ΠΟΛ. 1116/2005 (31/08/2005)

Κοινοποίηση της αρ. 334/05 γνωμοδότησης του Ν.Σ.Κ.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα, 31 Αυγούστου 2005
ΥΠΟΥΡΓΕIΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αρ.Πρωτ.: 1062285/4604/A0010
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΗΜ. ΠΕΡ. & ΕΘΝ. ΚΛΗΡ/ΤΩΝ ΠΟΛ. 1116
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΗΜ. ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ: Α΄

ΘΕΜΑ:

Κοινοποίηση της αρ. 334/05 γνωμοδότησης του Ν.Σ.Κ.

Σας κοινοποιούμε την αρ. 334/05 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που έγινε αποδεκτή από το Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών και παρακαλούμε για την εφαρμογή της σε ανάλογες περιπτώσεις.

Με τη γνωμοδότηση αυτή γίνονται δεκτά τα εξής:

Α. α) Στις απευθείας και χωρίς δημοπρασία εκποιήσεις δημοσίων κτημάτων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 95, 96 και 16 του από 11/12.11-1929 Δ/τος δεν παρέχεται στον ενδιαφερόμενο η έκπτωση του 6% που ορίζει το άρθρο 93 του πιο πάνω Δ/τος.

β) Στις πιο πάνω περιπτώσεις εκποίησης δημοσίων κτημάτων που το τίμημα ρυθμίστηκε να καταβάλλεται σε δόσεις, εφόσον ο αγοραστής καταβάλει το υπόλοιπο του τιμήματος δεν έχει υποχρέωση να καταβάλει τόκους για μελλοντικές δόσεις.

Β. Στις περιπτώσεις εκποίησης δημοσίων κτημάτων σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 719/77 όπως έχει τροποποιηθεί με το N. 1473/84 εφόσον το τίμημα έχει προσδιορισθεί σε δόσεις και ο αγοραστής καταβάλει το υπόλοιπο του τιμήματος αποσβέννυται από την ημέρα καταβολής η υποχρέωσή του να καταβάλει τόκους για τις μελλοντικές δόσεις, που δεν οφείλονται πλέον λόγω καταβολής του τιμήματος.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

Αρ. Πρωτοκόλλου: 2465

ΑΡΙΘΜΟΣ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΩΣ: 334/05
ΤΟΥ ΝΟΜΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
ΤΜΗΜΑ Β΄

Συνεδρίαση της: 21ης Ιουνίου 2005

Περίληψη Ερωτημάτων: Α) Όταν ένα ακίνητο του Δημοσίου εκποιείται απευθείας σύμφωνα με τις διατάξεις του από 11/12 Νοεμβρίου 1929 Δ/τος (άρθρα 95, 96 και 116), και το τίμημα έχει προσδιορισθεί σε δόσεις: α) μπορεί ο ενδιαφερόμενος να καταβάλει ολόκληρο το τίμημα εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στο άρθρο 93 του εν λόγω Δ/τος και να δικαιούται την έκπτωση 6% και β) θα τύχει της απαλλαγής των τόκων 7% για τον εφεξής χρόνο.

Β) Όταν ένα ακίνητο εκποιείται απευθείας σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 719/77 και το τίμημα έχει προσδιορισθεί σε δόσεις α) μπορεί ο ενδιαφερόμενος με την πρώτη δόση να εξοφλήσει το τίμημα και να έχει έκπτωση 10% και την απαλλαγή από τους τόκους των δόσεων του τιμήματος ή θα πρέπει, όπως ορίζει η παρ. 4 του άρθρου 34 Ν. 1473/84, ο ενδιαφερόμενος να καταβάλει ολόκληρο το τίμημα μέσα στην προθεσμία της δεύτερης δόσης και να έχει στην έκπτωση 10% όμως θα τύχει απαλλαγής από τους τόκους των δόσεων του τιμήματος.

Ι. ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΣ

Α) Στο δ/γμα της 11/12.11.1929 «περί διοικήσεως δημοσίων κτημάτων» (Α΄ 939) ορίζεται:

α) Στο άρθρο 65 παρ. 1 ότι: «Πάν κτήμα της Δ.Δ.Κ. εκποιείται πλήν αν η Διοικητική Επιτροπή αποφανθή υπέρ της διατηρήσεως αυτού. Η εκποίησις των κινητών και ακινήτων γίνεται δια δημοπρασίας εκτός των ειδικών περιπτώσεων καθ΄ ας ο παρών νόμος επιτρέπει ταύτη, και άνευ δημοπρασίας.

β) Στο άρθρ. 75 ότι: «1. Το τίμημα των εκποιουμένων κτημάτων καταβάλλεται εις μετρητά. Εάν δεν υπερβαίνη τας πέντε χιλιάδας δραχμάς, καταβάλλεται ολόκληρον εντός δέκα ημερών από της εις τον αγοραστήν υπό του Οικονομικού Eφόρoυ επιδιδομένης δια της δημοτικής ή κοινοτικής αρχής γvωστοποιήσεως της εγρίσεως.

2. Επί μείζονος τιμήματος ,καταβάλλεται, εντός της προθεσμίας ταύτης ο μόνον το πέμπτον αυτού. Το υπόλοιπον καταβάλλεται εις τέσσαρας ετησίας ο δόσεις εντόκως προς οκτώ τοις εκατόν (8%) ετησίως, από της εκδόσεως του, πωλητηρίου ......... Η Διοικούσα Επιτροπή δύναται ν΄ αξιώση την ολοκληρωτικήν καταβολήν του τιμήματος ασχέτως ποσού εντός της προθεσμίας του πρώτου εδαφίου, τουθ΄ όπερ αναγράφεται υποχρεωτικώς εν τη διακηρύξει .......».

γ) Στο άρθρο 93 ότι: «επί προκαταβολής ολοκλήρου του ποσού των οφειλομένων δόσεων ή τινός αυτών: εξ εκποιήσεων εν γένει κτημάτων της Δ.Δ.Κ. γίνεται έκπτωσις 6% δι΄ εκάστην κατά τον παρόντα νόμον οφειλόμενην δόσιν, εφόσον το υπoλειπόμεvoν χρονικόν διάστημα προς εμπρόθεσμον καταβολήν δεν είναι έλασσον του έτους.

δ) Στο άρθρο 95 παρ.1 ότι: «Επιτρέπεται μετά γνώμην της Επιτροπής Δημοσίων Κτημάτων η απ΄ ευθείας εκποίησις κτημάτων του Δημοσίου εις Δήμους, Κοινότητας ,ή άλλα νομικά πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου ή κοινής ωφέλειας και εις, οικοδομικούς Συνεταιρισμούς, δημοσίων υπαλλήλων ή βομβοπλήκτων ή ανταρτoπλήκτων ή πυραπαθών. Ωσαύτως επιτρέπεται μετά γνώμην της Eπιτροπής Δημοσίων Κτημάτων η απ΄ ευθείας εκππίησις οικοπεδικών εκτάσεων του Δημοσίου εις Γεωργικάς σuνεταιριστικάς οργανώσεις οιουδήποτε βαθμού δια την ανέγερσιν κτιρίων εξυπηρετούντων τους σκοπούς αυτών. Εις πάσας τας ως άνω περιπτώσεις το τίμημα δύναται να καταβληθή και εις ετησίας δόσεις μέχρι δέκα ατόκως, του αριθμoύ των δόσεων οριζομένου δια αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών. Επιτρέπεται επίσης μετά γνώμην της Επιτροπής Δημοσίων Κτημάτων η απ΄ ευθείας εκποίησις κτημάτων του Δημοσίου αξίας ουχί ανωτέρας των δρχ. 50.000.000 εις τους εξ αδιαιρέτου μετά του Δημοσίου συγκυρίους των κτημάτων τoύτων ή εις μισθωτάς αυτών ποιουμένους χρήσιν υπέρ την δεκαετίαν, μη επιτρεπομένης εις τας περιπτώσεις ταύτας της εις δόσεις καταβολής του τιμήματος.

Και στην παρ.2 ότι: «Οικόπεδα του Δημοσίου κείμενα, εντός σχεδίου πόλεως μη άρτια ή και μη οικοδομήσιμα δύνανται να εκποιώνται άνευ δημοπρασίας προς τους ιδιοκτήτας των συνεχόμενων ακινήτων, μεθ΄ ών δέον κατά τα κείμενας περί σχεδίων πόλεων διατάξεις τα τακτοποιώνται, αντί τιμήματος καθοριζομένου υπό του Υπουργού των Οικονομικών μετά γνώμην της Επιτροπής Δημοσίων Κτημάτων εκφερομένην κατόπιν γνώμης, ως προς την αξίαν του κτήματος επιτροπής εκ δημοσίων υπαλλήλων οριζομένων υπό του Υπουργού των Οικονομικών. Το τίμημα δύναται να καταβληθή και εις ετήσιας δόσεις μέχρι πέντε. Ο αριθμός των δόσεων ορίζεται δι΄ αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών».

Στο άρθρο 96 ότι: «Προς ίδρυσιν, λειτουργίαν ή αξιόλογον επέκτασιν υφιστάμενων βιομηχανιών ή βιοτεχνιών επιτρέπεται μετά προηγουμένην σύμφωνον γνώμη του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας η απ΄ ευθείας και άνευ δημοπρασίας εκποίησις γηπέδων της Δ.Δ.Κ. δι΄ αποφάσεως της Δ. Επιτροπής, εις ήν συμμετέχει εις των Επιθεωρητών του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, εγκρινομένης υπό του Υπουργού των Οικονομικών. Το τίμημα δύναται και ενταύθα να διαιρεθή εις δέκα ίσας ετησίας δόσεις».

και ε) στο άρθρο 116 ότι: «1. Δύναται η Δ.Δ.Κ. ν΄ αναλαμβάνει κατόπιν αποφάσεως της Δ. Επιτροπής την διαχείρισην των κτημάτων, είς ά έχει συνιδιοκτησίαν τουλάχιστον μέχρι του ημίσεως και να διαθέτει αυτά διά μισθώσεώς κατόπιν δημοπρασίας, υποχρεουμένη εις το τέλος εκάστου έτους ν΄ αποδίδη εις τους συνιδιοκτήτας τα αναλoγoύντα αυτοίς ποσοστά εκ των μισθωμάτων. Εις τας δημοπρασίας ταύτας δύvαvται να μετάσχωσι και οι συνιδιοκτήται.

2. Επιτρέπεται η απ ευθείας και άνευ δημοπρασίας εκποίησις των εις το Δημόσιον ανηκόντων ιδανικών εξ αδιαιρέτου μεριδίων κτημάτων αγροτικών ή αστικών προς τους κατά τα υπόλοιπα ιδανικά μερίδια συνιδιοκτήτας εξ αδιαιρέτου των αυτών κτημάτων.

3. Προ της κατά τα ανωτέρω εκποιήσεως τριμελής επιτροπή εκ δημοσίων υπαλλήλων, οριζομένων δι΄ αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, προβαίνει εις εκτίμησιν της τρεχούσης αγοραίας αξίας του ανήκοντος τω Δημοσίω ιδανικού εξ αδιαιρέτου μερίδιου του κτήματος. Ως τρέχουσα αγοραία αξία του μεριδίου τούτου καθορίζεται υπό της Επιτροπής το γινόμενον του πολλαπλασιασμού της τρεχούσης αγοραίας αξίας του όλου κτήματος επί το αποδίδον το εις το Δημόσιον ανήκον μερίδιον κλάσμα.

4. Η εκποίησις και ο καθορισμός του τιμήματος γίνεται δι΄ αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών μετά γνώμην της Επιτροπής Δημοσίων Κτημάτων.

Το τίμημα δύναται να καταβληθή εις ετησίας δόσεις μέχρι 10 το πολύ, ο αριθμός των οποίων ορίζεται υπό του Υπουργού των Οικονομικών και δι΄ ας οφείλεται τόκος 7% ετησίως».

Τέλος στον Α.Ν. 1539/1938 «περί προστασίας των Δημοσίων Κτημάτων» άρθρ. 33 ορίζεται ότι: «1. Όπου μέχρι των, άχρι τούδε κειμένων διατάξεων ή του παρόντος γίνεται μνεία περί καταβολής συμβατικού τόκου επί των δόσεων τιμήματος εκποιηθέντος κτήματος του Δημοσίου, το δ΄ επιτόκιον δεν έχει καθορισθεί ή έχει ορισθεί μείζον του 8% ετησίως, οφείλεται από της ισχύος του παρόντος νόμου και εφεξής τόκος 7% ετησίως».

Από τον συνδυασμό των πιο πάνω διατάξεων σαφώς προκύπτει ότι: α) η διάθεση των δημοσίων Κτημάτων γίνεται κατά κανόνα δια δημοπρασίας. Κατ΄ εξαίρεση σε ειδικές περιπτώσεις επιτρέπεται και η απευθείας εκποίηση τούτων, όπως όταν πρόκειται για εκποίηση προς Δήμους, κοινότητες ή άλλα Ν.Π.Δ.Δ. ή κοινής ωφελείας ή οικοδομικούς συνεταιρισμούς κλπ. ή όταν πρόκειται για εκποίηση μη αρτίων και μη οικoδομησίμων δημοσίων κτημάτων προς τους ιδιοκτήτες συνεχομένων ακινήτων, ή ιδανικών εξ αδιαιρέτου μεριδίων κτημάτων αγροτικών ή αστικών προς τους κατά τα υπόλοιπα ιδανικά μερίδια συνιδιοκτήτες εξ αδιαιρέτου των αυτών κτημάτων.

β) το τίμημα των δια δημοπρασίας εκποιουμένων δημοσίων κτημάτων καταβάλλεται σε μετρητά και ολόκληρο εάν δεν υπερβαίνει ορισμένο ποσό μέσα σε προθεσμία δέκα ημερών από τη γνωστοποίηση της εγκρίσεως, σε αντίθετη περίπτωση καταβάλλεται το 1/5 μέσα στην πιο πάνω προθεσμία και το υπόλοιπο σε τέσσερις ετήσιες δόσεις έντοκες προς 7% ετησίως από της εκδόσεως του πωλητηρίου.

Εάν προκαταβληθεί ολόκληρο το ποσό των οφειλομένων πιο πάνω δόσεων ή μερικών απ΄ αυτές τότε γίνεται έκπτωση 6% για κάθε μια από τις οφειλόμενες δόσεις εάν το χρονικό διάστημα που υπολείπεται για εμπρόθεσμο καταβολή δεν είναι μικρότερο του έτους.

γ) Στις απευθείας και άνευ δημοπρασίας εκποιήσεις που προβλέπουν οι διατάξεις των άρθρων 95, 96 και 116, γίνεται μεν λόγος για τμηματική (σε δόσεις) καταβολή του τιμήματος, μάλιστα χωρίς να ορίζεται στις περιπτώσεις των δύο πρώτων άρθρων αν αυτές θα είναι έντοκες, ενώ στην τρίτη διάταξη του άρθρ. 116 του αυτού ως άνω δ/τος (εκποίηση ιδανικών μεριδίων κτημάτων αγροτικών ή αστικών προς τους κατά τα υπόλοιπα ιδανικά μερίδια συνιδιοκτησίας εξ αδιαιρέτου των αυτών κτημάτων) ορίζεται ότι οφείλεται τόκος 7% ετησίως, δεν ορίζεται όμως ρητά αν θα δοθεί η έκπτωση που ορίζει το άρθρο 93 επί προκαταβολής του τιμήματος. Κατά την πλειοψηφήσασα γνώμη του αντιπροέδρου κ. Χρ. Τσεκούρα και των νομικών συμβούλων Αλ. Τζεφεράκου, Σπυρ. Δελαπόρτα και Κων. Καποτά (ψήφοι 4) η διάταξη αυτή εφαρμόζεται μόνο στις περιπτώσεις που η καταβολή του τιμήματος σε δόσεις προσδιορίστηκε στη σύμβαση ή στο παραχωρητήριο περί πωλήσεως δημοσίου κτήματος κατά δεσμία εκ του νόμου ή εκ των όρων διακηρύξεως δημοπρασίας ενέργεια των διοικητικών οργάνων και όχι όταν αυτή επετεύχθηκε ύστερα από αίτηση του αγοραστού, που έγινε δεκτή από τα διοικητικά όργανα, και ευχέρεια που παρέχεται σ΄ αυτά από το νόμο, όπως το τελευταίο συμβαίνει σύμφωνα με το άρθρο 95 παρ.2, και 116 του ως άνω δ/τος.

Γιατί δεν νοείται λογικά και θα αποτελούσε εμπαιγμό του Δημοσίου και αυτόχρημα ευθεία καταδολίευση των συμφερόντων του, αν γινόταν δεκτό, ότι ο αγοραστής δημοσίου κτήματος, δικαιούται να ζητήσει την καταβολή του νομίμως προσδιορισμένου σε 100 π.χ. δρχ. τιμήματος, αντί εφάπαξ, σε δόσεις και την επομένη της συνάψεως της σχετικής σύβασης ή έκδοσης του παραχωρητηρίου να ζητήσει την καταβολή όλων των δόσεων με έκπτωση 6%, πράγμα που σημαίνει έκπτωση επί του τιμήματος σε ποσοστό 6 ήτοι επίτευξη τιμήματος 94 δρχ. Τέτοια ενέργεια δεν αποτελεί παρά μεθόδευση απαγορευμένη ή μη προβλεπομένη μείωση του τιμήματος και αυτόχρημα καταστρατήγηση των κειμένων διατάξεων.

Κατά τη μειοψηφήσασα γνώμη των νομικών συμβούλων Νικ. Κατσίμπα και Χρ. Αυγερινού, (ψήφοι 2) ενόψει του γεγονότος ότι τα άρθρα 95 και 96 περιλαμβάνονται στο Κεφάλαιο Δ (άρθρ. 65-98) του πιο πάνω διατάγματος είναι προφανές ότι η διάταξη, του άρθρου 93 έχει εφαρμογή και επί των ειδικών περιπτώσεων των απευθείας και άνευ δημοπρασίας εκποιήσεων που ρυθμίζουν τα περιλαμβανόμενα στο αυτό κεφάλαιο Δ άρθρα 95 και 96, που η καταβολή του τιμήματος γίνεται σε δόσεις.

Το αυτό πρέπει να γίνει δεκτό και για τις απευθείας εκποιήσεις που προβλέπει η διάταξη του άρθρου 116 του αυτού δ/τος αν τελικά συμφωνηθεί η καταβολή σε δόσεις γιατί η διάταξη του άρθρου 93, όπως από το περιεχόμενό της προκύπτει είναι διάταξη γενική και δεν αναφέρεται μόνο στις δια δημοπρασίας εκποιήσεις δημοσίων κτημάτων. Πρέπει επίσης να γίνει δεκτό ότι η πιο πάνω διάταξη του άρθρ.93 ως γενική εφαρμόζεται σε όλες τις περιπτώσεις που γίνεται τμηματική (σε δόσεις) καταβολή του τιμήματος, ανεξάρτητα αν η καταβολή σε δόσεις του τιμήματος προσδιορίστηκε ατό τα διοικητικά όργανα στα πλαίσια της ευχέρειας που παρέχεται σε αυτά από το νόμο, όπως στο άρθρο 95 παρ. 2 του ως άνω δ/τος, ή αν η καταβολή προσδιορίστηκε στη σύμβαση ή στο παραχωρητήριο κατά δεσμία εκ του νόμου ή εκ των όρων της διακηρύξεως δημοπρασίας ενέργειά των.

Και τούτο γιατί η διάταξη του άρθρου 93 του από 11/12.11.1929 δ/τος δεν διακρίνει, αλλά τουναντίον περιλαμβάνει όλες τις εκποιήσεις γενικά κτημάτων της Δ.Δ.Κ. είτε αυτές γίνονται με δημοπρασία, είτε απευθείας χωρίς δημοπρασία, στις οποίες έχει συμφωνηθεί η καταβολή του τιμήματος σε δόσεις, ανεξαρτήτως αν ο νόμος προβλέπει απευθείας την καταβολή του τιμήματος σε δόσεις ή παρέχει την δυνατότητα καταβολής του τιμήματος σε δόσεις, γιατί και στη δεύτερη περίπτωση οι ίδιοι δημοσιονομικοί λόγοι (ταχεία είσπραξη των απαιτήσεων) συντρέχουν.

Κατ΄ ακολουθία των ανωτέρω σε όλες τις απευθείας εκποιήσεις δημοσίων κτημάτων που προβλέπουν οι διατάξεις των άρθρων 95, 96 και 116 του ως άνω δ/τος αν ο ενδιαφερόμενος καταβάλει το τίμημα μέσα στις προθεσμίες που προβλέπει το ως άνω άρθρο 93 θα τύχει έκπτωσης 6%.

Στο πρώτο υποερώτημα επομένως αρμόζει κατά πλειοψηφία αρνητική απάντηση. Από τις διατάξεις του άρθρ. 33 του Α.Ν. 1539/1939 «περί προστασίας των Δημοσίων Κτημάτων» που ορίζει ότι: «1. Όπου μέχρι των τούδε κειμένων διατάξεων ή του παρόντος γίνεται μνεία περί καταβολής συμβατικού τόκου εκ των δόσεων τιμήματος εκποιηθέντος κτήματος του Δημοσίου, το δ΄ επιτόκον δεν έχει καθορισθεί ή έχει ορισθεί μείζον του 8% ετησίως, οφείλεται από της ισχύος του παρόντος νόμου και εφεξής τόκος 7% ετησίως.

Από τη διάταξη αυτή σαφώς προκύπτει ότι οφείλεται τόκος 7% ετησίως όταν το τίμημα της εκποίησης κτήματος του Δημοσίου καταβάλλεται σε δόσεις.

Τόκος δε είναι ποσότητα χρημάτων ή άλλων αντικαταστατών πραγμάτων για ορισμένο χρόνο με βάση σταθερό μέτρο (επιτόκιο) που προσδιορίζεται από το νόμο ή από την δικαιοπραξία. Είναι δε παρεπόμενη υποχρέωση που προϋποθέτει την ύπαρξη κύριας οφειλής (Αστικός Κώδιξ Α. Γεωργιάδη - Μ. Σταθόπουλο άθρι 292 σελ. 52). Συνέπεια του παρεπομένου χαρακτήρος της υποχρέωσης καταβολής των τόκων είναι ότι, όταν αποσβεστεί η κύρια υποχρέωση αποσβέννυται και η περί τόκων υποχρέωση, εκτός αν άλλως ορίζεται στο νόμο.

Κατά συνέπεια των ανωτέρω στις περιπτώσεις εκποίησης δημοσίων κτημάτων κατά τις διατάξεις των άρθρ. 95, 96 και 116 του από 11/12.11.1920 δ/τος, αν αγοραστής δημοσίου κτήματος που το τίμημα ρυθμίστηκε να καταβάλλεται σε δόσεις, καταβάλει το υπόλοιπο του τιμήματος, αποσβέννυται από την ημέρα της καταβολής η υποχρέωσή του, να καταβάλει τόκους για μελλοντικές δόσεις, που δεν οφείλονται πλέον λόγω της καταβολής του τιμήματος, αφού στην προκειμένη περίπτωση δεν υπάρχει τέτοια πρόβλεψη η στο νόμο.

Στο δεύτερο επομένως υποερώτημα αρμόζει κατά την oμόφωνη γνώμη του τιμήματος καταφατική απάντηση.

ΕΠΙ ΤΟΥ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΣ:

Στο νόμο 1473/1984 «Μεταρρυθμίσεις στην άμεση και έμμεση Φορολογία και άλλες διατάξεις ορίζεται: Στο άρθρ. 34 παρ.4 ότι: οι παράγραφοι 6, 7 και 8 του άρθρ. 4 του Α.Ν. 263/1968, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 719/1977 αντικαθίστανται ως εξής: «6............ 7. Η επιτροπή της προηγούμενης παραγράφου ................. Αν εγκριθεί η εξαγορά εκδίδεται απόφαση. Με την ίδια απόφαση ορίζεται και το τίμημα εξαγοράς του ακινήτου το οποίο καταβάλλεται σε έξι (6) κατά ανώτατο όριο εξαμηνιαίες δόσεις, έντοκες με επτά τα εκατό (7%) το έτος. Για εξαγορά ακινήτων, που βρίσκονται στις παραμεθόριες περιοχές, οι δόσεις αυτές ορίζονται σε δώδεκα (12) και ειδικότερα για το Νομό Δωδεκανήσου ισχύουν οι διατάξεις της παραγράφου 36 του άρθρου 7 του Ν. 1160/1981: αν το τίμημα καταβληθεί ολόκληρο μέσα στην προθεσμία καταβολής της δεύτερης δόσης παρέχεται έκπτωση δέκα τα εκατό (10%). Η εξέταση των αιτήσεων εξαγοράς από τις επιτροπές πρέπει να τελειώσει μέσα σε ένα έτος από τότε που θα λήξει η ημερομηνία υποβολής τους. Την προθεσμία αυτή μπορεί με απόφασή του ο αρμόδιος Υπουργός να την παρατείνει, για 1 (ένα) ακόμα έτος από τη λήξη της».

Από την πιο πάνω διάταξή σαφώς προκύπτει ότι η πρόβλεψη από το νομοθέτη της μη καταβολής του τιμήματος ολοκλήρόυ κατά την υπογραφή της σύμβασης, αλλά σε έξι (6) κατ΄ ανώτατο όριο δόσεις, έγινε με την προϋπόθεση ότι αυτές θα είναι έντοκες με επτά τοις εκατό (7%) το έτος, και τούτο για να καλυφθεί η ζημία του Δημοσίου από τη μη καταβολή ολοκλήρου του τιμήματος κατά την υπογραφή της σύμβασης.

Ως εκ τούτου, το ποσοστόν 7% που προσαυξάνει το τίμημα κάθε έτος ο τόκος της δόσης, όταν τούτο καταβάλλεται σε δόσεις, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί «οιονεί» μέρος του τιμήματος, ήτοι ότι κεφαλαιοποιείται με συνέπεια να υποχρεούται ο αγοραστής αν θελήσει να εξοφλήσει την οφειλήν του σε χρόνο συντομότερο αυτού που προβλέπει η σύμβαση, να καταβάλει το συμφωνηθέν τίμημα και τόκους 7% για όλο το χρονικό διάστημα που προβλέπει η σύμβαση και όχι μόνο για το χρονικό διάστημα μέχρι την ημέρα της εξόφλησης, αφού μετά ταύτα δεν υπάρχει υποχρέωση καταβολής τόκων, γιατί αυτή όπως αναπτύχθηκε στο πρώτο ερώτημα ως παρ επομένη υποχρέωση προϋποθέτει την ύπαρξη κυρίας οφειλής.

Εάν επομένως και στην κρινόμενη περίπτωση ο αγοραστής δημοσίου κτήματος που το τίμημα καταβάλλεται σε δόσεις, καταβάλει το υπόλοιπο του τιμήματος, αποσβέννυται από την ημέρα καταβολής η υποχρέωσή του να καταβάλλει τόκους για τις μελλοντικές δόσεις, που δεν οφείλονται πλέον λόγω της καταβολής του τιμήματος, αφού δεν υπάρχει τέτοια πρόβλεψη στην ερμηνευομένη διάταξη.

Στο δεύτερο επομένως ερώτημα αρμόζει κατά την γνώμη του τιμήματος καταφατική απάντηση.