Συμβουλίου της Επικρατείας (Β΄ Τμήματος)
Αριθ. απόφασης: 2953/2000
Πρόεδρος: Θ. Χατζηπαύλου, Σύμβουλος ΣτΕ,
Εισηγητής: Δ. Κωστόπουλος, Σύμβουλος ΣτΕ
Δικηγόροι: Αριστ. Μπακόλα, Γεωρ. Λάζος, Πάρεδρος Ν.Σ.Κ.
Κώδικας φορολογικών στοιχείων (Π.Δ.99/1977, `Αρθρο 39, παρ. 1 και 2).
Δήλωση αποθηκευτικών χώρων από επιτηδευματίες. Αποθήκη τρίτου: Υποχρέωση υποβολής δήλωσης έχουν οι επιτηδευματίες, οι οποίοι πρόκειται να χρησιμοποιήσουν αποθηκευτικό χώρο για την άσκηση του επαγγέλματός τους. Δοθέντος δε ότι ο νόμος δεν διακρίνει, χρησιμοποίηση αποθηκευτικού χώρου συνιστά και η φύλαξη αγαθών σε αποθήκη τρίτου, με βάση οποιαδήποτε έννομη σχέση.
Απορρίπτεται αίτηση αναίρεσης φορολογουμένου κατά της 1954/1992 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς.
[...] 2. Επειδή, με την προσβαλλόμενη απόφαση κρίθηκε απαράδεκτο δικόγραφο προσθέτων λόγων εφέσεως που είχε καταθέσει η αναιρεσείουσα εταιρεία, με την αιτιολογία ότι δεν προέκυπτε από τα στοιχεία της δικογραφίας ότι κοινοποιήθηκε αντίγραφο αυτού στην αντίδικο φορολογική αρχή, όπως απαιτεί η διάταξη του άρθρου 170 παρ. 2 του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας. Προβάλλεται δε με την κρινόμενη αίτηση ότι η κρίση αυτή του διοικητικού εφετείου δεν είναι νόμιμη, διότι το δικαστήριο της ουσίας συνήγαγε ότι το δικόγραφο προσθέτων λόγων δεν κοινοποιήθηκε στην αντίδικο φορολογική αρχή εκ μόνης της απουσίας από τη δικογραφία σχετικού αποδεικτικού επιδόσεως ενώ όφειλε, κατά την αιτούσα, στο πλαίσιο του διέποντας την εκδίκαση των φορολογικών διαφορών ανακριτικού συστήματος και ενόψει του άρθρου 20 παρ. 1 του Συντάγματος, να προβεί σε περαιτέρω ενέργειες για να διαπιστώσει ότι πράγματι δεν κοινοποιήθηκε το εν λόγω δικόγραφο. Ο λόγος αναιρέσεως όμως αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, διότι η κοινοποίηση του δικογράφου προσθέτων λόγων αποδεικνύεται καταρχήν με την προσκόμιση του σχετικού αποδεικτικού επιδόσεως, στην κρίση δε του δικαστηρίου απόκειται να διατάξει τη συμπλήρωση των αποδείξεων.
3. Επειδή στο άρθρο 39 του Κ.Φ.Σ. (Π.Δ.99/1977), όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, ορίζοντα τα εξής: "1 Ό επιτηδευματίας όστις δια την άσκησιν του επαγγέλματός του πρόκειται να χρησιμοποιήσει οιανδήποτε επαγγελματικήν εγκατάστασιν εκτός της κυρίας τοιαύτης ή αποθηκευτικόν χώρον δια την αποθήκευσιν αγαθών, υποβάλλει, προ πάσης χρησιμοποιήσεως, δήλωσιν εις τον Οικονομικό Έφορον της έδρας της επιχειρήσεως. 2. Η δήλωσις υποβάλλεται εις διπλούν. Το εν αντίτυπον ταύτης παραμένει εις τον Οικονομικόν Έφορον, το δε έτερον, με την επ΄ αυτού βεβαίωσιν του Οικονομικού Εφόρου περί της υποβολής της δηλώσεως, φυλάσσεται υπό του υπόχρεου δια τον φορολογικόν έλεγχον. Δια τας αποθήκας ή ετέρας εγκαταστάσεις τας ευρισκομένας εις την περιφέρειαν ετέρου Οικονομικού Εφόρου η δήλωσις υποβάλλεται εις τριπλούν, το τρίτον δε αντίτυπον ταύτης αποστέλλεται υπό του Οικονομικού Εφόρου της έδρας της επιχειρήσεως εις τον Οικονομικόν Έφορον εις την περιφέρειαν του οποίου κείται η αποθήκη. 3. ..."Όπως συνάγεται από τις ανωτέρω διατάξεις, υποχρέωση υποβολής της κατά την παρ. 1 δηλώσεως έχουν οι επιτηδευματίες, οι οποίοι πρόκειται να χρησιμοποιήσουν αποθηκευτικό χώρο για την άσκηση του επαγγέλματός τους. Δοθέντος δε ότι ο νόμος δεν διακρίνει, τέτοια χρησιμοποίηση αποθηκευτικού χώρου συνιστά και η φύλαξη αγαθών σε αποθήκη τρίτου, με βάση οποιαδήποτε έννομη σχέση.
4. Επειδή στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το διοικητικό εφετείο έκρινε ότι η αναιρεσείουσα εταιρεία υπέπεσε στην αποδοθείσα σ΄ αυτήν, μεταξύ άλλων, παράβαση της μη υποβολής στη φορολογική αρχή δηλώσεων για δύο αποθηκευτικούς χώρους στην περιφέρεια Αττικής και ένα στη Θεσσαλονίκη, τους οποίους η εταιρεία αυτή χρησιμοποίησε (άρθρο 39 Κ.Φ.Σ.). Προβάλλεται δε με την κρινόμενη αίτηση ότι κατά παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δεν απάντησε σε προβληθέντα λόγο εφέσεως, κατά τον οποίο έσφαλε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο απορρίπτοντας ισχυρισμό της αναιρεσείουσας εταιρείας ότι επρόκειτο περί αποθηκευτικών χώρων τρίτων, στους οποίους με σύμβαση παροχής υπηρεσιών ο τρίτος αναλαμβάνει τη φύλαξη εμπορευμάτων της, και ότι στην περίπτωση αυτή δεν υπάρχει υποχρέωση υποβολής στη φορολογική αρχή της προβλεπόμενης από το ως άνω άρθρο 39 του Κ.Φ.Σ. δηλώσεως. Ο λόγος αναιρέσεως όμως αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, διότι ο ανωτέρω ισχυρισμός δεν ήταν ουσιώδης, αφού, κατά τα εκτιθέμενα στην προηγούμενη σκέψη, υποχρέωση υποβολής σχετικής δηλώσεως προς τη φορολογική αρχή υπάρχει και στην περίπτωση αυτή.
5. Επειδή, όπως προκύπτει κατά τα λοιπά από την προσβαλλόμενη απόφαση, περιγράφονται μ΄ αυτήν κατά τρόπο συγκεκριμένο οι αποδοθείσες από τη φορολογική αρχή στην αναιρεσείουσα εταιρεία παραβάσεις, στις οποίες το διοικητικό εφετείο έκρινε ότι υπέπεσε η εταιρεία αυτή. Επομένως, η προσβαλλόμενη απόφαση έχει καταρχήν νόμιμη βάση, πρέπει δε να απορριφθεί ως αβάσιμος ο περί αναιτιολόγητου λόγος αναιρέσεως, διότι δεν προβάλλονται συγκεκριμένες τυχόν ελλείψεις της νομίμου βάσεως αυτής, ούτε προβάλλεται ότι η συνδρομή των πραγματικών περιστατικών που τη συγκροτούν αμφισβητήθηκε ενώπιον των δικαστηρίων της ουσίας.
6. Επειδή, κατά συνέπεια, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί.