ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ |
Αθήνα, 11 Σεπτεμβρίου 2001 |
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ |
Αρ.Πρωτ.: 1120998/11069/Β0012 |
ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ |
ΠΟΛ. 1217 |
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛ. ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ (Δ12) |
|
ΤΜΗΜΑ Β΄ |
|
ΘΕΜΑ:
Οι Κοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (Κ.Α.Σ.Ο.) εμπίπτουν στα υποκείμενα φόρου της περ.γ΄ της παρ.1 του άρθρου 101 του Ν. 2238/1994.
Με αφορμή προφορικά και γραπτά ερωτήματα που έχουν τεθεί στην υπηρεσία μας αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:
1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. θ΄ της παρ.1 του άρθρου 103 του Ν. 2238/1994 από το φόρο εισοδήματος απαλλάσσονται τα εισοδήματα που αποκτούν οι συνεταιρισμοί πρώτου, δεύτερου και τρίτου βαθμού που χαρακτηρίζονται από το νόμο ως αγροτικοί από δραστηριότητες που εμπίπτουν στους σκοπούς που καθορίζονται από τις διατάξεις του καταστατικού τους. Στην απαλλαγή αυτή δεν περιλαμβάνονται :
αα) Τα εισοδήματα από εκμίσθωση ακινήτων και από κινητές αξίες, εκτός των τόκων από συναλλαγματικές και γραμμάτια, εφόσον πηγάζουν από εμπορικές συναλλαγές, καθώς και τωντόκων από δάνεια ή πιστώσεις στα μέλη του συνεταιρισμού.
ββ) Τα κέρδη από πώληση προϊόντων μετά από προηγούμενη επεξεργασία τους ή διασκευή η οποία μπορεί να προσδώσει σε αυτά το χαρακτήρα βιομηχανικών προϊόντων. Δεν θεωρείται ως βιομηχανική επεξεργασία η διαλογή, εξευγενισμός, καθαρισμός, έκθλιψη, εκκόκιση. εκχύμωση, αποφλοίωση, παστερίωση, η παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων, καθώς και η απλή συσκευασία για τη συντήρηση και μεταφορά των γεωργικών προϊόντων στον τόπο της κατανάλωσης, ανεξάρτητα από τα μέσα που χρησιμοποιούνται για το σκοπό αυτό.
γγ)Τα κέρδη από τη λιανική πώληση σε τρίτους γεωργικών προϊόντων γενικά παραγωγής του συνεταιρισμού ή των μελών αυτού από ίδια πρατήρια ή με τη μεσολάβηση τρίτων που ενεργούν λιανική πώληση κατ΄ εντολή και για λογαριασμό τους.
δδ)Τα κέρδη από την πώληση σε τρίτους που δεν είναι μέλη του συνεταιρισμού, αγαθών γενικά που δεν παράγονται από το συνεταιρισμό ή από τα μέλη του, καθώς και τα κέρδη από παροχή υπηρεσιών σε τρίτους που δεν είναι μέλη του συνεταιρισμού. Στα εισοδήματα αυτά συμψηφίζονται οι τυχόν ζημιές, που προκύπτουν από κλάδους του συνεταιρισμού, που απαλλάσσονται από το φόρο.
2. Περαιτέρω, όπως έχει γίνει δεκτό με την αρ. 3/1992 ερμηνευτική εγκύκλιο του Π.Δ. 186/1992 περί ΚΒΣ, κοινοπραξία επιτηδευματιών είναι η από κοινού σύμπραξη περισσοτέρων του ενός προσώπων (φυσικών ή νομικών) για την εκτέλεση ορισμένης εργασίας (συνήθως τεχνικής) με σκοπό το κέρδος. Έχει προσωρινό κυρίως χαρακτήρα, είναι ιδιότυπο πρόσωπο, δεν αντιμετωπίζεται από τον Εμπορικό Νόμο, οριοθετείται από το φορολογικό δίκαιο για την εξυπηρέτηση ορισμένων συναλλαγών.
Η κοινοπραξία επιτηδευματιών θεωρείται επιτηδευματίας και έχει όλεςτιςυποχρεώσεις του Κώδικα (τήρηση βιβλίων, έκδοση στοιχείων,κ.λ.π.).
3. Εξάλλου, με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ.1 του άρθρου 1 του Ν. 2810/2000 ορίζεται, ότι η Αγροτική Συνεταιριστική Οργάνωση (Α.Σ.Ο.) είναι αυτόνομη ένωση προσώπων, η οποία συγκροτείται εθελοντικά και επιδιώκει, με την αμοιβαία βοήθεια των μελών της,την οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική ανάπτυξη και προαγωγή τους, μέσω μιας συνιδιοκτήτης και δημοκρατικά διοικούμενης επιχείρησης. Με τις διατάξεις δε, της παρ.2 του ίδιου πιο πάνω άρθρου και νόμου ορίζεται,ότι η Α.Σ.Ο. διακρίνονται σε πρωτοβάθμιες, δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες. Στις πρωτοβάθμιες υπάγονται οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί (Α.Σ.), στις δευτεροβάθμιες οι Ενώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών (Ε.Α.Σ.) και οι κοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (Κ.Α.Σ.Ο.) και στις τριτοβάθμιες οι Κεντρικές Συνεταιριστικές Ενώσεις (ΚΕ.Σ.Ε.). ενώ, με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ.3 του άρθρου αυτού ορίζεται, ότι οι Α.Σ.Ο. όλων των βαθμίδων είναι νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και έχουν εμπορική ιδιότητα,
4. Επίσης, με τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 30 του ίδιου πιο πάνω νόμου . ορίζεται, ότι δύο ή περισσότερες Α.Σ.Ο. της ίδιας ή διαφορετικής βαθμίδας μπορεί να συνιστούν μεταξύ τους κοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (Κ.Α.Σ.Ο.). με σκοπό την προαγωγή των καταστατικών σκοπών και δραστηριοτήτων τους. Με τις διατάξεις δε της παρ.2 του άρθρου αυτού ορίζεται, ότι οι Κ.Α.Σ.Ο. αποτελούν ίδια νομικά πρόσωπα και για τη σύσταση τους απαιτείται η σύνταξη καταστατικού.
5. Έξαλλου, με τις διατάξεις της παρ. 14.του άρθρου 35 του ίδιου-πιο πάνω νόμου ορίζεται, ότι οι Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις και οι εταιρίες τους εντάσσονται στους αναπτυξιακούς νόμους.
6. Με τις διατάξεις δε της παρ.5 του άρθρου 3 του Ν. 2601/1998 ορίζεται, ότι οι διατάξεις του παρόντος δεν έχουν εφαρμογή σε επιχειρήσεις που λειτουργούν με τημορφή της κοινωνίας, της εταιρείας του αστικού δικαίου ή της κοινοπραξίας.
7. Η Ολομέλεια του Ν.Σ.Κ. γνωμοδότησε ομόφωνα με την αρ. 335/2001 γνωμοδότηση της, η οποία έχει γίνει αποδεκτή από τον κ. Υπουργό Γεωργίας, ότι οι Κοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (Κ.Α.Σ.Ο.) υπάγονται στις ρυθμίσεις των αναπτυξιακών νόμων. Για να καταλήξει στο συμπέρασμα αυτό προέβη στις ακόλουθες παραδοχές - συμπεράσματα:
α) Οι Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις (Α.Σ.Ο.) είναι Ν.Π.Ι.Δ.,τα οποία κέκτηνται εμπορική ιδιότητα και αντιμετωπίζονται πλέον ως έχουσες χροιά εμπορικής επιχειρήσεως.
β) Από την περικοπή στην Εισηγητική Έκθεση του Ν.2810/2000 που αναφέρει άτι «οι Κ.Α.Σ.Ο. λογίζονται για την οργάνωση και λειτουργία τους ως δευτεροβάθμιες αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις», δεν καταλείπεται αμφιβολία για την ευθεία ή. τουλάχιστον, κατά πλάσμα του νόμου συμπερίληψη των Κοινοπραξιών των Α.Σ.Ο. στις δευτεροβάθμιες Α.Σ.Ο.
γ) Η έννοια της Κοινοπραξίας που αναφέρεται στις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν. 2810/2000 δεν ταυτίζεται με την έννοια της Κοινοπραξίας όπως αυτή αναφέρεται πιο πάνω στην αρ. 3/1992 ερμηνευτική εγκύκλιο του Π.Δ.186/1992 (Κ.Β.Σ), καθ΄ όσον η Κ.Α.Σ.Ο. αποτελεί δευτεροβάθμια συνεταιριστική οργάνωση αυτόνομη, η οποία συνιστάται με καταστατικό, νομίμως εγκρινόμενο από το Δικαστήριο και δεν αποβλέπει στην διεκπεραίωση ενός και μόνο έργου, αλλά έχει χαρακτήρα διαρκή και σκοπό την προαγωγή των καταστατικών σκοπών και δραστηριοτήτων των απαρτιζουσών αυτή δύο ή περισσοτέρων, και διαφόρου ακόμη βαθμού, Α.Σ.Ο., κέκτηται δε νομική προσωπικότητα.
8. Από όλα τα προαναφερόμενα προκύπτουν τα ακόλουθα:
α. Οι Κοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων ως δευτεροβάθμιοι αγροτικοί συνεταιρισμοί υπόκεινται, σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. γ΄ της παρ.1 του άρθρου 101 του Ν. 2238/1994, σε φόρο εισοδήματος και περαιτέρω, υποχρεούνται, σύμφωνα με την περ. α΄ της παρ. 2 του άρθρου 107 του ίδιου νόμου, να υποβάλλουν δήλωση φορολογίας εισοδήματος (Φ01.010) μέχρι και τη δέκατη (10η) ημέρα του πέμπτου μήνα από τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου, για .τα εισοδήματα που απέκτησαν μέσα σε αυτή.
β. Οι Κοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων, ως δευτεροβάθμιοι αγροτικοί συνεταιρισμοί, απαλλάσσονται της φορολογίας εισοδήματος για τα εισοδήματα τους, με τους όρους και τις προϋποθέσεις των διατάξεων της περ. θ΄ της παρ. 1 του άρθρου 103 του Ν. 2238/1994.
γ. Όλες οι Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις μπορούν να υπαχθούν στις ρυθμίσεις των αναπτυξιακών νόμων, σύμφωνα με τη γενική διατύπωση της παρ.14 ταυ άρθρου 35 του Ν. 2810/2000, και κατά συνέπεια, δεν είναι νοητός ο αποκλεισμός των Κοινοπραξιών Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων, οι οποίες, κατά τα άνω, τυγχάνουν Α.Σ.Ο. δεύτερης βαθμίδας, από το γεγονός και μόνο ότι στην παρ. 5 του άρθρου 3 του Ν. 2601/1998 περιέχεται διάταξη περί εξαιρέσεως των κοινοπραξιών από την εφαρμογή των διατάξεων αυτών, δεδομένου ότι η εξαίρεση αυτή αναμφίβολα αναφέρεται στις, παροδικού και ευκαιριακού χαρακτήρα και μη προβλεπόμενες με «ειδική νομική διάταξη», συνεστημένες και λειτουργούσες κοινοπραξίες, όπως αυτές αναφέρονται στην αρ. 3/1992 ερμηνευτική εγκύκλιο του Π.Δ. 186/1992 (Κ.Β.Σ.).
Συνημμένα σας στέλνουμε την αριθ. 395/2001 γνωμοδότησητου Ν.Σ.Κ. για πληρέστερη ενημέρωση σας.
Με Ε,Υ, |
Ο Διευθυντής |
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ |
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ |
ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ: |
|
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ υπ΄ αρ. 395/2001 ΟΛΟΜΕΛΕΙΑΣ |
Συνεδρίαση της 15ης Ιουνίου 2001 |
ΣΥΝΘΕΣΗ
Πρόεδρος: Ευστρ.Βυλάνης
Αντιπρόεδροι: Κων.Βολτής, Χρ.Τσεκούρας, Γεώργ. Πουλάκος, Γρηγ.Κρόμπας
Νομικοί Σύμβουλοι: Σπ.Σκουτέρης, Πασχ. Κισσούδης, Δημ.Λάκκας, Ηλ. Παπαδόπουλος, Αλεξ, Τζεφεράκος, Κων.Μπακάλης, Νικ.. Κατσίμπας, Ι. Πετρόπουλος. Νικ. Μαυρίκας, Χρ. Θωμόπουλος, Χαρ. Παλαιλόγου, Βλ.Αημακόπουλος, Δημ. Παπαγεωργόπουλος, Ευαγγ.Τριτάς, Ι.Μάσβουλας, Σπ. Δελλαπόρτας, Φωκ. Γεωργακόπουλος, Δημ. Αναστασόπουλος,Κρ. Μανωλής. Κων. Καποτάς, Φώτ. Τάτσης, Θεοδ. Ηλιάκης, Δημ.. Παπαδόπουλος, Νικηφ. Κανιούρας, Β. Σουλιώτης, Ι. Σακελλαρίου, Χριστ. Μπότσιος, Στυλ. Βασσαλάκης, Ανδρ. Φυτράκης, Ι.Τρίαντος, Μιχ. Απέσσος, Πετρ. Τριανταφυλλίδης.
Εισηγητής: Κων/νος ε. Μπακάλης, Νομικός Σύμβουλος του Κράτους,
Ερώτημα: Αρ. Πρωτ. 366014/3242/5.2.2001 της Γ.Δ. Γεωργικών Εφαρμογών και Έρευνας/ Δ/νσεως Αγροτικού Συνεργατισμού και Ομαδικών Δραστηριοτήτων / Τμ. Αγροτικών Συνεταιρισμών του Υπουργείου Γεωργίας, υπογραφόμενο από τονΓ.Γ. του Υπ. Γεωργίας.
Περίληψη Ερωτ/τος: Αν, ενόψει των οριζομένων στις διατάξεις του Ν. 2810/2000 (άρθρο 35 παρ. 14) και του Ν. 2601/1998 (άρθρο 3), είναι δυνατή η υπαγωγή των Κοινοπραξιών Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (Κ.Α.Σ.Ο.) στους αναπτυξιακούς νόμους, και ειδικότερα:
Αν, υπό τα ιστορούμενα στο ερώτημα και προκύπτοντα από τα συνυποβληθέντα στοιχεία πραγματικά περιστατικά, είναι δυνατή η υπαγωγή στις, ως άνω ρυθμίσεις της συγκεκριμένης Κοινοπραξίας Α.Σ.Ο. με την επωνυμία «ΑΛ.Μ.ΜΕ».
- Επί του ανωτέρω ερωτήματος, το οποίο εισάγεται ενώπιον της Ολομέλειας του Σώματος, ως αναφερόμενο σε θέμα μείζονος σημασίας και γενικώτερου ενδιαφέροντος (περισσοτέρων συναρμόδιων Υπουργείων), το Ν.Σ.Κ. γνωμοδότησε ως ακολούθως:
1. Κρίσιμες νομικές διατάξεις - Ανάλυση και ερμηνεία αυτών - Συμπεράσματα
Α΄ 1. Με τις διατάξεις του Ν. 2810/2000 «Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις» (ΦΕΚ Α΄ 61) ρυθμίζονται λεπτομερώςτα της συστάσεως, διακρίσεωςσε βαθμίδες, διοικήσεως, εποπτείας - ελέγχου), οικονομικής διαχειρίσεως και εν γένει λειτουργίας των αναφερομένων στο τίτλο του Α.Σ.Ο.
Ειδικότερα στο άρθρο 1 ορίζεται ότι: «1. Η Αγροτική Συνεταιριστική Οργάνωση (Α.Σ.Ο.) είναι αυτόνομη ένωση προσώπων, η οποία συγκροτείται εθελοντικά και επιδιώκει με την αμοιβαία βοήθεια των μελών της, την οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική ανάπτυξη και προαγωγή τους, μέσω μιας συνιδιόκτητηςκαι δημοκρατικάδιοικούμενης επιχείρησης. Ως ΑΣΟ θεωρούνται και οι αλιευτικοί, κτηνοτροφικοί, πτηνοτροφικοί, μελισσοκομικοί, σηροτροφικοί, δασικοί, αγροτουριστικοί, αγροβιοτεχνικοί, οικοτεχνικοί και άλλοι συνεταιρισμοί, οποιουδήποτε κλάδου ή δραστηριότητας της αγροτικής οικονομίας. 2. Οι Α Σ.Ο. διακρίνονται σε πρωτοβάθμιες, δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες. Στις πρωτοβάθμιες υπάγονται οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί (Α.Σ,), στις δευτεροβάθμιες οι Ενώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών (Ε.Α.Σ.)και οιΚοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιρισμών Οργανώσεων (Κ.Α.Σ.Ο.) και στις τριτοβάθμιες οι Κεντρικές Συνεταιριστικές Ενώσεις (Κ.Ε.Σ.Ε.). 3. Οι ΑΣ.Ο. όλων των βαθμίδων είναι νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και έχουν εμπορική ιδιότητα .............»
Στο άρθρο 30 του ιδίου νόμου ορίζεταιότι: « Δύο ή περισσότερες Α.Σ.Ο.της ίδιας ή διαφορετικής βαθμίδας μπορεί να συνιστούν μεταξύ τους Κοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (Κ.Α.Σ.Ο.) με σκοπό την προαγωγή των καταστατικώνσκοπών και δραστηριοτήτων τους. 2. Οι Κ.Α.Σ.Ο. αποτελούν ίδια νομικά πρόσωπα. και για τη σύσταση τους απαιτείται η σύνταξη Καταστατικού ..........».
- Στο άρθρο 35 παρ. 14 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι : « Οι Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις και οι εταιρείες τους εντάσσονται στους αναπτυξιακούς νόμους».
2. Στον Ν. 2601/1998 «Ενισχύσεις ιδιωτικών επενδύσεων για την οικονομική και περιφερειακή ανάπτυξη της χώρας και άλλες "διατάξεις)) (ΦΕΚ Α΄ 81) καιστο άρθρο 3 αυτού ορίζεται ποιες κατηγορίες επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και τις επενδυτικές και λοιπές δαπάνες τους υπάγονται στο καθεστώς των ενισχύσεων του νόμου αυτού. Μεταξύ άλλων, περιλαμβάνονται υπό στοιχ. ι΄) «Αγροτικοί ή αγροτοβιομηχανικοί συνεταιρισμοί ή ενώσεις ομάδων παραγωγών, οι οποίες έχουν συσταθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της Ε.Ε., που πραγματοποιούν επενδύσεις, σε μηχανικά μέσα σποράς, καλλιέργειας και συγκομιδής αγροτικών προϊόντων», υπό στοιχ. η΄) «Επιχειρήσεις που, για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτων, τυποποιούν, συσκευάζουν ή και. συντηρούν γεωργικά ή κτηνοτροφικά προϊόντα ή προϊόντα αλιείας και ιχθυοτροφίας» και υπό στοιχ. λ΄) «Επιχειρήσεις Ο.Τ.Α, ή Ν.Α η συνεταιρισμοί που πραγματοποιούν επενδύσεις για την ανέγερση και εκμετάλλευση βιομηχανικών κέντρων και κτιρίων.......».Επίσης υπό στοιχ. α΄) αναφέρονται «οι μεταποιητικές επιχειρήσεις που ασκούν τις δραστηριότητες, οι οποίες περιλαμβάνονται στο άρθρο 15 του παρόντος νόμου», μεταξύ των οποίων καταλέγονται και οι βιομηχανικές τροφίμων και ποτών.
- Στο ίδιο άρθρο 3 και στην παράγραφο 5 ορίζεται ότι: «Οι διατάξεις του παρόντος δεν έχουν εφαρμογή σε επιχειρήσεις που λειτουργούν με τη μορφή της κοινωνίας της εταιρείας του αστικού δικαίου ή της κοινοπραξίας».
3. Επισημαίνεται ότι και των τριών αυτών νομικών μορφών (μορφωμάτων), οι οποίες, σύμφωνα με την ανωτέρω διάταξη, ρητώς εξαιρούνται της εφαρμογής των διατάξεων του αναπτυξιακού νόμου, κυρίαρχο χαρακτηριστικό είναι ότι δεν έχουν νομική προσωπικότητα. Ειδικότερα : α) Ο θεσμός της κοινωνίας: (ΑΚ 785-505) αναφέρεται σε κοινότητα δικαιώματος, το οποίο ανήκει από κοινού σε περισσότερους (Βλ. Γεωργιάδη- Σταθοπούλου Ερμηνεία ΑΚ, υπ΄ άρθρο 785). Η διαφορά της κοινωνίας από την εταιρεία είναι ότι δεν έχει κοινό σκοπό (Βλ Λ. Σκαλίδη «Δίκαιο Εμπορικών Εταιρειών» Εκδ. Ε΄ 2000 σελ.21) β΄) Η αστική εταιρεία επίσης εκ του νόμου στερείται, νομικής προσωπικότητας (άρθρ. 784 ΑΚ.), έκτος αν έχει σκοπό οικονομικό, γ) Τα χαρακτηριστικά της Κοινοπραξίας δεν προσδιορίζονται σαφώς ούτε στον Εμπορικό Νόμο ούτε στον Αστικό Κώδικα. Το θέμα αντιμετωπίζεται από τις διατάξεις της φορολογικής νομοθεσίας, ήτοι τον ισχύοντα «Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων». Π.Δ. 186/1992 (ΦΕΚ Α΄ 84. Βλ. και διόρθωση σφαλμάτων ΦΕΚ Α΄67/28-4-1994)και τις διευκρινιστικές εγκυκλίους του Υπουργείου Οικονομικών. Στο άρθρο 2 παρ. 2 αυτού του Π.Δ. ορίζεται ότι : « ...... Η Κοινοπραξία αποβλέπειστη διενέργεια συγκεκριμένης πράξης και αποδεικνύεται με έγγραφη συμφωνία, που κατατίθεται στην αρμόδιοι Δ.Ο.Υ. πριν από την έναρξη ίων εργασιών της ....».
- Στην υπ΄ αρ. 3/1992 Βασική Ερμηνευτική Εγκύκλιο του Υπουργείου Οικονομικών ορίζεται υπό στοιχ.2.2. ότι: «Κοινοπραξία επιτηδευματιών είναι η από κοινού σύμπραξη περισσότερων του ενός προσώπων (φυσικών ή νομικών)για την εκτέλεση ορισμένης εργασίας (συνήθως τεχνικής) με σκοπό το κέρδος. Έχει προσωρινό κυρίως χαρακτήρα, είναι ιδιότυπο πρόσωπο, δεν αντιμετωπίζεται από τον Εμπορικό Νόμο, οριοθετείται από το φορολογικό δίκαιο για την εξυπηρέτηση ορισμένων συναλλαγών ». Στη συνέχεια συγκεκριμενοποιούνται τα χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει η Κοινοπραξία για να αναγνωρισθεί από την αρχή, από την οποία και εξαρτάται η αναγνώριση της, ήτοι την φορολογική.Στηνπαράγραφο 2.2.1 εδ. β΄ αναφέρεται ρητώς ότι : « Πρέπει να αποβλέπει στη διενέργεια μιας συγκεκριμένης πράξης, και ο σκοπός της, που αναγράφεται απαραιτήτως στο συμφωνητικό, πρέπει να είναι, συγκεκριμένος και να μην έχει διαρκή χαρακτήρα. Στην ίδια παράγραφο μάλιστα επισημαίνεται, ότι «συνέχιση της Κοινοπραξίας για εκτέλεση άλλου έργου δεν επιτρέπεται». (Οράτε. Χ. Τότση «Κώδικας Βιβλίων και Στοιχείων» Τόμος Α΄ υπ΄ άρθρο 2 Σελ. 25, 27).
Β΄. Από τις προπαρατεθείσες διατάξεις, ερμηνευόμενες αυτοτελώς και σε συνδυασμό μεταξύ τους, με τις προσήκουσες ερμηνευτικές μεθόδους (γραμματική) και λογική, κατά το ιστορικό, τελολογικό και επιστημονικό στοιχείο) και τα εκ της εφαρμογής αυτών πρόσφορα επιχειρήματα, συνάγονται οι ακόλουθες παραδοχές- συμπεράσματα:
α) Οι Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις είναι Ν.Π.Ι.Δ. τα οποία κέκτηνται εμπορική ιδιότητα. Στην εισηγητική - αιτιολογική έκθεση του Ν. 2810/2000 μνημονεύεται ότι: «Όπως και στους προϊσχύσαντες νόμους, έτσι και στην παρόντα νόμο, οι αγροτικοί συνεταιρισμοί, καίτοι έχουν την εμπορική ιδιότητα δεν υπάγονται στις εμπορικές επιχειρήσεις του εμπορικού νόμου. Ο Συνεταιρισμός αποτελεί εμπορική εταιρεία, ο χαρακτήρας του όμως είναι ανάμεικτος, αφού περιέχει και στοιχεία γενικότερης κοινωνικής χρησιμότητας». Ο ως άνω, χαρακτήρας των Α.Σ.Ο. υπό το κράτος ισχύος του προγενέστερου Νόμου 2169/1993 είχε επισημανθεί αναλυτικώς και με την υπ΄ αρ. 241/1999 Γνωμοδότηση της Ολομέλειας του Ν.Σ.Κ.. Ωστόσο και παρά την ανωτέρω αναφορά στην Εισηγητική Έκθεση του νέου Νόμου, -η οποία, μάλλον πρέπει ν΄ αποδοθεί σε λόγους παραδόσεως, από το σύνολο των διατάξεων αυτού και τον σκοπό, ο οποίος εξ αυτών αναδύεται αλλά, και από πλείστες όσες επί μέρους περικοπές σε άλλα σημεία της Εισηγητικής Εκθέσεως, συνάγεται καταδήλως ότι θελήθηκε πλέον η λειτουργία των Α.Σ.Ο. στα πλαίσια «της επιχειρηματικής λογικής, ώστε να εμφανίζονται ως ανταγωνιστικές επί ίσοις όροις στην αγορά». Δηλωτική της αντιλήψεως αυτής είναι η διατύπωση της εισηγητικής εκθέσεως ότι: «Το οικονομικό περιβάλλον στο οποίο καλούνται σήμερα να δραστηριοποιηθούν έχει ως κύριο χαρακτηριστικό τον οξύ ανταγωνισμό και ότι «...Επιδιώκουν να αποκτήσουν διαπραγματευτική δύναμη στην αγορά και να αξιοποιήσουν τις οικονομίες κλίμακας που απολαμβάνει το μεγάλο επιχειρηματικό μέγεθος...», και περαιτέρω ότι: «...οφείλουν να έχουν επιχειρηματική αποτελεσματικότητα», να παρέχεται «η δυνατότητα ανταγωνισμού σε ισότιμη βάση σε σύγκριση με άλλες νομικές μορφές επιχειρήσεων .......» κ.λ.π. `Αξιο ιδιαίτερης μνείας κρίνεται ότι στην ίδια εισηγητική έκθεση του νόμου συγκαταλέγεται, μεταξύ των αξόνων που διέπουν τη φιλοσοφία αυτού, και ο σκοπός: «....... Να υπάγει τους συνεταιρισμούς σε διαδικασίες ελέγχου ανάλογες με εκείνες που εφαρμόζονται σης εμπορικές εταιρείες». Κατ΄ ακολουθία προς τα ανωτέρω, οι Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις αντιμετωπίζονται πλέον ως έχουσες έντονη χροιά εμπορικής επιχειρήσεως.
β) Οι Κοινοπραξίες των Α.Σ.Ο. περιλαμβάνονται ρητώς στο άρθρο 1 παρ. 2 του νόμου στις δευτεροβάθμιες Α.Σ.Ο. μαζί με τις Ενώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών (Ε.Α.Σ.) και η σύσταση τους, ως ιδίων νομικών προσώπων, που απαρτίζονται από δύο ή περισσότερες Α.Σ.Ο. τις ίδιας ή διαφορετικής βαθμίδας, προβλέπεται με τις διατάξεις του άρθρου 30 του ίδιου νόμου με Καταστατικό. Η αναδίφηση στην εισηγητική έκθεση του νόμου, όπου απαντάται η περικοπή ότι:
«Οι Κ.Α.Σ.Ο. λογίζονται για την οργάνωση και λειτουργία τους ως δευτεροβάθμιες αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις», δεν καταλείπει αμφιβολία για την ευθεία ή, τουλάχιστον, κατά πλαίσιο του νόμου συμπερίληψη των Κοινοπραξιών των Α.Σ.Ο, στις δευτεροβάθμιες Α.Σ.Ο..
γ) Οι ως άνω Κοινοπραξίες ως Α.Σ.Ο, δευτέρου βαθμού, σύμφωνα με τη ρητή διάταξη του άρθρου 35 παρ. 14 του νόμου 2810/2000, εντάσσονται, στους αναπτυξιακούς νόμους. Βασικός νόμος ρυθμίζων τα οικεία θέματα είναι ο Ν. 2601/1998.
δ) Το πρόβλημα το οποίο φαίνεται ότι ανακύπτει δημιουργείται από την διάταξη του άρθρου 3 παρ. 5 αυτού, με την οποία, προαναφέρεται, εξαιρούνται της εφαρμογής αυτού οι επιχειρήσεις που λειτουργούν με τη μορφή της Κοινωνίας, της Εταιρείας του αστικού δικαίου ή της Κοινοπραξίας.
- Ο κατά πρώτη όμως και επιφανειακή μάλλον προσέγγιση του θέματος προβληματισμός αυτός, ο οποίος και αποτέλεσε την αφορμή για την υποβολή του ερευνώμενου ερωτήματος, κάμπεται και οι επ΄ αυτού αμφιβολίες διασκεδάζονται από μια εμβριθέστερη και σε βάθος ανάλυση και σύγκριση των παραπάνω διατάξεων.
- Είναι προφανές ότι το άρθρο 3 παρ. 5 του Ν. 2601/1998 θέλησε τον αποκλεισμό από την ένταξη στις διατάξεις του αναπτυξιακού αυτού νόμου των επιχειρήσεων, οι οποίες λειτουργούν υπό μορφή κοινοπραξίας, υπό την έννοια της Κοινοπραξίας, η οποία έχει διπλασιασθεί και. διαμορφωθεί από την επιστήμη και τη νομολογία, όπως προαναφέρθηκε, κυρίως για φορολογικούς σκοπούς, είναι προσωρινής διάρκειας, επιδιώκει την εξυπηρέτηση συγκεκριμένου σκοπού και την διεκπεραίωση συγκεκριμένου έργου και η ισχύς της δεν δύναται να παραταθεί μετά την αποπεράτωση του έργου. Οι κοινοπραξίες αυτής της μορφής έχει κριθεί ότι είναι απλές ενώσεις προσώπων που δεν έχουν νομική προσωπικότητα (Βλ. ΑΠ 22/1998 ΝοΒ 47 σελ. 228, ΣΤΕ Ολ. 1934/1998 Ε.Εμπ.Δ. 1999 σελ.50). Η έννοια, όμως, τον όρου «Κοινοπραξία» στον Ν. 2810/2000 δεν ταυτίζεται με την κοινοπραξία υπό την ανωτέρω μορφή. Η Κοινοπραξία που αναφέρεται στα άρθρα 1 παρ. 2 και 30 του Ν. 2810/2000 και της οποίας η ένταξη στους αναπτυξιακούς νόμους προβλέπεται ρητώς με το άρθρο 35 παρ. 14 του ίδιου νόμου, αποτελεί δευτεροβάθμια συνεταιριστική οργάνωση, αυτόνομη, η οποία συνιστάται με Καταστατικό, νομίμως εγκρινόμενο από το Δικαστήριο και δεν αποβλέπει στην διεκπεραίωση ενός και μόνο έργου, αλλ΄ έχει χαρακτήρα διαρκή και σκοπό την προαγωγή των καταστατικών δραστηριοτήτων των απαρτιζουσών αυτή δύο ή περισσοτέρων και διαφόρου ακόμη βαθμού, Α.Σ.Ο. Και υπό την έννοια αυτή σαφώς κέκτηται νομική προσωπικότητα, ήτοι έχει ικανότητα δικαίου, ικανότητα διαδίκου, ικανότητα προς δικαιοπραξία και ικανότητα προς αδικοπραξία (βλ. Ελ. Λεβαντή «Τι είναι η Κοινοπραξία» Νο 13 σελ. 1092 επ. και εκεί βιβλιογραφία. Πρβλ. και παρεμπίπτουσα σκέψη στην υπ΄ αρ. 394/2000 Γνωμ. Ολ. Ν.Σ.Κ.). Σημειώνεται ότι έχει διατυπωθεί στην επιστήμη - και μάλιστα προ της θεσπίσεως του Ν. 2810/2000, ο οποίος, κατά τα άνω, καθιστά εντονώτερα επιχειρησιακό καιφιλελεύθερο τον χαρακτήρα των Α.Σ.Ο., η άποψη ότι η Κοινοπραξία είναι τόσο πολύ ενταγμένη στην ιδέα του συνεταιρισμού, ώστε στο συνεταιριστικό δίκαιο αυτή να ταυτίζεται με τον συνεταιρισμό, (Βλ. Ε. Τζίβα «Κοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιρισμών» ΑΡΜΕΝΟΠΟΥΛΟΣ Επιστημονική Επετηρίδα 1996 σελ.99). Αφού, λοιπόν, όλες οι αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις μπορεί να υπαχθούν στις ρυθμίσεις των αναπτυξιακών νόμων, σύμφωνα με τη γενική και αδιάστικη διατύπωση του άρθρου 35 παρ. 14 του Ν. 2810/2000, δεν είναι νοητός ο αποκλεισμός των Κοινοπραξιών (Κ.Α.Σ.Ο.) οι οποίες, κατά τα άνω, τυγχάνουν Α.Σ.Ο, δεύτερης βαθμίδας, εκ μόνου του λόγου ότι στο άρθρο 3 παρ. 5 του Ν. 2601/1998 περιέχεται διάταξη περί εξαιρέσεως των κοινοπραξιών από την εφαρμογή των διατάξεων αυτών, δεδομένου ότι η εξαίρεση αυτή αναμφιβόλως αναφέρεται στις, παροδικού και ευκαιριακού χαρακτήρα και μη προβλεπόμενες με ειδική νομική διάταξη, συνεστημένες και λειτουργούσες κοινοπραξίες.
- `Αλλωστε, και υπό την, ρητώς αποκρουομένη κατά τα άνω, αντίληψη -αληθή υποτιθέμενη-ότι ο Ν. 2601/1998 με το άρθρο 3 παρ. 5 αυτού ήθελε να αποκλείσει της εφαρμογής αυτούκαι τις Κοινοπραξίες των Α.Σ.Ο,. και πάλιν, αφού με την θέσπιση της διατάξεως του άρθρου 35 παρ. 14 του Ν. 2810/2000 εκδηλώνεται ρητώς αντίθετη προς την προηγούμενη βούληση του νομοθέτη, επιβάλλεται να γίνει δεκτό ότι η διάταξη αυτή κατισχύει της του άρθρου 3 παρ. 5 Ν. 2601/1998, ως νεώτερη ρυθμίζουσα το ίδιο θέμα, ή εν πάση περιπτώσει, ως σαφώς ειδικότερη.
Γ΄. Συνεπώς, ως κατάληξη των προαναπτυχθέντων συλλογισμών απορρέει, κατά την ομόφωνη γνώμη της Ολομελείας, το συμπέρασμα ότι οι Κ.Α.Σ.Ο. υπάγονται στις ρυθμίσεις των αναπτυξιακών νόμων. Η αντίθετη άποψη ότι: «δεν είναι δυνατή η υπαγωγή στον Ν. 2601/98 των επιχειρήσεων που λειτουργούν υπό μορφή κοινοπραξίας», άρα και των Κ.Α.Σ.Ο., και ότι : «η διάταξη του άρθρου 35 παρ. 14 είναι τελείως αόριστη και ασαφής ως προς το περιεχόμενο της». -`Αποψη η οποία διατυπώθηκε από την αρμοδία Υπηρεσία του ΥΠΕΘΟ (Γ.Γ. Επενδ. και Ανάπτυξης/ Γεν. Δ/νση Ιδιωτικών Επενδύσεων/ Δ/νση Έγκρισης και Ελέγχου Ιδιωτ. Επενδύσεων / Τμήμα Ενημέρωσης και Νομικών θεμάτων) με το υπ΄ αρ. Πρωτ. 59933/14.12.2000 έγγραφο της προς την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας /Δ/νση Σχεδιασμού και. Ανάπτυξης, χωρίς να ζητηθεί η γνώμη του αρμοδίου Γραφείου Νομικού Συμβούλου του οικείου Υπουργείου,? ελέγχεται παντελώς αβάσιμη και νόμω ανεπέρειστη, αφού επιχειρεί αβασάνιστα προδήλως contra legen ερμηνεία στηριζόμενη σε εσφαλμένες προϋποθέσεις και ασθενέστερη επιχειρηματολογία.
ΙΙ. Αντιμετώπιση του ειδικότερου ζητήματος.
Α΄1.Εν προκειμένω, το ερευνώμενο ερώτημα υποβλήθηκε με αφορμή σχετική αίτηση από 13.9.2000 συγκεκριμένης Κοινοπραξίας Α.Σ.Ο., υπότην επωνυμία Κ.Α.Σ.Ο. Αλιάκμων-Μέση-Μελίκη «ΑΛ.Μ,ΜΕ» Νομού Ημαθίας, προς ένταξη επενδύσεώς της στον αναπτυξιακό νόμο, μετά την οποία και στην προσπάθεια εξευρέσεως λύσεως έχει διεξαχθεί αλληλογραφία μεταξύ της, ως άνω Κοινοπραξίας και του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, με ανάμειξη και της ΠΑΣΕΓΕΣ.
2. Συγκεκριμένα έχει. Απευθυνθεί προς την «Νομική Υπηρεσία» του ΥΠΕΘΟ (εννοείται, ως εκ του ονόματος του αρμοδίου υπαλλήλου που αναφέρεται, το Τμήμα Ενημέρωσης και νομικών θεμάτων της Δ/νσης Έγκρισης και Ελέγχου Ιδ. Επενδύσεων της Γ.Γ. Επενδύσεων και Ανάπτυξης), η υπ΄αρ. Πρωτ. 22332/4-12-2000 επιστολή της ΑΣΟ ΑΛΜΜΕ και ακολούθως η υπ΄ αρ. 2308/13-12-2000 επιστολή προς τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας, με κοινοποίηση στους Υπουργό Γεωργίας και Υφυπουργό Γεωργίας με αίτημα τη ρύθμιση του θέματος. Επί ερωτήματος δε υπ΄αρ. Πρωτ. 6208/29-11-2000 της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας /Δ-νσης Σχεδιασμού και Ανάπτυξης προς το ΥΠΕΘΟ, έχει δοθεί απάντηση με το υπ΄ αρ. Πρωτ.59933/14.12-2000 έγγραφο ότι, σύμφωνα με την ερμηνεία των σχετικών διατάξεων, δεν είναι δυνατή η υπαγωγή της συγκεκριμένης Κοινοπραξίας Α.Σ.Ο. στις διατάξεις του Ν. 2601/1998 (περί της οποίας ανωτέρω), χωρίς όμως παραπομπή του θέματος στο Γραφείο Νομικού Συμβούλου του ΥΠΕΘΟ και έκδοση επ΄ αυτού γνωμοδοτήσεως του Ν.Σ.Κ.. Επίσης, πριν υποβληθεί το ερώτημα προς το Γραφείο Νομικού Συμβούλου Υπ. Γεωργίας είχε υποβληθεί το υπ΄ αρ. Πρωτ. 3293/18-12-2000 έγγραφο ερώτημα της ενδιαφερομένης ΑΣΟ ΑΛΜΜΕ προς την ΠΑΣΕΓΕΣ, από την οποία δόθηκε απάντηση με το υπ΄ αρ. Πρωτ._1394/18-12- 2000 ότι η Α.Σ.Ο. αυτή υπάγεται στις ρυθμίσεις του Ν. 2601/1998, κατόπιν τούτου δε και με αφορμή το προαναφερθέν έγγραφο της Γ.Γ. Επενδύσεων καιΑνάπτυξης/ Τμ. Ενημέρωσης και Νομικών Θεμάτων του ΥΠΕΘΟ προς την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας , από την ΠΑΣΕΓΕΣ απευθύνθηκε το υπ΄ αρ. Πρωτ 68/25-1-2001 έγγραφο της προς τους Υπουργούς και Υφ/γούς Εθν. Οικονομίας και Γεωργίας με αίτημα την παρέμβαση τους για την επίλυση του θέματος. Στο μεταξύ από την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας /Δνση Περιφ. Ανάπτυξης με το υπ΄αρ.Πρωτ.4705/1103/1/222/24-1-2001 έγγραφο προς την ενδιαφερόμενη Κ.Α.Σ.Ο. δόθηκε απάντηση ότι δεν εντάσσεται στους αναπτυξιακούς νόμους.
3. Μετά ταύτα και προς το σκοπό αυτό υποβλήθηκε το μνημονευόμενο στην αρχή ερώτημα από την αρμόδια υπηρεσία του Υπ. Γεωργίας, αναφερόμενο γενικώς μεν στο αν οι Κοινοπραξίες Α.Σ.Ο. εντάσσονται στις ρυθμίσεις των αναπτυξιακών νόμων, ειδικότερα δε στο αν΄ η συγκεκριμένη ΚΑΣΟ είναι δυνατόν να ενταχθεί σ΄ αυτές.
4. Συμπληρωματικά σημειώνεται, ότι, όπως προκύπτει από τα συνυποβληθέντα με το ερώτημα στοιχεία, η Κοινοπραξία Α.Σ.Ο, «ΑΛ.Μ.ΜΕ» έχει συσταθεί νομίμως. σύμφωνα με τις διατάξεις του τότε ισχύοντος Ν. 2169/1993, με Καταστατικό; εγκεκριμένο από το Ειρην. Βέροιας με την υπ. αρ. 51/1996 απόφαση του, και έχει καταχωρισθεί στο Μητρώο Αγροτικών Συνεταιρισμών με αριθμό 64, με μεταγενέστερη δε απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου υπ΄ αρ. 127/1997 έχει εγκριθεί η τροποποίηση ορισμένων άρθρων του Κ. αυτής. Η Κοινοπραξία αυτή, άλλωστε, έχει τα χαρακτηριστικά της οργανώσεως παραγωγών και κατά την έννοια του Κανονισμού 2200/1996 της Ε.Ε. (Ε.Ε. 1996 Ι, 297/1). ο οποίος έχει αντικαταστήσει τονπρογενέστεροΚανονισμό 1035/1972 της Ε.Ο.Κ. (ΕΕΝ 118/1/20-5-72), και ως βασική επιχειρηματική της δραστηριότητα ασκεί τη μεταποίηση αγροτικών (οπωροκηπευτικών) προϊόντων.
5. Τέλος, προστίθεται ότι προηγούμενη ειδική επένδυση της Εταιρείας . «ΑΛΜΜΕ», που αναφέρεται στην κατηγορία. «ΕΥΕΛΙΞΙΑ» μονάδας με αντικείμενο «ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΟΜΠΟΣΤΑΣ, ΠΟΥΛΠΑΣ ΚΑΙ ΧΥΜΩΝ», έχει υπαχθεί στις διατάξεις του Ν. 2601/1998 με την υπ΄ αρ. ΔΒΕ/Φ.24/24913/113/Ν.2601/98/28-7-99 απόφαση του Υφ/γού Ανάπτυξης που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ Τεύχος Αναπτυξιακών Πράξεων και. συμβάσεων υπ΄ αρ. 180/31 Αυγ. 1999, και ότι αρκετές παρόμοιες επενδύσεις διαφόρων Α.Σ.Ο. έχουν κατά το παρελθόν υπαχθεί στις ρυθμίσεις των αναπτυξιακών νόμων.
Β. Από την υπαγωγή των ως άνω πραγματικών δεδομένων υπό τους προπαρατεθέντες κανόνες δικαίου και κατ΄ απολύτως λογική συνέπεια προς την ανωτέρω διατυπωθείσα γενικότερη θέση περί της δυνατότητας των ΚΑΣΟ να υπαχθούν στους αναπτυξιακούς νόμους και επί του ειδικότερου ζητήματος η Ολομέλεια καταλήγει ομόφωνα στην γνώμη ότι είναι δυνατή η ένταξη στις των, διατάξεις των αναπτυξιακών νόμων της Κοινοπραξίας Α.Σ.Ο, με την επωνυμία «ΑΛ.Μ.ΜΕ», υπό την προϋπόθεση βεβαίως, της συνδρομής και των λοιπών απαιτούμενων από το νόμο προϋποθέσεων,?πράγμα το οποίο θα διαπιστωθεί μετ΄ έρευνα από τις αρμόδιες υπηρεσίες αν η συγκεκριμένη επένδυση, αυτή κατ΄ εαυτήν, είναι επιλέξιμη και πληροί τους όρους ενισχύσεώς της - και της τηρήσεως της προσήκουσας διαδικασίας. Τέτοιος, πάντως, προβληματισμός δεν τίθεται με το ερώτημα.
ΙΙΙ Απάντηση.
- Κατ΄ ακολουθία προς τις ανωτέρω αναλυτικές σκέψεις, η, κατά την ομόφωνη γνώμη της Ολομέλειας του Ν.Σ.Κ., αρμόζουσα απάντηση στο τεθέν ερώτημα και κατά τα 2 σκέλη του είναι καταφατική.
Ο Εισηγητής |
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΠΑΚΑΛΗΣ |
Νομικός Σύμβουλος του Κράτους |