ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ | Αθήνα, 28 Δεκεμβρίου 2006 |
---|
ΓΕΝ.ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ | Αρ.Πρωτ.: 1114305/8860/0016 |
Δ/ΝΣΗ 16η (ΕΙΣΠΡ. ΔΗΜ. ΕΣΟΔΩΝ) | ΠΟΛ. 1148 |
ΤΜΗΜΑΤΑ: Α?, Β?, Γ? |
ΘΕΜΑ:
Κοινοποίηση διατάξεων για θέματα είσπραξης δημοσίων εσόδων.
Σας κοινοποιούμε τις διατάξεις που περιέχονται στο Κεφάλαιο Γ? «Είσπραξη Δημοσίων Εσόδων» του Νόμου «Μεταβολές στη Φορολογία Εισοδήματος, απλουστεύσεις στον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων και άλλες διατάξεις» που ψηφίστηκε από τη Βουλή ως άρθρα 17, 18 και 19 αυτού, που ισχύουν από την 1η Ιανουαρίου 2007, για ενημέρωση και ενιαία εφαρμογή αυτών.
Α. ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΕΙΣ ΤΜΗΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ
Αναφέρονται οι κυριότερες μεταβολές για τη χορήγηση διευκολύνσεων τμηματικής καταβολής.
1) Υπολογισμός παραβόλου, υπέρ του Δημοσίου, που καταβάλλεται με την αίτηση για την εξέταση αιτήματος διευκόλυνσης τμηματικής
καταβολής. Το παράβολο αυτό ορίζεται σε ποσοστό πέντε τοις χιλίοις (5ο/οο) επί της υπαγομένης σε διευκόλυνση βασικής οφειλής με ανώτατο όριο παραβόλου τα εννιακόσια (900) ευρώ.
Η αλλαγή του τρόπου υπολογισμού του παραβόλου αυτού απλουστεύει αφενός τη διαδικασία και αφετέρου μειώνει το παράβολο αυτό για τους μικροοφειλέτες, δεδομένου ότι για διευκόλυνση σε οφειλή 1.000 ευρώ απαιτείται πλέον παράβολο 5 ευρώ αντί 15 ευρώ παλαιότερα, για οφειλή 1.500 απαιτείται παράβολο 7,5 ευρώ αντί 15 ευρώ κλπ. (διατάξεις παρ.1 άρθρου 18 Ν. 2648/98 όπως αυτό αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις της παρ.1 άρθρου 17). Το παράβολο αυτό είναι προτιμότερο να εισπράττεται με την έκδοση αποδεικτικού είσπραξης τύπου Α? στον Κ.Α.Ε. 3741 αντί της διάθεσης εντύπων παραβόλων.
2) Απαλλαγή από την καταβολή παραβόλου της επανεξέτασης αιτήματος διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής από την Γνωμοδοτική Επιτροπή Παροχής Διευκολύνσεων. Αν όμως στην επανεξέταση συμπεριλαμβάνονται οφειλές για πρώτη φορά υποχρεωτικά από το νόμο, τότε καταβάλλεται παράβολο που υπολογίζεταιμόνο επί των νέων αυτών οφειλών, ήτοι βασικής οφειλής ληξιπροθέσμων και μη (διατάξεις περίπτωσης δ παρ.1 άρθρου 18, όπως αυτό ισχύει).
3) Στη διευκόλυνση τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμης οφειλής περιλαμβάνονται υποχρεωτικά και όλες οι μη ληξιπρόθεσμες δόσεις της συγκεκριμένης οφειλής (συγκεκριμένης εγγραφής) και για το λόγο αυτό αυξάνεται ο αριθμός των δόσεων της πρώτης ή της δεύτερης διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής πέραν του αθροίσματος των συντελεστών βαρύτητας των κριτηρίων του άρθρου 17 Ν. 2648/98, κατά τον αριθμό των μη ληξιπροθέσμων δόσεων. Αν υπάρχουν δύο ή περισσότερες εγγραφές με μη ληξιπρόθεσμες δόσεις προστίθεται ο αριθμός των μη ληξιπροθέσμων δόσεωντης εγγραφής που έχει τις περισσότερες μη ληξιπρόθεσμες δόσεις (διάταξη παρ.2 άρθρου 18, όπως αυτό ισχύει). Αν υπάρχουν εγγραφές, που δεν έχουν καμία ληξιπρόθεσμη δόση, αυτές δεν περιλαμβάνονται στη διευκόλυνση.
Σε κάθε περίπτωση οι δόσεις της διευκόλυνσης δεν μπορεί να είναι περισσότερες των σαράντα οκτώ (48).
4) Στη διευκόλυνση δεν συμπεριλαμβάνονται μη ληξιπρόθεσμες δόσεις από φόρουςκληρονομιών - δωρεών - γονικών παροχών, αλλά μόνο οι ληξιπρόθεσμες δόσεις αυτών.
5) Το ποσό της πρώτης δόσης κάθε διευκόλυνσης (πρώτης, δεύτερης ή επανεξέτασης) μπορεί να είναι αυξημένο σε σχέση με το ποσό των υπολοίπων δόσεων όταν υπάρχει αίτηση για χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας ή εφόσον ζητείται προκειμένου να ανασταλεί πρόγραμμα πλειστηριασμού, άλλο μέτρο είσπραξης, ποινική διαδικασία, κ.λπ.
Για το λόγο αυτό πρέπει να αναγράφεται από τον οφειλέτη στην αίτηση διευκόλυνσης ή επανεξέτασης ο λόγος για τον οποίο αυτή ζητείται, ώστε να αξιολογείται από το αρμόδιο όργανο για τον καθορισμό της πρώτης δόσης αυτής. ΄Αλλωστε η αιτία για την οποία ζητείται η διευκόλυνση είναι απαραίτητη με βάση τις αρχικές διατάξεις του άρθρου 17 Ν. 2648/1998 αφού είναι ένα από τα κριτήρια και προβλέπεται ειδικός συντελεστής βαρύτητας για κάθε αιτία που ζητείται η διευκόλυνση (τελευταίο εδάφιο παρ.3 άρθρου 18, όπως αυτό ισχύει).
6) Τα ευεργετήματα, που καθορίζονται στην παρ.3 του άρθρου 13 Ν. 2648/98 παρέχονται μόνο στην πρώτη διευκόλυνση, ήτοι η απαλλαγή από την πληρωμή του 30% των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής που επιβαρύνουν την οφειλή από την ημερομηνία χορήγησης της διευκόλυνσης και μετά, καθώς και απαλλαγή από την πληρωμή του συνόλου των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής της τελευταίας δόσης της διευκόλυνσης εφόσον ο υπόχρεος συμμορφώνεται πλήρως, (διατάξεις παρ.5 άρθρου 18 Ν. 2648/98, όπως αυτό ισχύει).
7) Καταργείται ως λόγος θεμελίωσης δικαιώματος επανεξέτασης (άπαξ), για αύξηση του αριθμού των δόσεων της πρώτης ή δεύτερης διευκόλυνσης η διαπίστωση σημαντικής και αποδεδειγμένης μεταβολής των οικονομικών δεδομένωντου οφειλέτη μόνο κατά τη διάρκεια της διευκόλυνσης. ΄Ετσι μπορεί κάθε οφειλέτης να ζητά αύξηση του αριθμού των μηνιαίων δόσεων (μέχρι 48) από το αρμόδιο όργανο, αρκεί να υπάρχει διαρκής και αποδεδειγμένος λόγος οικονομικής αδυναμίας.
Ταυτόχρονα, μειώνεται ο χρόνος υποβολής της αίτησης επανεξέτασης διευκόλυνσης από 3 σε 2 μήνες από την τελευταία εμπρόθεσμη καταβολή της δόσης της διευκόλυνσης (διατάξεις παρ.3, άρθρου 17).
Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι οδηγίες που παρασχέθηκαν με την αριθμ. 1033972/2420/0016/03.04.06 εγκύκλιο.
Παραδείγματα ενότητας Α:
Επί των παραπάνω μεταβολών παραθέτουμε τα ακόλουθα παραδείγματα, για ενιαία εφαρμογή.
Παράδειγμα 1ο
΄Εστω, ότι σε βάρος του Α οφειλέτη έχουν βεβαιωθεί: α) 190.000 Ευρώ από περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων, που πρέπει να πληρωθούν σε 18 μηνιαίες δόσεις εκ των οποίων έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες οι 5 πρώτες μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης διευκόλυνσης και β) υπάρχουν άλλες εγγραφές, που έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες στο σύνολό τους. Το σύνολο των οφειλών δεν υπερβαίνει τις 600.000 Ευρώ και επομένως το αίτημα εξετάζεται από τη Δ.Ο.Υ.
΄Εστω ότι το άθροισμα των συντελεστών βαρύτητας του άρθρ.17 ν.2648/98 ανέρχεται σε 19.
Σε αυτή την περίπτωση ο συνολικός αριθμός των δόσεων της διευκόλυνσης θα είναι 19 + 13 = 32 μηνιαίες δόσεις.
Παράδειγμα 2ο
΄Εστω, ότι ο Β οφειλέτης οφείλει:
α) Ληξιπρόθεσμες οφειλές από Φόρο Εισοδήματος
β) Δύο ληξιπρόθεσμες δόσεις από φόρο κληρονομιάς επί συνόλου δόσεων είκοσι τεσσάρων διμηνιαίων (οι υπόλοιπες 22 μη ληξιπρόθεσμες).
γ) Τρεις ληξιπρόθεσμες δόσεις από φορολογικό έλεγχο επί συνόλου δόσεων έξι (6) (Οι υπόλοιπες 3 μη ληξιπρόθεσμες)
΄Εστω ότι το άθροισμα των συντελεστών βαρύτητας των κριτηρίων ανέρχεται σε είκοσι δύο (22) και η εξέταση του αιτήματος διευκόλυνσης είναι αρμοδιότητος Δ.Ο.Υ.
Ο συνολικός αριθμός των δόσεων της διευκόλυνσης είναι 22 + 3 = 25 (δεν υπολογίζονται και δεν περιλαμβάνονται στη διευκόλυνση οι μη ληξιπρόθεσμες δόσεις του φόρου κληρονομίας, που όμως αν γίνουν ληξιπρόθεσμες μπορεί να ζητηθεί χωριστή διευκόλυνση από τον οφειλέτη).
Παράδειγμα 3ο
Εστω ότι ο οφειλέτης Γ οφείλει ληξιπρόθεσμα χρέη, ζήτησε και του χορηγήθηκε διευκόλυνση τμηματικής καταβολής από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. και κατέβαλε την πρώτη δόση.
Πριν την παρέλευση διμήνου από την καταβολή της πρώτης δόσης της διευκόλυνσης υποβάλλει αίτημα επανεξέτασης στην Επιτροπή Παροχής Διευκολύνσεων αρ.15 Ν. 2648/1998 (μέσω της Δ.Ο.Υ.), προκειμένου να αυξηθούν οι δόσεις της διευκόλυνσης επικαλούμενος διαρκή λόγο σημαντικής οικονομικής αδυναμίας.
Στο διάστημα που μεσολάβησε έχουν λήξει δύο δόσεις από βεβαίωση μετά από φορολογικό έλεγχο, επί συνόλου δόσεων έξι (τέσσερις δόσεις μη ληξιπρόθεσμες από τη συγκεκριμένη εγγραφή).
Προκειμένου να εξεταστεί το αίτημα της επανεξέτασης πρέπει:
α) να κατατεθεί η σχετική αίτηση στη Δ.Ο.Υ.
β) να πληρωθεί παράβολο αξίας ίσης με το 5ο/οο του συνολικού ποσού βεβαίωσης που οφείλεται μόνο από τον φορολογικό έλεγχο.
γ) να επισυναφθούν στην αίτηση τα σχετικά δικαιολογητικά που τεκμηριώνουν το αίτημά του για αύξηση του αριθμού των δόσεων.
Στην επανεξέταση θα ληφθούν υπόψη από την Επιτροπή:
α) Το ποσό της πρώτης διευκόλυνσης
β) Ολόκληρο το ποσό της βεβαίωσης από τον φορολογικό έλεγχο, αφού έχουν γίνει δύο δόσεις ληξιπρόθεσμες από την εγγραφή αυτή.
γ) Τα κριτήρια με τους συντελεστές βαρύτητας αυτών όπως προσδιορίζονται από τη Δ.Ο.Υ., σύμφωνα με τη διάταξη άρθρ.17 Ν.2648/98.
δ) Ο αριθμός των μη ληξιπροθέσμων δόσεων (κατά την ημέρα της αίτησης) από τον φορολογικό έλεγχο, ήτοι 4 δόσεις, που θα προστεθούν στους συντελεστές βαρύτητας των κριτηρίων για να προσδιοριστεί ο αριθμός των δόσεων της διευκόλυνσης.
Β. ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΟΦΕΙΛΩΝ ΚΑΤ? ΑΡΘΡΟ 82 Κ.Ε.Δ.Ε.
Καταργείται το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης γ της παρ.1 του άρθρου 82 του ν.δ.356/74 (Κ.Ε.Δ.Ε.) και προστίθεται νέα περίπτωση (δ) στην παράγραφο 1 του άρθρου 82, που επιτρέπει τον περιορισμό (μερικό ή ολικό) από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, που επιβαρύνουν την οφειλή φυσικών ή νομικών προσώπων, που παρουσιάζουν μερική φοροδοτική ικανότητα, ήτοι παρουσιάζουν σημαντική οικονομική αδυναμία για εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους.
Γ. ΒΕΒΑΙΩΣΗ - ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΕΣΟΔΩΝ
1) Δεν συντάσσονται χρηματικοί κατάλογοι για βεβαίωση ποσού μικρότερου των τριάντα (30) ευρώ ανά οφειλέτη, εφόσον όμως συνταχθούν εκ παραδρομής από την βεβαιούσα αρχή, επιστρέφονται χωρίς να βεβαιωθούν από το τμήμα Εσόδων της Δ.Ο.Υ. (Διάταξη παρ.1 άρθρου 18).
Αν ο χρηματικός κατάλογος περιλαμβάνει πολλούς οφειλέτες, μερικοί εκ των οποίων έχουν οφειλή μικρότερη των τριάντα (30) ευρώ, συντάσσεται απόσπασμα χρηματικού καταλόγου με τους οφειλέτες αυτούς και επιστρέφεται (το απόσπασμα) στη βεβαιούσα αρχή, χωρίς τα ποσά αυτά να καταχωρηθούν στο βιβλίο παραλαβής εισπρακτέων εσόδων (το ποσό του Α.Τ.Β. είναι μειωμένο κατά το ποσό αυτό).
2) Δεν συντάσσονται τίτλοι έκπτωσης (Α.Φ.Ε.Κ.) για επιστροφές φόρων και λοιπών εσόδων για ποσό μικρότερο των πέντε (5) ευρώ, εφόσον όμως αυτά συνταχθούν από την αρμόδια αρχή και κατά την εκκαθάριση προκύψει προς επιστροφή ποσό μικρότερο των 5 ευρώ, αυτό δεν επιστρέφεται από το τμήμα Εσόδων της Δ.Ο.Υ. (διάταξη παρ.2 άρθρου 18).
3) Οι μέχρι την 31.12.2005 βεβαιωμένες ανείσπρακτες οφειλές στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) υπέρ του Δημοσίου, νομικών προσώπων ή τρίτων διαγράφονται οίκοθεν με βάση τις ισχύουσες διατάξεις, εφόσον το συνολικό ποσό της βασικής οφειλής ανά οφειλέτη δεν υπερβαίνει τα τριάντα (30) Ευρώ την ημερομηνία ισχύος της διάταξης ήτοι την 01.01.2007 (διάταξη παρ.5 άρθρου 18).
Επισημαίνεται ότι σε περίπτωση νέων βεβαιώσεων μετά την 31/12/2005, οπότε το εισπρακτέο υπόλοιπο, έχει μεταβληθεί, δεν διαγράφεται το παραπάνω εισπρακτέο υπόλοιπο.
Οι διαγραφές δεν θα γίνουν από τη Δ.Ο.Υ. χωριστά για κάθε οφειλέτη, αλλά θα γίνουν συγκεντρωτικά με βάση σχετικό πρόγραμμα του TAXIS, όταν αυτό θα είναι έτοιμο προς εφαρμογή και με βάση τις οδηγίες που θα σας δοθούν από τη Δ.30 Εφαρμογών Η/Υ.
Δ. ΜΗ ΛΗΨΗ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΓΙΑ ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΟΦΕΙΛΕΤΩΝ.
1) Αυξάνεται από εκατόν πενήντα (150) ευρώ που ισχύει σήμερα σε τριακόσια (300) ευρώ, το ποσό της οφειλής για το οποίο δεν λαμβάνονται αναγκαστικά μέτραείσπραξης κατά των οφειλετών που έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές, βεβαιωμένες στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες υπέρ του δημοσίου, νομικών προσώπων και τρίτων, πλην του μέτρου της κατάσχεσης απαιτήσεων των οφειλετών στα χέρια τρίτων.
Διευκρινίζεται ότι, για την εφαρμογή της διάταξης αυτής, λαμβάνεται υπόψη το σύνολο των βεβαιωμένων με διάφορα τριπλότυπα βεβαίωσης χρεών του οφειλέτη από κάθε αιτία (για την καταβολή των οποίων ευθύνεται ως πρωτοφειλέτης, συνυπόχρεος, εγγυητής κ.λπ.) και όχι μεμονωμένες οφειλές αυτού. Στο ανωτέρω ποσό υπολογίζεται μόνο η βασική οφειλή και δεν περιλαμβάνονται οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.
Σημειώνεται ότι, η πιο πάνω ρύθμιση δεν ισχύει για πρόστιμα του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας καθώς και για οφειλές υπέρ Ο.Τ.Α. για την είσπραξη των οποίων εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι μέχρι σήμερα διατάξεις.
Αναγκαστικά μέτρα είσπραξης που έχουν επιβληθεί μέχρι και 31.12.2006 για ληξιπρόθεσμες οφειλές, κατά το χρόνο της επιβολής τους, μικρότερες του ανωτέρω ποσού των τριακοσίων (300) ευρώ, αίρονται μόνο εφόσον υποβληθεί αίτηση από τον οφειλέτη και εξοφληθούν τα έξοδα διοικητικής εκτέλεσης (διατάξεις παρ.3 άρθρου 18).
2) Προστίθεται νέο εδάφιο στο άρθρο 31 του ν.δ.356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.) και ορίζεται ότι δεν επιτρέπεται η επιβολή κατάσχεσης επί μισθών, συντάξεων ή ασφαλιστικών βοηθημάτων που καταβάλλονται περιοδικώς σε βάρος οφειλετών του Δημοσίου, εφόσον το ποσό αυτών, αφαιρουμένων των υποχρεωτικών εισφορών, είναι μέχρι εξακόσια (600) ευρώ μηνιαίως.
Αν ο μισθός, η σύνταξη ή το βοήθημα υπερβαίνει τα εξακόσια (600) ευρώ μηνιαίως επιτρέπεται η κατάσχεση μέχρι του 25% αυτών, όμως σε κάθε περίπτωση το εναπομένον ποσό δεν μπορεί να είναι κατώτερο των εξακοσίων ευρώ.
Οι κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί μέχρι και 31.12.2006 σε βάρος οφειλετών που υπάγονται στις ανωτέρω περιπτώσεις αίρονται ή περιορίζονται κατά περίπτωση, μόνο μετά από αίτηση του οφειλέτη στην οποία επισυνάπτονται τα απαραίτητα στοιχεία από τα οποία προκύπτει το συνολικό ύψος των αποδοχών ή συντάξεων (διατάξεις παρ.4 άρθρου 18).
Σημειώνεται ότι στην περίπτωση που ο οφειλέτης του Δημοσίου λαμβάνει σύνταξη ή μισθό ή ασφαλιστικά βοηθήματα από δύο ή περισσότερους φορείς, λαμβάνεται υπόψη το συνολικό ποσό αυτών και επιτρέπεται η κατάσχεση του 25% αυτών, όμως το εναπομένον ποσό από το σύνολό τους να μην είναι μικρότερο των εξακοσίων ευρώ.
Στην περίπτωση αυτή προσδιορίζεται το ακριβές ποσό που κατάσχεται (όχι ποσοστό), ώστε να εφαρμόζεται ο περιορισμός που τίθεται από το νόμο, ήτοι το ποσό που απομένει στον οφειλέτη να μην είναι μικρότερο των εξακοσίων (600) ευρώ.
Ε. ΡΥΘΜΙΣΗ ΧΡΕΩΝ ΠΤΩΧΩΝ ΟΦΕΙΛΕΤΩΝ
Με το άρθρο 19 προστίθεται μετά το άρθρο 62 του Ν.Δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.) άρθρο 62 Α, σύμφωνα με το οποίο πτωχευτικά χρέη πτωχών οφειλετών του Δημοσίου μπορεί να ρυθμίζονται, ύστερα από αίτηση του υποχρέου, με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, μετά από γνωμοδότηση της Επιτροπής του άρθρου 9 του ν.2386/1996 (ΦΕΚ 43 Α?), εφόσον το συνολικό βασικό χρέος δεν υπερβαίνει το ποσό των εξακοσίων χιλιάδων (600.000) ευρώ όπως αυτό έχει διαμορφωθεί κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης ανεξάρτητα αν έχει καταστεί ληξιπρόθεσμο. Αν το συνολικό βασικό χρέος υπερβαίνει το ποσό των εξακοσίων χιλιάδων (600.000) ευρώ το αίτημα εξετάζεται από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους με τη διαδικασία του εξωπτωχευτικού συμβιβασμού ( ΠΟΛ 1118/13.11.03).
Η ρύθμιση αυτή μπορεί να αφορά είτε στην απαλλαγή του πτωχού οφειλέτη από την καταβολή μέρους ή όλων των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, των φορολογικών προσαυξήσεων και προστίμων με εφάπαξ καταβολή του υπολοίπου, είτε σε συνεχείς μηνιαίες δόσεις ο αριθμός των οποίων δεν μπορεί να υπερβεί τις ενενήντα (90), είτε σε συνδυασμό και των δύο περιπτώσεων. Η αποδοχή της ρύθμισης από τον πτωχό οφειλέτη γίνεται με ρητή, ανεπιφύλακτη και χωρίς όρους δήλωσή του, η οποία καταχωρίζεται στο σώμα της απόφασης του Υπουργού, υπογράφεται παρουσία του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ή του Τελωνείου μέσα σ? ένα μήνα από την πρόσκλησή του, η πρώτη δόση είναι καταβλητέα μέσα σε δύο μήνες από την ημερομηνία αποδοχής της ρύθμισης από τον οφειλέτη και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη μέρα καθενός από τους επόμενους μήνες. Από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης του Υπουργού οι δόσεις δεν επιβαρύνονται με επιπλέον προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, εκτός εάν καθυστερήσει η καταβολή τους.
Για την εξέταση του αιτήματος δεν απαιτείται πληρωμή παραβόλου.
Σε περίπτωση μη καταβολής 3 συνεχών μηνιαίων δόσεων η ρύθμισηανατρέπεται αυτοδίκαια, χωρίς δήλωση του Δημοσίου, με συνέπεια το χρέος να καθίσταται αμέσως απαιτητό με απώλεια των ευεργετημάτων της ρύθμισης και με βάση τα στοιχεία της βεβαίωσης, ήτοι με το σύνολο των προσαυξήσεων που το επιβαρύνουν (φορολογικών προσαυξήσεων ή εκπρόθεσμης καταβολής ή προστίμων) ανάλογα με τα ευεργετήματα που έχουν παρασχεθεί με τη ρύθμιση.
Τα ποσά που έχουν καταβληθεί μέχρι την ημερομηνία ανατροπής της ρύθμισης πιστώνονται στην αρχική οφειλή με βάση την ημερομηνία καταβολής τους. Αυτό ισχύει μόνο για τις ρυθμίσεις χρεών πτωχών οφειλετών που χορηγούνται μέσω της ανωτέρω Επιτροπής.
Σύμφωνα με την παράγραφο 7 του ίδιου άρθρου μπορεί να υπαχθούν στη ρύθμιση και χρέη πτωχού οφειλέτη για την πληρωμή των οποίων ευθύνεται προσωπικά ενώ αυτά έχουν βεβαιωθεί σε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ακόμη και αν αυτό δεν κηρύχθηκε σε κατάσταση πτώχευσης (π.χ. οφειλές ομορρύθμου εταιρείας, της οποίας κηρύχτηκε σε κατάσταση πτώχευσης ένα ομόρρυθμο μέλος).
Εξαιρούνται της ρύθμισης αυτής όσοι οφειλέτες έχουν ήδη υπαχθεί σε εξωπτωχευτικό συμβιβασμό και είναι συνεπείς με τους όρους του.
Επισημαίνεται ότι δεν θα διαβιβάζονται αιτήματα για ρύθμιση εάν δεν έχουν με την αίτηση συνυποβληθεί τα απαραίτητα δικαιολογητικά, όπως αυτά αναφέρονται στην εγκύκλιο αρ.1065481/5617/0016/ΠΟΛ. 1118/13.11.03.
Ακριβές Αντίγραφο | Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ |
Η Προϊσταμένη της Γραμματείας | Αντώνιος Μπέζας |