ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ | Αθήνα 20/2/2004 |
ΙΔΡΥΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ | Αρ.Πρωτ.: Ε33/69 |
ΔΙΟΙΚΗΣΗ | ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΑΡ. 20 |
ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΑΣΦ/ΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ | |
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ - ΕΣΟΔΩΝ | |
ΤΜΗΜΑ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ | |
ΘΕΜΑ:
Κοινοποίηση διατάξεων για ρύθμιση οφειλών.
Με την παρούσα κοινοποιούμε τις κάτωθι διατάξεις του Ν. 3232/04 (ΦΕΚ 48 τ. Α΄ 12/2/04) και σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα για την εφαρμογή τους.
Α) άρθρο 11 παρ. 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8 και 9. Βελτίωση παγίου συστήματος ρύθμισης οφειλών Ι.Κ.Α. - ΕΤΑΜ.
Β) άρθρο 32 παρ. 8. Η υποβολή ένστασης ενώπιον της Τ.Δ.Ε. κατά καταλογιστικής πράξης που έχει εκδοθεί κατόπιν καταγγελίας εργαζόμενου αποτελεί ανασταλτικό λόγο για την είσπραξη των εισφορών του Ιδρύματος.
Γ) Υπενθύμιση διαφόρων θεμάτων αναγκαστικών μέτρων είσπραξης οφειλών.
Α. ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΠΑΓΙΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΟΦΕΙΛΩΝ Ι.Κ.Α. - ΕΤΑΜ
(`Αρθρο 11 παρ. 1-9)
Με τις διατάξεις του άρθρου 11 παρ. 1-9 του παρόντος νόμου τροποποιούνται και αντικαθίστανται οι πάγιες ισχύουσες διατάξεις των άρθρων 49, 50, 51, 52, 53, 54 και 55 του Ν. 2676/99.
ΑΡΜΟΔΙΑ ΟΡΓΑΝΑ - ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ
Αρμόδια όργανα για τη χορήγηση διευκολύνσεων τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμων οφειλών στο Ι.Κ.Α. - ΕΤΑΜ είναι:
α) Ο Διευθυντής του οικείου Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α - ΕΤΑΜ ή του Ταμείου Είσπραξης Εσόδων Ι.Κ.Α. - ΕΤΑΜ, όταν το ποσό της οφειλόμενης Κύριας Εισφοράς δεν υπερβαίνει το ποσό των300.000,00 €.
β) Η Επιτροπή Αναστολών του άρθρου 113 του Κανονισμού Ασφάλισης Ι.Κ.Α. - ΕΤΑΜ, όταν το ποσό της οφειλόμενης Κύριας Εισφοράς υπερβαίνει το ποσό των 300.000,00 €.
ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΕΙΣ ΤΜΗΜΑΤΙΚΗΣ ΕΞΟΦΛΗΣΗΣ ΟΦΕΙΛΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟ Ι.Κ.Α. - ΕΤΑΜ
1. Αίτημα χορήγησης τμηματικής καταβολής καθυστερούμενων ασφαλιστικών εισφορών στο Ι.Κ.Α. εξετάζεται από το αρμόδιο όργανο, με κύριο κριτήριο τη συμπεριφορά του οφειλέτη και την αιτία για την οποία ζητείται η διευκόλυνση. Τα κατά το άρθρο 112 αρμόδια όργανα του Ιδρύματος δύναται να ζητούν από τον ενδιαφερόμενο την υποβολή κάθε στοιχείου που κρίνουν αναγκαίο για τη διαμόρφωση γνώμης.
Οφειλές που ρυθμίζονται:
α) Οι οφειλές από Κύρια Εισφορά ασφαλισμένου και εργοδότη, οι εισφορές αυτοτελώς εργαζομένων για υποχρεωτική ασφάλιση.
β) Οι εισφορές φορέων και λογαριασμών που συνεισπράττονται από το Ι.Κ.Α. - ΕΤΑΜ (Ο.Α.Ε.Δ., Ο.Ε.Κ., Εργατική Εστία κ.α.)
γ) Τα οίκοθεν πρόσθετα τέλη, οι Π.Ε.Π.Τ., Π.Ε.Π.Ε.Ε., Π.Ε.Π.Ε.Ο., Π.Ε.Π.Ο.Ε, Π.Ε.Π.Α.Ε., Π.Ε.Α.Π., οι τόκοι και οι λοιπές προσαυξήσεις.
δ) Οι οφειλές από ακάλυπτες επιταγές, δικαστικά έξοδα διοικητικής εκτέλεσης και οι οφειλές από αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές.
ε) Οι εισφορές υπέρ ΕΛΔΕΟ.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης για την ρύθμιση των καθυστερούμενων ασφαλιστικών εισφορών ενώπιον των αρμοδίων οργάνων ο ενδιαφερόμενος μπορεί να παρίσταται αυτοπροσώπως ή δια του νομίμου αντιπροσώπου του, κατόπιν εξουσιοδοτήσεως ή δια εντολής επί δικηγόρου.
Η ρύθμιση των οφειλών θα γίνεται ως ακολούθως :
• Με απόφαση του Διευθυντή του οικείου Περιφερειακού ή Τοπικού Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α. - ΕΤΑΜ ή του Διευθυντή του οικείου Ταμείου Είσπραξης Εσόδων Ι.Κ.Α. - ΕΤΑΜ, παρέχεται η ευχέρεια ρύθμισης οφειλών μέχρι 36 ισόποσες μηνιαίες δόσειςκατ΄ ανώτατο όριο, αφού υπολογισθούν προϋπολογιστικά τα πρόσθετα τέλη με βάση την ημερομηνία καταβολής της τελευταίας δόσης και με την προϋπόθεση καταβολής των τρεχουσών ασφ/κών εισφορών και της κλιμακωτά και αθροιστικά υπολογιζόμενης προκαταβολής επί του συνόλου της οφειλής.
• Με απόφαση της Επιτροπής Αναστολών αφού ληφθούν υπόψη ο αριθμός των απασχολούμενων και η διασφάλιση της οφειλής, παρέχεται ευχέρεια ρύθμισης οφειλών από 36 μέχρι 48 ισόποσες μηνιαίες δόσεις κατ΄ ανώτατοόριο, αφού υπολογισθούν προϋπολογιστικά τα πρόσθετα τέλη με βάση την ημερομηνία καταβολής της τελευταίας δόσης και με την προϋπόθεση καταβολής των τρεχουσών ασφ/κών εισφορών και της κλιμακωτά και αθροιστικά υπολογιζόμενης προκαταβολής επί του συνόλου της οφειλής.
Το ποσό της προκαταβολής θα υπολογίζεται, ως ακολούθως :
ΠΟΣΟ ΟΦΕΙΛΗΣ (από Κύρια Εισφορά πλέον Προσθέτων Τελών) | ΠΟΣΟΣΤΟ ΠΡΟΚΑΤΑΒΟΛΗΣ |
από 1 μέχρι 100.000,00 € | 10% |
από 100.001,00 € μέχρι 300.000,00 € | 8% |
από 300.001,00 € και άνω | 6% |
Κάθε μηνιαία δόση δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 150,00 €.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την καταβολή της κάθε δόσης είναι η προγενέστερη εξόφληση των απαιτητών τρεχουσών εισφορών.
Ο εργοδότης για να αποδείξει ότι εξόφλησε της τρέχουσες εισφορές, προκειμένου να καταβάλλονται οι δόσεις, θα προσκομίζει στο Ταμείο Είσπραξης Εσόδων Ι.Κ.Α. Υπηρεσιακό Σημείωμα, ανά εξάμηνο από τις αρμόδιες Υπηρεσίες των Υποκαταστημάτων του Ι.Κ.Α., για να διαπιστώνεται η καταβολή των τρεχουσών εισφορών.
2. Για τις επιχειρήσεις που έχουν κηρυχθεί σε πτώχευση και που έχουν ληφθεί χωρίς να έχουν αποδώσει όλα τα αναγκαστικά και άλλα μέτρα είσπραξης που ισχύουν, είναι δυνατόν τα αρμόδια όργανα, να αποφασίσουν τη ρύθμιση των οφειλών τους σε 60 ισόποσες μηνιαίες δόσεις, με την προϋπόθεση της καταβολής του 2% της συνολικής οφειλής ως προκαταβολή (χωρίς η Κύρια Οφειλή να έχει επιβαρυνθεί με το ανώτατο ποσοστό προσθέτων τελών 120%),
Σε περίπτωση απώλειας της ρύθμισης επανέρχονται με τους ίδιους όρους.
Η ανωτέρω ρύθμιση (των επιχ/σεων που έχουν κηρυχθεί σε πτώχευση), δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής και για τις οφειλές των υπό εκκαθάριση επιχειρήσεων, για τις οποίες θα ισχύουν πλέον οι διατάξεις του άρθρ. 11 του παρόντος νόμου δηλ. καταργήθηκε προϊσχύουσα σχετική διάταξη.
3. Οφειλέτης που δεν τήρησε της όρους της 1ης ρύθμισης στο σύνολο ή σε μέρος της (δηλ. μη καταβολή της προκαταβολής, δόσεων, ή των απαιτητών τρεχουσών εισφορών), μπορεί να ζητήσει από το αρμόδιο όργανο νέα ρύθμιση μετά εξάμηνο από την έκδοση της προηγούμενης απόφασης για το σύνολο της οφειλής (υπόλοιπο οφειλής από την 1η ρύθμιση και, τυχόν άλλες βεβαιωμένες οφειλές), με έκδοση νέας απόφασης, σε 36 ισόποσες μηνιαίες δόσεις και με ποσοστό προκαταβολής το οποίο δεν μπορεί είναι μικρότερο του διπλασίου του ποσού προκαταβολής της πρώτης ρύθμισης (π.χ. 1η φορά 10% ποσοστό προκαταβολής, 2η φορά 20% ποσοστό προκαταβολής).
Μόνο σε περίπτωσηεπίσπευσης προγράμματος πλειστηριασμού και πριν την παρέλευση εξαμήνου ο οφειλέτης δύναται να ζητήσει εκ νέου ρύθμιση με τους όρους προκαταβολής και δόσεων ως ανωτέρω εδαφίου.
Εφόσον ο οφειλέτης δεν τήρησε της όρους και της δεύτερης ρύθμισης (δηλ. μη καταβολή της προκαταβολής, δόσεων, ή των απαιτητών τρεχουσών εισφορών), και αφού έχουν ληφθεί όλα τα αναγκαστικά και άλλα μέτρα είσπραξης, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.Δ. 356/74 Κ.Ε.Δ.Ε. και άλλους νόμους και δεν έχει καταστεί δυνατή η είσπραξη της οφειλής, τότε αμέσως θα επισπεύδεται από της αρμόδιες Υπηρεσίες η διαδικασία κήρυξης της επιχ/σης σε πτώχευση,.
Υπενθυμίζεται ότι, η ως άνω διαδικασία κήρυξης επιχ/σης σε πτώχευση προβλέπεται ευθέως εκ του νόμου και επομένως οι αρμόδιες υπηρεσίες θα πρέπει να ενημερώνουν σχετικά την Νομική Διεύθυνση εγγράφως.
Η παραπάνω διαδικασία δύναται να ανασταλεί αφού καταβληθεί ποσοστό προκαταβολής 30% επί του συνόλου της οφειλής και ρυθμιστεί το υπόλοιπο αυτής σε 36 ισόποσες μηνιαίες δόσεις.
Οφειλέτης που δεν τήρησε της όρους των προηγούμενων αποφάσεων ρύθμισης δύναται να ζητήσει οποτεδήποτε νέα ρύθμιση, οπότε εκδίδεται νέα απόφαση σε 36 ισόποσες μηνιαίες δόσεις, με την προϋπόθεση ότι το ποσό της προκαταβολής δεν μπορεί να είναι μικρότερο του 30% του συνόλου της οφειλής του.
4. Είναι δυνατή η εκπρόθεσμη καταβολή δόσης μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από αυτόν που είναι απαιτητή.
Η παραπάνω εκπρόθεσμη καταβολή επιτρέπεται για δύο δόσεις σε κάθε δωδεκάμηνο.
Παράδειγμα:
Οφειλέτης δύναται να καταβάλει τη δόση μηνός Νοεμβρίου μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου, τυχόν καταβολή της δόσης αυτής το μήνα Ιανουάριο συνιστά απώλεια της ρύθμισης.
Η δυνατότητα για εκπρόθεσμη καταβολή δόσης ισχύει για μία ακόμη φορά μέσα σε κάθε δωδεκάμηνο της ίδιας απόφασης ρύθμισης και για το ίδιο ποσό οφειλής.
5. Στους οφειλέτες που τηρούν τους όρους της ρύθμισης παρέχεται μερική έκπτωση μόνο στα οίκοθεν πρόσθετα τέλη ως ακολούθως:
α) Σε περίπτωση υπαγωγής στη ρύθμιση για διευκόλυνση τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμων οφειλών και εξόφληση του οφειλόμενου ποσού μέχρι 36 δόσεις κατ΄ ανώτατο όριο, παρέχεται έκπτωση μόνο στα οίκοθεν πρόσθετα τέλη 10% (ανεξαρτήτως της χρονικής περιόδου που ανάγεται η οφειλή).
Για τις περιπτώσεις της υπαγωγής στη ρύθμιση άνω των 36 δόσεων (τόσο από ανακαθορισμό του αριθμού των δόσεων όσο και με απόφαση της Επιτροπής Αναστολών) δεν ισχύουν οι εκπτώσεις.
β) Σε περιπτώσεις εξόφλησης της συνολικής οφειλής εφάπαξ παρέχεται έκπτωση μόνο στα οίκοθεν πρόσθετα τέλη κατά ποσοστό 20%(ανεξαρτήτως της χρονικής περιόδου που ανάγεται η οφειλή).
Τα ποσά που θα προέλθουν από τη μείωση (έκπτωση) των προσθέτων τελών θα αφαιρούνται πάντα από της τελευταίες δόσεις.
6. Η αίτηση για τη χορήγηση διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής εξετάζεται από το αρμόδιο όργανο, εφόσον έχει καταβληθεί παράβολο υπέρ του Ι.Κ.Α. - ΕΤΑΜ και έχει επισυναφθεί γραμμάτιο είσπραξής του.
Το ποσό του παραβόλου που πρέπει να καταβάλλεται είναι:
α) Είκοσι ευρώ (20,00 €), για οφειλή μέχρι πενήντα χιλιάδες ευρώ (50.000,00 €).
β) Πενήντα ευρώ (50,00 €), για οφειλή από πενήντα χιλιάδες και ένα ευρώ (50.001,00 €) έως και εκατό χιλιάδες ευρώ (100.000,00 €).
γ) Εκατό (100,00 €) για οφειλές μεγαλύτερες των εκατό χιλιάδων και ένα (100.001,00 €) και μέχρι του ποσού που ρυθμίζει ο Διευθυντής του Υποκαταστήματος ή Ταμείου Είσπραξης Εσόδων Ι.Κ.Α - ΕΤΑΜ.
δ) Διακόσια (200,00 €), για οφειλές αρμοδιότητας της Επιτροπής Αναστολών.
7. Για τις κατηγορίες των επιχειρήσεων που κεφαλαιοποιήθηκαν και ρυθμίστηκαν οι οφειλές με ειδικές διατάξεις νόμων δεν θα έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 9 παρ. 6 του Ν. 3232/04 (μείωση ποσοστού προσθέτου τέλους) για όσο χρόνο τηρούνται οι όροι των ανωτέρω ρυθμίσεων.
Οι διατάξεις του άρθρου 9 παρ. 6 του Ν. 3232/04 θα έχουν εφαρμογή μετά την απώλεια της ρύθμισης για το ανεξόφλητο ποσό της οφειλής.
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ
α) Είναι δυνατή, η τροποποίηση της απόφασης στους ενήμερους εργοδότες μετά τρίμηνο από την έκδοση της προηγούμενης απόφασης για μείωση του ποσοστού παρακράτησης (και μέχρι 2% κατ΄ ελάχιστο όριο) από τις χορηγούμενες βεβαιώσεις ασφ/κής ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων από Τράπεζες ή Πιστωτικά Ιδρύματα με την προϋπόθεση ότι τα μηνιαία ποσά που προέρχονται από παρακρατήσεις, είναι μεγαλύτερα του ποσού του 50% της μηνιαίας δόσης, σύμφωνα με τους όρους της απόφασης ρύθμισης της οφειλής.
Στην περίπτωση αυτή, θα πρέπει να υποβληθεί σχετικό αίτημα από τον οφειλέτη στο αρμόδιο όργανο που εξέδωσε την προηγούμενη απόφαση, προκειμένου να εκδοθεί νέα απόφαση από αυτό.
Επίσης, σε περίπτωση διαγραφής μέρους της οφειλής (κατόπιν αποφάσεως Τ.Δ.Ε., διοικητικού Πρωτοδικείου κ.λ.π.), οι ορισθείσες με τις εκδοθείσες αποφάσεις δόσεις, θα αναπροσαρμόζονται οίκοθεν από το αρμόδιο όργανο εκτέλεσης της απόφασης (Διευθυντή Υποκ/τος ή Διευθυντή Ταμείου Είσπραξης Εσόδων Ι.Κ.Α. - ΕΤΑΜ).
β) Οφειλέτης που τήρησε της όρους της ρύθμισης (1η, 2η, 3η κ.λ.π.), μπορεί να ζητήσει μετά παρέλευση εξαμήνου από την έκδοση της απόφασης, ανακαθορισμό του αριθμού των δόσεων, κατά 12 επιπλέον (με ανώτατο όριο αύξησης των δόσεων τις 48), αφού υποβάλλει σχετικό αίτημα στο αρμόδιο όργανο που εξέδωσε την προηγούμενη απόφαση.
Επισημαίνεται δε ότι, εφόσον, εκδοθεί απόφαση ρύθμισης από την Επιτροπή Αναστολών στην οποία θα καθορίζεται ρητά ο αριθμός των δόσεων δεν θα παρέχεται η δυνατότητα του ανακαθορισμού των δόσεων έστω και αν αυτές έχουν οριστεί σε 36.
Τροποποίηση αποφάσεων ρύθμισης στους ενήμερους εργοδότες κατά την ημερομηνία ισχύος των νέων διατάξεων.
Οι ενήμεροι με αποφάσεις ρύθμισης οφειλέτες, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρ. 51, 52, 53, 54 και 55 Ν. 2676/99 και άρθρ. 14 Ν. 3050/02, προκειμένου να υπαχθούν στις διατάξεις του παρόντος νόμου (αριθμός δόσεων 36), θα μπορούν με αίτησή τους στο αρμόδιο για τη ρύθμιση όργανο να ζητήσουν την εφαρμογή αυτών.
Οι ενήμεροι με αποφάσεις ρύθμισης της Επιτροπής Αναστολών, οφειλέτες (εφόσον το υπόλοιπο ανεξόφλητο ποσό από κύρια οφειλή υπερβαίνει τις 300.000,00 €), προκειμένου να υπαχθούν στις διατάξεις του παρόντος νόμου (αριθμός δόσεων μέχρι 48), θα μπορούν με αίτησή τους στην Επιτροπή Αναστολών να ζητήσουν την εφαρμογή.
Για τον ανακαθορισμό του αριθμού των δόσεων των δύο ανωτέρω περιπτώσεων δεν απαιτείται καταβολή προκαταβολής και παραβόλου.
Κατά τα λοιπά θέματα που αφορούν τη χορήγηση βεβαίωσης ασφαλιστικής ενημερότητας, τη λήψη αναγκαστικών και άλλων μέτρων είσπραξης καθώς επίσης και τα ευεργετήματα του οφειλέτη και τα δικαιώματα του Ι.Κ.Α., ισχύουν οι διατάξεις των άρθρων 49, 50, 51, 52, 53, 54 και 55 του Ν. 2676/99 ( εγκ. 52/99).
Διευκρινίσεις εφαρμογής των διατάξεων
α) Οφειλέτης ο οποίος υπήχθη σε καθεστώς ρύθμισης για πρώτη φορά με τις διατάξεις του άρθρου 14 του Ν. 3050/02 και απώλεσε ή παραιτήθηκε από την εφαρμογή της ανωτέρω διάταξης, δύναται να ρυθμίσει εκ νέου την οφειλή του με τις ισχύουσες διατάξεις του παρόντος Νόμου, και θαλογίζεται η ρύθμιση αυτή σαν 1η (χωρίς να υπολογίζεται η ειδική ρύθμιση).
β) Οφειλέτης που υπήχθη σε ρύθμιση της οφειλής του με τις διατάξεις του άρθρου 49-55 του Ν. 2676/99 «τροποποιήθηκε» η ρύθμιση με τις διατάξεις του άρθρου 14 του Ν. 3050/02 και απώλεσε ή παραιτήθηκε των ανωτέρω, δύναται να ρυθμίσει εκ νέου την οφειλή του με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου σε κατηγορία ρύθμισης επόμενη από αυτήν στην οποία είχε υπαχθεί.
(π.χ. εργοδότης με 1η ρύθμιση στις διατάξεις του Ν. 2676/99, τροποποιείται με τις διατάξεις του άρθρου 14 του Ν. 3050/02 (εξακολουθεί να έχει μία ρύθμιση), σε περίπτωση απώλειας ή παραίτησης από την ανωτέρω, θα υπαχθεί στις διατάξεις του νέου Νόμου και θα λογίζεται αυτή σαν 2η ρύθμιση.
γ) Οφειλέτης ο οποίος είναι ενήμερος με απόφαση ρύθμισης με τις διατάξεις των άρθρων 49-55 του Ν. 2676/99 και επιθυμεί με αίτηση του να υπαχθεί στις διατάξεις του παρόντος νόμου θα ανακαθορίζεται ο αριθμός των δόσεών του σε 36.
Ο περαιτέρω ανακαθορισμός σε 48 δόσεις θα πραγματοποιείται μετά την παρέλευση εξαμήνου.
δ) Για τους ενήμερους με απόφαση ρύθμισης οφειλέτες κατά τις διατάξεις των άρθ. 51-55 Ν.2676/99, των οποίων έχει πραγματοποιηθεί ο ανακαθορισμός των δόσεων από 24 σε 36 θα δικαιούνται από την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και εφεξής, της έκπτωσης του 10% στα πρόσθετα τέλη, που αντιστοιχούν και στις οφειλές που έχουν ήδη καταβάλλει (και όχι την έκπτωση του 5%).
Οδηγίες για τις λοιπές ειδικές ρυθμίσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου θα δοθούν μετά την υπογραφή των σχετικών Υπουργικών Αποφάσεων.
ΕΞΟΦΛΗΣΗ ΟΦΕΙΛΩΝ ΜΕ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΑΠΟ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ
Στους οφειλέτες καθυστερούμενων ασφαλιστικών εισφορών προς το Ι.Κ.Α. - ΕΤΑΜ παρέχεται η δυνατότητα εξόφλησης αυτών με χρηματοδότηση από πιστωτικό Ίδρυμα (Τράπεζα) που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα, με σύναψη ειδικής δανειακής σύμβασης αποκλειστικά και μόνο για την κάλυψη της ανωτέρω υποχρέωσης.
Η ανωτέρω χρηματοδότηση συμφωνείται για την εφάπαξ εξόφληση του συνόλου της οφειλής ή μέρους αυτής, ή και για την τμηματική εξόφλησή της με ρύθμιση.
α) Στην περίπτωση εφάπαξ καταβολής του συνόλου ή μέρους της οφειλής, προσκομίζεται στο Πιστωτικό Ίδρυμα βεβαίωση του συνόλου της οφειλής από το αρμόδιο όργανο του Ι.Κ.Α. - ΕΤΑΜ, από την οποία προκύπτει το τελικά καταβαλλόμενο ποσό, όπως αυτό καθορίζεται από τις ισχύουσες διατάξεις.
Το αναγραφόμενο στη βεβαίωση οφειλής ποσό ισχύει μέχρι την οριζόμενη σε αυτήν προθεσμία, εκταμιεύεται και αποδίδεται απευθείας στην αρμόδια Ταμειακή Υπηρεσία του Ι.Κ.Α.- ΕΤΑΜ.
β) Αν η χρηματοδότηση συμφωνηθεί για εφάπαξ εξόφληση μέρους της οφειλής, τότε το υπολειπόμενο ποσό καταβάλλεται από τον οφειλέτη, με ρύθμιση σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
Διευκρινίσεις που αφορούν την εξόφληση των οφειλών με χρηματοδότηση από Πιστωτικό Ίδρυμα :
Κατά την τελική εκκαθάριση του λογαριασμού του οφειλέτη από της αρμόδιες υπηρεσίες του Ι.Κ.Α. - ΕΤΑΜ πρέπει:
Εφόσον προκύψει καταβολή ποσού από το Πιστωτικό Ίδρυμα επιπλέον του πράγματι οφειλόμενου ποσού, αυτό επιστρέφεται στο οφειλέτη ή συμψηφίζεται με τυχόν άλλη οφειλή του προς το Ι.Κ.Α. - ΕΤΑΜ.
Εφόσον προκύψει καταβολή ποσού που υπολείπεται του πράγματι οφειλόμενου ποσού, το υπολειπόμενο ποσό βαρύνει τον οφειλέτη - εργοδότη.
Για την απόδοση από το Πιστωτικό Ίδρυμα στο Ι.Κ.Α. - ΕΤΑΜ των χρηματικών ποσών της χρηματοδότησης της δεν απαιτείται η προσκόμιση βεβαίωσης ασφαλιστικής ενημερότητας.
Ο οφειλέτης εξακολουθεί και μετά τη σύναψη της δανειακής σύμβασης να είναι υπεύθυνος για την καταβολή των οφειλών στο Ι.Κ.Α. - ΕΤΑΜ.
Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις των άρθρων 51, 52, 53, 54 και 55 του Ν. 2676/99 με εξαίρεση της διατάξεις των παρ. 3, 4 και 5 του άρθρου 51 και της παρ. 1 του άρθρου 52, δηλαδή.
α) Σε περίπτωση που ο οφειλέτης δεν τηρήσει τους όρους της ανωτέρω ρύθμισης, δεν δύναται, μετά εξάμηνο από την έκδοση της απόφασης, να ζητήσει από το αρμόδιο όργανο νέα ρύθμιση, του συνόλου της οφειλής του.
β) Δεν είναι δυνατή η εκπρόθεσμη καταβολή δόσης.
γ) Στη χορηγούμενη Βεβαίωση Ασφαλιστικής Ενημερότητας δεν θα παρακρατείται ποσό για Τράπεζες ή Πιστωτικά Ιδρύματα καθώς επίσης και για την είσπραξη όλων των εκκαθαρισμένων απαιτήσεων από το Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ. και λοιπούς οργανισμούς του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα δεν θα παρακρατείται το τετραπλάσιο ποσό δόσης.
Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται και για οφειλές που ρυθμίζονται με ειδικές διατάξεις νόμου.
ΠΡΟΣΟΧΗ: Τα ανωτέρω δεν ισχύουν για τους αναδόχους έργων του άρθρ. 8 παρ. 5 εδαφ. ε΄ του Α.Ν. 1846/51, στους οποίους, για είσπραξη εκκαθαρισμένων απαιτήσεων από το Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α., Δημόσιες, Δημοτικές και Κοινοτικές Επιχ/σεις, Δημόσιας και Κοινής οφέλειας και γενικά επιχειρήσεις και οργανισμούς του ευρύτερου Δημόσιου τομέα, όπως αυτός καθορίζεται από την ισχύουσα κάθε φορά νομοθεσία, καθώς και σε αυτούς που ενεργούν πληρωμές με εντολή ή εξουσιοδότηση των πιο πάνω, θα χορηγείται βεβαίωση οφειλής με το σύνολο του οφειλομένου ποσού.
Οι υπάλληλοι των Υποκαταστημάτων ή Ταμείων Είσπραξης Εσόδων Ι.ΚΑ. - ΕΤΑΜ θα πρέπει να ενημερώνουν τους οφειλέτες - αναδόχους Δημοσίων Έργων, που επιθυμούν να συνάψουν δανειακή σύμβαση με Τράπεζα ότι προκειμένου να εισπράξουν λογαριασμό Δημοσίου Έργου θα χορηγείται βεβαίωση οφειλής για το σύνολο των οφειλών του έργου και της έδρας.
Β. Η ΥΠΟΒΟΛΗ ΕΝΣΤΑΣΗΣ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΗΣ Τ.Δ.Ε. ΚΑΤΑ ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΠΡΑΞΗΣ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΕΚΔΟΘΕΙ ΚΑΤΟΠΙΝ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΑΝΑΣΤΑΛΤΙΚΟ ΛΟΓΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΤΩΝ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΤΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ.
Οι διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 32 Ν. 3232/04 ορίζουν ότι: «αν υποβληθεί ενδικοφανής προσφυγή ενώπιον του αρμοδίου κατά νόμο διοικητικού οργάνου, κατά καταλογιστικής πράξης του Ι.Κ.Α. με την οποία προσδιορίζεται απαίτηση αυτού από αναγνώριση ημερών εργασίας μετά από δήλωση απασχόλησης - καταγγελία εργαζομένου, αναστέλλεται η είσπραξη της απαίτησης μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της ενδικοφανούς προσφυγής ή μέχρι την έκδοση της οριστικής απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου αν ασκηθεί προσφυγή».
Η ισχύς της ανωτέρω διάταξης αρχίζει κατά το άρθρο 35 του προαναφερθέντος νόμου από την ημερομηνία δημοσίευσής του δηλ. 12/2/04 και καταλαμβάνει τις περιπτώσεις στις οποίες θα υποβληθεί ενδικοφανής προσφυγή ενώπιον της Τ.Δ.Ε. Υποκ/τος μετά την 12/2/04.
Για το χρονικό διάστημα που θα διαρκεί η αναστολή, δηλαδή από την ημερομηνία υποβολής ένστασης στην Τ.Δ.Ε. κατά καταλογιστικής πράξης (Π.Ε.Ε., Π.Ε.Π.Ε.Ε. και πιθανόν Π.Ε.Π.Α.Ε.) που εξεδόθη μόνο κατόπιν δήλωσης απασχόλησης - καταγγελία εργαζόμενου μέχρι την έκδοση της απόφασης της Τ.Δ.Ε. ή της οριστικής απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου αν ασκηθεί προσφυγή, θα εφαρμόζονται τα κάτωθι:
Οι καταλογιστικές πράξεις θα βεβαιώνονται στην Ταμειακή Υπηρεσία του αρμοδίου Υποκ/τος ή στο αντίστοιχο Ταμείο Είσπραξης Εσόδων Ι.ΚΑ.-ΕΤΑΜ στις νόμιμες προθεσμίες, χωρίς να απαλλάσσονται από τις κυρώσεις εκπρόθεσμης καταβολής, οι οποίες υπολογίζονται βάσει του άρθρου 9 παρ. 6 του Ν. 3232/04.
Οι υπάλληλοι των Τμημάτων Εσόδων θα πρέπει να ενημερώνουν άμεσα τους υπαλλήλους των Ταμειακών Υπηρεσιών ή των Ταμείων Είσπραξης Εσόδων Ι.Κ.Α.-ΕΤΑΜ για την υποβολή ενστάσεων κατά των προαναφερθέντων καταλογιστικών πράξεων καθώς και για την άσκηση ή μη προσφυγής και την έκδοση οριστικής απόφασης επί της προσφυγής.
Οι υπάλληλοι των Ταμειακών Υπηρεσιών ή των Ταμείων Είσπραξης Εσόδων Ι.Κ.Α.-ΕΤΑΜ θα αναγράφουν στις πινακίδες εργοδοτών ή μέσω του Η/Υ την χορηγηθείσα αναστολή των συγκεκριμένων καταλογιστικών πράξεων, οι οποίες δεν θα λαμβάνονται υπόψη κατά την λήψη των αναγκαστικών μέτρων είσπραξης.
Ταυτόχρονα με την σύνταξη των καταλογιστικών πράξεων θα συντάσσονται και οι αντίστοιχες μηνυτήριες αναφορές βάσει του Α.Ν. 86/67, όπως ισχύει σήμερα, οι οποίες θα αποστέλλονται από τις Ταμειακές Υπηρεσίες ή τα Ταμεία Είσπραξης Εσόδων Ι.Κ.Α. - ΕΤΑΜ στην Εισαγγελία, ενώ το Ποινικό Δικαστήριο θα ενημερώνεται από τους υπαλλήλους μας, οι οποίοι παρίστανται ως μάρτυρες κατά την εκδίκαση της μηνυτήριας αναφοράς για την εν λόγω αναστολή είσπραξης, σύμφωνα με τις διατάξεις του προαναφερθέντος νόμου.
Θα χορηγούνται (με την χειρόγραφη διαδικασία) βεβαιώσεις ασφαλιστικής ενημερότητας για οποιαδήποτε χρήση, στις οποίες δεν θα λαμβάνεται υπόψη το ποσό των συγκεκριμένων καταλογιστικών πράξεων.
Η παραγραφή της απαίτησης αναστέλλεται για χρονικό διάστημα ίσο με το χρόνο της αναστολής.
Συνεπώς, το ανασταλτικό γεγονός της υποβολής ένστασης σταματά το χρόνο παραγραφής της απαίτησης, από την ημερομηνία υποβολής της μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επ΄ αυτής, οπότε συνεχίζεται ο χρόνος παραγραφής από το σημείο που είχε σταματήσει.
Επισημαίνεται ότι ο χρόνος της αναστολής θα πρέπει να αναγράφεται με ιδιαίτερη προσοχή στις πινακίδες εργοδοτών ή μέσω του Η/Υ στο αντίστοιχο πρόγραμμα.
Τα Υποκ/τα του Ι.ΚΑ. - ΕΤΑΜ θα πρέπει να επισπεύδουν αμέσως την διαδικασία εκδίκασης των ανωτέρω υποθέσεων από τις Τ.Δ.Ε. αυτών.
Γ. ΥΠΕΝΘΥΜΙΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΟΦΕΙΛΩΝ
Αναγραφή παλαιού και νέου αριθμού μητρώου Σχετ. Γενικό Έγγραφο Γ99/1/49/21-3-02
Σε όλες τις καταλογιστικές πράξεις που συντάσσονται μετά την 1/1/02 και στους χρηματικούς καταλόγους ανεξαρτήτως της χρονικής περιόδου που αναφέρονται, αναγράφεται απαραιτήτως μαζί με το νέο Α.Μ.Ε. και ο παλαιός Α.Γ.Μ. του εργοδότη.
Πρέπει να γίνει κατανοητό, ότι σε περίπτωση μη αναγραφής και των δύο (2) αριθμών μητρώου του εργοδότη - οφειλέτη δημιουργούνται στα Ταμεία Είσπραξης Εσόδων Ι.Κ.Α. προβλήματα αξιοπιστίας και λειτουργίας τόσο στη συναλλαγή όσο και στην λήψη των αναγκαστικών μέτρων είσπραξης των οφειλών και την χορήγηση βεβαιώσεων ασφαλιστικής ενημερότητας.
Έδρα και Υποκαταστήματα - ρύθμιση οφειλών
Για την κατηγορία των επιχειρήσεων που λειτουργούν με την ίδια επωνυμία και νομική μορφή σε διάφορα Υποκαταστήματα Ι.Κ.Α., αφού προσδιορισθεί η συνολική πλέον οφειλή, αρμόδιο Υποκατάστημα για να εκδώσει απόφαση ρύθμισης (συνολική οφειλή) είναι το Υποκατάστημα της έδρας της επιχ/σης, όπως αναφέρεται στις σχετικές εγκυκλίους 52/99 - 69/02.
Η δε απόφαση ρύθμισης που θα εκδοθεί ορίζει και τις καταβολές (ποσό προκαταβολής και δόσεις), ανά Υποκατάστημα.
Παρατηρείται το φαινόμενο, επιχ/σεις οι οποίες έχουν Υποκαταστήματα ανά την επικράτεια, να ρυθμίζουν τις οφειλές τους είτε στην περιοχή που εξυπηρετούνται, είτε τα Τοπικά Υποκαταστήματα Ι.Κ.Α. να διενεργούν ξεχωριστή ρύθμιση από αυτή της έδρας ή ακόμα οι καταβολές των δόσεων να γίνονται στα Τοπικά Υποκαταστήματα Ι.Κ.Α. και όχι στην έδρα της επιχ/σης.
Η παράκαμψη των διατάξεων και η μη πιστή εφαρμογή των εγκυκλίων που αφορούν το συγκεκριμένο θέμα, καθιστούν ανέφικτη την χορήγηση βεβαίωσης ασφαλιστικής ενημερότητας και παρακολούθηση ανάλογων περιπτώσεων, καθώς δεν έχει υλοποιηθεί ακόμη η μηχανοργάνωση και η μηχανογράφηση των μονάδων του Ι.Κ.Α.
Έτσι σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι ο εργοδότης αποκρύπτει την λειτουργία και άλλων μονάδων σε περιοχές άλλων Υποκαταστημάτων Ι.Κ.Α. ή συντρέχουν οι ανωτέρω προαναφερόμενοι λόγοι, με αποτέλεσμα τη μη ρύθμιση της συνολικής οφειλής, τότε αυτοδικαίως εκπίπτει του δικαιώματος της συνέχισης της ρύθμισης και επανέρχεται με τα οριζόμενα των ισχυουσών διατάξεων του παρόντος νόμου.
Δικαστικοί Επιμελητές - Υποχρεώσεις - Δικαιώματα έναντι του Ι.Κ.Α.
Το Ι.Κ.Α. κατά την ισχύουσα Νομοθεσία, αναθέτει την εκτέλεση πράξεων για την αναγκαστική είσπραξη των βεβαιωμένων απαιτήσεών του, όπως και επιδόσεις διαφόρων εγγράφων, σε δικαστικούς επιμελητές που ζητούν με αίτησή τους συνεργασία μαζί του.
Η συνεργασία αυτή, διέπεται από τις σχετικές διατάξεις καθώς και κάποιους όρους που τίθενται από το Ι.Κ.Α., υλοποιείται και συνεχίζεται μόνο υπό την προϋπόθεση τήρησης αυτών και αποσκοπεί αποκλειστικά και μόνο στη διασφάλιση και την είσπραξη των βεβαιωμένων απαιτήσεών του Ιδρύματος.
Με δεδομένο ότι, το Ι.Κ.Α. δεν δεσμεύεται (βάσει της Νομοθεσίας)για άνευ όρων συνέχιση της συνεργασίας με δικαστικούς επιμελητές, διακόπτει αυτή μονομερώς και άμεσα, αν ενέργειες ή παραλείψεις ή αμέλεια αυτών επιφέρουν απώλεια εσόδων και επομένως, οικονομική ζημία για το Ίδρυμα.
Την ευθύνη βεβαίως του ελέγχου τήρησης των κανόνων συνεργασίας Ι.Κ.Α. και δικαστικών επιμελητών, φέρουν οι αρμόδιοι υπάλληλοι και προϊστάμενοι του Ιδρύματος που διαχειρίζονται στις Μονάδες τους τα θέματα αναγκαστικής είσπραξης των καθυστερούμενων ασφαλιστικών εισφορών.
Ειδικότερα όσον αφορά το χρόνο εκτέλεσης των παραγγελιών κατάσχεσης, αυτός σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκτείνεται πέραν του 3μήνου από την ημερομηνία που παραλαμβάνει ο δικαστικός επιμελητής τις παραγγελίες από την Υπηρεσία. (Η Υπουργική Απόφαση 1049834/4475 - 4/0016 πολ. 115/97, προβλέπει 2μηνη προθεσμία για την εκτέλεση παραγγελιών κατάσχεσης).
Μετά τη λήξη της καθορισθείσας προθεσμίας και αν η εκτέλεση των παραγγελιών - κατάσχεσης καθυστερεί αδικαιολόγητα, η Υπηρεσία θα ανακαλεί αυτές από το δικαστικό επιμελητή, ο οποίος υποχρεούται άμεσα να τις επιστρέψει.
Οι παραγγελίες αυτές θα ελέγχονται αν ισχύουν ως έχουν, διαφορετικά θα αντικαθίστανται με νέες, (αν έχουν τροποποιηθεί τα στοιχεία τους) και θα παραδίδονται σε άλλον επιμελητή για άμεση εκτέλεση.
Επίσης, ο έλεγχος από το δικαστικό επιμελητή σε όλες τις δοθείσες διευθύνσεις των οφειλετών, ή άλλους φορείς από τους οποίους μπορούν να αντλούνται στοιχεία (Υποθηκοφυλακεία, Δ.Ο.Υ., Δήμους κ.λ.π.) θα πρέπει να μην είναι ελλιπής ώστε να έχουμε όσο το δυνατόν μικρότερο αριθμό βεβαιωμένων παραγγελιών κατάσχεσης, καθώς και το μικρότερο δυνατό αριθμό οφειλετών με χαρακτηρισμό «Αγνώστου Διαμονής» (επιδόσεις των προγραμμάτων πλειστ/μού, κατασχετηρίων εις χείρας τρίτων, κ.λ.π.), ώστε να επιτυγχάνεται το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα για το Ι.Κ.Α..
Η μη τήρηση των κανόνων και η πιθανή πλημμελής αντιμετώπιση από μέρους δικαστικών επιμελητών των εργασιών αναγκαστικής εκτέλεσης αρμοδιότητάς τους, ενδέχεται να οδηγεί σε πράξεις άκυρες και χρονοβόρες με αποτέλεσμα να μη διασφαλίζεται η είσπραξη των απαιτήσεων (βεβαιωμένες οφειλές) του Ιδρύματος.
Αυτό θα έχει ως συνέπεια:
α) Διακοπή της συνεργασίας από το Ι.Κ.Α. με αυτούς τους δικαστικούς επιμελητές, αν η συνέχιση αυτής της συνεργασίας, βλάπτει τα συμφέροντα της Υπηρεσίας,
β) Καταβολή των εξόδων από τους ίδιους, για πράξεις εκτέλεσης οι οποίες ακυρώνονται ή είναι εξ αρχής άκυρες με υπαιτιότητα αυτών (`Αρθ. 75 παρ. 3 του Ν. 356/74 - Κ.Ε.Δ.Ε.).
Τέλος, υπενθυμίζεται ότι το ύψος, οι δικαιούχοι και ο τρόπος υπολογισμού και είσπραξης των εξόδων και δικαιωμάτων διοικητικής εκτέλεσης ορίζονται με Υπουργικές Αποφάσεις (Υπουργείο Οικονομικών) που κοινοποιούνται για εφαρμογή στο Ι.Κ.Α..
Σήμερα, ισχύουν τα προβλεπόμενα στην Υπουργική Απόφαση 1033896/2002 - 4/0016/2001 (ΦΕΚ 727/2001 - τ. Β΄) του Υπουργείου Οικονομικών, (σχετ. εγκ. Ι.Κ.Α. 85/01) βάσει της οποίας ορίζεται ότι, το ανώτατο ετήσιο όριο αμοιβής κάθε επιμελητή ανά μονάδα για πράξεις διοικητικής εκτέλεσης, ανέρχεται στο ποσό των ΕΥΡΩ 11.750,00.
Χρηματικοί κατάλογοι - Προθεσμίες
Η εφαρμογή του μέτρου της παροχής τηλεομοιοτυπίας (FAX) σε πιστοποιημένους φορείς, υπηρεσίες και πρόσωπα, με την οποία θα βεβαιώνεται η ασφαλιστική ενημερότητα των συναλλασσομένων μ΄ αυτές καθιστά απολύτως αναγκαία την έγκαιρη αποστολή σε μηνιαία βάση, (το αργότερο μέχρι τις δέκα του επομένου μήνα έκδοσης των καταλογιστικών πράξεων) των χρηματικών καταλόγων στα αρμόδια Ταμεία Είσπραξης Εσόδων Ι.ΚΑ. ή στις οικείες Ταμειακές Υπηρεσίες για άμεση βεβαίωση (σχετ. Γενικό Έγγραφο Ε33/186/15-7-2003).
Επίσης εισάγεται η διαδικασία άμεσης βεβαίωσης για οφειλές που προκύπτουν από καταλογιστικές πράξεις μετά από έλεγχο εργοδότη και οι οποίες συνολικά υπερβαίνουν τα 5.000,00 € για το συγκεκριμένο έλεγχο (σχετ. Γεν. Έγγρ. Ε33/400/1-12-03).
Οι συγκεκριμένες καταλογιστικές πράξεις επιδίδονται άμεσα στους εργοδότες και κατόπιν συντάσσονται οι χρηματικοί κατάλογοι, οι οποίοι αποστέλλονται κάθε 15 και 30 εκάστου μήνα στα αρμόδια Ταμεία Είσπραξης Εσόδων Ι.Κ.Α. ή στις Ταμειακές Υπηρεσίες Υποκ/των Ι.Κ.Α. για άμεση βεβαίωση (σχετ. Γενικό Έγγραφο Ε33/400/1-12-03).
Επισημαίνουμε ότι οι Διευθυντές και Προϊστάμενοι Υποκ/των Ι.ΚΑ. και Ταμείων Είσπραξης Εσόδων Ι.ΚΑ. θα πρέπει προσωπικά να επιβλέπουν την τήρηση των ανωτέρω διαδικασιών και των οριζόμενων προθεσμιών.
Σας υπενθυμίζουμε επίσης ότι, ταυτόχρονα με τους χρηματικούς καταλόγους θα πρέπει να αποστέλλονται και οι μηνυτήριες αναφορές από τα Υποκαταστήματα Ι.Κ.Α. στα αρμόδια Ταμεία Είσπραξης Εσόδων Ι.Κ.Α. ή στις Ταμειακές Υπηρεσίες των Υποκαταστημάτων Ι.Κ.Α., ώστε να ενημερώνεται άμεσα η αρμόδια Εισαγγελική Αρχή για την άσκηση ή μη της ποινικής δίωξης των οφειλετών.
Αναγραφή των υπευθύνων κατά την σύνταξη των καταλογιστικών πράξεων
Κατά την σύνταξη των καταλογιστικών πράξεων θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι υπόχρεος εργοδότης για την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών κατά τις διατάξεις του Κανονισμού του Ι.Κ.Α. θεωρείται το πρόσωπο εκείνο, φυσικό ή νομικό για λογαριασμό του οποίου απασχολούνται πράγματι οι συγκεκριμένοι εργαζόμενοι (Στ.Ε 62/1999, 1302/1990, 780/1987).
Σε περίπτωση που υπεύθυνος εργοδότης είναι νομικό πρόσωπο - εταιρεία η καταλογιστική πράξη εκδίδεται νόμιμα σε κάθε περίπτωση σε βάρος αποκλειστικά και μόνο του νομικού προσώπου της εταιρείας αυτής (ως εργοδότριας κατά νόμο), ενώ δεν απαιτείται για το κύρος της σχετικής πράξης, να μνημονεύονται, πλήν της εργοδότριας αυτής εταιρείας και άλλα πρόσωπα, τα οποία διοικούν ή εκπροσωπούν την εν λόγω εταιρεία, είτε κατά το χρόνο, στον οποίο αφορούν οι ασφαλιστικές εισφορές είτε κατά το χρόνο έκδοσης των συναφών καταλογιστικών πράξεων, ακόμη και εάν τα πρόσωπα αυτά, εξ άλλων ειδικών διατάξεων (ήτοι εκείνων των άρθρων 69 του Ν.2676/99 και 4 του Ν. 2556/97), υπέχουν πρόσθετη υποχρέωση για την καταβολή στο Ι.ΚΑ. των οφειλομένων (και βαρυνουσών κατά τα άνω το νομικό πρόσωπο της εταιρείας) εισφορών (ΣτΕ 3/2000, ΣτΕ 7μελούς 2983/94 ΕΔΚΑ 1995, 97 και ΣτΕ 2262/1990, ΔιΔικ. 1991, 800 και 2257/1990, ΕΔΚΑ 1991, 107).
Σχετική και η υπ΄ αριθμ. 680/2002 γνωμοδότηση του Ε΄ Τμήματος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Σύμφωνα με τα ανωτέρω μετά την σύνταξη των σχετικών καταλογιστικών πράξεων σε βάρος του Νομικού Προσώπου - Εταιρείας στο αντίγραφο της καταλογιστικής πράξης που επιδίδεται στον εργοδότη δεν θα αναγράφονται οι εκπρόσωποι - υπεύθυνοι του Νομικού Προσώπου, προκειμένου να αποφεύγονται δικαστικές αμφισβητήσεις και ακυρώσεις των σχετικών πράξεων.
Επισημαίνεται ότι στον χρηματικό κατάλογο θα αναγράφονται τα πλήρη και ορθά στοιχεία όλων των υπευθύνων, προκειμένου να λαμβάνονται κατ΄ αυτών από τις αρμόδιες υπηρεσίες τα αναγκαστικά και άλλα μέτρα είσπραξης των οφειλών.
Κατάργηση του μέτρου της προσωπικής κράτησης
Η υπ΄ αριθμ. 2858/2003 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικράτειας έκρινε ότι προκύπτει σαφώς εκ της γραμματικής διατύπωσης των άρθρων 231 παρ. 1, 232 και 233 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Ν. 2717/99 ΦΕΚ 97Α/99) ότι καταργούνται οι διατάξεις του Ν. 1867/99 (όπως ίσχυαν μετά την τροποποίηση και συμπλήρωσή τους) οι οποίες προέβλεπαν την δυνατότητα επιβολής προσωπικής κράτησης για χρέη προς το Ι.Κ.Α., ενώ διατηρείται το μέτρο αυτό μόνο για χρέη προς το Δημόσιο.
Συνεπώς μετά την έκδοση της προαναφερόμενης απόφασης δεν θα υποβάλλονται πλέον αιτήσεις προσωποκράτησης κατά των οφειλετών του Ι.ΚΑ. Οι ήδη εκδοθείσες αποφάσεις που διατάσσουν την προσωπική κράτηση οφειλετών δεν θα εκτελούνται και οι αρμόδιοι υπάλληλοι δεν θα πρέπει να τις διαβιβάζουν στα Αστυνομικά Τμήματα.
Σημειώνουμε ότι είχε επισημανθεί στις οδηγίες της Εγκ. Ι.Κ.Α. 55/00 όπου κοινοποιήθηκαν οι διατάξεις των άρθρων 231, 232, 233, 234, 235, 236, 237, 238, 239, 240, 241, 242 και 243 του Κ.Δ.Δ. ότι λόγω της ανυπαρξίας επαρκούς νομολογίας θα ήταν πολύ πιθανή η διαφοροποίηση της ερμηνείας των ανωτέρω διατάξεων