ΠΟΛ. 1115/2000 (23/03/2000)

Tα Περιφερειακά Ταμεία Ανάπτυξης απαλλάσσονται από το φόρο εισοδήματος ως αποκεντρωμένες Δημόσιες Υπηρεσίες που λειτουργούν ως Ειδικά Ταμεία.
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝΑθήνα, 23 Μαρτίου 2000
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ Αρ.Πρωτ.: 1017987/10222/Β0012
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛ. ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛ. 1115

ΘΕΜΑ:

Tα Περιφερειακά Ταμεία Ανάπτυξης απαλλάσσονται από το φόρο εισοδήματος ως αποκεντρωμένες Δημόσιες Υπηρεσίες που λειτουργούν ως Ειδικά Ταμεία.

1. Σχετικά με το πιο πάνω θέμα σας κοινοποιούμε την αριθμ. 85/2000 γνωμοδότηση του ΝΣΚ, που έγινε αποδεκτή από τον Υπουργό των Οικονομικών, βάσει της οποίας τα Περιφερειακά Ταμεία Ανάπτυξης απαλλάσσονται από το φόρο εισοδήματος.

2. Ανεξάρτητα από την ως άνω απαλλαγή από το φόρο εισοδήματος, τα Π.Τ.Α. υποχρεούνται, βάσει των διατάξεων της περ. β΄ της παρ. 2 του άρθρου 107 του Ν. 2238/1994, ως νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, να υποβάλλουν μέχρι 10 Μαρτίου κάθε οικονομικού έτους δήλωση φορολογίας εισοδήματος (έντυπο Φ01.012) η οποία θα συνοδεύεται υποχρεωτικά με αναλυτική κατάσταση εσόδων -εξόδων, για τα εισοδήματα που απέκτησαν μέσα στο αμέσως προηγούμενο έτος.

Ο ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ
ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΚΟΥΝΑΔΗΣ

ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
Aριθμός Γνωμοδοτήσεως85/2000:

Περίληψη Ερωτήματος Ερωτάται, αν τα Περιφερειακά Ταμεία Ανάπτυξης, υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος ως νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που επιδιώκουν κοινωφελείς σκοπούς ή απαλλάσσονται του φόρου ως αποκεντρωμένες δημόσιες υπηρεσίες που λειτουργούν ως ειδικά Ταμεία.

Επί του ανωτέρω ερωτήματος το Γ΄ Τμήμα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους εγνωμοδότησε ομοφώνως ως ακολούθως:

Α. ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Σύμφωνα με το άρθρο 101 (υποκείμενο του φόρου), (παρ.2) του κωδικοποιητικού νόμου (Κ.Ν.) 2238/1994 "Κύρωση του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος" (Α΄ 151), (πρώην άρθρο 3 του Ν.Δ. 3843/1958, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 15 παρ. 1 του Ν. 2065/92, βλ. τον πίνακα πηγών του άνω κώδικα), "στο φόρο υπόκεινται: 1) .......2) ...... και τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ημεδαπά ή αλλοδαπά νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, στα οποία περιλαμβάνονται και τα κάθε είδους ιδρύματα".

Στο άρθρ 99, (αντικείμενο του φόρου), (παρ. 1 περ. ε) του ίδιου Κ.Ν., (πρώην άρθρο 4 παρ. ε του Ν.Δ. 3843/1958, όπως ίσχυε κατά τον χρόνο θέσπισης του κώδικα) ορίζεται ότι: "Αντικείμενο του φόρου είναι: 1 α) ........ ε) σε ημεδαπά δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, το καθαρό εισόδημα που προκύπτει στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή μόνον από την εκμίσθωση ακινήτων καθώς και από κινητές αξίες. Δεν αποτελούν αντικείμενο φορολογίας τα λοιπά εισοδήματα αυτών των νομικών προσώπων , καθώς και τα κάθε είδους άλλο έσοδά τους που πραγματοποιούνται κατά την επιδίωξη της εκπλήρωσης του σκοπού τους."

Στο άρθρο 103, (απαλλαγές από το φόρο), (παρ. 1 περ. α) του ίδιου Κ.Ν., (πρώην άρθρο 6 παρ. 1 Ν.Δ. 3843/1958, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 14 του Ν.Δ. 1077/1971 και τροποποιήθηκε με το άρθρο 5 παρ. 1 και 2 του Ν.Δ. 250/1973, κατά το μέρος που ενδιαφέρει εν προκειμένω), ορίζεται ότι:

"1. Απαλλάσσονται από το φόρο: α) Το Ελληνικό Δημόσιο στο οποίο περιλαμβάνονται και οι αποκεντρωμένες δημόσιες υπηρεσίες οι οποίες λειτουργούν ως ειδικά ταμεία ..........για τα κάθε είδους εισοδήματά τους".

Όπως γίνεται δεκτό, ως "αποκεντρωμένες δημόσιες υπηρεσίες", κατά την έννοια της κωδικοποιητικής αυτής διατάξεως και για να έχει αυτή κάποιο περιεχόμενο, θεωρούνται τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τα οποία έχουν ως αποκλειστικό προορισμό την εκπλήρωση βασικών κρατικών σκοπών ή την χρηματοδότηση αυτών. Λόγω δε της τροποποιήσεως της κωδικοποιηθείσης διατάξεως του άρθρου 6 παρ. 1 Ν.Δ. 3843/1958, δια του άρθρου 14 του Ν.Δ. 1077/71, λαμβανομένης υπόψη και της καταργητικής όλων των προβλεπομένων τότε απαλλαγών παντός εξομοιωμένου ή μη με το Δημόσιο νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου κλπ. διατάξεως του άρθρου 15 του ίδιου Ν.Δ/τος (1077/71), η απαλλαγή αυτή από το φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, όπως προσδιορίζονται ανωτέρω, τελεί υπό την περαιτέρω προϋπόθεση, ότι αυτά λειτουργούν με τη μορφή Ειδικών Ταμείων (βλ. Γνωμ. ΝΣΚ. 140/1972, 465/1972 Ολ., 189/72, 620/97).

Σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 109 του ίδιου Κ.Ν., όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με το άρθρο 13 παρ. 4 του Ν. 2459/1997, ο συντελεστής φορολογίας για τα ως άνω νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, ορίζεται σε τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) και σε δέκα τοις εκατό (10%) ειδικά για τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα που έχουν συσταθεί ή συνιστώνται νόμιμα και επιδιώκουν αποδεδειγμένα κοινωφελείς σκοπούς. Κατά τη νομολογία του ΣτΕ, ερμηνευούσης αντίστοιχη φορολογική διάταξη, (του άρθρου 6 παρ. 1 περ. ε Ν.Δ. 3843/1958), ως ημεδαπά νομικά πρόσωπα συνιστώμενα νομίμως και επιδιώκονται αποδεδειγμένα κοινωφελείς σκοπούς θεωρούνται τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα που έχουν συσταθεί ή συνιστώνται με πρωτοβουλία ιδιωτών, κατά τις οικείες διατάξεις του αστικού δικαίου, για τα οποία γεννάται ζήτημα αποδείξεως περί του ότι επιδιώκουν στην πράξη τους κοινωφελείς σκοπούς που προβλέπονται από τις καταστατικές τους διατάξεις, όχι δε και σε πρόσωπα που συνιστώνται με πρωτοβουλία του δημοσίου, για την επιδίωξη επιβοηθητικής της κρατικής εν γένει δράσης, έστω και αν αυτά τα νομικά πρόσωπα, ανεξάρτητα από το αν λειτουργούν ως νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, χαρακτηρίζονται από το νόμο ως "κοινωφελούς χαρακτήρα", δεχόμενη επίσης ότι ο χαρακτηρισμός νομικού προσώπου ως επιδιώκοντος σκοπό φιλανθρωπικό ή κοινωφελή δεν προσιδιάζει στα ν.π.δ.δ. (ΣτΕ 1665/89, 2536/86, ΔΦΝ 1987 σε. 882, Contra, εμμέσως, Γν.Ν.Σ.Κ. 1077/85 Ολ., Διοικ. Εφ. Πειραιώς 880/75).

Από το σύνολο των προαναφερομένων προκύπτουν τα ακόλουθα: α) όλα τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ημεδαπά νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου φορολογούνται για το καθαρό εισόδημα τους από την εκμίσθωση ακινήτων και από κινητές αξίες (βλ. σχετικώς και Γν.Ν.Σ.Κ. 671/98 Ολ.), β) δεν μπορεί, καταρχήν, να θεωρηθεί ως "αποκεντρωμένη δημόσια υπηρεσία", κατά την έννοια του όρου στη φορολογική διάταξη του άρθρου 103 παρ. 1 περ. α του Ν. 2238/1994, κρατικό μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα νομικό πρόσωπο, το οποίο συνιστάται με νόμο ως ιδιωτικού δικαίου και γ) τούτο συνιστώμενο προς επιδίωξη επιβοηθητικής της κρατικής εν γένει δράσης δεν μπορεί να θεωρηθεί καθ΄ ερμηνεία των διατάξεων του ότι επιδιώκει αποδεδειγμένα κοινωφελείς σκοπούς, συνακολούθως δε να τύχει του μειωμένου (10%) συντελεστή για τα φορολογητέα έσοδά του.

Καθόσον όμως αφορά στα υπό στοιχείο (β) γενόμενα δεκτά, λαμβανομένης υπόψη της γνωστής διαμάχης στη θεωρία και νομολογία σχετικώς με τα κριτήρια (οργανικό ή λειτουργικό) προσδιορισμού της "δημόσιας υπηρεσίας" όταν από το νόμο συνιστώνται και χαρακτηρίζονται κρατικά νομικά πρόσωπα ως δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, δεν αποκλείεται σε κάθε περίπτωση αντίθετη προς τον νομοθετικό προσδιορισμό κρίση για τον χαρακτήρα του ν.π., όταν εκ του νόμου ο σκοπός, οι αρμοδιότητες και η εν γένει λειτουργία του εν λόγω κρατικού νομικού προσώπου προσδίδουν σε αυτό τα ουσιώδη χαρακτηριστικά νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, οπότε κατά το προαναφερθέντα τυγχάνει περαιτέρω ερευνητέο, για την εφαρμογή του άνω άρθρου 103 παρ. 1 περ. α, εάν τούτο αποβλέπει, αποκλειστικώς, στην εκπλήρωση βασικών κρατικών σκοπών ή την χρηματοδότηση αυτών. Κατά την κρατούσα, πάντως ιδίως στην επιστήμη, άποψη, ο χαρακτηρισμός αυτός αποτελεί έργον καταρχήν μεν του νομοθέτη, αλλά και της επιστήμης και της νομολογίας, οι οποίες μπορούν να προσδιορίσουν αντιθέτως προς τον νομοθέτη τον πραγματικό χαρακτήρα ενός κρατικού ν.π., ως δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, ενόψει ιδίως ελλείψεως ή και αντιφάσεων της ορίζουσας το καθεστώς του νομοθεσίας (βλ. ΣτΕ 407/83, επίσης αντί πολλών άλλων, Β. Σκουρή, Συνταγματική καθιέρωση του οργανικού κριτηρίου: Διοικ. Δίκ. 1(1989) σελ. 3, Γ. Παπαχατζή, Σύστημα του ισχύοντος στην Ελλλάδα Διοικητικου δικαίου έκδ. 5η, 1976, σελ. 389 επ. Π. Δαγτόγλου, Γενικό Διοικητικό Δίκαιο 1992, σελ. 591 επ., ιδίως παράγρ. 1110-43).

Ακριβές κριτήριο, εξάλλου, χαρακτηρισμού ενός κρατικού νομικού προσώπου ως δημοσίου δικαίου θεωρείται η εκ μέρους του νομικού προσώπου άσκηση δημόσιας διοικήσεως, που εκδηλώνεται με τον τρόπο που είναι οργανωμένο και δρα, ιδίως δε με τη δυνατότητα που έχει να απευθύνει επιταγές προς τους διοικουμένους. Η θέσπιση φόρων ή τελών που να καταβάλλονται απευθείας στο ν.π. ή οργανισμό ή η υπέρ του επιφύλαξη ορισμένων ποσοστών από κρατικούς φόρους ή τέλη, η επιβολή απ΄ αυτό παντός είδους υποχρεώσεων στους διοικουμένους, μαρτυρούν την άσκηση δημοσίας διοικήσεως Αλλά δεν είναι αυτά αποκλειστικώς τα δείγματα ασκήσεως δημοσίας εξουσίας. Η δυνατότητα να συνάπτονται έννομες σχέσεις δημοσίου δικαίου, η εν γένει χρήση οιασδήποτε φύσεως μέσων πολιτικής εξουσίας στην πορεία της λειτουργίας του οργανισμού, αποτελούν επίσης στοιχεία που προσιδιάζουν στη λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών, ασφαλείς δηλαδή εκδηλώσεις εξουσιαστικής ενεργείας, που η άσκησή της μαρτυρεί την ιδιότητα του ν.π. ή οργανισμού ως νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου. Μεταξύ των εκδηλώσεων αυτών επισημαίνει η νομολογία την έκδοση κανονιστικών διατάξεων που να επιβάλλουν υποχρεώσεις (βλ. Γ. Παπαχατζή, ο.π. σελ. 398).

Τέλος, το εφαρμοζόμενο από το κρατικό ν.π. λογιστικό σύστημα φορέων του ιδιωτικού τομέα δεν αποκλείει τον χαρακτηρισμό του ως δημοσίας υπηρεσίας ή Ν.Π.Δ.Δ. (πρβλ. Γνωμ. 757/95 Δ΄ Τμ. ΝΣΚ), πολλώ δε μάλλον, αφού παραμερίζεται από τον Κώδικα Δημοσίου Λογιστικού, ήδη Ν. 2362/95, όταν πηγή χρηματοδότησής του ν.π. είναι ο κρατικός προϋπολογισμός ή η Ευρωπαϊκή Ένωση (AD HOC για τα Ταμεία Περιφερειακής Ανάπτυξης Γνωμ. ΝΣΚ 736/1999 Τμ. Δ΄).

Β. ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΔΙΕΠΟΝΤΟΣ ΤΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΑ ΤΑΜΕΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ (ΠΤΑ) ΝΟΜΙΚΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ

1. Στα πλαίσια θεσπίσεως της Περιφέρειας, ως αποκεντρωμένης υπηρεσίας της κρατικής διοίκησης, από το άρθρο 53 του Ν. 2218/1994 (Α 90) όπως έχει αντικατασταθεί από το άρθρο 4 του Ν. 2503/1997 (Α 107) ορίστηκαν ειδικότερα τα της συστάσεως των Περιφερειακών Ταμείων Ανάπτυξης, του καθορισμού του σκοπού και των αρμοδιοτήτων τούτων. Έχουν δε οι σχετικές διατάξεις ως ακολούθως:

"1. Συνιστάται στην έδρα κάθε περιφέρειας νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία Περιφερειακό Ταμείο Ανάπτυξης το οποίο φέρει το όνομα της περιφέρειας και εποπτεύεται από τον Υπουργό Εσωτερικών.

2. Σκοπός και αρμοδιότητες του Περιφερειακού Ταμείου Ανάπτυξης είναι:

α. Η διαχείριση, σύμφωνα με τις αποφάσεις του περιφερειακού συμβουλίου, πιστώσεων του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων, χρηματοδοτήσεων φορέων του δημοσίου τομέα και άλλων νομικών προσώπων, χρηματοδοτήσεων προερχομένων από προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άλλων διεθνών οργανισμών και λοιπών φορέων του εξωτερικού, οι οποίες αφορούν τα περιφερειακά, τα νομαρχιακά, τα τοπικά και τα ειδικά αναπτυξιακά προγράμματα της περιοχής της περιφέρειας.

Β/. Η τεχνική υποστήριξη της Περιφέρειας και ιδίως στον τομέα της εκπόνησης μελετών και ερευνών και εφαρμογής προγραμμάτων, που αναθέτει στο Ταμείο η Περιφέρεια για την αποδοτικότερη αξιοποίηση των πόρων.

γ. Η επιβολή, βεβαίωση και είσπραξη τελών, δικαιωμάτων και εισφορών υπέρ του Ταμείου, μετά από έγκριση του περιφερειακού συμβουλίου.

δ. Η άσκηση της ταμειακής του διαχείρισης.

ε. Η συμμετοχή σε προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

στ. Η σύναψη δανείων με χρηματοδοτικούς φορείς του εσωτερικού και του εξωτερικού για την εκτέλεση έργων, την παροχή υπηρεσιών και την εφαρμογή προγραμμάτων".

2. Εξάλλου από την παράγραφο 1 του άρθρου 55 του άνω νόμου ορίζοντα τα εξής:

"1. Πόροι του ταμείου είναι:

α. Ποσοστό από τις χρηματοδοτήσεις τις οποίες διαχειρίζεται, προσδιοριζόμενο με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Εσωτερικών.

β. Έσοδα από την επιβολή τελών, δικαιωμάτων και εισφορών.

γ. Έσοδα από τη συμμετοχή σε προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

δ. Έσοδα από τη σύναψη δανείων.

ε. Έσοδα από την παροχή υπηρεσιών, την εκτέλεση εργασιών, τη διεξαγωγή ερευνών και την εκπόνηση μελετών και προγραμμάτων.

στ. Έσοδα από κάθε είδους επιχορηγήσεις.

ζ. Έσοδα από δωρεές, κληροδοτήματα, κληρονομιές.

η. Έσοδα από την περιουσία του.

θ. Έσοδα από κάθε άλλη πηγή".

3. Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 54 του άνω νόμου, το προειρημένο Ταμείο διοικείται από το διοικητικό συμβούλιο και τον πρόεδρο. Το διοικητικό συμβούλιο συγκροτείται με απόφαση του γενικού γραμματέα της περιφέρειας για τετραετή θητεία και αποτελείται από: α) Το γενικό γραμματέα της περιφέρειας, ως πρόεδρο, β) έναν εκπρόσωπο της τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτης βαθμίδας, γ) έναν εκπρόσωπο της τοπικής αυτοδιοίκησης δεύτερης βαθμίδας, δ) έναν εκπρόσωπο προερχόμενο από τις εργοδοτικές οργανώσεις, ε) ένα εκπρόσωπο προερχόμενο από τις εργατικές οργανώσεις και στ) δύο προϊστάμενους υπηρεσιών της περιφερείας οριζόμενους από το γενικό γραμματέα της περιφέρειας.

4. Σημειώνεται, αναφορικά με τους προεκτεθέντες σκοπούς του Ταμείου, ότι κατά το αρχικό περιεχόμενο του άρθρου 53 του Ν. 2238/1994 (παράγρ. 28), μεταξύ αυτών, περιλαμβάνεται και η ανάπτυξη δραστηριοτήτων του επ΄ αμοιβή για λογαριασμό συνεταιρισμών ή ιδιωτικών φορέων.

Μετά την κατάργηση της άνω δυνατότητας, που συντελέσθηκε με το άρθρο 4 παρ. 3 του Ν. 2503/1997, η προδιαληφθείσα πρόβλεψη του άρθρου 55 παρ. 1 περ. ε, για την ένταξη στους πόρους του Ταμείου και εσόδων από την εκπόνηση μελετών, έχει καταστεί άνευ αντικειμένου, λόγω της καταργήσεως της αρμοδιότητας του ΤΑΠ για παροχή τέτοιων υπηρεσιών προς ιδιώτες (κατά την υπ΄ αριθμ. 583/1998 Γνωμ. του ΝΣΚ η διάταξη δεν εθίγη, διότι οι πόροι αυτοί αποβλέπουν στην κάλυψη μόνον δαπανών, χωρίς υπολογισμό κέρδους υπέρ του Ταμείου). Βάσει πάντως αυτής της μεταβολής των αρμοδιοτήτων των ΤΑΠ, απαλείφθηκε το μοναδικό στοιχείο σύνδεσής των με ιδιωτική δραστηριοποίηση (έστω μερική) και προσδιορίσθηκε εμμέσως πλην σαφώς, ως αποκλειστικός, ο μη κερδοσκοπικός χαρακτήρας των.

Σύμφωνα εξάλλου με την Εισηγητική Έκθεση (σελ. 4) του Ν. 2218/94, "αποτελεί καθοριστικής σημασίας καινοτομία η ίδρυση του Περιφερειακού Ταμείου Ανάπτυξης, ως νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου, το οποίο θα διαχειρίζεται όλο το περιφερειακό πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων με διατάκτη του περιφερειάρχη, θα μπορεί να εξασφαλίζει πρόσθετους πόρους για την συγχρηματοδότηση των έργων (με δάνεια, δικαιώματα, τέλη και εισφορές) και θα παρέχει την αναγκαία τεχνική και επιστημονική υποστήριξη στα όργανα και τις υπηρεσίες της περιφερείας, στην άσκηση των αρμοδιοτήτων τους και ιδιαίτερα στον αναπτυξιακό προγραμματισμό και την εφαρμογή των πολιτικών και των προγραμμάτων περιφερειακής ανάπτυξης" (για τις επιστημονικές επικρίσεις της ως άνω "καινοτομίας" βλ. Α. Τάχου, Ελλ. Διοικ. Δίκαιο, 1996, σελ. 193-4 499).

5. Περαιτέρω με την υπ΄ αριθμ. 2141/22-1-1998 απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημ. Διοίκησης και Αποκέντρωσης (Β΄ 78), κατ΄ εξουσιοδότηση του άρθρου 56 παρ. 2 του Ν. 2218/94, ορίστηκε ο Κανονισμός Οικονομικής διοίκησης και διαχείρισης των Περιφερειακών Ταμείων Ανάπτυξης, που κατά βάση ακολουθεί το λογιστικό των Ν.Π.Ι.Δ., εν μέρει δε ρυθμίσεις του δημοσίου λογιστικού, με χαρακτηριστικότερες τις περιπτώσεις, αντιστοίχως υποχρέωσης θεώρησης βιβλίων των ΤΠΑ στη Δ.Ο.Υ. και καθορισμού του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας ως διατάκτη των δαπανών κλπ. (βλ. άρθρο 12 παρ. 5 Ν.2307/95).

6. Με την υπ΄ αριθμ. 4683/9-2-1998 ομοία ορίστηκε ο Κανονισμός Προσωπικού των Περιφερειακών Ταμείων Ανάπτυξης (Β΄ 140), ο οποίος ενδεικτικώς αναφέρει ότι:

α. το προσωπικό των ΤΠΑ προσλαμβάνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2190/94 ή αποσπάται από το Δημόσιο ή τα Ν.Π. του δημόσιου τομέα (άρθρο 16) μέσω του ΑΣΕΠ, ο χρόνος δε αποσπάσεως των υπαλλήλων του Δημοσίου λογίζεται ως χρόνος υπηρεσίας σ΄ αυτό (Δημόσιο).

β. το μισθολόγιο του προσωπικού καθορίζεται κατ΄ αντιστοιχία με τις διατάξεις του Ν. 2470/97, με ορισμένες εξαιρέσεις, στα ζητήματα δε προσωπικού, που δεν ρυθμίζονται με τον κανονισμό, εφαρμόζεται η εργατική νομοθεσία.

Από τα προαναφερθέντα σχετικώς με το καθεστώς των ΤΠΑ προκύπτει σαφώς, ότι, ανεξαρτήτως του νομοθετικού προσδιορισμού των ως Ν.Π.Ι.Δ. και του εφαρμοζομένου λογιστικού συστήματος, αυτά αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου βάσει, συνολικώς, του σκοπού, των αρμοδιοτήτων και της λειτουργίας των, διότι συνιστούν πράγματι τις ταμειακές -οικονομικές και τεχνικές υπηρεσίες των Περιφερειών, ως αποκεντρωμένων υπηρεσιακών μονάδων της κεντρικής διοίκησης, που συμμετέχουν αναγκαίως στην ασκούμενη, απ΄ αυτές (περιφέρειες) δημοσία εξουσία, δηλ. στη διαχείριση κυρίως των πιστώσεων δημοσίων επενδύσεων και των κοινοτικών χρηματοδοτήσεων, η οποία συνιστά την πλέον σύγχρονη και σημαντικότερη, ίσως, μορφή άσκησης πολιτικής εξουσίας. Επιπλέον δε οι βασικοί πόροι αυτών (ποσοστά από τις ανωτέρω χρηματοδοτήσεις και από τα - κατ΄ ενάσκηση δημοσίας εξουσίας υπό την κλασσική της μορφή -έσοδα από τέλη, εισφορές κλπ. που τα ίδια επιβάλλουν σε βάρος των διοικουμένων) προσθέτουν στα ΠΤΑ τα πλέον ουσιώδη κριτήρια χαρακτηρισμού των ως Ν.Π.Δ.Δ.

Γ. Από το σύνολο των προαναφερομένων, συνδυαζομένων μεταξύ τους, προκύπτει ότι, επειδή τα Ταμεία Περιφερειακής Ανάπτυξης αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τα οποία παρέχουν αυτοδιοικούμενη κρατική υπηρεσία σε εδαφική συνάρτηση με συγκεκριμένη διοικητική περιφέρεια της χώρας, η οποία (υπηρεσία) εξυπηρετεί αποκλειστικώς τον εκ του Συντάγματος (βλ. άρθρο 79 παρ. 8 και 106 παρ. 1) κρατικό σκοπό της περιφερειακής ανάπτυξης της χώρας και την χρηματοδότηση αυτού, λειτουργούν δε αναμφιβόλως και ως ειδικά Ταμεία, πρέπει να θεωρηθούν, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 103 παρ. 1 περ. α΄ του Κ.Ν. 2238/1994 "ως αποκεντρωμένες δημόσιες υπηρεσίες" που λειτουργούν ως ειδικά Ταμεία, δικαιούμενα της προβλεπόμενης σε αυτό ολικής απαλλαγής από τη φορολογία εισοδήματος