ΠΟΛ. 1231/2000 (31/08/2000)

Υπαγωγή στον τρόπο ελέγχου και επίλυσης των διαφορών με βάση την απόφαση του Υπουργού Οικονομικών 1061203/1148/ΠΟΛ. 1144/20.5.98, όπως ισχύει, των ανέλεγκτων χρήσεων που έκλεισαν εντός του έτους 1999 και άλλες διατάξεις.
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝΑθήνα, 31 Αυγούστου 2000
  Αρ.Πρωτ.: 1075331/1453/ΔΕ-Α
  ΠΟΛ. 1231

ΘΕΜΑ:

Υπαγωγή στον τρόπο ελέγχου και επίλυσης των διαφορών με βάση την απόφαση του Υπουργού Οικονομικών 1061203/1148/ΠΟΛ. 1144/20.5.98, όπως ισχύει, των ανέλεγκτων χρήσεων που έκλεισαν εντός του έτους 1999 και άλλες διατάξεις.

ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις των παραγράφων 3 και 8 του άρθρου 66 του Ν. 2238/1994 (ΦΕΚ Α΄ 151), όπως ισχύουν.

2. Τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 13 του Ν. 2601/1998 (ΦΕΚ Α΄ 81).

3. Την απόφαση μας 1061203/1148/ ΠΟΛ. 1144/20.5.98 «Έλεγχος ανέλεγκτων φορολογικών υποθέσεων και επίλυση φορολογικών διαφορών» (ΦΕΚ Β΄ 526), όπως αυτή συμπληρώθηκε και τροποποιήθηκε με τις αποφάσεις μας 1095300/1271/ ΠΟΛ. 1222/18.8.98 (ΦΕΚ Β΄ 944), 1016672/1038/ ΠΟΛ. 1045/16.2.99 (ΦΕΚ Β΄ 157) και 1068419/1256/ ΠΟΛ. 1145/13.7.99 (ΦΕΚ Β΄ 1510).

4. Τις αποφάσεις μας 1113331/1477/ ΠΟΛ. 1239/2.12.99 (ΦΕΚ Β΄ 2137) και 1027583/1162/ ΠΟΛ. 1100/14.3.2000 (ΦΕΚ Β΄ 361).

5. Την ανάγκη υπαγωγής στην απόφαση 1061203/1148/ ΠΟΛ. 1144/20.5.98, όπως αυτή ισχύει, των ανέλεγκτων χρήσεων που έκλεισαν εντός του έτους 1999, καθώς και βελτίωσης των διαδικασιών ελέγχου με βάση την απόφαση αυτή.

6. Την 1039386/441/Α0006/21.4.2000 κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ Β΄ 571) περί ανάθεσης αρμοδιοτήτων Υπουργού Οικονομικών στους Υφυπουργούς Οικονομικών.

7. Ότι από την απόφαση αυτή δεν προκύπτουν δαπάνες για τον προϋπολογισμό.

Αποφασίζουμε

`Αρθρο 1

1. Η απόφαση 1061203/1148/ ΠΟΛ. 1144/20-5-98 όπως αυτή ισχύει, εφαρμόζεται και επί των ανέλεγκτων υποθέσεων φορολογίας εισοδήματος και λοιπών φορολογιών επιτηδευματιών που αφορούν χρήσεις που έκλεισαν εντός του έτους 1999, με την επιφύλαξη των οριζόμενων στις επόμενες παραγράφους. Από τις κατά το προηγούμενο εδάφιο υποθέσεις εξαιρούνται οι ανέλεγκτες υποθέσεις των επιχειρήσεων της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του Ν. 2753/1999.

2. Για τις διενεργούμενες επαληθεύσεις και την εν γένει ελεγκτική διαδικασία επί των υποθέσεων της παραγράφου 1, καθώς και την επίλυση των οικείων φορολογικών διαφορών, εφαρμόζονται τα οριζόμενα από την απόφαση 1061203/1148/ ΠΟΛ. 1144/20-5-98, όπως αυτή ισχύει, και την απόφαση 1068419/1256/ ΠΟΛ. 1145/13.7.99, για τις ανέλεγκτες υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και λοιπών φορολογιών επιτηδευματιών που αφορούν τις χρήσεις που έκλεισαν εντός του έτους 1998.

3. Για τις υποθέσεις της παραγράφου 1 που ελέγχονται από τα Π.Ε.Κ., πέραν των υποχρεωτικών επαληθεύσεων που ορίζονται με τις αποφάσεις της προηγούμενης παραγράφου, διενεργούνται υποχρεωτικά και πρόσθετες επαληθεύσεις, ανάλογα με τα δεδομένα κάθε υπόθεσης. Για το σκοπό αυτό συντάσσεται σε κάθε περίπτωση πρόγραμμα ελέγχου με τις κατά περίπτωση πρόσθετες ελεγκτικές επαληθεύσεις που πρέπει να διενεργηθούν.

4. Για τις υποθέσεις της παραγράφου 1 που ελέγχονται από τις Δ.Ο.Υ. ή τα Τ.Ε.Κ. του Π.Δ. 179/2000, πέραν των επαληθεύσεων που ορίζονται με τις αποφάσεις της παραγράφου 2, διενεργούνται και οι εξής επαληθεύσεις:

α. Για τις υποθέσεις με βιβλία Α΄ κατηγορίας

Η επαλήθευση της παραγράφου Β.2 του άρθρου 4 γίνεται και για το τρίτο τρίμηνο.

β. Για τις υποθέσεις με βιβλία Β΄ κατηγορίας

Οι επαληθεύσεις των παραγράφων Γ.1, Γ.3 και Γ.4 του άρθρου 4 γίνονται και για το μήνα με τα μικρότερα ακαθάριστα έσοδα.

γ. Για τους ελεύθερους επαγγελματίες ( άρθρο 48 παράγρ. 1 Ν. 2238/1994)

Η επαλήθευση της παραγράφου Δ.2 του άρθρου 4 γίνεται και για το μήνα με τα μικρότερα ακαθάριστα έσοδα.

δ. Για τις υποθέσεις με βιβλία Γ΄κατηγορίας

Οι επαληθεύσεις των παραγράφων Ε.2 και Ε.3 του άρθρου 4 γίνονται και για τις τελευταίες πέντε ημέρες του μήνα με τα μικρότερα ακαθάριστα έσοδα.

5. Τα οριζόμενα στην παράγραφο Β.2 του άρθρου 7 της απόφασης 1061203/1148/ΠΟΛ. 1144/20.5.98 δεν ισχύουν για τις υποθέσεις της παραγράφου 1.

6. Οι διατάξεις των παράγραφαν 2, 3 και 4 του άρθρου 1 και των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 12 της απόφασης 1061203/1148/ΠΟΛ. 1144/20.5.98, καθώς και της παραγράφου 2, περίπτ. 2.2 του άρθρου 2 της απόφασης 1068419/1256/ ΠΟΛ. 1145/13.7.99, ισχύουν ανάλογα και για τις υποθέσεις της παραγράφου 1, καθώς και για ελεγμένες υποθέσεις της ίδιας παραγράφου, κατά περίπτωση.

`Αρθρο 2

1. Υποθέσεις με βιβλία Γ΄ κατηγορίας, υπαγόμενες στον τρόπο και τη διαδικασία ελέγχου της απόφασης 1061203/1148/ ΠΟΛ. 1144/20.5.98, όπως αυτή ισχύει, οι οποίες ελέγχονται κατά το τελευταίο τετράμηνο του έτους στο τέλος του οποίου επέρχεται παραγραφή του δικαιώματος του δημοσίου για κοινοποίηση καταλογιστικών πράξεων, μπορεί να εξαιρούνται από τον έλεγχο με βάση την ανωτέρω απόφαση, κατά τη διαδικασία που ορίζεται στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 1 αυτής, μόνο για τη χρήση ή τις χρήσεις για τις οποίες επίκειται παραγραφή. Στις περιπτώσεις αυτές, οι υπόλοιπες χρήσεις συνεχίζουν να υπάγονται στον τρόπο και τη διαδικασία ελέγχου της πιο πάνω απόφασης, εκτός αν για μία ή περισσότερες από τις χρήσεις αυτές υπάρχουν στοιχεία τα οποία επιβάλλουν την εξαίρεση.

2. Για τις υποθέσεις που αφορούν χρήσεις που έκλεισαν μέχρι και 31/12/1998 και οι οποίες ελέγχονται από τα Π.Ε.Κ., πέραν των υποχρεωτικών επαληθεύσεων που ορίζονται για κάθε χρήση από τα άρθρα 3, 4 και 8 της απόφασης 1061203/1148/ ΠΟΛ. 1144/20.5.1998, όπως αυτή ισχύει, σε συνδυασμό και με την παράγραφο 2 του άρθρου 2 της απόφασης 1068419/1256/ ΠΟΛ. 1145/13.7.99, είναι δυνατή η διενέργεια και πρόσθετων επαληθεύσεων, ανάλογα με τα δεδομένα κάθε υπόθεσης. Για το σκοπό αυτό συντάσσεται σε κάθε περίπτωση πρόγραμμα ελέγχου με τις κατά περίπτωση πρόσθετες ελεγκτικές επαληθεύσεις που κρίνεται ότι πρέπει να διενεργηθούν.

3. Για την εφαρμογή της απόφασης 1061203/1148/ ΠΟΛ. 1144/20.5.98, όπως αυτή ισχύει, επί υποθέσεων που ελέγχονται κατά τον τρόπο και τη διαδικασία που προβλέπεται με την απόφαση αυτή, και ειδικότερα σε ότι αφορά τον χαρακτηρισμό επί του κύρους των βιβλίων των ελεγχόμενων επιχειρήσεων καθώς και συναφή με αυτό θέματα, ορίζονται τα ακόλουθα:

α. Σε περίπτωση που τα βιβλία και στοιχεία κρίνονται ανακριβή, το ποσοστό προσαύξησης των ακαθάριστων εσόδων ή αγορών, κατά περίπτωση, των διατάξεων των περιπτώσεων α΄ και β΄, αντίστοιχα, της παραγράφου Α.3 του άρθρου 7 της ανωτέρω απόφασης 1061203/1148/ΠΟΛ. 1144/20.5.98, ορίζεται σε 10% και της περίπτωσης γ΄ της ίδιας παραγράφου και άρθρου σε 20%.

β. Επί επιχειρήσεων για τις οποίες τα αποτελέσματα εξάγονται κατά τις κείμενες διατάξεις λογιστικώς, με παραβάσεις του Κ.Φ.Σ. ή Κ.Β.Σ., οι οποίες κρίνεται, κατά τις κείμενες διατάξεις, ότι καθιστούν τα βιβλία και στοιχεία ανακριβή, αλλά αφορούν αποκλειστικά δαπάνες ή έξοδα που συγκαταλέγονται στις ομάδες 1 και 6 του Ε.Γ.Λ.Σ., τα βάσει βιβλίων ακαθάριστα έσοδα δεν προσαυξάνονται εκ του λόγου αυτού, κατά τα οριζόμενα στις περιπτώσεις α΄, β΄ και γ΄ της παραγράφου Α.3 του άρθρου 7 της απόφασης 1061203/1148/ΠΟΛ. 1144/20.5.98, εφόσον οι δαπάνες αυτές ή τα έξοδα δεν υπερβαίνουν το 5% του συνόλου των δαπανών και εξόδων των παραπάνω ομάδων της χρήσης.

γ. Σε περιπτώσεις επιχειρήσεων με δραστηριότητα τόσο πώλησης εμπορευμάτων ή μεταποίησης όσο και παροχής υπηρεσιών, εφόσον υφίστανται παραβάσεις που επισύρουν μεν ανακρίβεια των βιβλίων και στοιχείων και προσαύξηση των βάσει βιβλίων ακαθάριστων εσόδων, αλλά αφορούν αποκλειστικά μόνο τη μία από τις παραπάνω δραστηριότητες, τότε προσαυξάνονται κατά τις οικείες διατάξεις, λόγω της ανακρίβειας, οι Μ.Σ.Κ.Κ. και για τις δυο δραστηριότητες, προκειμένου κατά τα οριζόμενα από τις ίδιες διατάξεις να προσδιορισθούν τα καθαρά κέρδη, αλλά, σε ότι αφορά τα ακαθάριστα έσοδα, προσαυξάνονται τα ακαθάριστα έσοδα μόνο της δραστηριότητας αυτής που σχετίζεται με την παράβαση που επισύρει την ανακρίβεια. Ειδικά για τις επιχειρήσεις πώλησης υγρών καυσίμων ή καπνοβιομηχανικών προϊόντων που έχουν και άλλο κλάδο εμπορίας ή παραγωγής λοιπών πλην των ανωτέρω προϊόντων, δεν προσαυξάνονται τα ακαθάριστα έσοδα από την πώληση των υγρών καυσίμων ή των καπνοβιομηχανικών προϊόντων, εφόσον οι παραβάσεις εξαιτίας των οποίων κρίθηκαν τα βιβλία και στοιχεία ως ανακριβή, δεν σχετίζονται με τη δραστηριότητα της εμπορίας των υγρών καυσίμων ή των καπνοβιομηχανικών προϊόντων.

δ. Δεν προσαυξάνεται ο Μ.Σ.Κ.Κ. σε περίπτωση που δεν τηρούνται τα βιβλία του υποκαταστήματος, εφόσον οι πρωτογενείς εγγραφές, με βάση τα στοιχεία των συναλλαγών ή παραγωγής του υποκαταστήματος, διενεργούνται απευθείας στα βιβλία του κεντρικού και με την πρόσθετη προϋπόθεση ότι δεν έχει προηγηθεί του τακτικού ελέγχου υπόδειξη ή γνωστοποίηση στον υπόχρεο για την υποχρέωση τήρησης τον βιβλίων υποκαταστήματος, με σχετική έκθεση προληπτικού ή προσωρινού ελέγχου της φορολογικής αρχής ή σε περίπτωση που έχει προηγηθεί υπόδειξη ή γνωστοποίηση, ο υπόχρεος συμμορφώθηκε μέσα σε εύλογο χρόνο.

4. Σε περιπτώσεις ελεγχόμενων με τακτικό έλεγχο υποθέσεων, για τις οποίες προκύπτουν από τον διενεργούμενο έλεγχο φορολογικές διαφορές για την αντιμετώπιση των οποίων εκκρεμεί σχετικό ερώτημα προς το Ειδικό Νομικό Γραφείο Φορολογίας ή υφίστανται τέτοιου είδους εκκρεμείς διαφορές από προγενέστερους ελέγχους, η υποχρεωτική επίλυση ειδικά των διαφορών αυτών δεν αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την επίλυση των λοιπών διαφορών κατά τα άρθρα 10, 11 και 12 της απόφασης 1061203/1148/ΠΟΛ. 1144/20.5.98, όπως αυτή ισχύει.

5. Επί υποθέσεων ελεγκτικής αρμοδιότητας των Ελεγκτικών Κέντρων, στη διαδικασία επίλυσης των φορολογικών διαφορών, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 10 της απόφασης 1061203/1148/ΠΟΛ. 1144/20.5.98, όπως αυτή ισχύει, συμμετέχουν ο προϊστάμενος του οικείου Ελεγκτικού Κέντρου και ο αρμόδιος επόπτης ελέγχου. Για τα Ελεγκτικά Κέντρα που διαρθρώνονται σε υποδιευθύνσεις, στη διαδικασία επίλυσης των διαφορών, συμμετέχει και ο αρμόδιος υποδιευθυντής. Στις περιπτώσεις που προβλέπεται η συμμετοχή και του αρμόδιου Οικονομικού Επιθεωρητή, εφόσον συμμετέχει και ο υποδιευθυντής, ο επόπτης ελέγχου μετέχει ως εισηγητής. Για τις περιπτώσεις που έχουν μεταβιβασθεί στον υποδιευθυντή αρμοδιότητες επίλυσης διαφορών, στη διαδικασία συμμετέχει αντί του προϊσταμένου του Ελεγκτικού Κέντρου ο υποδιευθυντής που έχει τη σχετική αρμοδιότητα.

6. Οι διατάξεις του άρθρου 14 της απόφασης 1061203/1148/ΠΟΛ. 1144/20.5.98, όπως αυτές ισχύουν, εφαρμόζονται και για τα προκύπτοντα ποσά από επίλυση φορολογικών διαφορών ελεγχόμενων με τακτικό έλεγχο υποθέσεων φορολογίας εισοδήματος και λοιπών φορολογιών επιτηδευματιών που αφορούν χρήσεις μη υπαγόμενες στην ανωτέρω απόφαση, εφόσον για την επίλυση των οικείων διαφορών τηρούνται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία που ορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 12 της απόφασης αυτής και επιπλέον εφόσον περαιώνονται ταυτόχρονα σύμφωνα με την ίδια απόφαση και οι τυχόν ελεγχόμενες συγχρόνως προηγούμενες χρήσεις του ίδιου επιτηδευματία ή οι προηγούμενες χρήσεις περαιώθηκαν με την απόφαση αυτή μέσα στο ίδιο ή το αμέσως προηγούμενο ημερολογιακό έτος.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.