ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
|
Αθήνα, 14 Αυγούστου 2014
|
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
|
ΠΟΛ. 1194
|
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
|
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
|
1) ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΛΕΓΧΩΝ ΤΜΗΜΑ Δ΄
|
2) ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΙΣΠΡΑΞΕΩΝ ΤΜΗΜΑΤΑ Α΄ & Β΄
|
ΘΕΜΑ: Αξιοποίηση των διατάξεων της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης (Αρχή του άρθρου 7 του N .3691/2008).
Αντικείμενο του N.3691/2008 (Α΄ 166), όπως ισχύει, είναι η πρόληψη και καταστολή των αδικημάτων της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και η προστασία του χρηματοπιστωτικού συστήματος από τους κινδύνους που ενέχουν. Στο άρθρο 3 του N.3691/2008 ορίζονται τα βασικά αδικήματα στα οποία περιλαμβάνονται τα αδικήματα α) της φοροδιαφυγής που προβλέπονται στο άρθρο 17 , στο άρθρο 18 με την εξαίρεση της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 και του άρθρου 19 με την εξαίρεση της περίπτωσης του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του N.2523/1997 (Α΄ 179), όπως ισχύουν, β) της λαθρεμπορίας και γ) της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο, που προβλέπονται στο άρθρο 25 του ν.1882/1990 (Α΄ 43), όπως ισχύει, με την εξαίρεση της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1, καθώς και της μη καταβολής χρεών που προκύπτουν από χρηματικές ποινές ή πρόστιμα που επιβλήθηκαν από τα δικαστήρια ή από διοικητικές ή άλλες αρχές.
Σύμφωνα με το άρθρο 29 του N.3691/2008 οι Δ.Ο.Υ. και τα ελεγκτικά κέντρα, όταν διαπιστώνουν περιπτώσεις παραβάσεων της φορολογικής νομοθεσίας, καθώς και των λοιπών αδικημάτων αρμοδιότητάς τους, που υπάγονται στα βασικά αδικήματα ως ανωτέρω, υποβάλλουν αναφορές στην Αρχή του άρθρου 7 N.3691/2008 , ενημερώνοντας συγχρόνως και τη Γενική Διεύθυνση Φορολογικής Διοίκησης. Στη συνέχεια, εφόσον κατά την έρευνα της Αρχής συντρέχουν οι οριζόμενες από το άρθρο 48 του N.3691/2008 προϋποθέσεις, ο Πρόεδρος της Αρχής διατάσσει, σε επείγουσες περιπτώσεις, την απαγόρευση της κίνησης λογαριασμών, τίτλων και χρηματοπιστωτικών προϊόντων, καθώς και του ανοίγματος θυρίδων και της μεταβίβασης ή εκποίησης οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου.
Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, σκοπός του N.3691/2008 είναι η λήψη των αναγκαίων μέτρων για την πρόληψη και καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και ως εκ τούτου τυχόν επιβληθείσα απαγόρευση εκποίησης περιουσιακών στοιχείων, που επιβάλλεται με διάταξη (απόφαση) του ανακριτή ή του δικαστικού συμβουλίου ή στην ως άνω περίπτωση του Προέδρου της Αρχής του άρθρου 7 του N.3691/2008 (άρθρο 48 του ν.3691/2008) αποσκοπεί στο να εμποδίσει οποιαδήποτε διάθεση του εκάστοτε περιουσιακού στοιχείου, είτε από τον ίδιο τον κατηγορούμενο, είτε από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, περιλαμβανομένου και του Ελληνικού Δημοσίου, κατά τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας, ούτως ώστε να εξασφαλισθεί, ότι σε περίπτωση καταδικαστικής απόφασης, θα είναι δυνατή η δήμευση αυτών, είτε ως παρεπόμενης ποινής, είτε ως μέτρου ασφαλείας.
Στο πλαίσιο της συνεργασίας και της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των αρμοδίων φορέων με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 40 του N.3691/2008 , όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 9 του άρθρου 68 του N.4174/2013 (Α΄ 170), ορίστηκε ότι η Αρχή του άρθρου 7 του N.3691/2008 οφείλει να ενημερώνει μέσα σε δύο (2) εργάσιμες ημέρες τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων για τις περιπτώσεις δέσμευσης περιουσιακών στοιχείων που σχετίζονται με νομιμοποίηση εσόδων που προέρχονται από φορολογικά αδικήματα, τελωνειακά αδικήματα ή αδικήματα μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο αποστέλλοντας τις σχετικές διατάξεις (αποφάσεις).
Για την αξιοποίηση των πληροφοριών που περιλαμβάνονται στις διατάξεις (αποφάσεις) της Αρχής του άρθρου 7 του N.3691/2008 αποφασίστηκε η αποστολή τους στις αρμόδιες υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (Δ.Ο.Υ., ελεγκτικά κέντρα και Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης κατά περίπτωση) προκειμένου οι υπηρεσίες αυτές να είναι ενήμερες για τα περιουσιακά στοιχεία των φορολογουμένων που έχουν δεσμευτεί από την Αρχή, ώστε να προβούν στις τυχόν απαιτούμενες ενέργειες με στόχο τη διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου.
Κατόπιν των ανωτέρω, οι ενέργειες στις οποίες οφείλουν να προβούν οι προαναφερθείσες υπηρεσίες, κατά λόγο αρμοδιότητας, είναι οι ακόλουθες:
Α. Τμήμα Εσόδων
Εφόσον στη διάταξη (απόφαση) της Αρχής του άρθρου 7 του N.3691/2008, περιλαμβάνεται απαγόρευση εκποίησης ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο μεταβίβασης ακινήτου ή εμπραγμάτου δικαιώματος επ΄αυτού, το τμήμα Εσόδων καταχωρεί δέσμευση χορήγησης αποδεικτικού, για μεταβίβαση ακινήτου, στο πληροφοριακό σύστημα TAXIS. Διευκρινίζεται ότι η μη χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας και βεβαίωσης οφειλής, αφορά αποκλειστικά στα ακίνητα τα οποία έχουν δεσμευτεί με τη διάταξη. Εξυπακούεται ότι εφόσον το αποδεικτικό ζητηθεί για μεταβίβαση μη δεσμευμένου ακινήτου, το αποδεικτικό ενημερότητας ή η βεβαίωση οφειλής κατά περίπτωση χορηγείται για το συγκεκριμένο, μη δεσμευμένο ακίνητο, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησης αυτών κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 του ΚΦΔ και τα οριζόμενα στις Αποφάσεις ΓΓΔΕ ΠΟΛ 1274 και 1275/2013 , όπως ισχύουν.
Κατά την καταχώριση της δέσμευσης πρέπει να αναφέρεται στις παρατηρήσεις ο αριθμός της διάταξης (απόφασης) της Αρχής του άρθρου 7 N.3691/2008. Η διάταξη (απόφαση) τηρείται και στο αρχείο του Τμήματος Εσόδων, ώστε να εξασφαλίζεται η εύρυθμη λειτουργία της διαδικασίας χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας.
Σημειώνεται ότι η δέσμευση καταχωρείται μόνο από την υπηρεσία (Δ.Ο.Υ. ή Ελεγκτικό Κέντρο), ο Προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την παραλαβή δήλωσης φορολογίας του φορολογούμενου, του οποίου δεσμεύονται τα περιουσιακά στοιχεία και αίρεται εφόσον αρθεί η απαγόρευση.
Β. Τμήμα Δικαστικό και Νομικής Υποστήριξης
Εφόσον στη διάταξη (απόφαση) της Αρχής του άρθρου 7 του N.3691/2008 περιλαμβάνεται η ανωτέρω απαγόρευση εκποίησης ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο διάθεσης περιουσιακού στοιχείου (κινητών, ακινήτων, απαιτήσεων κ.λπ.), οποιαδήποτε πράξη εκποίησης, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η επίσπευση προγράμματος αναγκαστικού πλειστηριασμού, των δεσμευθέντων κατά περίπτωση περιουσιακών στοιχείων καθίσταται μη νόμιμη, μέχρι την ολοκλήρωση της ποινικής διαδικασίας, δηλαδή την έκδοση αμετάκλητης απόφασης του αρμόδιου ποινικού δικαστηρίου ή την για οποιοδήποτε λόγο ανάκληση της διάταξης, με την οποία επιβλήθηκε η δέσμευση.
Τα παραπάνω έγιναν δεκτά και με την αρ. 399/2013 ομόφωνη Γνωμοδότηση της Α΄ Τακτικής Ολομέλειας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους που έγινε δεκτή από τον Υπουργό Οικονομικών, σύμφωνα με την οποία, η απαγόρευση εκποίησης ακινήτου περιουσίας που επιβλήθηκε με διάταξη του Προέδρου της Αρχής του άρθρου 7 του N.3691/2008, κατά τις διατάξεις των άρθρων 46 (δήμευση περιουσιακών στοιχείων) και 48 (δέσμευση και απαγόρευση εκποίησης περιουσιακών στοιχείων) του N.3691/2008, εμποδίζει την επίσπευση προγράμματος πλειστηριασμού του ακινήτου αυτού εκ μέρους του Δημοσίου λόγω ανεξόφλητων οφειλών προς το Δημόσιο μέχρι την ολοκλήρωση της ποινικής διαδικασίας, δηλαδή την έκδοση αμετακλήτου αποφάσεως του αρμοδίου ποινικού Δικαστηρίου ή την για οποιοδήποτε λόγο ανάκληση της διάταξης, με την οποία επιβλήθηκε η δέσμευση.
Επισημαίνεται ότι, η ανωτέρω απαγόρευση δεν εμποδίζει την κίνηση της διαδικασίας διοικητικής εκτέλεσης (επιβολής κατάσχεσης, κινητών, ακινήτων, απαιτήσεων στα χέρια τρίτων κ.λπ.) των δεσμευθέντων περιουσιακών στοιχείων.
Τέλος, επισημαίνεται ότι σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 40 του N.3691/2008, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 9 του άρθρου 68 του N. 4174/2013, ειδικά στις περιπτώσεις διενέργειας φορολογικών ή τελωνειακών ελέγχων και κατά τη διαδικασία είσπραξης χρεών, η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών δύναται να ζητήσει και να λάβει από την Αρχή του άρθρου 7 του N.3691/2008 κάθε διαθέσιμη σε αυτήν πληροφορία που είναι πιθανό να σχετίζεται με το διενεργούμενο έλεγχο ή με την επιδιωκόμενη είσπραξη χρέους του υπόχρεου. Η Αρχή δύναται να αποφασίσει να μην παράσχει τις πληροφορίες, εάν η παροχή των πληροφοριών θα έθετε σε κίνδυνο μια συνεχιζόμενη έρευνα της Αρχής. Αυτή η άρνηση δεν μπορεί να υπερβεί χρονικά τους έξι (6) μήνες. Ωστόσο, όπως ορίζει η παράγραφος 2 του άρθρου 15 το N.4174/2013 , η Φορολογική Διοίκηση δεν μπορεί να λαμβάνει γνώση πληροφοριών ή εγγράφων που αφορούν σε ποινικές υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον των αρμόδιων εισαγγελικών αρχών ή των ποινικών δικαστηρίων, χωρίς προηγούμενη έγγραφη άδεια του αρμόδιου Εισαγγελέα.
Αρμόδιος για την υποβολή αιτήματος προς την Αρχή του άρθρου 7 του N.3691/2008 για χορήγηση κάθε διαθέσιμης σε αυτήν πληροφορίας, καθώς και για την υποβολή αιτήματος προς τον αρμόδιο Εισαγγελέα για χορήγηση έγγραφης άδειας για λήψη πληροφοριών ή εγγράφων για υποθέσεις που εκκρεμούν όπως αναφέρθηκαν ανωτέρω είναι «ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ή του Ελεγκτικού Κέντρου ή του Ειδικού Συνεργείου Ελέγχου του άρθρου 39 του N.1914/1990 , όπως ισχύει, υπάλληλος των οποίων διενεργεί τον έλεγχο ή ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ή του Ελεγκτικού Κέντρου που επιδιώκει την είσπραξη της οφειλής ή ο Προϊστάμενος της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης ή ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. που παραλαμβάνει την προβλεπόμενη δήλωση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρούσα» (περίπτωση 6 της υπ΄αριθ.Δ6Α 1036682 ΕΞ 2014/25.2.2014 Απόφαση Γεν. Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, όπως τροποποιήθηκε με την υπ΄αριθ.Δ6Α 1054391 ΕΞ 2014/1.4.2014 Απόφαση Γεν. Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων). Σημειώνεται ότι το αίτημα, είτε προς την Αρχή, είτε προς τον Εισαγγελέα προκειμένου για αναζήτηση πληροφοριών, όπως περιγράφεται ανωτέρω, θα πρέπει να υποβάλλεται μόνο εφόσον δεν επαρκούν οι ίδιες πηγές πληροφόρησης και συνεπώς κρίνεται απολύτως απαραίτητο.
Κατόπιν των ανωτέρω, παρακαλείσθε για την ορθή εφαρμογή των διατάξεων σύμφωνα με τις οδηγίες που παρέχονται και με την παρούσα εγκύκλιο.
Ακριβές Αντίγραφο
|
Η ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
|
Η Προϊσταμένη της Γραμματείας
|
ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
|
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΣΑΒΒΑΪΔΟΥ
|