασης, ασκήσουν, χωριστά νέα ένδικα βοηθήματα, ως χρονολογία άσκησης των νέων ενδίκων βοηθημάτων θεωρείται εκείνη του κοινού δικογράφου".
Τέλος, στο άρθρο 218 παρ. 2 του ανωτέρω Κώδικα ορίζεται ότι: "Κατά τόπο αρμόδιο δικαστήριο σε πρώτο βαθμό είναι, σε περίπτωση ανακοπής κατά πράξης ταμειακής βεβαίωσης, το δικαστήριο όπου εδρεύει η αρχή που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη...".
Επειδή, με την κρινόμενη ανακοπή ασκήθηκε κοινό ένδικο βοήθημα από τον ανακόπτοντα, το οποίο στρέφεται κατά πολλών ταμειακών βεβαιώσεων. Όμως, οι προσβαλλόμενες ταμειακές βεβαιώσεις έχουν εκδοθεί σε διαφορετικά έτη, ορισμένες από αυτές όπως οι ταμειακές βεβαιώσεις με αριθμούς .../.., .../.., ...-.../.. και .../.., έχουν εκδοθεί από την Δ.Ο.Υ. Γαλ., όπως προκύπτει από το με αριθμ. ...../.., έγγραφο του Προϊσταμένου της ανωτέρω Δ.Ο.Υ. Επίσης, οι προσβαλλόμενες πράξεις αφορούν χρέη του ανακόπτοντα προερχόμενα, όπως προκύπτει από το φάκελο της δικογραφίας, από διαφορετικούς νόμιμους τίτλους (εν ευρεία εννοία), όπως φύλλα ελέγχου φόρου εισοδήματος, έκτακτες εισφορές του Ν.1884/ 90, καθώς και πράξεις επιβολής προστίμων του Ν.820/78. Συνεπώς, σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις, οι προσβαλλόμενες πράξεις δεν είναι συναφείς, διότι για κάθε μία από αυτές η φορολογική αρχή μπορεί να επισπεύσει σε βάρος του ανακόπτοντος χωριστή διοικητική εκτέλεση, ενώ άλλωστε για ορισμένες τουλάχιστον από αυτές, που έχουν εκδοθεί από άλλη, από τη διάδικη φορολογική αρχή, το παρόν Δικαστήριο δεν έχει κατά τόπον αρμοδιότητα για να δικάσει την διαφορά που προκύπτει από αυτές, καθώς επίσης και διότι οι προσβαλλόμενες ταμειακές βεβαιώσεις δεν στηρίζονται στην ίδια νομική και πραγματική βάση, αφού αφορούν χρέη προερχόμενα από διαφορετικές αιτίες. Κατ? ακολουθία των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι η κρινόμενη ανακοπή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη για όλες τις προσβαλλόμενες πράξεις, λόγω του ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της συνάφειας ως προς αυτές.