ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ | Αθήνα, 8 Οκτωβρίου 2003 |
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ |
Αρ.Πρωτ.:1090127/1915/Α0012 |
ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ |
|
Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛ. ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ (Δ 12) |
|
ΤΜΗΜΑΤΑ: Α΄, Β΄ |
|
ΘΕΜΑ:
Υπολογισμός της υπεραξίας που προκύπτει από τη μεταβίβαση οχήματος Ι.Χ. που είχε αγορασθεί ως καινούργιο, από επιχείρηση.
Με αφορμή ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στην υπηρεσία μας σχετικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:
1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. ζ΄ της παρ. 3 του άρθρου 28 του Ν. 2238/1994, θεωρείται ως εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις και η πραγματοποιηθείσα αυτόματη υπερτίμηση του πάγιου κεφαλαίου που χρησιμοποιείται στην επιχείρηση, καθώς και η υπερτίμηση που δεν πραγματοποιήθηκε, εφόσον αυτή έχει περιληφθεί στην απογραφή.
2. Όπως έχει γίνει δεκτό με την Ε. 10.444/Εγκ. 13/1982 ερμηνευτική εγκύκλιο του Ν. 1160/1981, ως εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις θεωρείται και η διαφορά που πρoκύπτει κατά τη μεταβίβαση του αυτοκινήτου οχήματος ως εμπορεύματος, μεταξύ της τιμής πώλησης και της πραγματικής τιμής αγοράς προσαυξημένης με τις τυχόν βελτιώσεις που έγιναν σ΄ αυτό και μειωμένης με τις προβλεπόμενες αποσβέσεις του, εφόσον φυσικά αυτή η αξία αγοράς καθώς και οι δαπάνες βελτίωσης προκύπτουν από επίσημα βιβλία. Ως τιμή πώλησης του αυτοκινήτου θεωρείται η αξία αυτού όπως εξευρίσκεται τεκμαρτώς με τη μέθοδο που προβλέπεται στο άρθρο 5 παρ. 2 του Ν.Δ. 1146/1972 εφόσον βέβαια, η αξία αυτή είναι μεγαλύτερη από την πραγματική τιμή πώλησης.
Η διαφορά που προκύπτει από την αφαίρεση αυτή αποτελεί το υπερτίμημα, και φορολογείται κατ΄ αρχήν με πάγιο φορολογικό συντελεστή 30% οπότε και εξαντλείται η φορολογική υπoχρέωση. Ο φόρος που προκύπτει καταβάλλεται σε 6 (έξι) ίσες μηνιαίες δόσεις της πρώτης καταβαλλομένης με την υποβολή της σχετικής δήλωσης στον αρμόδιο για τη φορολογία του εισοδήματος του πωλητή Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Παρέχεται δε στο φορολογούμενο η ευχέρεια να δηλώσει το υπερτίμημα τούτο μαζί με τα λοιπά εισοδήματά του στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του έτους μέσα στο οποίο έγινε η πώληση για να φορολογηθεί ελαφρότερα στην περίπτωση που η φορολογική επιβάρυνση, είναι μικρότερη του 30%.
3. Περαιτέρω, με τις διατάξεις της παραγρ. 1 του άρθρου 2 του Ν. 2954/2001 και ειδικά όταν οι πωλήτριες του οχήματος επιχειρήσεις τηρούν τρίτης κατηγορίας βιβλία του Κ.Β.Σ., ως τιμή πώλησης του μεταπωλούμενου οχήματος λαμβάνεται μόνο αυτή που προκύπτει τεκμαρτά με τη μέθοδο που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 5 του Ν.Δ. 1146/1972, ή δε πραγματική αξία πώλησης φορολογείται με τις γενικές διατάξεις περί φορολογίας εισοδήματος, και συμψηφίζεται ο φόρος που καταβλήθηκε.
Σημειώνεται ότι οι προαναφερόμενες διατάξεις της παραγρ. 1 του άρθρου 2 του Ν. 2954/2001 μετέβαλαν μόνο τον τρόπο προσδιορισμού της αξίας πώλησης του οχήματος ως εμπορεύματος και δεν ρυθμίζουν θέματα προσδιορισμού της αξίας κτήσης αυτού.
4. Με βάση τα παραπάνω προκύπτει, ότι για τον προσδιορισμό του υπερτιμήματος (υπεραξία), κατά τη μεταβίβαση νέου οχήματος ως εμπορεύματος από επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία τρίτης κατηγορίας του ΚΒΣ σαν αξία αγοράς, κατά πάγια θέση της Διοίκησης λαμβάνεται η πραγματική αξία αγοράς του οχήματος, η οποία προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία αυτής και ως αξία πώλησης η τεκμαρτή, όπως αυτή προσδιορίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του Ν.Δ. 1146/1972.