Αρ.Πρωτ 2012/2014 (03/09/2014)

Τροποποιήσεις των Ν.4015/2011 και Ν.2810/2000 «Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις»

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Αθήνα 3-9-2014

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

Αρ.Πρωτ.:2012

ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ

Θέμα:

Τροποποιήσεις των Ν.4015/2011 και Ν.2810/2000 «Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις»

Με το άρθρο 61 του ν. 4277/1.8.2014 (ΦΕΚ Α 156) τροποποιείται ο ν. 4015/2011, καθώς και ορισμένες διατάξεις του ν. 2810/2000. Οι τροποποιήσεις αυτές βελτιώνουν διατάξεις του ν.4015/2011, ώστε να καθίσταται ευχερής η εφαρμογή του, επαναφέρουν ρυθμίσεις του ν.2810/2000, κυρίως όμως ρυθμίζουν θέματα ,τα οποία προέκυψαν από την εφαρμογή των μεταβατικών διατάξεων του ν.4015/2011, περί συγχώνευσης και μετατροπής των πρώην Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (ΑΣΟ) κάθε βαθμού σε Αγροτικούς Συνεταιρισμούς (Α.Σ) ή σε Αγροτικές Εταιρικές Συμπράξεις (Α.Ε.Σ) και των Συνεταιριστικών Εταιριών (Σ.Ε) σε Αγροτικές Εταιρικές Συμπράξεις (Α.Ε.Σ).

Επανέρχεται σε ισχύ μια σημαντική διάταξη, η οποία είχε θεσπισθεί με το άρθρο 35 παρ. 13 του ν. 2810/2000 και αφορούσε στο αφορολόγητο του πλεονάσματος, το οποίο δημιουργείται από την συναλλαγή του μέλους με τον Συνεταιρισμό του, διάταξη εξαιρετικά σημαντική για την αναπτυξιακή πορεία ενός συνεταιρισμού. Η άνω διάταξη της παρ.13 του ν. 2810/2000, ειχε επαναληφθεί με την διάταξη της παρ.11 του άρθρου 15 του ν. 4015/2011 .

Τέλος με την διάταξη του άρθρου 32 του ν.4282/2014 (ΦΕΚ Α΄182/29.8.2014), τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν διατάξεις των προαναφερόμενων νόμων, όσον αφορά κυρίως στις πρώην τριτοβάθμιες αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις.

Ειδικότερα επί των διατάξεων των άρθρων 61 και 32 τα οποία τροποποιούν και συμπληρώνουν διατάξεις του ν. 4015/2011 και του ν. 2810/2000, αναφέρουμε τα ακόλουθα:

1. Με την παράγραφο 1 επανέρχεται ο όρος «Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις» (ΑΣΟ), για την διάκριση των αγροτικών συνεταιρισμών (ΑΣ) και των αγροτικών εταιρικών συμπράξεων (ΑΕΣ), αντικαθιστώντας έτσι την αντίστοιχη διάταξη του ν. 4015/2011 περί «Συλλογικών Αγροτικών Οργανώσεων» (ΣΑΟ).

2. Έτσι αγροτικός συνεταιρισμός είναι ο πρώην πρωτοβάθμιος αγροτικός συνεταιρισμός, ο οποίος λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2810/2000, όπως ο νόμος αυτός τροποποιήθηκε με τον ν. 4015/2011 και τον παρόντα νόμο. Συγκεκριμένα, το άρθρο 1 του ν. 2810/2000 , αντικαταστάθηκε από το άρθρο 16 παρ. 2 του ν. 4015/2011 με τις ακόλουθες μεταβολές:

α) Παραμένει ο ορισμός της έννοιας του αγροτικού συνεταιρισμού, όπως αυτός έχει υιοθετηθεί διεθνώς από το έτος 1996 στο Συνεταιριστικό Συνέδριο που έγινε στο Μάντσεστερ της Αγγλίας και έχει ως εξής : «Ο αγροτικός συνεταιρισμός (ΑΣ) είναι αυτόνομη ένωση προσώπων, η οποία συγκροτείται εθελοντικά και επιδιώκει, με την αμοιβαία βοήθεια των μελών της, την οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική ανάπτυξη και προαγωγή τους, μέσω μιας συνιδιοκτήτης και δημοκρατικά διοικούμενης επιχείρησης ».

β) Πέραν των αγροτικών συνεταιρισμών, ο νόμος ενδεικτικά αναφέρει και ορισμένα άλλα είδη συνεταιρισμών, οι οποίοι θεωρούνται αγροτικοί, εφόσον δραστηριοποιούνται στον κλάδο ή σε δραστηριότητες της αγροτικής οικονομίας, όπως οι αλιευτικοί συνεταιρισμοί, οι κτηνοτροφικοί, οι πτηνοτροφικοί, οι μελισσοκομικοί, οι σηροτροφικοί, οι αγροτουριστικοί, οι αγροβιοτεχνικοί και οι οικοτεχνικοί, παραλείποντας όμως να συμπεριλάβει τους δασικούς συνεταιρισμούς, τροποποιώντας έτσι την αντίστοιχη διάταξη του ν. 2810/2000. Συνεπώς οι δασικοί συνεταιρισμοί δεν είναι αγροτικοί συνεταιρισμοί.

Τούτο άλλωστε προκύπτει από την ρητή διάταξη του άρθρου 18 παρ. 7 του ν. 4015/2011 , σύμφωνα με την οποία οι δασικοί συνεταιρισμοί και οι ενώσεις δασικών συνεταιρισμών (οι ενώσεις δασικών συνεταιρισμών κατ΄ εξαίρεσιν διατηρούνται, αντίθετα προς τις ενώσεις αγροτικών συνεταιρισμών, οι οποίες καταργούνται), παραμένουν και συνεχίζουν να λειτουργούν, όπως λειτουργούσαν μέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 4015/2011.

Έτσι από 21.9.2011, οι δασικοί συνεταιρισμοί, και οι ενώσεις δασικών συνεταιρισμών είτε αναγκαστικής μορφής, είτε ελεύθεροι, συνεχίζουν να λειτουργούν σύμφωνα με τις ειδικές διατάξεις των αναγκαστικών νόμων οι αναγκαστικοί, και συμπληρωματικά με ν. 2810/2000, και οι ελεύθεροι δασικοί με τον ν.2810/2000, όπως ο νόμος αυτός ίσχυε πριν την τροποποίησή του, για μια μεταβατική περίοδο δηλαδή, μέχρι να εκδοθεί νέος νόμος, ο οποίος θα ρυθμίζει τα της ιδρύσεως και λειτουργίας των δασικών γενικά συνεταιρισμών.

Σύμφωνα με τα ανωτέρω όλοι οι δασικοί συνεταιρισμοί και οι ενώσεις αυτών, οφείλουν να λειτουργούν όπως λειτουργούσαν και να διεξάγουν αρχαιρεσίες σύμφωνα με τις διατάξεις του καταστατικού τους, μη επηρεαζόμενοι από τις ρυθμίσεις του ν. 4015/2011, όπως ισχύει. Συνεπώς οι αρχαιρεσίες στους πρωτοβάθμιους δασικούς συνεταιρισμούς διενεργούνται χωρίς την παρουσία δικαστικού λειτουργού, ενώ για τις εκλογές των Ενώσεων απαιτείται η παρουσία δικαστικού λειτουργού. Οι δασικοί Συνεταιρισμοί και οι Ενώσεις αυτών δεν εγγράφονται στο Μητρώο ΑΣΟ, αφού εξαιρούνται της εφαρμογής των διατάξεων του ν. 4015/2011. Αντίθετα οι λοιποί αναγκαστικοί συνεταιρισμοί εγγράφονται στο Μητρώο ΑΣΟ, με τους όρους και τις προϋποθέσεις, που θα ορίσει η Υ.Α, που θα εκδοθεί, λόγω των ειδικών διατάξεων, που ισχύουν για τους συνεταιρισμούς αυτούς.

Ένα θέμα, το οποίο δημιουργήθηκε στην πράξη για ένα μικρό αριθμό Ενώσεων, οι οποίες είχαν μέλη και δασικούς και αγροτικούς συνεταιρισμούς, επιλύεται με την υποπερ. στστ) της περ. β) της παρ. 9 του άρθρου 61, σύμφωνα με την οποία, οι Ενώσεων Δασικών -Αγροτικών Συνεταιρισμών, δηλαδή μεικτής μορφής Ενώσεις διατηρούνται ως δασικές μέχρι την αντικατάστασή τους με νέο νόμο, σύμφωνα με τα ανωτέρω. Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί μέλη των δασικών αυτών Ενώσεων, παραμένουν μέλη εφόσον το επιθυμούν, άλλως μπορούν να αποχωρήσουν και είτε να συνεχίσουν την ανεξάρτητη λειτουργία τους, είτε να συγχωνευθούν μεταξύ τους, δημιουργώντας ένα νέο μεγάλο αγροτικό συνεταιρισμό. Παραμένοντας όμως μέλη των Ενώσεων Δασικών Συνεταιρισμών, μπορούν να εξυπηρετούνται από τις δραστηριότητες των Ενώσεων αυτών. Όταν όμως αποφασίσουν να αποχωρήσουν, λαμβάνουν την ονομαστική αξία της συνεταιριστικής τους μερίδας, σύμφωνα με τους όρους του καταστατικού της Ενώσεως, στην οποία είναι μέλη.

3. Στις Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις (ΑΣΟ) περιλαμβάνονται και οι Αγροτικές Εταιρικές Συμπράξεις (ΑΕΣ), οι οποίες λειτουργούν με την νομική μορφή της ανώνυμης εταιρίας, συνιστώνται αποκλειστικά από αγροτικούς συνεταιρισμούς ή και άλλες ΑΕΣ, διέπονται από τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920, όπως ισχύει, όσον αφορά στην σύσταση και λειτουργία τους με τους περιορισμούς, όμως που θέτει ο παρών νόμος στο άρθρο 6 αυτού, όπως στον οικείο τόπο αναλύονται. Τα καταστατικά των ΑΕΣ εγκρίνονται και δημοσιεύονται στο ΓΕΜΗ, σύμφωνα με την διαδικασία, που προβλέπεται για τις ανώνυμες εταιρείες.

4. Ο ν. 4015/2011 εισήγαγε τον πολύ χρήσιμο θεσμό του Εθνικού Μητρώου των ΑΣΟ και των Δ.Ο (Διεπαγγελματικών Οργανώσεων), ο οποίος θεσμός θα βοηθήσει στην καταγραφή , στην παρακολούθηση από την πολιτεία, όλων των αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων της χώρας και των διεπαγγελματικών οργανώσεων, και στην καλλίτερη εξυπηρέτηση των ιδίων των αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων από την Κεντρική Διοίκηση και τους αρμόδιους φορείς. Σε όλες τις χώρες το Μητρώο των επιχειρήσεων αποτελεί παράγοντα διαφάνειας - για τους συνεταιρισμούς βεβαίως η διαφάνεια αποτελεί βασική συνεταιριστική αξία - και επιτάχυνσης διαδικασιών τόσο σε επίπεδο επιχειρήσεως όσο και σε επίπεδο κράτους.

Το Εθνικό Μητρώο των ΑΣΟ, θα αποτελέσει και όργανο για την άσκηση της προβλεπόμενης από το άρθρο 12 παρ. 4 του Συντάγματος Εποπτείας εκ μέρους του κράτους, στους αγροτικούς συνεταιρισμούς, όπως ρητά αναφέρεται στο άρθρο 2 παρ. 1 του ν. 4015/2011. Δηλαδή ο νομοθέτης αναθέτει πλέον την κρατική εποπτεία στην Εποπτική Αρχή, αφού καταργεί το άρθρο 16 του ν. 2810/2000 και προβλέπει την έκδοση κανονιστικής διοικητικής πράξης, Υπουργικής Απόφασης, η οποία θα καθορίσει τον τρόπο άσκησης και το περιεχόμενο του ελέγχου εκ μέρους της Εποπτικής Αρχής.

Στο Εθνικό Μητρώο ΑΣΟ και ΔΟ, το οποίο έχει αποτελέσει ηλεκτρονική βάση δεδομένων, η οποία συνεχώς ενημερώνεται και επικαιροποιείται, όσον αφορά στις μεταβολές των στοιχείων της, καταχωρίζονται σε ειδικές αντιστοίχως κατηγορίες οι ΑΣΟ οι ΔΟ, η ΠΑΣΕΓΕΣ και οι διατηρούμενες πρωτοβάθμιες αναγκαστικές συνεταιριστικές οργανώσεις και οι Ενώσεις αυτών, σύμφωνα με το άρθρο 39 του ν. 2810/2000, πλην βεβαίως των αναγκαστικών δασικών συνεταιριστικών οργανώσεων καθώς δεν εγγράφονται στο Μητρώο και οι ελεύθεροι δασικοί συνεταιρισμοί, διότι όπως προαναφέρεται οι διατάξεις του ν. 4015/2011, δεν εφαρμόζονται στους δασικούς εν γένει συνεταιρισμούς.

Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται η μορφή, το περιεχόμενο, η διαδικασία καταγραφής στο Μητρώο καθώς και η τήρηση αυτού. Σύμφωνα με την νομοθετική αυτή εξουσιοδότηση του άρθρου του ν. 4015/2011, εκδόθηκε η με αριθμό ΥΑ 355/2011 « Μορφή, περιεχόμενο και τήρηση Εθνικού Μητρώου ΣΑΟ και διαδικασία πρώτης εγγραφής των ΑΣ, ΕΑΣ κλπ.»

Κατόπιν των τροποποιήσεων, που επήλθαν στις σχετικές διατάξεις με βάση τις οποίες εκδόθηκε η άνω απόφαση, πρόκειται να εκδοθεί νέα Υ.Α, με βάση την οποία και θα ολοκληρωθεί η διαδικασία του χαρακτηρισμού των ΑΣ ως ενεργών ή ανενεργών κατά την πρώτη εγγραφή τους. Συνεπώς τα στοιχεία τα οποία θα ελεγχθούν, για την πρώτη εγγραφή των ΑΣ είναι τα ακόλουθα :

α) Αντίγραφο του καταστατικού του αγροτικού συνεταιρισμού και βεβαίωση εγγραφής του στα οικεία βιβλία του αρμόδιου Δικαστηρίου.

β) Ετήσιο κύκλο εργασιών κατά την τελευταία τριετία με βάση τους ισολογισμούς, λογαριασμούς και αποτελέσματα χρήσης των τελευταίων τριών ετών ή των ετών λειτουργίας του, αν ο ΑΣ έχει ιδρυθεί μέσα στην τελευταία τριετία, ώστε να φαίνεται η ενεργός λειτουργία του συνεταιρισμού.

γ) Αριθμό μελών, σύμφωνα με το βιβλίο μητρώου μελών, του συνεταιρισμού.

δ) Πρακτικό των αρχαιρεσιών για την ανάδειξη των διοικητικών οργάνων του ΑΣ. Η ακρίβεια των παραπάνω στοιχείων, που προσκομίζονται από κάθε συνεταιρισμό, επαληθεύεται από την Εποπτική Αρχή και με βάση την πληρότητά τους, συντάσσεται κατάλογος όσων εκπληρώνουν και τα τέσσερα κριτήρια, οπότε χαρακτηρίζονται, ως ενεργοί. Όσοι δεν εκπληρώνουν τα άνω κριτήρια χαρακτηρίζονται ως ανενεργοί, κατά την πρώτη έγγραφη.

Η Υπηρεσία, η οποία είναι αρμόδια για τον χειρισμό όλων των θεμάτων που αφορούν στο μητρώο και στην τήρηση αυτού είναι η Εποπτική Αρχή, η οποία συστάθηκε με το άρθρο 2 παρ. 3 του ν. 4015/2011. Η διάταξη αυτή τροποποιήθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 61 του ν. 4277/2014, και ορίστηκε ότι για τις ανάγκες τήρησης και λειτουργίας του Μητρώου λειτουργεί στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων διοικητική μονάδα με την ονομασία «Τμήμα Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων, Ομαδικών Δραστηριοτήτων και Παρακολούθησης Εφαρμογής Εθνικής και Ενωσιακής Νομοθεσίας» (στο εξής Εποπτική Αρχή).

Με την παράγραφο 13 του άρθρου 19 του ν. 4015/2011 ,όπως,τροποποιήθηκε με το άρθρο 61 του ν.4277/2014, ορίζεται ότι, οι αρμοδιότητες που προβλέπονται να ασκούνται από την Εποπτική Αρχή με το παρόν άρθρο, ασκούνται, μέχρι τη σύσταση της διοικητικής μονάδας της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του ν. 4015/2011 , από τη Διεύθυνση Αγροτικού Συνεργατισμού και Ομαδικών Δραστηριοτήτων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

5. Η σπουδαιότητα, η οποία δίδεται από τον νομοθέτη τόσο στην τήρηση του εθνικού μητρώου, όσο και στην εφαρμογή των διατάξεων περί εποπτείας, ελέγχου, αλλά και εξυγίανσης των συνεταιρισμών, φαίνεται από τη σύσταση του Ειδικού Επιστημονικού Συμβουλίου, Γνωμοδοτικού χαρακτήρα, το οποίο ουσιαστικά εισηγείται επί όλων των θεμάτων, τα οποία αφορούν στο μητρώο και τα οποία διασφαλίζουν την παρακολούθηση της ορθής και νόμιμης λειτουργίας των αγροτικών συνεταιρισμών και των αμιγώς συνεταιριστικών εταιρειών τους, καθώς και στην λήψη μέτρων, τα οποία κατά τον χρόνο του μετασχηματισμού τους είναι απολύτως αναγκαία, για την εξυγίανσή τους.

Ο νόμος ειδικά αναφέρει τα εξής: «Για τις ανάγκες τήρησης του Μητρώου και εφαρμογής των διατάξεων περί εποπτείας, ελέγχου και εφαρμογής μέτρων εξυγίανσης των ΑΣΟ ιδρύεται πενταμελές Γνωμοδοτικό Επιστημονικό Συμβούλιο Εποπτείας Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (στο εξής Συμβούλιο), το οποίο εισηγείται προς τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, σχετικά με τα παραπάνω θέματα. Στο Συμβούλιο συμμετέχουν ειδικοί επιστήμονες, με συνεταιριστική παιδεία, γνώση και εμπειρία.

Το Συμβούλιο αποτελείται από τον Προϊστάμενο της Εποπτικής Αρχής, τρία μέλη, τα οποία υποδεικνύονται από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και ένα μέλος που υποδεικνύεται από την ΠΑΣΕΓΕΣ.

Χρέη γραμματέα ασκεί υπάλληλος της Εποπτικής Αρχής. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου ορίζονται με απόφαση τον Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και είναι άμισθα.»

Ο νόμος απαιτεί, το γνωμοδοτικό συμβούλιο να αποτελείται από ειδικούς επιστήμονες, όπως για παράδειγμα, οικονομικούς επιστήμονες, νομικούς γεωργοοικονομολόγους, με συνεταιριστική επιστημονική κατάρτιση, γνώση και εμπειρία, με πρόσθετο στοιχείο την συνεταιριστική παιδεία, η οποία εσωκλείει το στοιχείο του συνεταιριστικού ήθους.

Ο Υπουργός ΥΠΑΑΤ έχει την επιμέλεια για τον ορισμό των μελών του Συμβουλίου, μεταξύ των οποίων τον Προϊστάμενο της εποπτικής αρχής και τον Πρόεδρο του Συμβουλίου.

Ένα δε μέλος με τα αντίστοιχα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα υποδεικνύεται από την ΠΑΣΕΓΕΣ. Χρέη γραμματέως ασκεί υπάλληλος της Εποπτικής Αρχής.

Ο νόμος ορίζει ότι το Επιστημονικό Γνωμοδοτικό Συμβούλιο είναι άμισθο. Το επιβάλλει ο κοινωνικός χαρακτήρας του θεσμού. Το γνωμοδοτικό Συμβούλιο αποτελεί συλλογικό όργανο και όσον αφορά στον τρόπο λειτουργίας του κατά τα λοιπά, πέραν αυτών που ορίζει ο ν. 4015/2011, όπως ισχύει, εφαρμόζεται ο κώδικας διοικητικής διαδικασίας.

6. Η Εποπτική Αρχή ελέγχει, ώστε η λειτουργία των αγροτικών συνεταιρισμών να είναι σύννομη και τους παρέχει κάθε βοήθεια για την εκτέλεση του έργου τους, η οποία συνίσταται στην παροχή γνώσης και πληροφόρησης σχετικά με την εθνική και ενωσιακή νομοθεσία που τους είναι απαραίτητη, τους διευκολύνει στην παροχή πληροφόρησης σχετικά με θέματα εξυγίανσής τους, τα οποία έχουν ανατεθεί στην κρατική μέριμνα. Η Εποπτική Αρχή ελέγχει το προφανώς σύννομο των διατάξεων του καταστατικού τους και προβαίνει σε σχετικές υποδείξεις. Η Εποπτική έχει το δικαίωμα της Εφέσεως που της παρέχει ο νόμος, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 3 του ν. 2810/2000 . Ελέγχει την καταβολή της συνεταιριστικής τους μερίδας, ώστε να υφίσταται το απαιτούμενο από το νόμο κατώτατο κεφάλαιο των 10.000 ευρώ, όπως μειώθηκε με την παρ. 11 του άρθρου 61 και επίσης τον κατώτατο αριθμό μελών τους, ο οποίος επίσης μειώθηκε στα 10 μέλη ,μόνο για τους νεοϊδρυόμενους συνεταιρισμούς. Ελέγχει την ακριβή τήρηση των διατάξεων του καταστατικού του συνεταιρισμού, την λήψη αποφάσεων από την γενική συνέλευση, όταν ο νόμος ή το καταστατικό απαιτεί την λήψη των σχετικών αποφάσεων από την γενική συνέλευση και όχι από το Δ.Σ, όπως π.χ, η επιβολή έκτακτης εισφοράς στα μέλη. Ελέγχει την τήρηση των απαιτούμενων από το άρθρο 20 του ν.2810/2000 , όπως ισχύει, βιβλίων, νομίμως θεωρημένων από το Ειρηνοδικείο της έδρας του Συνεταιρισμού καθώς επίσης και την τήρηση των βιβλίων, που απαιτεί ο φορολογικός νομοθέτης.

Η Εποπτική Αρχή ενημερώνει τις ΑΣΟ με έκδοση ενημερωτικών εγκυκλίων, που τους αφορούν με την παροχή εγγράφων και προφορικών συμβουλών, μέσα στα χρονικά όρια, που προβλέπει ο κώδικας διοικητικής διαδικασίας .

Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κατόπιν γνώμης του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου καθορίζονται ο τρόπος άσκησης της εποπτείας της Εποπτικής Αρχής, οι υποχρεώσεις των Αγροτικών Συνεταιρισμών προς αυτήν ιδίως για την παροχή εγγράφων ή άλλων αναγκαίων για την άσκηση της εποπτείας στοιχείων και πληροφοριών, οι τυχόν επιβαλλόμενες διοικητικές κυρώσεις σε αυτές, στις περιπτώσεις που διαπιστώνονται παραβάσεις στην νομοθεσία καθώς και σε κάθε άλλο θέμα που αφορά στην άσκηση της Εποπτείας. Ο νομοθέτης στην άσκηση της Εποπτείας αναφέρεται στους ΑΣ και στις ΑΕΣ .

7. Η Εποπτική Αρχή αξιολογεί τους ΑΣ κάθε χρόνο και σύμφωνα με τις τακτικές ετήσιες δηλώσεις, που αυτές υποβάλλουν και εκδίδεται σχετική απόφασή της, η οποία γνωστοποιείται στον αξιολογούμενο συνεταιρισμό. Η αξιολόγηση γίνεται με βάση τα προαναφερόμενα στοιχεία, ώστε να αποδεικνύεται η νόμιμη και ενεργός λειτουργία του συνεταιρισμού, τα οποία εξειδικεύονται με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, που εκδίδεται κατόπιν εισηγήσεως του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται ο τύπος και το ακριβές περιεχόμενο των αιτήσεων της πρώτης εγγραφής και των τακτικών ετήσιων δηλώσεων, τα έγγραφα και δικαιολογητικά που επισυνάπτονται σε αυτές και η διαδικασία συμβατικής ή ηλεκτρονικής υποβολής τους. Με την ίδια απόφαση, μπορεί να ορίζεται και παράβολο για κάθε αίτηση, που υποβάλλεται στο μητρώο. Η υποβολή των τακτικών ετήσιων δηλώσεων διενεργείται το αργότερο έως την 30ή Μαρτίου εκάστου έτους.

Οι αξιολογούμενοι, εφόσον δεν συμφωνούν με την απόφαση αξιολόγησης, έχουν δικαίωμα ασκήσεως ενστάσεως ενώπιον του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, μέσα σε προθεσμία ενός μηνός από τη γνωστοποίηση της απόφασης της Εποπτικής Αρχής.

Ο Υπουργός αποφαίνεται επί της ενστάσεως εντός προθεσμίας επίσης δεκαπέντε (15) ημερών, ώστε να γίνεται άμεση εκκαθάριση της υποθέσεως. Ακολούθως ο θιγόμενος μπορεί να ασκήσει τα ένδικα μέσα και βοηθήματα, που προβλέπει ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας.

Αγροτικοί Συνεταιρισμοί, οι οποίοι, για δυο συνεχείς αξιολογήσεις , κρίνονται ως ανενεργοί και καταχωρίζονται στο Μητρώο ως τέτοιοι, λύονται κατόπιν αποφάσεως , η οποία εκδίδεται από τον Υπουργό ΥΠΑΑΤ, μετά από εισήγηση της Εποπτικής Αρχής και του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου. Την λύση ακολουθεί η διαδικασία της εκκαθαρίσεως σύμφωνα με τα άρθρα 24 και 25 του ν. 2810/2000 , όπως ισχύει. Δηλαδή η εκκαθάριση διενεργείται από έναν ή περισσότερους ειδικούς εκκαθαριστές, που ορίζονται από τη γενική συνέλευση, εκτός εάν το καταστατικό ορίζει διαφορετικά.

Το νομικό πρόσωπο του λυθέντος αγροτικού συνεταιρισμού, εξακολουθεί να υπάρχει και να λειτουργεί για τις ανάγκες της Εκκαθάρισης. Δηλαδή τα όργανα διοικήσεως του συνεταιρισμού, τόσο το Διοικητικό Συμβούλιο όσο και η Γενική Συνέλευση εξακολουθούν να υφίστανται.

Η διαδικασία της εκκαθάρισης πρέπει να ολοκληρώνεται το αργότερο εντός δύο (2) ετών. Εδώ ο νομοθέτης προσβλέπει στην γρήγορη εκκαθάριση των υποθέσεων των εκκαθαρίσεων, ώστε να αποφεύγονται οι μακροχρόνιες διαδικασίες αυτών, για τον λόγο αυτό ρητά πλέον αναφέρεται και στην διαδικασία της εκκαθαρίσεως δηλαδή ότι η εκκαθάριση των συνεταιρισμών, γίνεται με την διαδικασία, που ορίζει ο αστικός κώδικας, για την δικαστική εκκαθάριση της κληρονομίας.

Κατ΄ εξαίρεσιν και εφόσον συντρέχουν σπουδαίοι λόγοι το αρμόδιο δικαστήριο κατόπιν αιτήσεως παντός έχοντος έννομο συμφέρον μπορεί να παρατείνει τον αρχικά προβλεπόμενο χρόνο διαρκείας της εκκαθαρίσεως των δυο (2) ετών, για όσο χρονικό διάστημα κρίνει το Δικαστήριο απαραίτητο, για την ολοκλήρωση των διαδικασιών της εκκαθαρίσεως.

Η παρ.5 του άρθρου 4 καταργείται.

8. Αγροτικές Εταιρικές Συμπράξεις :

Οι Αγροτικοί συνεταιρισμοί μπορούν να συνιστούν μεταξύ τους Αγροτικές Εταιρικές Συμπράξεις (ΑΕΣ). Οι ΑΕΣ συνιστώνται κυρίως για την ανάληψη εργασιών μεγαλύτερης οικονομικής κλίμακας, που προφανώς αγροτικοί συνεταιρισμοί μόνοι τους αδυνατούν να συγκεντρώσουν τα απαιτούμενα κεφάλαια αλλά και τις ποσότητες των προϊόντων που απαιτούνται. Έτσι λοιπόν επιδιώκουν κατ΄ αρχήν μια κεφαλαιακή συγκρότηση, η οποία εκφράζεται με την νομική μορφή της ανώνυμης εταιρείας. Ο συνεταιριστικός νομοθέτης εισάγει κάποιους περιορισμούς, ώστε να μπορούν ακόμη και στην κεφαλαιακή αυτή συγκρότηση , που επιχειρούν οι συνεταιρισμοί , να εφαρμόζονται ορισμένες συνεταιριστικές αρχές, οι οποίες όμως δεν έρχονται σε αντίθεση με τον κ.ν 2190/1920. Έτσι λοιπόν ορίζεται ότι οι μετοχές των εταιρειών αυτών είναι πάντοτε ονομαστικές και σε κάθε περίπτωση μεταβίβασης μετοχών δικαίωμα προτίμησης έχουν οι συμμετέχουσες στην εταιρεία συνεταιριστικές οργανώσεις. Ουδείς μέτοχος μπορεί να αποκτήσει μετοχές πέραν του 20% του συνολικού αριθμού των μετοχών της ΑΕΣ. Σε περίπτωση που οι μέτοχοι είναι λιγότεροι από πέντε, ουδείς μέτοχος μπορεί να αποκτήσει μετοχές πέραν του 50% του συνολικού αριθμού των μετοχών της ΑΕΣ. Σε μία ΑΕΣ μπορεί να συμμετέχει και άλλη ΑΕΣ. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις του κ.ν. 2190/1920, και αναλόγως οι διατάξεις του παρόντος νόμου, όπως για παράδειγμα , αναλογική εφαρμογή μπορεί να γίνει στις διατάξεις που ρυθμίζουν τα θέματα, που αφορούν στο Διοικητικό Συμβούλιο . Τα καταστατικά των ΑΕΣ, η έγκριση και η δημοσίευση αυτών, γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις, που ισχύουν, για τις ανώνυμες εταιρείες.

Οι ΑΕΣ εγγράφονται και στο Μητρώο των ΑΣΟ με τον Αριθμό Μητρώου Ανωνύμων Εταιρειών και των λοιπών στοιχείων, που θα καθορίσει η Απόφαση του Υπουργού ΥΠΑΑΤ.

9. ΠΑΣΕΓΕΣ:

Η ΠΑΣΕΓΕΣ αποτελεί την εθνική και συντονιστική οργάνωση των Αγροτικών Συνεταιρισμών και των Αγροτικών Εταιρικών Συμπράξεων. Έχει σωματειακή διάρθρωση και δομή για το λόγο αυτό δεν έχει εμπορική ιδιότητα. Μέλη της ΠΑΣΕΓΕΣ σύμφωνα με την διάταξη της παρ. 6 του άρθρου 61 του ν. 4277/2014 είναι : οι ενεργοί Αγροτικοί Συνεταιρισμοί, οι Συνεταιρισμοί (ΑΣ), οι Δασικοί Συνεταιρισμοί, οι Αναγκαστικοί Αγροτικοί Συνεταιρισμοί και οι Αγροτικές Εταιρικές Συμπράξεις (ΑΕΣ), που προφανώς από παραδρομή στον νόμο αναφέρονται ως «Ανώνυμες» Εταιρικές Συμπράξεις.

Ο νομοθέτης, ενώ ως μέλη της ΠΑΣΕΓΕΣ αναφέρει όλες τις παραπάνω κατηγορίες αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων ακόμη και τους συνεταιρισμούς (ΑΣ) τους μη ενεργούς, αφού δεν υφίσταται άλλη κατηγορία αγροτικών συνεταιρισμών (ΑΣ) στον παρόντα νόμο, εντούτοις συγκροτεί την γενική συνέλευση της ΠΑΣΕΓΕΣ , μόνον από τους αντιπροσώπους των ενεργών αγροτικών συνεταιρισμών μελών της, δηλαδή της πρώτης από τις παραπάνω κατηγορίες με βάση το Μητρώο της Εποπτικής Αρχής. Συνεπώς , οι Συνεταιρισμοί (ΑΣ) μη ενεργοί, οι Δασικοί Συνεταιρισμοί, οι Αναγκαστικοί Αγροτικοί Συνεταιρισμοί και οι Αγροτικές Εταιρικές Συμπράξεις (ΑΕΣ), δεν εκλέγουν αντιπροσώπους για την γενική συνέλευση της ΠΑΣΕΓΕΣ.

Ακολούθως κάθε αγροτικός συνεταιρισμός εκλέγει έναν αντιπρόσωπο, εφόσον αριθμεί από δέκα μέχρι διακόσια πενήντα φυσικά πρόσωπα μέλη (10-250) και δύο αντιπροσώπους εφόσον αριθμεί από διακόσια πενήντα ένα μέχρι πεντακόσια μέλη (251-500). Για κάθε επόμενα πεντακόσια μέλη εκλέγει έναν επιπλέον αντιπρόσωπο. Με την ρύθμιση αυτή αγροτικός συνεταιρισμός ενεργός με λιγότερα από 10 μέλη δεν εκλέγει αντιπρόσωπο.

Η Γενική Συνέλευση της ΠΑΣΕΓΕΣ εκλέγει το Διοικητικό Συμβούλιο και το Εποπτικό Συμβούλιο. Τα άρθρα 14 και 15 του ν. 2810/2000, όπως ισχύει, καθώς και οι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται αναλόγως και για την ΠΑΣΕΓΕΣ. Τούτο σημαίνει ότι τα άρθρα αυτά όπως και ολόκληρος ο ν. 2810/2000 και ο ν.4015/2011, εφαρμόζονται και στην ΠΑΣΕΓΕΣ, εφόσον οι διατάξεις τους δεν έρχονται σε αντίθεση με την Σωματειακή νομοθεσία, όπως π.χ η απαγόρευση ενέργειας εμπορικών πράξεων, η κερδοσκοπική δραστηριότητα, πλην της περιπτώσεως της περ. δ) της παρ.2 του άρθρου 7 του ν. 4015/2011 .

10. Φορολογικές Διατάξεις:

Η παρ. 2 του άρθρου 15 του ν. 4015/2011 αντικαταστάθηκε, προκειμένου να καταστούν ορισμένες διατάξεις, που αφορούσαν κυρίως τις φορολογικές διευκολύνσεις των ΑΣΟ που συγχωνεύονται ή μετατρέπονται σαφέστερες κατά την εφαρμογή τους , ως εξής :

α) Διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, που παρέχουν κάθε φορά διευκολύνσεις ή απαλλαγές από φόρους, τέλη χαρτοσήμου ή άλλα υπέρ του Δημοσίου τέλη, εισφορές ή δικαιώματα υπέρ οποιουδήποτε τρίτου, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των συμβολαιογράφων για τη συγχώνευση και μετατροπή επιχειρήσεων, εφαρμόζονται και στις ΑΣΟ του παρόντος νόμου, που μετατρέπονται συγχωνεύονται. Η μεταγραφή στα υποθηκοφυλακεία γίνεται ατελώς. Η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του ν. 4014/2011 , όπως ισχύει, δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση συμβάσεων μετατροπής, συγχώνευσης, απορρόφησης των νομικών προσώπων της παρούσας παραγράφου

β) Απαλλάσσεται από τον φόρο μεταβίβασης ακινήτων η αξία του ακινήτου που μεταβιβάζεται από την ΑΣΟ στα μέλη της κατά το ποσοστό που η αξία αυτή υποβλήθηκε σε φόρο μεταβίβασης κατά την αγορά από την ΑΣΟ του μεταβιβαζόμενου ακινήτου.

γ) Τα πλεονάσματα της διαχειριστικής χρήσης των συνεταιριστικών οργανώσεων, που διανέμονται στα μέλη, υπόκεινται μόνο σε φορολογία εισοδήματος των μελών ανεξαρτήτως της καταβολής τους ή της εξατομικευμένης διατήρησής τους ως κατάθεσης στη συνεταιριστική οργάνωση.

11. Μεταβατικές διατάξεις :

Η παράγραφος 2 του άρθρου 18 του ν. 4015/2011 , όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής;

α. Οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί οι οποίοι κατά την πρώτη εγγραφή τους αξιολογούνται ως ανενεργοί, οφείλουν κατά τη δεύτερη κατά σειρά αξιολόγησή τους είτε να έχουν καταστεί ενεργοί ΑΣ είτε να έχουν συγχωνευθεί με άλλο ενεργό ΑΣ, διαφορετικά λύονται και τίθενται σε καθεστώς εκκαθάρισης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 4, του ν. 4015/2011 ,όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με την παρ. 4 του άρθρου 61, δηλαδή με την διαδικασία, που ανωτέρω αναφέρουμε για την εκκαθάριση. Η παρ. 5 του άρθρου 4 του ν. 4015/2011 καταργείται, με το άρθρο 34 του ν. 4282/2014 .

β. Με την παρ. 9 του άρθρου 61 τροποποιούνται ορισμένες διατάξεις του άρθρου 19 του ν. 4015/2011 , που αφορούν στην διαδικασία συγχώνευσης και μετατροπής των ΕΑΣ , ΚΕΣΕ, ΚΑΣΟ σε Αγροτικούς Συνεταιρισμούς ή σε Αγροτικές Εταιρικές Συμπράξεις και των ΣΕ σε Αγροτικές Εταιρικές Συμπράξεις, ώστε να επιλύσουν ορισμένα προβλήματα, τα οποία είχαν δημιουργηθεί κατά την εφαρμογή τους, και να δοθεί η δυνατότητα στο Δικαστήριο, το οποίο εγκρίνει το καταστατικό του νέου νομικού προσώπου του ΑΣ, το οποίο προήλθε από την συγχώνευση-μετατροπή μιας ΕΑΣ, ΚΕΣΕ ή ΚΑΣΟ να ελέγξει και την ορθή εφαρμογή των διατάξεων του νόμου αυτού .

Ειδικότερα, οι αποφάσεις των Γενικών Συνελεύσεων των ΑΣ, μελών των ΕΑΣ, περί συγχωνεύσεως και των ΕΑΣ περί μετατροπής σε ΑΣ ή ΑΕΣ, λαμβάνονται με την απαρτία της παραγράφου 3 του άρθρου 11 και την πλειοψηφία της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του ν. 2810/2000 , δηλαδή την αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία, που αναφέρουν οι διατάξεις αυτές. Βεβαίως οι διατάξεις αυτές αφορούν στις συγχωνεύσεις και μετατροπές, που γίνονται μετά την έναρξη ισχύος της διάταξης αυτής και συγκεκριμένα μετά την 1.8.2014.

Οι ΕΑΣ, οι οποίες έλαβαν απόφαση για τη συγχώνευση- μετατροπή τους, θα πρέπει να ολοκληρώσουν τη διαδικασία τους αυτή μέχρι 30.9.2014, η δε θητεία των οργάνων διοικήσεώς τους λήγει την ημερομηνία αυτή.

γ) Η μετατροπή μίας ΕΑΣ σε ΑΣ συντελείται με τη συγχώνευση των πρωτοβαθμίων αγροτικών συνεταιρισμών μελών της, κατόπιν λήψεως των προβλεπόμενων στην ανωτέρω παράγραφο αποφάσεων, με εξαίρεση την περίπτωση των ΕΑΣ, που έλαβαν απόφαση για μετατροπή τους μέχρι τον Μάρτιο του 2012 και γνωστοποίησαν την απόφασή τους αυτή στην Εποπτική Αρχή. Με την διαδικασία της συγχώνευσης- μετατροπής, διότι δεν πρόκειται περί γνησίας μετατροπής, με την οποία το νομικό πρόσωπο της ΕΑΣ αλλάζει απλά νομικό μανδύα, δηλαδή νομική μορφή, αλλά μετατροπή η οποία είναι προϊόν συγχωνεύσεως των πρωτοβαθμίων ομοιόβαθμων αγροτικών συνεταιρισμών μελών της ΕΑΣ μαζί με την κατά πλάσμα μετατρεπόμενη ΕΑΣ σε ΑΣ, ώστε δια της συγχωνεύσεως όλων να δημιουργείται ένα νέο νομικό πρόσωπο ο Αγροτικός Συνεταιρισμός (ΑΣ) του ν. 4015/2011.

Η διαδικασία, η οποία ακολουθείται μετά την λήψη των προαναφερόμενων αποφάσεων, είναι ουσιαστικά η περιγραφόμενη στο άρθρο 21 του ν. 2810/2000, στην οποία άλλωστε ρητά παραπέμπει η παράγραφος 2 του άρθρου 19 του ν. 4015/2011 . Συγκεκριμένα :

αα) Η γενική συνέλευση της ΕΑΣ εγκρίνει το σχέδιο σύμβασης συγχώνευσης - μετατροπής, το οποίο συντάσσεται από τα Διοικητικά Συμβούλια όλων των συγχωνευόμενων ΑΣ και της ΕΑΣ και περιλαμβάνει τους όρους της συγχώνευσης και την αξία της μερίδας του νέου ΑΣ. Ορθόν είναι να αναγράφεται στους όρους της συγχώνευσης-μετατροπής και η διαδικασία των εκλογών, για την εκλογή του προσωρινού διοικητικού συμβουλίου, επίσης η επωνυμία και ο σκοπός και οι δραστηριότητες του νέου συνεταιρισμού κλπ.

Με την ίδια απόφαση μπορεί να ορίζεται ότι στην περίπτωση που ο αριθμός των μελών φυσικών προσώπων των συγχωνευόμενων συνεταιρισμών υπερβαίνει τα τετρακόσια (400) μέλη, η κοινή γενική συνέλευση των μελών των συγχωνευόμενων αγροτικών συνεταιρισμών μπορεί να είναι αντιπροσωπευτική. Τους όρους της αντιπροσωπευτικότητας θα τους θέσει το σχέδιο σύμβασης συγχώνευσης. Η έκθεση εκτίμησης των περιουσιακών στοιχείων των αγροτικών συνεταιρισμών που συγχωνεύονται και της μετατρεπόμενης ΕΑΣ, εγκρίνεται από τη γενική συνέλευση της ΕΑΣ. Ακολούθως δημοσιεύεται σε μια εφημερίδα, ορίζει το άρθρο 21 του ν. 2810/2000 . Η γενική συνέλευση της παρούσας διάταξης συγκροτείται με την απαρτία των αντιπροσώπων των μελών της ΕΑΣ, που αποφάσισαν τη συγχώνευσή τους με τη μετατρεπόμενη ΕΑΣ και την ίδια πλειοψηφία.

ββ) Πρωτοβάθμιοι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί καθώς και φυσικά πρόσωπα-μέλη των συγχωνευομένων συνεταιρισμών, που δεν επιθυμούν τη συγχώνευση, μπορούν να αποχωρήσουν. Οι αποχωρούντες λαμβάνουν την αξία της συνεταιρικής τους μερίδας κατά τους όρους του καταστατικού τους. Συνήθως τα καταστατικά περιέχουν διατάξεις, σύμφωνα με τις οποίες οι αποχωρούντες λαμβάνουν την ονομαστική αξία της συνεταιριστικής τους μερίδας, όπως ισχύει σύμφωνα με την σχετική διάταξη του καταστατικού μειωμένη σε περίπτωση ζημίας, ή ότι άλλο δικαιούται να λάβει το μέλος, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της τελευταίας χρήσης. Το μέλος που αποχωρεί δεν έχει κανένα δικαίωμα στην περιουσία, που έχει δημιουργήσει ο Συνεταιρισμός.

γγ) Οι ΕΑΣ, που έχουν αρνητική οικονομική θέση και αδυνατούν με την αύξηση του συνεταιριστικού τους κεφαλαίου να αποκτήσουν θετική οικονομική θέση ή να καταστούν οικονομικά βιώσιμες, σύμφωνα με την υποπερίπτωση εε) όπως παρακάτω αναλύεται μπορούν να αποφασίζουν τη λύση τους και θέση τους σε εκκαθάριση, σύμφωνα με τα άρθρα 24 και 25 του ν. 2810/2000. (Διαδικασία Εκκαθαρίσεως, ορισμός Εκκαθαριστή κλπ, όπως ορίζεται στα άρθρα 24 και 25 του ν. 2810/2000, όπως ισχύουν κατόπιν της τροποποιήσεώς τους με την παρούσα διάταξη του άρθρου 61).

δδ) Οι ΕΑΣ, οι οποίες τίθενται σε εκκαθάριση σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, μπορούν να μεταβιβάσουν ή να μισθώσουν τις παραγωγικές τους εγκαταστάσεις κινητές και ακίνητες, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι αποθηκευτικοί χώροι των προϊόντων τους και τις οποίες χρησιμοποιούν για τις ανάγκες τους, αποκλειστικά και μόνο σε ΑΣΟ του παρόντος νόμου, δηλαδή σε Αγροτικούς Συνεταιρισμούς (ΑΣ) ή σε Αγροτικές Εταιρικές Συμπράξεις (ΑΕΣ) .

Η απόφαση για τη μεταβίβαση ή τη μίσθωση, που γίνεται από τις ΕΑΣ λαμβάνεται από τη γενική συνέλευση της ΕΑΣ με την απαρτία των 2/3 των αντιπροσώπων των μελών της και την πλειοψηφία των 2/3 των αντιπροσώπων των μελών της. Σε περίπτωση που δεν υπάρξουν ενδιαφερόμενες ΑΣΟ, για ένα έτος μετά την έναρξη της εκκαθαρίσεως, η δέσμευση αυτή παύει να ισχύει και η μεταβίβαση πραγματοποιείται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο νόμο, για την εκκαθάριση. Η μίσθωση ισχύει για όσο χρόνο διαρκεί η εκκαθάριση. Η παρούσα διάταξη δεσμεύει και τον Εκκαθαριστή. Αυτό σημαίνει ότι αν η μίσθωση ή η μεταβίβαση των παραγωγικών εγκαταστάσεων και των αποθηκευτικών χώρων των ΕΑΣ γίνει μετά την έναρξη της εκκαθαρίσεως από τον εκκαθαριστή, θα πρέπει την απόφαση για την μίσθωση ή την μεταβίβαση αναλόγως της κρίσεως της γενικής συνελεύσεως να την αποφασίσει, η γενική συνέλευση των αντιπροσώπων της ΕΑΣ, με τις προβλεπόμενες αυξημένες απαρτίες και πλειοψηφίες, που ορίζεται. Η γενική συνέλευση οφείλει να προσδιορίσει και το ύψος του μισθώματος καθώς και το τίμημα της πωλήσεως καθώς επίσης μπορεί να ορίσει και όρους παροχής εγγυήσεως.

εε) Οι ΕΑΣ, οι οποίες έχουν αρνητική οικονομική θέση, μπορούν, εφόσον επιθυμούν τη μετατροπή τους σε ΑΣ ή ΑΕΣ και δύνανται να εξυγιανθούν, να συντάξουν σχέδιο εξυγίανσης και αναδιάρθρωσης, με το οποίο όμως καθίσταται δυνατή η εξυγίανση και η βιωσιμότητα του νέου ΑΣ ή της ΑΕΣ, που θα προκύψει, από τη διαδικασία συγχώνευσης-μετατροπής. Τα σχέδια αυτά πρέπει να τύχουν της έγκρισης της ενυπόθηκης τράπεζας με το μεγαλύτερο ύψος απαιτήσεων κατά της ΕΑΣ, ή του εκκαθαριστή της υπό εκκαθάριση ΑΤΕ Α.Ε.. Το σχέδιο εξυγίανσης και αναδιάρθρωσης που εκπονείται κατά τα παραπάνω, εφόσον το αποδεχθούν εγγράφως πιστωτές των ΕΑΣ που εκπροσωπούν τουλάχιστον το 51% των συνολικών οφειλών, συμπεριλαμβανομένων των ενυπόθηκων δανειστών, δεσμεύει και το Δημόσιο, τους ασφαλιστικούς οργανισμούς, κύριας και επικουρικής ασφάλισης, τους ΟΤΑ και τα ΝΠΔΔ. Η διάταξη ισχύει και για τις ΚΑΣΟ και ΚΕΣΕ, οι οποίες μετατρέπονται σε ΑΣ ή ΑΕΣ.

Σύμφωνα με την άνω διάταξη, αν με οποιονδήποτε τρόπο μπορεί να εξασφαλισθεί η βιωσιμότητα μιας ΕΑΣ, ΚΕΣΕ και ΚΑΣΟ, η οποία αδυνατεί να μετατραπεί λόγω της αρνητικής οικονομικής της θέσης , μπορεί να συντάξει και να υποβάλλει σχέδιο εξυγίανσης και αναδιάρθρωσης, με τους όρους του οποίου, μπορεί να εξασφαλίζεται η βιωσιμότητα της συνεταιριστικής οργάνωσης κατά την μετατροπή της. Στα σχέδια εξυγίανσης, μπορεί βεβαίως να προβλέπεται και μείωση του προσωπικού των εργαζομένων μείωση ή ρύθμιση οφειλών προς τις πιστώτριες τράπεζες, το Ελληνικό Δημόσιο, τα Ασφαλιστικά Ταμεία Κυρίας και Επικουρικής Ασφάλισης. Εφόσον το σχέδιο εξυγίανσης και αναδιάρθρωσης, το οποίο εξασφαλίζει την βιωσιμότητα του νέου ΑΣ ή της ΑΕΣ, με τους όρους που αυτό θέτει, το αποδεχθούν εγγράφως πιστωτές των ΕΑΣ που εκπροσωπούν τουλάχιστον το 51% των συνολικών οφειλών, συμπεριλαμβανομένων των ενυπόθηκων δανειστών, τότε το σχέδιο αυτό όπως έχει εκπονηθεί και με τους όρους, που θέτει, δεσμεύει απολύτως και το Δημόσιο, τους ασφαλιστικούς οργανισμούς, κυρίας και επικουρικής ασφάλισης, τους ΟΤΑ και τα ΝΠΔΔ. Η διάταξη αυτή παρέχει σημαντικές δυνατότητες, για την εξυγίανση μιας συνεταιριστικής οργάνωσης και εμποδίζεται έτσι η θέση της σε εκκαθάριση.

δ. Τα νομικά πρόσωπα των Αγροτικών Συνεταιρισμών, που θα προκύψουν από την συγχώνευση - μετατροπή είναι καθολικοί διάδοχοι των ΑΣ και ΕΑΣ που θα συγχωνευθούν - μετατραπούν, κατά τα ανωτέρω, και τις υποκαθιστούν πλήρως σε κάθε δικαίωμα και υποχρέωση, καθώς και στις εκκρεμείς δίκες τις οποίες συνεχίζουν. Η διάταξη ισχύει και για τις ΑΕΣ που προέρχονται από μετατροπή. Οι νέοι ΑΣ ή ΑΕΣ που προέκυψαν από την μετατροπή των ΕΑΣ, ΚΕΣΕ και ΚΑΣΟ, θεωρούνται καθολικοί διάδοχοι αυτών και για κάθε είδους επιχειρησιακά προγράμματα που έχουν αναλάβει, διότι οι διατάξεις περί συγχωνεύσεως και μετατροπής είναι υποχρεωτικές από τον νόμο.

ε. Οι Συνεταιριστικές Εταιρείες (ΣΕ) του άρθρου 32 του ν. 2810/2000 , μετατρέπονται σε Αγροτικές Εταιρικές Συμπράξεις (ΑΕΣ) κατόπιν τροποποιήσεως του καταστατικού τους. Μέλη των εταιρειών αυτών είναι οι ΑΣΟ του παρόντος νόμου, ανεξάρτητα από τον αριθμό των μετοχών που κατέχει εκάστη. Αυτό σημαίνει ότι μια ΣΕ, που μετατρέπεται σε ΑΕΣ, οι μέτοχοί της συνεχίζουν να κατέχουν τον ίδιο αριθμό των μετοχών, που κατείχαν μέχρι την μετατροπή τους, εκτός των περιπτώσεων που πρέπει να ρυθμίσουν θέματα εκ της συμμετοχής τους σε αυτές τρίτων μη συνεταιριστικών οργανώσεων, οπότε υποχρεωτικά θα εφαρμοστούν οι διατάξεις των καταστατικών τους, που ρυθμίζουν αντίστοιχα θέματα.

στ. Οι Κεντρικές Συνεταιριστικές Ενώσεις (ΚΕ.Σ.Ε.) και οι Κοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (Κ.Α.Σ.Ο.), των άρθρων 29 και 30 του ν. 2810/2000 μετατρέπονται σε ΑΕΣ ή ΑΣ. Η μετατροπή μιας ΚΕΣΕ ή ΚΑΣΟ σε ΑΕΣ, δεν παρουσιάζει προβλήματα ως προς την μετατροπή της. Ακολουθεί την ίδια διαδικασία που ακολουθεί μια ΕΑΣ. Η μετατροπή όμως μιας ΚΕΣΕ ή ΚΑΣΟ σε αγροτικό συνεταιρισμό εμφανίζει δυσκολίες, διότι μέλη των ΚΕΣΕ κυρίως ήταν Ενώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών. Επειδή ο νόμος δεν αναφέρει ειδική διαδικασία, για την μετατροπή αυτή, θα πρέπει να γίνει αναλογική εφαρμογή του άρθρου 21 του ν. 2810/2000 και του ν. 4015/2011. Έτσι φυσικά πρόσωπα μέλη των ΑΣ αυτών, γίνονται αυτοδίκαια κατά την διάταξη της παρ. 6 του άρθρου 21 του ν. 2810/2000 , τα φυσικά πρόσωπα μέλη των πρωτοβαθμίων μελών των ΕΑΣ ή των ΑΣ μελών της ΚΕΣΕ ή ΚΑΣΟ, βεβαίως εφόσον το επιθυμούν και τα οποία όμως συγκεντρώνουν τους όρους και τις προϋποθέσεις, που ορίζονται στην απόφαση και στους όρους της μετατροπής κυρίως στις περιπτώσεις, που αποφασίστηκε η μετατροπή σε κλαδικό αγροτικό συνεταιρισμό, όπου τα μέλη πρέπει να είναι παραγωγοί του αντιστοίχου προϊόντος να προσκομίζουν τουλάχιστον το 80% της παραγωγής τους στον συνεταιρισμό κατά τους όρους του καταστατικού του Α.Σ .Επίσης λειτουργούν ΚΕΣΕ, οι οποίες παρέχουν υπηρεσίες στα μέλη τους. Οι ΚΕΣΕ αυτές μετατρέπονται σε ΑΣ ή ΑΕΣ, με τον αντίστοιχο καταστατικό τους σκοπό. Κατά τα λοιπά εφαρμόζεται η ίδια διαδικασία, που εφαρμόζεται και στις Ενώσεις. Οι οργανώσεις της διάταξης αυτής θα πρέπει να έχουν ολοκληρώσει τη διαδικασία συγχώνευσης (εφόσον πρόκειται για κοινοπραξίες με μέλη αγροτικούς συνεταιρισμούς)-μετατροπής τους, μέχρι 30.9.2014 η δε θητεία των οργάνων διοικήσεώς τους λήγει την ημερομηνία αυτή.

ζ. Οι ΑΣ, οι ΕΑΣ, οι ΚΕΣΕ οι ΚΑΣΟ και οι ΣΕ, που συγχωνεύονται - μετατρέπονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, απαλλάσσονται της υποχρεώσεως καταβολής κάθε είδους φόρου, τέλους, τέλους χαρτοσήμου, φόρου υπέρ τρίτων, δικαιωμάτων υποθηκοφυλάκων, της μεταγραφής γενομένης ατελώς, δικαιωμάτων Ταμείων, αναλογικών δικαιωμάτων συμβολαιογράφων και κάθε άλλης απαλλαγής που προβλέπεται για την περίπτωση αυτή στον κ.ν. 2190/1920 και τους αναπτυξιακούς νόμους 1297/1972 και 2166/1993, όπως αυτοί ισχύουν. Η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 23 του ν. 4014/2011 , που αφορά στα αυθαίρετα ακίνητα, όπως ισχύει, δεν εφαρμόζεται και στην περίπτωση συμβάσεων μετατροπής και συγχώνευσης των νομικών προσώπων του παρόντος άρθρου. Η διάταξη ισχύει από 21.9.2011. Επίσης προσθέτουμε ότι σύμφωνα με την διάταξη του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 21 του ν. 2810/2000 , το οποίο ισχύει σύμφωνα με την παρ.2 του άρθρου 19 του ν. 4015/2011 , η τυχόν υπεραξία, που προκύπτει από την αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων απαλλάσσεται από κάθε φόρο και τέλος και εγγράφεται σε λογαριασμό του τακτικού αποθεματικού της νέας οργάνωσης, που προκύπτει από την συγχώνευση-μετατροπή.

ζ. Το Δικαστήριο στο οποίο υποβάλλεται για έγκριση, το καταστατικό του νέου Αγροτικού Συνεταιρισμού, που προέρχεται από τη συγχώνευση - μετατροπή μιας ΕΑΣ ή ΚΕΣΕ ή ΚΑΣΟ ερευνά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου, ώστε να ελέγχεται αν για την συγχώνευση και μετατροπή εφαρμόστηκαν οι διατάξεις του νόμου αυτού, προκειμένου να μη μένει ανέλεγκτος η διαδικασία συγχωνεύσεως - μετατροπής. Η διάταξη ισχύει και καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς δίκες, για κάθε συγχώνευση - μετατροπή των προαναφερομένων οργανώσεων.

η. Οι προβλεπόμενες στο νόμο αυτό και παρεχόμενες στους συνεταιρισμούς φορολογικές διευκολύνσεις, πρέπει να υλοποιηθούν από τους ενδιαφερόμενους αγροτικούς συνεταιρισμούς μέσα σε χρονικό διάστημα δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου, δηλαδή μέχρι το τέλος του Σεπτεμβρίου 2014.

Ειδικότερα με την παράγραφο 12 η οποία προστέθηκε με το προαναφερόμενο άρθρο 61 του ν. 4277/2014 στο άρθρο 19 του ν. 4015 /2011, ορίστηκε ότι :

« Ανενεργοί Αγροτικοί Συνεταιρισμοί μπορούν να αποφασίσουν τη λύση τους και τη θέση τους σε εκκαθάριση σύμφωνα με τα άρθρα 24 και 25 του ν. 2810/2000. Για τη διευκόλυνση της εκκαθαρίσεως αυτής, οι συνεταιρισμοί αυτοί, αφού υποβάλουν φορολογική δήλωση για την τρέχουσα οικονομική χρήση εντός προθεσμίας δύο μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, απαλλάσσονται για τις παρελθούσες οικονομικές χρήσεις από κάθε προσαύξηση ή πρόστιμο, το οποίο επιβλήθηκε λόγω της μη υποβολής παντός είδους φορολογικών δηλώσεων, όπως εισοδήματος, Φ.Π.Α., ακινήτου περιουσίας, παρακρατούμενων φόρων, μεταβολών μητρώου, μισθωτών υπηρεσιών και λοιπών δηλώσεων. Η διάταξη αυτή ισχύει και για τους αγροτικούς συνεταιρισμούς που συγχωνεύονται, καθώς επίσης και για τους αγροτικούς συνεταιρισμούς οι οποίοι δεν συγχωνεύθηκαν, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του νόμου αυτού, οι οποίοι όμως -συνεταιρισμοί, οφείλουν εντός προθεσμίας δύο μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, να υποβάλουν τις δηλώσεις αυτές, για την τακτοποίησή τους». Από την άνω διάταξη με σαφήνεια προκύπτει ότι αγροτικοί συνεταιρισμοί, οι οποίοι έλαβαν ή πρόκειται να λάβουν απόφαση από την γενική τους συνέλευση, για να τεθούν σε εκκαθάριση ή έχουν τεθεί σε καθεστώς εκκαθαρίσεως σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 24 και 25 του ν. 2810/2000, όπως ισχύει και οι συνεταιρισμοί αυτοί λόγω αδράνειάς τους, παρέλειψαν να υποβάλλουν κάθε είδους φορολογική δήλωση, όπως εισοδήματος, Φ.Π.Α., ακινήτου περιουσίας, παρακρατούμενων φόρων, μεταβολών μητρώου, μισθωτών υπηρεσιών και λοιπών δηλώσεων, για τις οποίες ήσαν υπόχρεοι, μπορούν μέσα σε προθεσμία δυο μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, δηλαδή από 1.8.2014 μέχρι 30.9.2014, να προσέλθουν στις αρμόδιες ΔΟΥ, στις οποίες υπάγονται και να υποβάλουν μαζί με την δήλωση της τρέχουσας οικονομικής χρήσεως, και όλες τις δηλώσεις που έχουν παραλείψει να υποβάλουν μέχρι και την 30η Σεπτεμβρίου 2014 ,απαλλασσόμενοι από κάθε προβλεπόμενο, για τις περιπτώσεις αυτές πρόστιμο ή τέλος ή οποιαδήποτε άλλη επιβάρυνση, η οποία δημιουργείται από την αιτία αυτή, δηλαδή λόγω μη εμπρόθεσμης υποβολής των φορολογικών αυτών δηλώσεων.

Η διάταξη αυτή της απαλλαγής ισχύει και για τους αγροτικούς συνεταιρισμούς οι οποίοι ήδη συγχωνεύθηκαν με τις μετατρεπόμενες ΕΑΣ και δημιουργήθηκε ο νέος αγροτικός συνεταιρισμός . Οι συνεταιρισμοί αυτοί παρά το γεγονός ότι συγχωνεύθηκαν, που σημαίνει ότι διαλύθηκαν χωρίς να τεθούν σε εκκαθάριση, οφείλουν να προσέλθουν στις αρμόδιες ΔΟΥ, για την φορολογική τους τακτοποίηση, η οποία δημιουργείται από την διάλυσή τους. Για τον λόγο αυτό η ίδια προθεσμία χορηγήθηκε και για την κατηγορία των συνεταιρισμών αυτών.

Ο νομοθέτης προέβλεψε επίσης η ίδια διάταξη να ισχύσει ακόμη και για τους συνεταιρισμούς εκείνους, οι οποίοι δεν συγχωνεύθηκαν σύμφωνα με την μεταβατική διάταξη του άρθρου 19 του ν.4015/2011 , αλλά κατόπιν αποφάσεως της γενικής συνελεύσεως των μελών τους επέλεξαν την αυτόνομη λειτουργία τους.

Είναι εμφανές ότι με την προαναφερόμενη διάταξη επιδιώκεται η φορολογική τακτοποίηση των εκκρεμοτήτων όλων των αγροτικών συνεταιρισμών, μέσα στο πλαίσιο εξυγίανσης αυτών και εκκαθαρίσεως του νέου Εθνικού Μητρώου των ΑΣΟ, και βεβαίως κυρίως αυτών, που λόγω μακροχρονίου αδρανείας τους, η οποία τις περισσότερες φορές συνεπάγετο και την έλλειψη διοικήσεως, δεν καθίστατο δυνατό να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους, ως νομικά πρόσωπα, ενώπιον των φορολογικών αρχών, τα οποία νομικά πρόσωπα, δηλαδή οι συνεταιρισμοί, εφόσον δεν είχαν διαλυθεί υφίσταντο.

Επειδή τίθενται πολλά ερωτήματα, σχετικά με το ποια Διοίκηση είτε θα συγκαλέσει γενική συνέλευση, για να αποφασίσει την εκκαθάριση, είτε για να υποβάλει τις απαιτούμενες φορολογικές δηλώσεις, τονίζουμε ότι η Διοίκηση πρέπει να είναι ενεργός. Τούτο σημαίνει ότι πρέπει ο Συνεταιρισμός να έχει εκλέξει νομίμως διοικητικό συμβούλιο, το οποίο να διανύει την προβλεπόμενη από το καταστατικό θητεία του. Αν ο Συνεταιρισμός έχει τεθεί σε εκκαθάριση, τον συνεταιρισμό εκπροσωπεί ο εκκαθαριστής .Στην περίπτωση, που δεν υπάρχει ενεργός διοίκηση κατά τα ανωτέρω, τότε καθίσταται υποχρεωτική η προσφυγή στο Ειρηνοδικείο της έδρας του Συνεταιρισμού, για τον διορισμό προσωρινής διοικήσεως, η οποία θα συγκαλέσει την γενική συνέλευση των μελών του συνεταιρισμού, για την εκλογή οριστικής διοικήσεως.

Περαιτέρω, για την λήψη αποφάσεως από την γενική συνέλευση του συνεταιρισμού, για θέση του σε εκκαθάριση, σύμφωνα με τα άρθρα 24 και 25 του ν. 2810/2000, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους, απαιτείται η αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία των άρθρων 11 παρ. 3 και 12 παρ.2 του ν. 2810/2000 . Δηλαδή η γενική συνέλευση βρίσκεται σε απαρτία και συνεδριάζει εγκύρως, εφόσον, στην έναρξη της συνεδρίασης, είναι παρόντα μέλη του συνεταιρισμού, που έχουν δικαίωμα ψήφου και εκπροσωπούν τουλάχιστον τα δύο τρίτα (2/3) του όλου αριθμού των ψήφων. Εάν δεν συντελεστεί η απαρτία αυτή, η γενική συνέλευση συνέρχεται σε επαναληπτική συνέλευση, οπότε βρίσκεται σε Απαρτία, εφόσον στην έναρξη της συνεδρίασης είναι παρόντα μέλη του συνεταιρισμού ,που έχουν δικαίωμα ψήφου και εκπροσωπούν τουλάχιστον το μισό (1/2) του όλου αριθμού των ψήφων. Η γενική συνέλευση αποφασίζει με αυξημένη πλειοψηφία των δύο τρίτων (2/3) των ψήφων, που εκπροσωπούνται σε αυτήν.

θ. Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί, οι οποίοι ήταν μέλη πρώην Ενώσεων Αγροτικών συνεταιρισμών, και δεν συγχωνεύθηκαν συνεπώς έχουν ακολουθήσει αυτόνομη πορεία, οφείλουν, εφόσον έχει λήξει η θητεία των οργάνων διοικήσεώς τους να διενεργήσουν αρχαιρεσίες, μέχρι 30.9.2014.

Η διαδικασία συγχωνεύσεως μετατροπής των ΕΑΣ ΚΕΣΕ ΚΑΣΟ σε ΑΣ ή ΑΕΣ και των ΣΕ σε ΑΕΣ, θα πρέπει να ολοκληρωθεί μέχρι 30.9.2014. Η ΠΑΣΕΓΕΣ οφείλει να διενεργήσει αρχαιρεσίες μέχρι 30.10.2014. Για τον σκοπό αυτό παρατείνεται και η θητεία των οργάνων διοικήσεως τους μέχρι τις άνω ημερομηνίες αντίστοιχα.

ι. αα) Σύμφωνα με την παράγραφο νέα παράγραφο 14 του άρθρου 19, η μετατροπή των ΕΑΣ, ΚΑΣΟ, ΚΕΣΕ και ΣΕ σε ΑΕΣ κηρύσσεται άκυρη με απόφαση του Ειρηνοδικείου, το οποίο δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας αν: αα) δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 19 του ν. 4015/2011 , ββ) αν αποδειχθεί ότι η απόφαση μιας συνεταιριστικής οργανώσεως, που αποφάσισε και ενέκρινε τη μετατροπή, δεν ελήφθη ή είναι άκυρη ή είναι ακυρώσιμη κατά τις διατάξεις του άρθρου 13 του ν. 2810/2000. Η αγωγή για την ακύρωση της μετατροπής ασκείται εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρούσας διάταξης. Το αρμόδιο δικαστήριο παρέχει στις ενδιαφερόμενες συνεταιριστικές οργανώσεις προθεσμία για την άρση των λόγων της ακυρότητας της μετατροπής, αν είναι εφικτή. Η δικαστική απόφαση που κηρύσσει την ακυρότητα της μετατροπής δημοσιεύεται στο ΓΕΜΗ και δεν θίγει το κύρος των υποχρεώσεων που γεννήθηκαν σε όφελος ή σε βάρος της ΑΕΣ στην περίοδο μετά την ημερομηνία καταχώρισης της ΑΕΣ στο ΓΕΜΗ και πριν τη δημοσίευση της απόφασης αυτής.

ββ ) Εναντίον της απόφασης του Ειρηνοδικείου, που εγκρίνει το καταστατικό του ΑΣ, ο οποίος προήλθε από τη μετατροπή ΕΑΣ, ΚΕΣΕ, ΚΑΣΟ ασκείται έφεση ή τριτανακοπή από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον αν δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις του άρθρου 19 του νόμου αυτού, όπως ίσχυσε πριν την τροποποίησή του με το παρόν άρθρο 61.οι οποίες ασκούνται εντός προθεσμίας ενός (1) έτους από την έναρξη ισχύος της παρούσας διάταξης. Δικαίωμα ασκήσεως εφέσεως έχει και η Εποπτική Αρχή του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Και στην περίπτωση αυτή σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ.3 του ν. 2810/2000 , ο Ειρηνοδίκης μπορεί να καλέσει τα μέλη του Δ.Σ, για να κάνουν τις απαραίτητες διορθώσεις, πριν από την έγκριση του καταστατικού ή την τροποποίηση αυτού του νέου ΑΣ.

γγ ) Με την διάταξη που ακολουθεί, ο νομοθέτης, επειδή εμφανίστηκαν παραλείψεις και παρατυπίες μη οφειλόμενες σε υπαιτιότητα των συνεταιρισμών, που εφήρμοσαν τις διαδικασίες συγχώνευσης και μετατροπής, αλλά σε δυσχέρειες στην εφαρμογή των διατάξεων του νόμου, και δεδομένου ότι δεν υπήρχε προηγούμενη εμπειρία για συγχώνευση ανομοιόβαθμων αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων, χορηγεί μια δυνατότητα διορθώσεως των σφαλμάτων αυτών. Έτσι προβλέπει ότι, Ενώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών (ΕΑΣ), Κεντρικές Συνεταιριστικές Ενώσεις (ΚΕΣΕ) και Κοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (ΚΑΣΟ), οι οποίες έχουν ήδη μετατραπεί σε Αγροτικούς Συνεταιρισμούς (ΑΣ), μπορούν μέσα σε τρεις (3) μήνες από τη δημοσίευση της παρούσας διάταξης δηλαδή μέχρι 1.11.2014 , να διενεργήσουν εκ νέου οποιαδήποτε πράξη είτε παρέλειψαν να διενεργήσουν είτε διενήργησαν πλημμελώς, η οποία αφορά στη διαδικασία συγχωνεύσεως ή και μετατροπής τους.

Οι πράξεις αυτές θα πρέπει να εγκριθούν από τη γενική συνέλευση του νέου αγροτικού συνεταιρισμού, ο οποίος προήλθε από τη συγχώνευση ή και μετατροπή. Η διάταξη αφορά και όλες τις υποθέσεις, οι οποίες εκκρεμούν ενώπιον των Δικαστηρίων και αφορούν στους λόγους αυτούς.

Η διάταξη θεσπίστηκε, διότι σύμφωνα και με την εν τω μεταξύ διαμορφωθείσα νομολογία, τα Δικαστήρια κατά την έγκριση των καταστατικών των αγροτικών συνεταιρισμών, οι οποίοι προέρχονταν από συγχώνευση και μετατροπή, δεν είχαν υποχρέωση ελέγχου της ορθής τήρησης της διαδικασίας της συγχώνευσης-μετατροπής, αλλά μόνον της νομιμότητας των διατάξεων των καταστατικών.

13) Με την τροποποίηση του άρθρου 19 α η αναστολή των ποινικών διώξεων, των διοικητικών μέτρων και των διοικητικών κυρώσεων καταλαμβάνει και τα νομικά πρόσωπα των ΕΑΣ κλπ, τα οποία έχουν κηρυχθεί σε κατάσταση πτωχεύσεως.

14) Επιλύεται ένα σημαντικό θέμα, το οποίο αφορούσε στους παλαιούς ασφαλισμένους στο ταμείο ΤΣΕΑΠΓΣΟ. Έτσι ασφαλισμένοι οι οποίοι μέχρι 31.7.2007 είχαν ασφαλιστικό δεσμό με το ταμείο αυτό, για απασχολήσεις τους από 1.8.2007 και μετά σε Συνεταιριστικές Οργανώσεις, θα ασφαλίζονται και θα συνταξιοδοτούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του ταμείου ΤΣΕΑΠΓΣΟ.

15) .Τροποποιήσεις που αφορούν κυρίως στον ν. 2810/2000:

αα) Για τη σύσταση αγροτικού συνεταιρισμού απαιτείται η σύνταξη καταστατικού και η υπογραφή του από δέκα (10) τουλάχιστον φυσικά πρόσωπα. Τα άνω πρόσωπα πρέπει να συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις του άρθρου 5 του ν. 2810/2000 . Το καταστατικό εγκρίνεται από το Ειρηνοδικείο της έδρας του Αγροτικού Συνεταιρισμού.

ββ ) Μέλη του ΑΣ μπορεί να γίνουν φυσικά πρόσωπα, που έχουν πλήρη ικανότητα για δικαιοπραξία, απασχολούνται σε οποιονδήποτε κλάδο ή δραστηριότητα της αγροτικής οικονομίας που εξυπηρετείται από τις δραστηριότητες του ΑΣ, πληρούν τους όρους του καταστατικού του και αποδέχονται να χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες του. Επίσης, μέλος ΑΣ μπορεί να γίνει και άλλος ΑΣ κατά τους όρους που θα ορίσει το καταστατικό του συνεταιρισμού.

γγ) Η εθελοντική εργασία που παρέχουν τα Μέλη του Αγροτικού Συνεταιρισμού προς το Συνεταιρισμό τους, ανάλογα με τις ανάγκες του, δεν θεωρείται ότι παρέχεται στα πλαίσια σχέσης εξαρτημένης εργασίας. Ο Συνεταιρισμός εκδίδει αποδείξεις δαπάνης για την καταβαλλόμενη αμοιβή της προσωπικής εργασίας που παρέχεται από τα Μέλη του, σύμφωνα με τα οριζόμενα από τις διατάξεις του άρθρου 15 του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (ΚΒΣ), όπως ισχύει, ανεξάρτητα από το ύψος του ποσού που καταβάλλεται και εφόσον ο δικαιούχος δεν είναι επιτηδευματίας από άλλη αιτία. Το εισόδημα της παραγράφου αυτής θεωρείται γεωργικό εισόδημα.

δδ ) Το συνεταιριστικό κεφάλαιο των ΑΣ ανέρχεται κατ΄ ελάχιστο στο ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ.

εε) Η αύξηση ή η μείωση της αξίας της μερίδας γίνεται με απόφαση της γενικής συνέλευσης και τροποποίηση του καταστατικού.

στ) Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του συνεταιρισμού δεν μπορεί να είναι λιγότερα από τρία (3).

ζζ) Μία σημαντική αλλαγή, με την οποία επανέρχεται η διάταξη περί ελέγχου του ν. 2810/2000, σύμφωνα με την οποία ο διαχειριστικός, λογιστικός και οικονομικός έλεγχος των ΑΣΟ, για τις οποίες συντρέχουν οι προϋποθέσεις ελέγχου των ανωνύμων εταιρειών με βάση τα προς εκτέλεση του κ.ν.2190/1920 εκδοθέντα ή εκδοθεισόμενα Προεδρικά διατάγματα ή υπουργικές αποφάσεις διενεργείται από μέλη των ορκωτών ελεγκτών σύμφωνα με τις διατάξεις του ίδιου νόμου, όπως κάθε φορά ισχύει. Στις λοιπές ΑΣΟ διενεργείται από ορκωτούς ελεγκτές ή από ελεγκτές πτυχιούχους ανωτάτων σχολών, που έχουν άδεια άσκησης οικονομολογικού επαγγέλματος, σύμφωνα με τις σχετικές ισχύουσες διατάξεις.»

ηη) Η διάταξη αφορά τις περιπτώσεις λύσεως ενός αγροτικού συνεταιρισμού, αλλά και την δυνατότητα αναβιώσεως του . Έτσι οι ΑΣ λύονται:

1) Αν έληξε ο χρόνος διάρκειάς τους, που ορίζεται στο καταστατικό και δεν αποφασίστηκε η παράτασή του από τη γενική συνέλευση.

2) Με απόφαση της γενικής συνέλευσης, που λαμβάνεται με την απαρτία της παραγράφου 3 του άρθρου 11 και την πλειοψηφία της παραγράφου 2 του άρθρου 12.

3) Αν κηρυχθούν σε κατάσταση πτώχευσης.

4) Αν ο συνεταιρισμός διαλύθηκε λόγω λήξης της διάρκειάς του ή λόγω της πτώχευσής του, η οποία όμως ανακλήθηκε ή περατώθηκε με συμβιβασμό, είναι δυνατή η αναβίωσή του με απόφαση της γενικής συνέλευσης που καταχωρίζεται στο μητρώο ΑΣ. Σε περίπτωση αναβίωσης λογίζεται ότι ο συνεταιρισμός δεν έχει ποτέ διαλυθεί. Η αναβίωση αποκλείεται όταν έχει αρχίσει η διανομή της περιουσίας του συνεταιρισμού.

ε) Με απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου της έδρας των ΑΣ μετά από αίτηση του Διοικητικού Συμβουλίου ή των 2/3 του συνολικού αριθμού των μελών τους ή της Εποπτική Αρχής. Η απόφαση υπόκειται σε έφεση.

θθ) Με την τροποποίηση του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 25 του ν. 2810/2000, λύεται ένα πρόβλημα το οποίο είχε δημιουργήσει ερμηνευτικά προβλήματα, αν και ενδεχομένως δεν θα έπρεπε, διότι κανόνας στο συνεταιριστικό δίκαιο, είναι η αρχή της αφιλοκερδούς διανομής. Έτσι λοιπόν ρητά ορίστηκε ότι , το υπόλοιπο του ενεργητικού που απομένει μετά την εκκαθάριση, διατίθεται, με απόφαση της γενικής συνέλευσης, αποκλειστικά για σκοπούς συνεταιριστικούς ή κοινωνικούς. Ουδέποτε διανέμεται στα μέλη. Κατά τα λοιπά για την διαδικασία της εκκαθαρίσεως, όπως προαναφέρθηκε εφαρμόζονται οι διατάξεις περί δικαστικής εκκαθάρισης κληρονομιάς.

ιι) Με την διάταξη της παρ. 14 του άρθρου 19 του ν. 4015/2011 , καταργείται το Πειθαρχικό Συμβούλιο της ΠΑΣΕΓΕΣ, που προβλέπεται στο άρθρο 51 της ΚΥΑ 52800/2006 των Υφυπουργών Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας -Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (Β΄ 1443), η οποία εκδόθηκε κατ΄ εξουσιοδότηση της παρ. 2 του άρθρου 38 του ν. 2810/2000 , όπως αυτό αντικαταστάθηκε με την παρ. 17 του άρθρου 18 του ν. 3147/2003 και την παρ. 19 του ιδίου ως άνω άρθρου 18 του ν. 3147/2003 , καταργείται από 14.2.2012.

Η κατάργηση θεωρήθηκε επιβεβλημένη μετά την έναρξη ισχύος του Μνημονίου ΙΙ, σύμφωνα με το οποίο καταργήθηκε η μονιμότητα του προσωπικού των ΑΣΟ. ιιι) Τέλος με το άρθρο 32 του ν. 4282/2014 «Ανάπτυξη Υδατοκαλλιεργειών και άλλες διατάξεις» προστέθηκε νέο εδάφιο στο τέλος της περ. δ ΄της παρ.9 του άρθρου 61 του ν. 4277/2014 , σύμφωνα με το οποίο, «Μέλη των κλαδικών αγροτικών συνεταιρισμών που προέκυψαν από μετατραπείσες ΚΕΣΕ και ΚΑΣΟ είναι μόνο όσοι απασχολούνται με το αντικείμενο δραστηριότητας του κλαδικού αυτού ΑΣ και καταβάλλουν τη συνεταιριστική τους μερίδα που όρισε η απόφαση μετατροπής».

Η διάταξη αφορά στις Κεντρικές Συνεταιριστικές Ενώσεις (ΚΕΣΕ) και στις Κοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (ΚΑΣΟ), οι οποίες μετετράπησαν σε Α.Σ, σύμφωνα με την παρ.8 του άρθρου 19 του ν.4015/2011 ,όπως ίσχυσε, πριν την τροποποίησή του με το άρθρο 61 του ν. 4277/2014. Σύμφωνα με την διάταξη αυτή ,μέλη των αγροτικών αυτών συνεταιρισμών που προέκυψαν από την διαδικασία μετατροπής μιας ΚΕΣΕ ή ΚΑΣΟ σε αγροτικό συνεταιρισμό, είναι μόνον τα μέλη ,τα οποία έχουν ως αντικείμενο της αγροτικής τους δραστηριότητας το προϊόν ή τα όμοια ή ομοειδή προϊόντα ,σύμφωνα με τον καταστατικό σκοπό του συνεταιρισμού, και τα οποία έχουν καταβάλει την συνεταιρική τους μερίδα, όπως αυτή ορίστηκε με την απόφαση της μετατροπής τους, η οποία βεβαίως δεν επηρεάζεται από την νομική μορφή, στην οποία αποφάσισαν να μετατραπούν τα μέλη των ΚΑΣΟ και ΚΕΣΕ.

ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΓΕΝΙΚΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ

Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΚΑΚΑΪΔΗ ΚΩΝ/ΝΑ

ΜΟΣΧΟΣ ΚΟΡΑΣΙΔΗΣ