`Αρειος Πάγος
Αριθ.απόφασης: 1731/2007
Δικαστής: Δημήτριος Λοβέρδος, Αντιπρόεδρος
Αρεοπαγίτες: Γεώρ. Καλαμίδας, Δημ. Κανελλόπουλος,
Διον. Γιαννακόπουλος και Ιωάν. - Σπ. Τέντες
Δανεισμός εργαζομένου - Εργατικό ατύχημα - Ψυχική οδύνη.
Εργατικό ατύχημα σε περίπτωση "δανεισμού" εργαζομένου (ΑΚ 648, 651, 361). Σε περίπτωση παραχώρησης των υπηρεσιών εργαζομένου σε τρίτον με τη συναίνεση του εργαζομένου, δεν λύεται η σύμβαση εργασίας, ούτε το πρόσωπο του εργοδότη μεταβάλλεται, αλλά μόνο οι εργοδοτικές αρμοδιότητες και ευθύνες επιμερίζονται μεταξύ δύο εργοδοτών. Σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος, ευθύνονται και οι δύο. Οι συγγενείς του θανόντος, ανειδίκευτου αλλοδαπού εργάτη κτηνοτροφικής μονάδας, χωρίς άδεια χειριστή μηχανημάτων, έχουν το δικαίωμα να απαιτήσουν από τον παραλείψαντα τα μέτρα ασφαλείας εργοδότη, χρηματική ικανοποίηση προς αποκατάσταση της ψυχικής οδύνης, που τους προκάλεσε το ατύχημα.
[...] Κατά το άρθρο 576 παρ. 2 Κ.Πολ.Δικ., αν ο αντίδικος εκείνου που επέσπευσε τη συζήτηση δεν εμφανισθεί ή εμφανισθεί αλλά δεν λάβει μέρος σε αυτήν με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος, ο `Αρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως αν κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα, σε καταφατική δε περίπτωση προχωρεί στη συζήτηση παρά την απουσία εκείνου που, έχει κλητευθεί. Στην κρινόμενη υπόθεση οι δεύτερη και έβδομος των αναιρεσιβλήτων δεν εμφανίσθηκαν κατά την αναφερόμενη στην αρχή δικάσιμο, καίτοι αντίγραφο της αιτήσεως αναιρέσεως με την κάτω από αυτή πράξη ορισμού της παραπάνω δικασίμου, καθώς και κλήσεως για εμφάνιση κατ΄ αυτή, τους επιδόθηκε νομίμως, όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες ..... από ..... εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών ..... και τα φύλλα της ..... των ημερησίων εφημερίδων των Αθηνών "ΕΣ...." και "Η ΑΥ....". Επομένως, πρέπει να συζητηθεί η υπόθεση παρά την απουσία των αναιρεσιβλήτων αυτών. Κατά το άρθρο 559, αρ. 1, ΚΠολΔ, επιτρέπεται αναίρεση, αν παραβιάσθηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών, αδιάφορο αν πρόκειται για νόμο ή έθιμο, ελληνικό ή ξένο, εσωτερικού ή διεθνούς δικαίου. Εξάλλου, κατά το αυτό άρθρο 559, αρ. 19, ΚΠολΔ, επιτρέπεται αναίρεση, αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς επί ζητήματος που ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Τέλος, κατά το άρθρο 1 του Β.Δ. της 24-7/25-8-1920 που κωδικοποίησε το Ν. 551/1914, ο οποίος διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 38 ΕΝΑΚ, ως εργατικό ατύχημα θεωρείται οποιαδήποτε βλάβη, που επέρχεται σε εργάτη ή υπάλληλο των αναφερομένων στο άρθρο 2 επιχειρήσεων, στις οποίες περιλαμβάνονται ρητώς και εκείνες στις οποίες γίνεται χρήση μηχανικών εργαλείων, κατά την εκτέλεση της εργασίας, προηγουμένως ή ύστερα από αυτήν, αλλά εξ αφορμής αυτής και οφείλεται σε αιφνίδιο βίαιο συμβάν, που προήλθε από εξωτερικά αίτια, ήτοι ξένα προς τον οργανισμό του παθόντος. Με την ως άνω διάταξη παρέχεται στα δικαιούμενα κατά τα οικεία άρθρα του κωδικοποιημένου αυτού Ν. 551/1915 πρόσωπα, σε περίπτωση δε θανάτου εργαζομένου, στους αναφερομένους στο άρθρο 6 συγγενείς του παθόντος, δικαίωμα αποζημιώσεως. Κατά το άρθρο 16 του ιδίου Ν. 551/1914, τα προαναφερόμενα πρόσωπα, αν το ατύχημα μπορεί να αποδοθεί σε δόλο του εργοδότη ή προσώπων που αυτός έχει προστήσει στην υπηρεσία του (άρθρο 922 ΑΚ), έχουν επιλεκτικό δικαίωμα να ασκήσουν τις προς αποζημίωση αξιώσεις τους, είτε σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού, είτε σύμφωνα με τις διατάξεις του κοινού αστικού δικαίου, ήτοι τις διατάξεις των άρθρων 914, 922, σε συνδυασμό με αυτές των άρθρων 297-298 ΑΚ. Εφόσον επιλέξουν τη σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού αποζημίωση, σε περίπτωση θανάτου, οι συγγενείς του θανόντος δικαιούνται μόνο την καθοριζομένη στο άρθρο 3 του ιδίου Ν. 551/1914 κατ΄ αποκοπή αποζημίωση. Σε κάθε περίπτωση, όμως, που ο θάνατος επήλθε από εργατικό ατύχημα, οφειλόμενο σε πταίσμα, δηλαδή δόλο ή αμέλεια οποιασδήποτε μορφής του εργοδότη ή των προσώπων που αυτός έχει προστήσει στην υπηρεσία του, σύμφωνα με τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 299, 914 και 932 ΑΚ, οι συγγενείς, που αποτελούν την οικογένεια του θανόντος, έχουν το δικαίωμα να απαιτήσουν από τον εργοδότη χρηματική ικανοποίηση προς αποκατάσταση της ψυχικής οδύνης, που τους προκάλεσε το ατύχημα. Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 651 ΑΚ, που ορίζει ότι σε σχέση με τη σύμβαση εργασίας, η αξίωση του εργοδότη στην εργασία του μισθωτού είναι αμεταβίβαστη, αν από τη συμφωνία ή τις περιστάσεις δεν προκύπτει κάτι άλλο, σε συνδυασμό και με τις διατάξεις των άρθρων 361 και 648 ΑΚ, προκύπτει ότι είναι νόμιμη η συμφωνία, δυνάμει της οποίας ο εργοδότης, ο οποίος είχε στη διάθεση του τις υπηρεσίες μισθωτού, παραχωρεί με τη συναίνεση του τελευταίου τις υπηρεσίες αυτού σε άλλο πρόσωπο, στο οποίο παρέχονται πλέον οι υπηρεσίες του, γιατί η σχέση αυτή στηρίζεται στη βούληση και των τριών μερών. Στην περίπτωση αυτή του "δανεισμού" των υπηρεσιών του μισθωτού, δεν λύεται η σύμβαση εργασίας, ούτε το πρόσωπο του εργοδότη μεταβάλλεται. Μόνον οι εργοδοτικές αρμοδιότητες "επιμερίζονται", με συνέπεια να γίνεται λόγος για δύο εργοδότες. Επέρχεται δηλαδή προσωρινή, βραχυχρόνια ή μακροχρόνια απομάκρυνση του εργαζομένου από τον εργοδότη του, χωρίς να διακόπτεται ο μεταξύ τους ενοχικός δεσμός, ενώ ταυτοχρόνως ο εργαζόμενος προσφέρει την εργασία του σε τρίτο, που και αυτός χαρακτηρίζεται ως εργοδότης και ασκεί το διευθυντικό δικαίωμα, σε αντίθεση με τον αρχικό εργοδότη που περιορίζεται στο δικαίωμα καταγγελίας και, αν δεν υπάρχει αντίθετη συμφωνία των μερών, βαρύνεται με τη μισθοδοσία του εργαζομένου.
Εν προκειμένω, το Εφετείο δέχθηκε με την αναιρεσιβαλλομένη απόφασή του τα ακόλουθα: "Ο πρώτος των εναγομένων ...., ο οποίος διατηρεί κτηνοτροφική μονάδα στο Δημοτικό Διαμέρισμα ....., το μήνα Μάρτιο του έτους 1997 προσέλαβε ως εργάτη με σύμβαση εξηρτημένης εργασίας τον αλβανό υπήκοο Ψ1 ηλικίας, τότε, 16 ετών, για να απασχολείται σε διάφορες κτηνοτροφικές εργασίες στην παραπάνω μονάδα του, ήτοι βοσκή ζώων (αγελάδων), άρμεγμα, τάϊσμα αυτών, καθάρισμα σταύλων, μεταφορά γάλακτος, φόρτωση ενσιρώματος (καλαμποκιού) με κλούβες, μεταφορά του με γεωργικό ελκυστήρα (τρακτέρ) και εναπόθεσή του στο παχνί, κ.λπ. Ο δεύτερος των εναγομένων ....., ο οποίος είναι εξάδελφος του πρώτου εναγομένου και διατηρεί, επίσης, άλλη, δική του κτηνοτροφική μονάδα, στην ίδια περιοχή, είναι ιδιοκτήτης και κάτοχος μιας μηχανής πολτοποίησης χόρτων και παρασκευής ζωοτροφών, που λέγεται "ενσιροδιανομέας". Το μηχάνημα αυτό είναι διαστάσεων ύψους 2,30 μ., πλάτους 1,80 και μήκους 4,80 μ. και διαθέτει μεγάλα εξωτερικά και εσωτερικά μαχαίρια (λεπίδες) και κοχλίες, τα οποία αλέθουν το χόρτο και το ενσίρωμα (καλαμπόκι) μέσα στον θάλαμό του και τα πολτοποιούν σε υγρή μάζα (πολτόμαζα), με την οποία τρέφονται οι αγελάδες της μονάδος. Τίθεται σε λειτουργία με αυτόματο μηχανισμό και είναι παρελκόμενο, με την χρήση γεωργικού ελκυστήρα, στον οποίο είναι προσαρμοσμένο, ο δε χειριστής του πρέπει να έχει άδεια οδήγησης γεωργικού ελκυστήρα (τρακτέρ), αφού, κατά τη χρήση του, απαιτούνται ελιγμοί για την προσαρμογή του στον σωρό του ενσιρώματος και μεταφορά και εναπόθεση της πολτοποιουμένης τροφής στο χώρο που είναι προορισμένος για την τροφή των ζώων (αγελάδων).Το μηχάνημα αυτό ("ενσιροδιανομέας") για ένα χρονικό διάστημα (10 μηνών περίπου), δεν λειτουργούσε, λόγω βλάβης του (εμπλοκή, μπουκώματα από τα χόρτα), όπως συνομολογούν οι εναγόμενοι στις έγγραφες προτάσεις τους και ήταν εγκαταλελειμένο - παρατημένο στην αυλή της οικίας του δευτέρου εναγομένου "παροπλισμένο" εκεί. Όταν όμως, ο δεύτερος εναγόμενος το επισκεύασε αργότερα και αποφάσισε την επαναλειτουργία του, διότι είχε αυξηθεί εν τω μεταξύ ο αριθμός των αγελάδων σε 92, το έτος 1999 ήλθε σε συνεννόηση με τον πρώτο εναγόμενο - εξάδελφο του, με τον οποίο συνεργάζονται στενά από παλαιά, σ΄ όλα τα θέματα, που αφορούν τις κτηνοτροφικές μονάδες τους και συμφώνησαν άτυπα να το χρησιμοποιήσουν από κοινού, σε αντάλλαγμα δε να του "παραχωρήσει" τον εργαζόμενο στην μονάδα του, ως άνω νεαρό αλλοδαπό εργάτη Ψ1 ηλικίας τότε μόλις 16 ετών, προκειμένου να χειρίζεται το εν λόγω μηχάνημα έργων ("ενσιροδιανομέα") στη δική του κτηνοτροφική μονάδα, παρόλο που, και οι δύο, γνώριζαν ότι ο τελευταίος δεν είχε ούτε την απαιτούμενη από το νόμο άδεια οδήγησης γεωργικού ελκυστήρα (αρθρο 97 του ΚΟΚ - Ν. 2696/1999), αλλά ούτε και την ανάλογη εμπειρία και τις ικανότητες για τον χειρισμό του μηχανήματος αυτού. Έτσι, καταχρώμενοι οι εναγόμενοι το διευθυντικό τους δικαίωμα ως εργοδότες, τον εξηνάγκασαν και οι δύο, παρά την θέλησή του και εκμεταλλευόμενοι την επιτακτική ανάγκη του για εργασία ως αλλοδαπού και οικονομικού μετανάστη από την Αλβανία, άπειρο, αδαή και ανειδίκευτο, να χειρίζεται τον ως άνω ενσιροδιανομέα και στις δύο προαναφερθείσες κτηνοτροφικές τους μονάδες. Επίσης, επειδή το μηχάνημα αυτό συχνά "μπούκωνε", δηλαδή πάθαινε εμπλοκή από το άχυρο, που δεν αλέθονταν και λόγω της μη πλήρους αποκατάστασης της βλάβης του, μετά την παραπάνω επισκευή του, του είχαν υποδείξει κάθε φορά που το μηχάνημα αυτό παρουσίαζε αυτό το πρόβλημα, να ανεβαίνει στο "επάνω μέρος" του και να πατάει και να σπρώχνει με τα πόδια του το χόρτο μέσα στον θάλαμο αλέσεως των τροφών που βρίσκονταν τα μαχαίρια και οι κοχλίες, αν και γνώριζαν μετά την πάροδο ενός και πλέον έτους ότι λόγω της επικινδυνότητας του μηχανήματος, απαγορευόταν αυστηρά οποιαδήποτε προσέγγιση στο "επάνω μέρος" του, ακόμη και όταν αυτό δεν λειτουργούσε, σύμφωνα με την σειρά των προειδοποιητικών σημάνσεων - σημάτων που υπάρχουν στην σελίδα 6η του ξενόγλωσσου εγχειριδίου λειτουργίας του μηχανήματος αυτού, αντίτυπο του οποίου προσκομίζεται με επίκληση από τους ενάγοντες, άλλωστε τα εν λόγω σήματα είναι διεθνή και με αυτά επισημαίνονται, υπογραμμίζονται, όλοι οι κίνδυνοι από την λειτουργία του επιδίκου ενσιροδιανομέα και απευθύνονται προφανώς σε αδειούχους χειριστές γεωργικών ελκυστήρων και ειδικών μηχανημάτων έργων, όπως το επίδικο μηχάνημα. Έτσι, κάτω από αυτές τις συνθήκες και ενώ το απόγευμα της 7/12/1999 (και ώρα 4.30 περίπου) ο νεαρός Ψ1 εργαζόταν, χειριζόμενος, εντελώς μόνος και χωρίς να έχει τις απαιτούμενες γνώσεις και το ειδικό πτυχίο - δίπλωμα που απαιτείται για τον χειρισμό του ως άνω μηχανήματος, όπως εκτίθεται πάρα πάνω, τον εν λόγω ενσιροδιανομέα στην κτηνοτροφική μονάδα του δευτέρου εναγομένου και ήδη εκκαλούντος εκτελώντας τις ως άνω εντολές και υποδείξεις των (μερικών) εργοδοτών του, αρχικού - κανονικού και μεταγενέστερου - περαιτέρω, αντίστοιχα, λόγω του "δανεισμού" του εν λόγω εργαζομένου από τον πρώτο εργοδότη στον δεύτερο, σε κάποια στιγμή του "μπουκώματος" - εμπλοκής του μηχανήματος από τα χόρτα, ανέβηκε στο "επάνω μέρος" του και εισήλθε στο θάλαμο αλέσεως των τροφών (άχυρου, τριφυλλιού, καλαμποκιού, κ.λπ.) χωρίς προηγουμένως να έχει οποιοδήποτε μέτρο ασφάλειας προς προστασία του, όπως άλλωστε κάθε φορά γινόταν, αλλά από "αγαθή τύχη" του εργαζόμενου, απεφεύγετο να συμβεί κάποιο ατύχημα, όπου στην προσπάθεια του να ωθήσει με τα πόδια του το ενσίρωμα (αλεσμένο καλαμπόκι) στο εσωτερικό του κυρίως θαλάμου, "ενεπλάκη" στα υπάρχοντα εξωτερικά μαχαίρια (λεπίδες κοπής χόρτων) και κοχλίες, τα οποία τον "τράβηξαν" μέσα στο εσωτερικό τμήμα του κυρίως θαλάμου ασφαλίσεως των τροφών, όπου υπάρχουν άλλα εσωτερικά μαχαίρια και κοχλίες, που αλέθουν το χόρτο και το καλαμπόκι και τα πολτοποιούν σε μια υγρή μάζα, που χρησιμοποιείται για ζωοτροφή, με αποτέλεσμα όλο το σώμα του να "πολτοποιηθεί" από τη συνεχή λειτουργία του μηχανήματος και αυτή τη φορά να μην αποσοβηθεί τελικά το μοιραίο, ήτοι η επέλευση του τραγικού θανάτου του νεαρού ως άνω εργαζομένου αλλοδαπού. Για το ένδικο ατύχημα ευθύνεται ο δεύτερος εναγόμενος, διότι το επελθόν αποτέλεσμα του θανάτου του εργαζομένου - θύματος ότι οφειλόταν σε αποκλειστική υπαιτιότητα (αμέλεια) του εναγομένου αυτού, δεδομένου ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν κατέβαλε την επιβαλλόμενη, κατ΄ αντικειμενική κρίση, προσοχή την οποία κάθε μέτριος συνετός και ευσυνείδητος άνθρωπος όφειλε να καταβάλει κάτω από τις ίδιες ως άνω περιστάσεις και συνθήκες με βάση τους νομικούς κανόνες, την συνήθεια που επικρατεί στις συναλλαγές και την κοινή πείρα και λογική, ενώ μπορούσε αυτός με βάση τις προσωπικές του ικανότητες και περιστάσεις και κυρίως λόγω του επαγγέλματός του ως εργοδότη του εργαζομένου στην κτηνοτροφική του μονάδα που λειτουργούσε, να προβλέψει και να αποφύγει το αξιόποινο αποτέλεσμα, τηρώντας και λαμβάνοντας όλα τα από τις διατάξεις των άρθρων 7, παρ. 15, 6, 8 και 8, παρ. 1 του Π.Δ. 17/1996, προβλεπόμενα μέτρα για την βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων, κατά την εργασία τους, υπήρξε δε και αντικειμενικός αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ των παραλείψεων του να λάβει τα τελευταία ως άνω μέτρα και του αποτελέσματος που επήλθε. Η μη ανάθεση δε εργασίας επικίνδυνης σε εργάτη, ανειδίκευτο, άπειρο και ακατάλληλο γι΄ αυτήν, αποτελεί πραγματικά, κατά την κοινή πείρα και λογική, στοιχειώδη πρόβλεψη συνετού ανθρώπου, δεδομένου ότι από την ανάθεση της εργασίας αυτής στα πρόσωπα αυτά ο κίνδυνος γίνεται ακόμη περισσότερος και πάρα πολύ πιθανή η επέλευση του. Επίσης, ο εν λόγω εργοδότης του εκλιπόντος εργαζομένου, επιδεικνύοντας τουλάχιστον αμελή συμπεριφορά, είχε παραλείψει να εξασφαλίσει κατά τον χρόνο του επισυμβάντος θανατηφόρου ατυχήματος, την ασφάλεια του εργαζομένου στην κτηνοτροφική του μονάδα, εφόσον του είχε αναθέσει τον χειρισμό του ζημιογόνου μηχανήματος (ενσιροδιανομέα), χωρίς προηγουμένως να τον έχει ενημερώσει και καταρτίσει κατάλληλα για τον χειρισμό αυτού (μηχανήματος) και τους επαγγελματικούς κινδύνους που διατρέχει από την συγκεκριμένη εργασία, που είχε αναθέσει, ενώ τον εξέθεσε στους κινδύνους αυτούς, αφού τον άφησε να εργάζεται μόνο του, χωρίς δηλαδή επίβλεψη και εποπτεία από κάποιο άλλο εμπειρότερο και ικανότερο, που να έχει και τις απαραίτητες γνώσεις και ικανότητες για τον ακίνδυνο χειρισμό του εν λόγω μηχανήματος". Επομένως, το Εφετείο, που διέγνωσε τα ανωτέρω και επιδίκασε χρηματική ικανοποίηση στους συγγενείς του θανόντος, δεν παρεβίασε τις ως άνω ουσιαστικές διατάξεις και η απόφασή του έχει νόμιμη βάση και ειδικότερα έχει την απαιτουμένη αιτιολογία, η οποία δεν είναι αντιφατική ή ανεπαρκής, αφού εκτίθενται σ΄ αυτήν με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς λογικά κενά και αντιφάσεις τα προκύψαντα εκ της διαδικασίας και τυγχάνοντα αναγκαία προς εφαρμογή των εν λόγω ουσιαστικών κανόνων γεγονότα. Κατ΄ ακολουθίαν, οι αντίθετοι, εκ του άρθρου 559, αρ. 1 και 19, ΚΠολΔ, πρώτος και τέταρτος, λόγοι της αιτήσεως είναι αβάσιμοι. Κατά το άρθρο 559, αρ. 20 ΚΠολΔ, επιτρέπεται αναίρεση, αν το δικαστήριο παρεμόρφωσε το περιεχόμενο εγγράφου, δεχόμενο πραγματικά γεγονότα προφανώς διαφορετικά από εκείνα που αναφέρονται στο έγγραφο αυτό. Η ανωτέρω παραμόρφωση επέρχεται όταν το δικαστήριο σχηματίζει τη γνώμη του αποκλειστικώς ή κατά κύριο λόγο εκ του περιεχομένου του εγγράφου. Εν προκειμένω, το Εφετείο δέχθηκε με την αναιρεσιβαλλομένη απόφασή του τα ανωτέρω, κατόπιν συνεκτιμήσεως των μαρτυρικών καταθέσεων, των ενόρκων βεβαιώσεων και των εγγράφων.
Συνεπώς, δεν παρεμόρφωσε το περιεχόμενο των από ..... και ..... εκθέσεων αυτοψίας του τεχνικού επιθεωρητή εργασίας .... Κατ΄ ακολουθίαν, ο αντίθετος, εκ του άρθρου 559, αρ. ΚΠολΔ, δεύτερος λόγος της αιτήσεως είναι αβάσιμος. Για να είναι ορισμένος ο αναιρετικός λόγος του άρθρου 559, αριθ. 11, Κ.Πολ.Δ, κατά το οποίο επιτρέπεται αναίρεση και αν το δικαστήριο παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν, πρέπει μεταξύ άλλων, να προσδιορίζεται το αποδεικτικό περιεχόμενο των μέσων που δεν ελήφθησαν υπόψη και να αναφέρεται ο δυνάμενος να ασκήσει ουσιώδη επίδραση στο διατακτικό ισχυρισμός, το βάσιμο ή αβάσιμο του οποίου θα αποδεικνυόταν με τα αποδεικτικά αυτά μέσα. Στην προκείμενη περίπτωση, με τον τρίτο λόγο της αιτήσεως προβάλλεται η αιτίαση ότι το Εφετείο υπέπεσε στην αναιρετική πλημμέλεια του άρθρου 559, αριθ. 11, Κ.Πολ.Δ, διότι δεν έλαβε υπόψη την ένορκη κατάθεση ενώπιον συμβολαιογράφου του .... την οποία ο αναιρεσείων επικαλέσθηκε και προσκόμισε. Ο λόγος όμως αυτός είναι απορριπτέος προεχόντως ως αόριστος, διότι στο αναιρετήριο δεν προσδιορίζεται το περιεχόμενο της καταθέσεως (ένορκης βεβαιώσεως) αυτής ούτε αναφέρεται ο δυνάμενος να έχει ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης ισχυρισμός, το βάσιμο ή αβάσιμο του οποίου θα μπορούσε να αποδειχθεί με την κατάθεση αυτή.