Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών (Μονομελούς)
Αριθ. απόφασης: 1688/2000
Πρόεδρος: Ελ. Γεωργούτσου,
Πρόεδρος Πρωτοδικών Δ.Δ.
Εισηγητής: Φ. Αρμαανίδης, Πρωτοδίκης Δ.Δ.
Φορολογία μεταβίβασης ακινήτων (Ν. 1473/1984, άρθρο 14, παρ. 6)
Δήλωση μεταβίβασης ακινήτων (αυτομάτου υπερτιμήματος). Η εσφαλμένη αναγραφή από τον μεταβιβάζοντα των συντελεστών που αντιστοιχούν στα προσδιοριστικά στοιχεία (δ/νση, εμβαδόν κλπ.) του μεταβιβαζομένου ακινήτου δεν συνεπάγεται ανακρίβεια της υποβληθείσης δήλωσης: Η υποχρέωση του φορολογουμένου εξαντλείται με την παράθεση από αυτόν στο σχετικό έντυπο των προσδιοριστικών στοιχείων του ακινήτου (δ/νση, εμβαδόν, είδος, όροφος, παλαιότητα κλπ.). Η εφαρμογή των συντελεστών που αντιστοιχούν στα προσδιοριστικά αυτά στοιχεία και διαμορφώνουν την τελική αξία του ακινήτου, αποτελεί έργο και υποχρέωση της φορολογικής αρχής. Συνεπώς, η οποιαδήποτε εκ μέρους του φορολογουμένου εσφαλμένη αναγραφή αυτών δεν επιφέρει οποιαδήποτε συνέπεια και ειδικότερα την συνέπεια της υποβολής ανακριβούς δήλωσης.
Επειδή, στο άρθρο 16 του Ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α), όπως αυτό εν μέρει τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 του Ν. 1947/1991 (ΦΕΚ 70 Α) ορίζεται ότι: 1. Σε κάθε μεταβίβαση με επαχθή αιτία ακινήτου ή εμπραγμάτου δικαιώματος επί ακινήτου, επιβάλλεται φόρος αυτόματου υπερτιμήματος στη διαφορά μεταξύ της τιμής κτήσεως, πληθωρισμένης με το μέσο ετήσιο τιμάριθμο καταναλωτή της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδος και της τιμής πωλήσεώς του, ανεξαρτήτως του τρόπου κτήσεως της κυριότητας αυτού. 2. Για την επιβολή του παρόντος φόρου: α) Η έννοια των ακινήτων και των εμπράγματων δικαιωμάτων επί ακινήτων λαμβάνεται όπως αυτή ορίζεται κατά τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα β) ... γ) Ως τιμή κτήσεως θεωρείται η αξία του ακινήτου, όπως αυτή προσδιορίσθηκε με εφαρμογή των διατάξεων για την επιβολή του φόρου μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία ή του φόρου κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, στην οποία προστίθεται και ο αναλογών σ΄ αυτή φόρος μεταβίβασης (Φ.Μ.Α.), ανεξαρτήτως της αιτίας κτήσης του ακινήτου......... Ως αξία κτήσεως των ακινήτων που αποκτήθηκαν με οποιονδήποτε τρόπο μέχρι 13.12.1984 λαμβάνεται η καθοριζόμενη την 1.1.1985 με το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού, η οποία τιμαριθμοποιείται κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1. Για ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές, στις οποίες το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας τους εφαρμόσθηκε μετά το έτος 1985, ως αξία κτήσης λαμβάνεται η καθοριζόμενη με το αντικειμενικό σύστημα κατά την πρώτη εφαρμογή του στην περιοχή των ακινήτων, η οποία τιμαριθμοποιείται κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1... Ως τιμή μεταβίβασης θεωρείται η αξία του ακινήτου, όπως αυτή προσδιορίζεται με την εφαρμογή των διατάξεων για την επιβολή του φόρου μεταβίβασης ακινήτου με επαχθή αίτια... 3. Ο κατά τον παρόντα νόμο φόρος αυτομάτου υπερτιμήματος βαρύνει τον πωλητή. Αντίθετη τυχόν συμφωνία είναι άκυρη. Ο φόρος αυτομάτου υπερτιμήματος μειούται κατά το ποσό του φόρου ακίνητης περιουσίας που καταβλήθηκε και αναλογεί στο πωληθέν ακίνητο κατά τα πέντε τελευταία έτη ............. 4. Ο φορολογικός συντελεστής ορίζεται σε ποσοστό: α) 25%, αν η μεταβίβαση γίνει μέσα σε πέντε χρόνια από την αγορά,.... στη διαφορά μεταξύ της τιμής κτήσης και της τιμής πώλησης". Εξάλλου, κατά τις διατάξεις της υπ΄ αριθ. 1025796/390/ ΠΟΛ. 1057/1939 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, που εκδόθηκε κατ΄ εξουσιοδότηση του άρθρου 41 § 5 του Ν. 1249/1982 (φ. 43 Α), σε περίπτωση υπόγειου καταστήματος, το οποίο δεν έχει προσμετρηθεί στον συντελεστή δόμησης του οικοπέδου, κατά τον προσδιορισμό της αξίας τούτου, προκειμένου να επιβληθεί ο ένδικος φόρος αυτόματου υπερτιμήματος δεν λαμβάνεται υπόψη ο μειωτικός συντελεστής ορόφου (κριτήριο βάθους - ο οποίος στην περίπτωση υπογείου και όχι θαμμένου ανέρχεται σε 0,60).
Επειδή, περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 41α του Ν. 1249/1982: "Για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας των ακινήτων που μεταβιβάζονται με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς ή προίκας, λαμβάνονται υπόψη οι τιμές εκκίνησης, που είναι καθορισμένες από πριν κατά ζώνες ή οικοδομικά τετραγωνικά και κατ΄ είδος ακινήτου, όπως αστικό ακίνητο, μονοκατοικία, κατάστημα και άλλα". Με την παράγραφο δε 6 του άρθρου 14 του Ν. 1473/1984, όπως αυτή τροποποιήθηκε με το άρθρο 36 του Ν. 2065/1992 (ΦΕΚ 113/Α/30.5.1992) ορίζεται ότι: "Σε περίπτωση που δεν αμφισβητείται η προκαθορισμένη αξία, ο Οικονομικός Έφορος ελέγχει την ακρίβεια των δηλώσεων μόνο όσον αφορά τα προσδιοριστικά στοιχεία των ακινήτων, σύμφωνα με τα οποία διαμορφώνεται η αξία τους. Αν διαπιστωθεί ανακρίβεια των στοιχείων τούτων, εκδίδεται πράξη με την οποία καταλογίζεται ο φόρος, την πληρωμή του οποίου θα διέφευγε ο υπόχρεος με την ακρίβεια, καθώς και ο πρόσθετος φόρος ίσος με ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%, αντί του ποσοστού 240% που προέβλεπε το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 14 του Ν. 1473/1984 πριν να τροποποιηθεί με τη διάταξη του άρθρου 36 του Ν. 2065/1992) της διαφοράς του φόρου".
Επειδή, από τις τελευταίες αυτές διατάξεις συνάγεται ότι, η υποχρέωση του φορολογουμένου, που απορρέει από την καθιέρωση του αντικειμενικού συστήματος προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων, εξαντλείται με την παράθεση απ΄ αυτόν στο σχετικό έντυπο των προσδιοριστικών στοιχείων του ακινήτου (π.χ. δ/νση, εμβαδόν, είδος, όροφος, παλαιότητα, κλπ). Η εφαρμογή των συντελεστών που αντιστοιχούν στα προσδιοριστικά αυτά στοιχεία και διαμορφώνουν την τελική αξία του ακινήτου, αποτελεί έργο και υποχρέωση της φορολογικής αρχής. Συνεπώς, ανεξάρτητα αν, εκ περισσού, ο φορολογούμενος προβεί οικειοθελώς στην σωστή αναγραφή της αντίστοιχης τιμής ζώνης, καθώς και των αντίστοιχων συντελεστών, η οποιαδήποτε εκ μέρους του εσφαλμένη αναγραφή αυτών δεν επιφέρει οποιαδήποτε συνέπεια και ειδικότερα την συνέπεια της υποβολής ανακριβούς δηλώσεως.
Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας, προκύπτουν τα εξής: Η προσφεύγουσα με την υπ΄ αριθ. 2997/16.7.1992 δήλωση φόρου μεταβιβάσεως ακινήτου, δήλωσε προς τη διάδικο φορολογική αρχή ότι αυτή ως αποκλειστική κυρία της με αριθμό 2 αποθήκης καταστήματος του υπογείου της επί της οδού Θεσ....... αριθ. 15.... Κάτω Πετραλώνων Αττικής πολυκατοικίας, επιφάνειας 46,00 τ.μ., πωλεί αυτή προς τον Ν.Χ. και ότι το ακίνητο τούτο αποκτήθηκε εκ μέρους της το έτος 1989, λόγω αγοραπωλησίας. Με βάση τα ανωτέρω, η αγοραία αξία του ορίσθηκε από τη φορολογική αρχή κατά το αντικειμενικό σύστημα σε 2.381.496 δραχμές και καταβλήθηκε ο αναλογών φόρος ποσού 261.965 δραχμών. Συγχρόνως, η προσφεύγουσα ως πωλήτρια υπέβαλε και την υπ΄ αριθ. 2623/16.7.1992 δήλωση αυτόματου υπερτιμήματος του ως άνω ακινήτου της, ο οποίος, όμως, φόρος προσδιορίστηκε από τη φορολογική αρχή με συνυπολογισμό στην αξία του ακινήτου αυτού και του μειωτικού συντελεστή ορόφου (κριτήριο βάθους) 0,60. Έτσι, ορίσθηκε τελική τιμή κτήσης το ποσό των 1.626.554 δραχμών και πώλησης το ως άνω ποσό των 2.381.496 δραχμών με διαφορά 754.942 δραχμών επί της οποίας εφαρμόσθηκε συντελεστής 25% και προέκυψε καταβλητέος φόρος 133.736 δραχμών, τον οποίο η προσφεύγουσα και κατέβαλε. Μετά απ΄ αυτά συντάχθηκε το υπ΄ αριθ. 5203/16.7.1992 οριστικό συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Αθήνας, Ν.Π., περί της αγοραπωλησίας του ως άνω ακινήτου, στο οποίο, άλλωστε, αναφέρεται ότι, πρόκειται περί υπόγειας αποθήκης - καταστήματος. Ακολούθως, η διάδικη αρχή προέβη σε επανέλεγχο της συγκεκριμένης υπόθεσης και μετά από αντιπαραβολή των στοιχείων της δηλώσεως, συμβολαίου, εντύπου και από τον επιτόπιο έλεγχο που έγινε στο ακίνητο, διαπιστώθηκε ότι, πρόκειται για κατάστημα το οποίο είναι υπόγειο και η οροφή του βρίσκεται πάνω από την οριστική στάθμη του εδάφους, ενώ ο υπολογισμός της αξίας του έγινε με τον συνυπολογισμό και του μειωτικού συντελεστή ορόφου 0,60 (υπόγειο και όχι θαμμένο). Κατόπιν τούτου, η διάδικη αρχή ζήτησε από τον αγοραστή του ακινήτου να προσκομίσει βεβαίωση της πολεοδομίας για το εάν έχει το ανωτέρω ακίνητο προσμετρηθεί στον συντελεστή δόμησης του οικοπέδου. Η υπηρεσία πολεοδομίας του Δήμου Αθηναίων, με το υπ΄ αριθ. 14111/2.10.1997 απαντητικό έγγραφό της προς τον ως άνω αγοραστή, βεβαιώνει ότι, το πιο πάνω ακίνητο που μεταβιβάστηκε αποτελεί υπόγειο βοηθητικό χώρο και δεν έχει προσμετρηθεί στο συντελεστή δομήσεως του οικοπέδου. Ενόψει τούτου, καθώς και του ότι σύμφωνα με την υπ΄ αριθ. 1025796/390/ΠΟΛ. 1057/1989 απόφαση του Υπουργείου Οικονομικών, σε περίπτωση που το μεταβιβασθέν ακίνητο είναι υπόγειο κατάστημα και δεν έχει προσμετρηθεί στον συντελεστή δόμησης του οικοπέδου, κατά τον προσδιορισμό της αξίας του δεν εφαρμόζεται ο μειωτικός συντελεστής ορόφου 0,60, (κριτήριο βάθους), η διάδικη φορολογική αρχή προέβη στον επαναπροσδιορισμό της αξίας του εν λόγω ακινήτου της προσφεύγουσας χωρίς την εφαρμογή του συντελεστή αυτού (0.60). στο ποσό των 3.903.744 δραχμών (βλέπε την από 6.11.1997 έκθεση ελέγχου του υπαλλήλου της διάδικης αρχής Κ.Ι.). Στη συνέχεια, ο Προϊστάμενος της διάδικης αρχής εξέδωσε το ήδη προσβαλλόμενο φύλλο ελέγχου, με το οποίο καταλόγισε σε βάρος της προσφεύγουσας τον προκύπτοντα ένεκα του επαναπροσδιορισμού αυτού φόρο, ύψους 380.562 δραχμών (φόρος βάσει δηλώσεως 138.736 δραχ. φόρος βάσει του ως άνω επαναπροσδιορισμού της αξίας του ακινήτου 569.298 δραχ. = 380.562 δραχ.), καθώς και πρόσθετο φόρο σε ποσοστό 100% αυτού λόγω ανακρίβειας της δηλώσεως. Ήδη, η προσφεύγουσα με την κρινόμενη προσφυγή και το επ΄ αυτής υπόμνημα, ζητά την ακύρωση του φύλλου αυτού, προβάλλοντας ότι, η διάδικη φορολογική αρχή κακώς προέβη στον επαναπροσδιορισμό της αξίας του ως άνω ακινήτου της, καθόσον τούτο είναι ένας απλός υπόγειος βοηθητικός χώρος - αποθήκη - και όχι κατάστημα που εκ παραδρομής ανεγράφη στο σχετικό μεταβιβαστικό συμβόλαιο και στις ως άνω δηλώσεις της περί φόρου μεταβιβάσεως ακινήτου και αυτόματου υπερτιμήματος. Περαιτέρω δε, προβάλλει ότι, η αξία του εν λόγω ακινήτου της έπρεπε να υπολογισθεί με βάση το έντυπο 4 και όχι το έντυπο 2, σύμφωνα με την υπ΄ αριθ. 2039/1986 εγκύκλιο του Υπουργείου Οικονομικών, καθόσον τούτο αφορά χώρο - βοηθητικής χρήσεως (Αποθήκη). Για την ενίσχυση δε του ισχυρισμού της αυτού προσκομίζει και επικαλείται: 1) την υπ΄ αριθ. 1339/18.11.1970 σύσταση οριζοντίου ιδιοκτησίας και κανονισμό της συγκεκριμένης πολυκατοικίας του συμβολαιογράφου Αθηνών, Θ.Ρ., όπου στο υπ΄ αριθ. 8 φύλλο αυτής το ένδικο ακίνητο περιγράφεται ως "Αποθήκη", 2) την κάτοψη του υπογείου της πολυκατοικίας αυτής, όπου το εν λόγω ακίνητο αυτής αναφέρεται, επίσης, ως Αποθήκη και 3) το από 2.10.1997 και με αριθ. πρωτ. 14111 έγγραφο της πολεοδομίας Αθηνών, όπου αναφέρεται ότι ο χώρος του υπογείου της συγκεκριμένης πολυκατοικίας, είναι χώρος βοηθητικής χρήσεως (Αποθήκη). Ο ισχυρισμός της, όμως, αυτός, ενόψει του ότι, στις υποβληθείσες από την ίδια σχετικές δηλώσεις Φ.Μ.Α. και Φ.Α.Υ. και στο προαναφερόμενο αγοραπωλητήριο συμβόλαιο το εν λόγω ακίνητο της αναφέρεται ως "Αποθήκη - Κατάστημα" καθώς και ότι, όπως βεβαιώνεται, στην προαναφερθείσα έκθεση ελέγχου, από την επιτόπια έρευνα του αρμοδίου υπαλλήλου της διάδικης αρχής προέκυψε ότι, το ακίνητο τούτο αποτελεί, πράγματι, "υπόγεια Αποθήκη - Κατάστημα", πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Και τούτο, γιατί το γεγονός και μόνον ότι, στην προαναφερόμενη σύσταση οριζοντίου ιδιοκτησίας κανονισμό της συγκεκριμένης πολυκατοικίας και στην κάτοψη αυτής το εν λόγω ακίνητο περιγράφεται ως "Αποθήκη" δεν αποκλείει την διαμόρφωση του χώρου τούτου ως "Αποθήκη - Κατάστημα". Επομένως, νομίμως, προέβη ο Προϊστάμενος της διάδικης αρχής στον επαναπροσδιορισμό της αξίας του εν λόγω ακινήτου της προσφεύγουσας και καταλόγισε σε βάρος της με το προσβαλλόμενο φύλλο ελέγχου τον προκύπτοντα εξ αυτού κύριο φόρο.
Επειδή, περαιτέρω, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι, το προσβαλλόμενο φύλλο ελέγχου, κατά το μέρος που με αυτό της επιβλήθηκε πρόσθετος φόρος σε ποσοστό 100% του ως άνω κύριου φόρου λόγω ανακρίβειας της δηλώσεώς της, είναι ακυρωτέο, καθόσον αυτή δήλωσε με ακρίβεια τα προσδιοριστικά στοιχεία της αξίας του εν λόγω ακινήτου, ενώ, ο παραλαβών την σχετική δήλωσή της υπάλληλος διόρθωσε αυτήν αυτοβούλως και συνυπολόγισε κατά τον προσδιορισμό της αξίας του τον συντελεστή ορόφου 0,60. Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τις διατάξεις που προεκτέθηκαν και την ερμηνεία που δόθηκε σ΄ αυτές, το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη ότι, η προσαύξηση, στην περίπτωση που η αξία των ακινήτων προσδιορίζεται με βάση το αντικειμενικό σύστημα, επιβάλλεται όταν διαπιστωθεί ανακρίβεια στα περιγραφικά στοιχεία του ακινήτου που δηλώθηκαν από τον υπόχρεο σε φόρο, ότι στην ένδικη περίπτωση δηλώθηκαν τα αληθή στοιχεία του ακινήτου που μεταβιβάστηκε από την προσφεύγουσα, μεταξύ των οποίων και το είδος και ο όροφος του ακινήτου (υπόγεια Αποθήκη - Κατάστημα), ότι η εφαρμογή της τιμής ζώνης και των λοιπών συντελεστών, που αντιστοιχούν στο ακίνητο που δηλώθηκε ήταν υποχρέωση της διάδικης φορολογικής αρχής, κρίνει ότι η δήλωση της προσφεύγουσας δεν περιείχε ανακρίβεια και παρά τον νόμο επιβλήθηκε σε βάρος της ο πρόσθετος φόρος, λόγω του ότι συνυπολογίσθηκε για τον προσδιορισμό της αξίας του και ο μειωτικός συντελεστής ορόφου 0,60 στο σχετικό έντυπο της δήλωσης. Συνεπώς, το προσβαλλόμενο φύλλο ελέγχου, κατά το μέρος που με αυτό επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας πρόσθετος φόρος λόγω ανακρίβειας της δηλώσεώς της πρέπει να ακυρωθεί, κατά παραδοχή του σχετικού λόγου της κρινόμενης προσφυγής.
Επειδή, εξάλλου, στο άρθρο 31 § 2 του Ν. 820/1978, ορίζεται ότι: "Οι υποβάλλοντες ανακριβή δήλωσιν οιουδήποτε φόρου, εισφοράς ή τέλους ή καταβάλλοντες ελλιπώς το τέλος χαρτοσήμου υπόκεινται εις πρόστιμον".
Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, με την συμπροσβαλλόμενη πράξη της διάδικης αρχής επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας πρόστιμο 26.000 δραχμών του Ν. 820/1978, γιατί μεταξύ του κύριου φόρου που κατέβαλε βάσει της άνω δηλώσεώς της και της αρχικώς προσδιορισθείσας αξίας και αυτού που προέκυψε μετά τον επαναπροσδιορισμό αυτής από την διάδικη αρχή κατόπιν ελέγχου προκύπτει διαφορά ύψους 167.447 δραχμών. Ενόψει, όμως, των όσων έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά σε προηγούμενη σκέψη της παρούσας σχετικά με την υποχρέωση του φορολογουμένου επί εφαρμογής του αντικειμενικού συστήματος προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων, η οποία εξαντλείται με την παράθεση απ΄ αυτόν στο σχετικό έντυπο των προσδιοριστικών στοιχείων του ακινήτου με ακρίβεια και του ότι, στην προκειμένη υπόθεση, όπως προαναφέρθηκε, η προσφεύγουσα δήλωσε τα αληθή στοιχεία του ακινήτου που μεταβίβασε, μεταξύ των οποίων και το είδος και τον όροφο του ακινήτου (υπόγεια Αποθήκη - Κατάστημα), ενώ, η εφαρμογή της τιμής ζώνης και των λοιπών συντελεστών, που αντιστοιχούν στο ακίνητο που δηλώθηκε ήταν υποχρέωση της διάδικης φορολογικής αρχής, κρίνει ότι, η δήλωση της προσφεύγουσας δεν περιείχε ανακρίβεια και παρά τον νόμο επιβλήθηκε σε βάρος της το ένδικο πρόστιμο, λόγω του ότι συνυπολογίσθηκε για τον προσδιορισμό της αξίας του και ο μειωτικός συντελεστής ορόφου 0,60 στο σχετικό έντυπο της δήλωσης. Συνεπώς, η συμπροσβαλλόμενη πράξη με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας το ένδικο πρόστιμο λόγω ανακρίβειας της δηλώσεώς της, πρέπει να ακυρωθεί, κατά παραδοχή του σχετικού λόγου της κρινόμενης προσφυγής.
Επειδή, κατόπιν όλων αυτών, πρέπει να γίνει δεκτή εν μέρει η κρινόμενη προσφυγή, να ακυρωθεί το προσβαλλόμενο φύλλο ελέγχου Φ.Α.Υ., μόνο κατά το μέρος που με αυτό επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας πρόσθετος φόρος, λόγω ανακρίβειας της δηλώσεώς της, καθώς και η συμπροσβαλλόμενη πράξη επιβολής προστίμου του Ν. 820/1978.