Απόφ.ΣΤΕ 762/2003 (01/01/2003)

Δημοτικά τέλη (Ν. 339/1976, Ν. 1828/1989, Ν. 1882/1990 και Ν. 2065, άρθρο 40, παρ. 19)

Συμβουλίου της Επικρατείας (Β΄ Τμήματος)
Αριθ. απόφασης: 762/2003
Πρόεδρος: Ηλ. Παπαγεωργίου, Σύμβουλος ΣτΕ,
Εισηγητής: Σπ. Μαρκάτης, Πάρεδρος ΣτΕ
Δικηγόρος: Ανδ. Χαλδούπης

Δημοτικά τέλη
(Ν. 339/1976, Ν. 1828/1989, Ν. 1882/1990 και Ν. 2065, άρθρο 40, παρ. 19)

Επιβολή τέλους 5% στα ακαθάριστα έσοδα κέντρων και καταστημάτων που λειτουργούν μέσα σε ξενοδοχειακές επιχειρήσεις: Ως χρόνος έναρξης της επιβολής του τέλους 5% ορίσθηκε το πρώτον η 1.1.1991 (Ν. 1882/1990) αντί της 1.1.1990, (Ν. 1828/1989) και τελικά η 1.1.1993 (Ν. 2065/1992). Επομένως, δεν είναι δυνατή η επιβολή του τέλους αυτού για προγενέστερο χρονικό διάστημα και τούτο ανεξάρτητα από το χρόνο έκδοσης της οικείας πράξης επιβολής του τέλους.

Απορρίπτεται αίτηση αναίρεσης του Δήμου Αθηναίων.

[...] 3. Επειδή, με τις διατάξεις του εδαφίου β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του Ν. 339/1976 (ΦΕΚ 136) επεβλήθη υπέρ των δήμων και των κοινοτήτων τέλος επί των εκδιδομένων λογαριασμών υπό των αναφερομένων εις αυτό ξενοδοχείων ύπνου, εστιατορίων, κυλικείων, οινομαγειρείων και κέντρων διασκεδάσεως, το εν λόγω δε εδάφιο β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του Ν. 339/1976, όπως είχε αντικατασταθεί με το εδάφιο β΄ του άρθρου 3 του Ν. 658/1977 (ΦΕΚ Α΄ 214) αντικαταστάθηκε και πάλι με την παρ. 6 του άρθρου 26 του Ν. 1828/1989 (ΦΕΚ 2) και ορίστηκε ότι επιβάλλεται υπέρ των δήμων και κοινοτήτων "β) Τέλος σε ποσοστό 5% στα ακαθάριστα έσοδα των: α) κέντρων διασκέδασης και των κάθε είδους, μορφής και ονομασίας καταστημάτων Γ΄ κατηγορίας και ανωτέρας, στα οποία προσφέρονται φαγητά, ποτά, καφές, αναψυκτικά, γαλακτοκομικά προϊόντα και γλυκίσματα, β) ζυθοπωλείων ανεξαρτήτως κατηγορίας, μπαρ ανεξαρτήτως ιδιαίτερης ονομασίας και κατηγορίας και γ) κέντρων πολυτελείας". Στην ίδια διάταξη, όπως, κατά τα ανωτέρω αντικαταστάθηκε, ορίστηκαν και τα εξής "στο τέλος αυτό υπάγονται και τα κέντρα και καταστήματα των πιο πάνω περιπτώσεων που λειτουργούν μέσα σε ξενοδοχειακές επιχειρήσεις κάθε λειτουργικής μορφής και κατηγορίας. Με απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου μπορεί το ανωτέρω τέλος να επιβάλλεται και σε καταστήματα κατώτερης από την Γ΄ κατηγορία". Ως χρόνος ενάρξεως ισχύος της ως άνω διατάξεως ορίστηκε, δυνάμει του άρθρου 44 περιπτ. ιζ΄ του ιδίου νόμου 1828/1989, η 1.1.1990. Με το άρθρο 49 παρ. 2 του Ν. 1832/1989 (ΦΕΚ Α΄ 54) ορίστηκε και πάλι ως χρόνος ενάρξεως της ισχύος της παρ. 6 (όπως και της παρ. 7) του άρθρου 26 του Ν. 1828/1989 η 1.1.1990. Ακολούθως, με το άρθρο 24 παρ. 5 του Ν. 1882/1990 (ΦΕΚ Α΄ 43/23.3.1990) ορίστηκε ότι "στο τέλος της περίπτωσης ιζ΄ του άρθρου 44 του Ν. 1828/1989 (ΦΕΚ 2 Α΄), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 49 του Ν. 1832/1989 (ΦΕΚ 54 Α΄), προστίθενται τα εξής: "Ειδικά για τα κάθε φύσεως και μορφής κέντρα και καταστήματα όλων των περιπτώσεων της παραγράφου 6 του άρθρου 26 του παρόντος που λειτουργούν μέσα σε ξενοδοχειακές επιχειρήσεις κάθε λειτουργικής μορφής και κατηγορίας, η τελευταία αυτή διάταξη ισχύει από 1 Ιανουαρίου 1991". Εν συνεχεία, με το άρθρο 103 παρ. 7 του Ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α΄/31.7.1990) ορίστηκε ότι: "το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης ιζ΄ του άρθρου 44 του Ν. 1828/1989, όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 49 του Ν. 1832/1989 (ΦΕΚ 54 Α), το οποίο προστέθηκε με την παράγραφο 5 του άρθρου 24 του Ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α), αντικαθίσταται ως εξής: "Ειδικά για τα κάθε φύσης και μορφής κέντρα και καταστήματα όλων των περιπτώσεων της παραγράφου 6 του άρθρου 26 του παρόντος, που λειτουργούν μέσα σε ξενοδοχειακές επιχειρήσεις κάθε λειτουργικής μορφής και κατηγορίας, η τελευταία αυτή διάταξη αρχίζει να ισχύει από 1 Ιανουαρίου 1992". Τέλος, στην παράγραφο 19 του άρθρου 40 του Ν. 2065/1992 (Α΄ 113) ορίζεται ότι "η ορισθείσα από την παράγραφο 7 του άρθρου 103 του Ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α΄) προθεσμία παρατείνεται κατά ένα χρόνο".

4. Επειδή, από το συνδυασμό των διατάξεων που παρατέθηκαν στην προηγούμενη σκέψη προκύπτει ότι με την παράγραφο 5 του άρθρου 24 του Ν. 1882/1990, ως χρόνος ενάρξεως ισχύος του άρθρου 26 παρ. 6 του Ν. 1828/89, με το οποίο θεσπίσθηκε το πρώτον η άνευ εξαιρέσεων επιβολή τέλους 5% στα κάθε φύσεως και μορφής κέντρα και καταστήματα όλων των περιπτώσεων που προεβλέποντο στη διάταξη αυτή και λειτουργούν μέσα σε ξενοδοχειακές επιχειρήσεις κάθε λειτουργικής μορφής και κατηγορίας, ορίσθηκε η 1.1.1991, αντί της 1.1.1990, που προέβλεπαν οι προηγούμενες διατάξεις των Ν. 1828/89 και 1832/89 και, τελικά, με την παράγραφο 19 του άρθρου 40 του Ν. 2065/1992, η 1.1.1993. Επομένως, δεν είναι δυνατή η επιβολή του τέλους αυτού για προγενέστερο χρονικό διάστημα και τούτο ανεξάρτητα από το χρόνο εκδόσεως της οικείας πράξεως επιβολής του τέλους.

5. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, σε βάρος της αναιρεσίβλητης εταιρείας, η οποία έχει την εκμετάλλευση ξενοδοχείου πολυτελείας στην Αθήνα με τον τίτλο "G.... ΗΟΤΕL" επιβλήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 26 παρ. 6 του Ν. 1828/1989 δημοτικό τέλος 5% και πρόστιμο για τα έσοδα που πραγματοποίησε και δεν εδήλωσε από τη λειτουργία μέσα στους χώρους του προαναφερθέντος ξενοδοχείου του εστιατορίου και καφετέριας κατά την περίοδο από 1.1.1990 έως 22.3.1990. Το δικάσαν διοικητικό εφετείο έκρινε, κατ΄ επικύρωση της πρωτόδικης αποφάσεως, ότι, εφόσον με την παράγραφο 5 του άρθρου 24 του Ν. 1882/90 η αρχική ημερομηνία (1.1.1990) για την υπαγωγή στο τέλος του άρθρου 26 παρ. 6 του Ν. 1828/1989 των κέντρων και καταστημάτων που λειτουργούν μέσα σε ξενοδοχεία μετατέθηκε κατά ένα έτος, ήτοι την 1.1.1991, η αναιρεσίβλητη επιχείρηση δεν υπήγετο κατά την ένδικη χρονική περίοδο στο εν λόγω τέλος για τα έσοδα που πραγματοποίησε από την λειτουργία του εστιατορίου και της καφετέριας του ως άνω ξενοδοχείου. Η κρίση αυτή του διοικητικού εφετείου είναι νομίμως αιτιολογημένη διότι, σύμφωνα προς όσα εκτίθενται στην προηγούμενη σκέψη, δεν είναι κατά νόμο δυνατή η επιβολή του ως άνω τέλους για την ένδικη χρονική περίοδο, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα είναι αβάσιμα και απορριπτέα, καθώς και η υπό κρίση αίτηση στο σύνολό της.