Α.Π. 1957/2009 (Τμ. Α2 Πολ.)
Προεδρεύων: ΔΗΜ. ΔΑΛΙΑΝΗΣ, Αντιπρόεδρος
Εισηγητής: ΧΑΡΑΛ. ΖΩΗΣ, Αρεοπαγίτης
Θέμα:
Όλες ανεξαρτήτως οι διαφορές από αξιώσεις οι οφειλόμενες σε προσβολή του ατόμου από δημοσίευμα - τηλεοπτική - ραδιοφωνική εκπομπή.
του έντυπου ή ηλεκτρονικού τύπου, υπάγονται στην ειδική διαδικασία των άρθρων 666 κ.επ.Κ.Πολ.Δ., ασχέτως προς την ιδιότητα του εναγομένου, ο οποίος μπορεί να είαι οποιοδήποτε πρόσωπο, η συμπεριφορά του οποίου οδήγησε στην πρόσκληση προσβολής της προσωπικότητας του ενάγοντα.
Γ΄ Πότε το αντίγραφο εγγράφου θεωρείται ως νόμιμα επικυρωμένο από δικηγόρο
Το άρθρο 681 Δ του Κ.Πολ.Δ. που προστέθηκε με το άρθρο 9, παρ. 10, του Ν. 2145/1993 και τροποποιήθηκε με το άρθρο 4, παρ. 12, του Ν. 2328/1995, ορίζει στη μεν παραγρ. 1 ότι «κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 666 παρ. 1, 667, 671 παρ. 1-3, 672 και 673-676 δικάζονται από το καθ΄ ύλη αρμόδιο δικαστήριο οι πάσης φύσεως διαφορές που αφορούν σε αποζημιώσεις οποιασδήποτε μορφής περιουσιακής ζημίας ή ηθικής βλάβης, που προκλήθηκε δια του τύπου ή με ραδιοφωνικές ή τηλεοπτικές εκπομπές, ως και οι συναφείς προς αυτές αξιώσεις προστασίας της προσωπικότητας των προσβληθέντων», στη δε παραγρ. 5 εδ. α΄ ότι «η προθεσμία ανακοπής ερημοδικίας είναι οκτώ (8) ημέρες, ενώ της έφεσης, της αναψηλάφησης και της αναίρεσης δεκαπέντε (15) ημέρες, εάν εκείνος που δικαιούται να ασκήσει αυτά τα ένδικα μέσα διαμένει στην Ελλάδα και τριάντα (30) ημέρες εάν διαμένει στο εξωτερικό ή η διαμονή του είναι άγνωστη».
Η ευρύτητα με την οποία έχει διατυπωθεί η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 681 Δ, παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ. καθιστά σαφές ότι στην καθοριζόμενη από αυτή ειδική διαδικασία των άρθρων 666 επ. Κ.Πολ.Δ. υπάγονται όλες ανεξαρτήτως οι διαφορές που αποσκοπούν στην αποκατάσταση οποιασδήποτε μορφής περιουσιακής ζημίας ή στην ικανοποίηση της ηθικής βλάβης, καθώς και οι αξιώσεις προστασίας των ατόμων εκείνων, η περιουσία ή η προσωπικότητα των οποίων προσεβλήθη από δημοσίευμα ή τηλεοπτική ή ραδιοφωνική εκπομπή του έντυπου ή ηλεκτρονικού τύπου, ασχέτως προς την ιδιότητα του εναγομένου, ο οποίος, εφόσον ο νόμος δεν διακρίνει, μπορεί να είναι οποιοδήποτε πρόσωπο, του οποίου η εκδηλωθείσα συμπεριφορά ή οποιαδήποτε συμμετοχική δράση οδήγησε στην πρόκληση προσβολής της προσωπικότητας του ενάγοντος.
Εξάλλου, κατά τις διατάξεις του άρθρου 577, παρ. 1 και 2 του ίδιου κώδικα, το δικαστήριο πρώτα συζητεί για το παραδεκτό της αναίρεσης. Αν η αναίρεση δεν ασκήθηκε νόμιμα ή αν λείπει κάποια προϋπόθεση για να είναι παραδεκτή, ο `Αρειος Πάγος την απορρίπτει και αυτεπαγγέλτως, το απαράδεκτο δε (εκπρόθεσμο) παραδεκτώς προτείνεται από τον αναιρεσίβλητο με τις προτάσεις του που πρέπει να κατατίθενται είκοσι τουλάχιστον ημέρες πριν τη δικάσιμο, σύμφωνα με το άρθρο 570, παρ. 1, Κ.Πολ.Δ.
Από τις διατάξεις αυτές σε συνδυασμό και με εκείνες των άρθρων 144, 310 παρ. 1, και 564 ιδίου Κώδικα προκύπτει ότι η άνω δεκαπενθήμερη προθεσμία για άσκηση αίτησης αναίρεσης, κατά απόφασης που εκδόθηκε με την ειδική διαδικασία του άρθρου 681Δ Κ.Πολ.Δ., όταν ο διάδικος διαμένει στην Ελλάδα, αρχίζει από την επομένη ημέρα της νόμιμης επίδοσης της αντιγράφου της προσβαλλόμενης απόφασης, σύμφωνα με τις περί επιδόσεως διατάξεις, και λήγει στις 7 το βράδυ της τελευταίας ημέρας, αν δε η τελευταία αυτή ημέρα είναι κατά το νόμο εξαιρετέα, την ίδια ώρα της επομένης μη εξαιρετέας ημέρας.
Εξ άλλου, κατά μεν το άρθρο 449 Κ.Πολ.Δικ. αντίγραφα των οποίων η ακρίβεια βεβαιώνεται από τον αρμόδιο υπάλληλο έχουν αποδεικτική δύναμη ίση με το πρωτότυπο, κατά δε το άρθρο 52 του Ν.Δ. 3026/1954 «περί του Κωδικός των Δικηγόρων» ο δικηγόρος έχει το δικαίωμα να εκδίδει αντίγραφα των παντός είδους εγγράφων, που υπάρχουν σ΄ αυτόν και για την ακρίβεια των οποίων είναι υπεύθυνος, τα αντίγραφα δε αυτά έχουν πλήρη ισχύ αντιπεφωνημένου εγγράφου. Κατά την έννοια του εν λόγω άρθρου 52, Ν.Δ. 3026/1954, το έγγραφο υπάρχει στο δικηγόρο αν αυτός το κατέχει, προσωρινά έστω, ανεξάρτητα από τη χρονική διάρκεια, όταν εκδίδει το αντίγραφο. Για το κύρος της επικύρωσης φωτοτυπίας, με βεβαίωση από το δικηγόρο της ακρίβειας της, βεβαίωση δηλαδή ότι αυτή αποδίδει το πρωτότυπο δεν είναι, σε περίπτωση προσωρινής κατοχής του πρωτοτύπου, αναγκαία η πανηγυρική διατύπωση, αλλά αρκεί να συνάγεται βεβαίωση και του γεγονότος αυτού από την όλη διατύπωση της πράξης. Τέτοια δε έμμεση βεβαίωση προσωρινής κατοχής του εγγράφου από το δικηγόρο μπορεί να ενέχει και η φράση ότι είναι ακριβές αντίγραφο από το πρωτότυπο ή αντίγραφο, αφού αυτή προϋποθέτει λογικά την υλική ενέργεια της παραβολής της φωτοτυπίας προς το πρωτότυπο ή αντίγραφο αυτού. Η παραβίαση των διατάξεων αυτών περί επιδόσεως, εφόσον την τήρηση τους ο νόμος δεν την απαιτεί ρητώς με την ποινή της ακυρότητας και δεν επιτρέπεται γι΄ αυτές αναίρεση ή αναψηλάφηση, συνεπάγεται ακυρότητα της διαδικαστικής πράξης της επίδοσης, μόνο στην περίπτωση, που, κατά την κρίση τον δικαστηρίου, προκάλεσε στον διάδικο που την προτείνει βλάβη, η οποία δεν μπορεί να αποκατασταθεί διαφορετικά παρά μόνο με την κήρυξη της ακυρότητας (άρθρο 159 Κ.Πολ.Δ.). Τη βλάβη αυτή πρέπει να την επικαλείται ο εν λόγω διάδικος κατά τρόπο συγκεκριμένο.
Τέλος από τις διατάξεις του άρθρο 30, παρ. 2, εδ. δ΄ του Ν.Δ. 4114/1960 «Κώδικας Περί Ταμείου Νομικών», όπως προστέθηκε με το άρθρο 22, παρ. 8, περ. α του Ν. 1868/1989, με την οποία ορίζεται ότι «2.Εις τον λογαριασμόν τούτον περιέρχονται αφ΄ ής άρξηται η τήρησις αυτού: α).....δ) εισφορά από ειδικό ένσημο ίσης με την παράσταση δικηγόρου στο πρωτοδικείο που επικολλάται από τους δικηγόρους στα αντίγραφα εγγράφων που επικυρώνουν με εξαίρεση όσα προσκομίζονται στα δικαστήρια ως σχετικά. Σε περίπτωση μη επικόλλησης τα αντίγραφα είναι ανίσχυρα», σε συνδυασμό και με τη διάταξη του άρθρου 25, παρ. 2, του Ν. 2873/2000 «Φορολογικές ελαφρύνσεις και απλουστεύσεις κ.λπ.», με την οποία, από 01.01.2001 καταργήθηκε η διάταξη του άρθρου 27, παρ. 2, του Π.Δ/τος 4755/1931 «Κώδικας νόμων περί τελών χαρτοσήμου», που προέβλεπε την επικόλληση επί των εκδιδομένων από τους δικηγόρους αντιγράφων, παγίου τέλους χαρτοσήμου, σαφώς συνάγεται ότι για την εγκυρότητα των εκδιδόμενων, μετά την 01.01.2001, από δικηγόρους αντιγράφων, απαιτείται μόνο η επικόλληση επ΄ αυτών του προβλεπομένου από την άνω αναφερομένη διάταξη του άρθρου 30, παρ. 2, εδ. δ΄, N.Δ. 4114/1960 ειδικού ενσήμου.
Στην προκειμένη περίπτωση [παραλείπεται το κείμενο].