ΠΟΛ. 1108/2001 (18/04/2001)

Κοινοποίηση ορισμένων διατάξεων του Ν. 2873/2000, οι οποίες αφορούν στη φορολογία εισοδήματος νομικών προσώπων.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΑθήνα 18 Απριλίου 2001
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αρ.Πρωτ.: 1039524/10326/ΒΟ012
ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΠΟΛ. 1108
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡ. ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ  
ΤΜΗΜΑ Β΄  

ΘΕΜΑ:

Κοινοποίηση ορισμένων διατάξεων του Ν. 2873/2000, οι οποίες αφορούν στη φορολογία εισοδήματος νομικών προσώπων.

Σας κοινοποιούμε τις διατάξεις των άρθρων 4 ( παράγραφοι 1, 2, 3 και 13, 14, 15, 16, 17, 18), 6 ( παράγραφοι 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11 και 14, 15, 16), 7 ( παράγραφοι 1, 2 και 4) και 37 ( παράγραφος 4) του Ν. 2873/2000 οι οποίες αφορούν στη φορολογία εισοδήματος νομικών προσώπων και σας παρέχουμε τις ακόλουθες ερμηνευτικές οδηγίες για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή τους.

`Αρθρο 4

Φορολογία Επιτηδευματιών

1. Με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού του κοινοποιούμενου νόμου, αντικαταστάθηκε το έβδομο εδάφιο της υποπερίπτωσης γγ΄ της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.

Με τις νέες διατάξεις περιορίζεται από δεκαπέντε τοις εκατό (15%) σε δέκα τοις εκατό (10%) του συνολικού καθαρού εισοδήματος ή των κερδών που προκύπτουν από ισολογισμούς, το ανώτερο ποσό της δαπάνης που μπορεί να εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων για χορηγίες προς τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που νόμιμα υπάρχουν ή συνιστώνται και τα οποία επιδιώκουν σκοπούς πολιτιστικούς.

Οι νέες διατάξεις ισχύουν, σύμφωνα με την περίπτωση δ΄ του άρθρου 50 του κοινοποιούμενου νόμου 2873/2000, για δαπάνες που πραγματοποιούνται από 1.1.2001 και μετά.

2. Με την παράγραφο 2 του άρθρου αυτού αντικαταστάθηκε το δέκατο εδάφιο

της υποπερίπτωσης γγ΄ της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.

Με τις νέες διατάξεις αυξάνεται από ογδόντα χιλιάδες (80.000) δραχμές σε εκατό χιλιάδες (100.000) δραχμές το όριο του ποσού των δωρεών και χορηγιών πάνω από το οποίο για να διενεργείται η έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, απαιτείται η κατάθεση αυτών σε ειδικό λογαριασμό των νομικών προσώπων στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή σε λογαριασμό του νομικού προσώπου που τηρείται σε τράπεζα που νόμιμα λειτουργεί στην Ελλάδα. Με τις νέες διατάξεις εναρμονίζεται το ποσό της δωρεάς και χορηγίας πάνω από το οποίο θα πρέπει να γίνεται κατάθεση ως προϋπόθεση αναγνωρίσεως αυτού προς έκπτωση, με το αντίστοιχο ποσό που ισχύει στα φυσικά πρόσωπα.

Υπενθυμίζεται ότι, η διαδικασία της κατάθεσης των δωρεών στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή σε Τράπεζα δεν απαιτείται για την αναγνώριση ως δαπάνης των δωρεών που γίνονται προς το Δημόσιο, τους δήμους και τις κοινότητες, τα Α.Ε.Ι., τα κρατικά και δημοτικά νοσηλευτικά ιδρύματα και τα νοσοκομεία που αποτελούν νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και επιχορηγούνται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, καθώς και το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων.

Τα ανωτέρω ισχύουν, σύμφωνα με την περίπτωση δ΄ του άρθρου 50 του κοινοποιούμενου νομού 2873/2000, για δαπάνες που πραγματοποιούνται από 1.1.2001 και μετά.

3. Με την παράγραφο 3 του άρθρου αυτού αντικαταστάθηκαν τα δύο τελευταία εδάφια της υποπερίπτωσης γγ΄ της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.

Με τις νέες διατάξεις του τελευταίου εδαφίου ορίζεται ότι, οι διατάξεις των πέντε τελευταίων εδαφίων της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 8 εφαρμόζονται αναλόγως.

Έτσι, με τις διατάξεις αυτές αυξάνεται από εκατό χιλιάδες (100.000) σε ένα εκατομμύριο (1.000.000) δραχμές και στις επιχειρήσεις το αφορολόγητο όριο της

δωρεάς ή χορηγίας και παράλληλα, μειώνεται από 20% σε 10% ο συντελεστής του φόρου που παρακρατείται από τον δωρητή ή τον χορηγό στο πάνω από ένα εκατομμύριο (1.000.000) δραχμές ποσό της δωρεάς ή χορηγίας, αθροιστικά λαμβανόμενο για κάθε δωρεοδόχο ή αποδέκτη της χορηγίας.

Οι δωρεές χρηματικών ποσών προς το Δημόσιο και τα Ν.Π.Δ.Δ. εξαιρούνται της παρακράτησης και καταβολής του φόρου και επομένως, για την αναγνώριση των δωρεών αυτών ως δαπάνη, δεν απαιτείται πλέον να γίνεται προηγουμένως παρακράτηση φόρου δέκα τοις εκατό (10%) για ποσά άνω του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) δραχμών.

Οι διατάξεις αυτές έχουν εφαρμογή για δαπάνες που πραγματοποιούνται από 1.1.2001 και μετά.

4. Με τις παραγράφους 13 και 14 του άρθρου αυτού αντικαταστάθηκαν οι διατάξεις του δεύτερου και επόμενων εδαφίων της περ. ι΄ τις παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος. (Κ.Φ.Ε), και της περίπτωσης ιη΄ της παρ. 1 του ίδιου άρθρου και νόμου, αντίστοιχα, οι οποίες αναφέρονται στην έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων των συγκεκριμένων δαπανών (δικαιώματα ή αποζημιώσεις που καταβάλλονται σε επιχειρήσεις και οργανισμούς για τη χρησιμοποίηση τεχνικής βοήθειας, ευρεσιτεχνιών, σημάτων σχεδίων κλπ, έξοδα διοικητικής υποστήριξης, οργάνωσης αναδιοργάνωσης κλπ που παρέχονται στην επιχείρηση).

Με βάση τις νέες διατάξεις, για την έκπτωση των πιο πάνω δαπανών δεν απαιτείται προηγούμενη έγκριση από την ειδική επιτροπή που λειτουργούσε στο Υπουργείο Οικονομικών, αλλά ο έλεγχος των δαπανών αυτών θα ενεργείται από ειδικές επιτροπές που θα λειτουργούν στα αρμόδια ελεγκτικά όργανα (ΕΘΕΚ, ΠΕΚ κλπ), μέσα στα πλαίσια του τακτικού ελέγχου των επιχειρήσεων γενικά, χωρίς να απαιτείται προέγκρισή τους.

Με τις διατάξεις της περ. γ΄ της παρ. 4 του άρθρου 66 του Ν. 2238/94, οι οποίες προστέθηκαν με την παρ. 16 του άρθρου 4 του κοινοποιούμενου νόμου, προβλέπεται η σύσταση των πιο πάνω επιτροπών με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 15 του άρθρου αυτού τα ανωτέρω έχουν εφαρμογή για ισολογισμούς που κλείνουν με 31 Δεκεμβρίου 2000 και μετά. Επισημαίνεται ότι με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 4 του Ν. 2753/99 καταργήθηκε ειδικά για τις χρήσεις που λήγουν μετά τις 30 Δεκεμβρίου 1997 και μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2000 η προϋπόθεση της προέγκρισης από την επιτροπή του Υπουργείου Οικονομικών, για την έκπτωση των υπόψη δαπανών.

Κατά τα λοιπά εξακολουθούν να ισχύουν οι οδηγίες που έχουν δοθεί με την 1047166/10364/Β0012/ ΠΟΛ 1142/24.4.97 ερμηνευτική εγκύκλιο του Ν. 2459/97.

Τέλος, διευκρινίζεται ότι, για την έκπτωση των δαπανών της περ. ι΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, όταν δικαιούχος των ποσών αυτών είναι αλλοδαπό φυσικό ή νομικό πρόσωπο, απαιτείται να έχει αποδοθεί στο Δημόσιο ο φόρος που ορίζεται από τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 13 του Ν. 2238/94 και όχι της παρ.3 του ίδιου άρθρου και νόμου που εκ παραδρομής αναφέρεται στις ίδιες διατάξεις.

5. Με τις διατάξεις της παραγράφου 17 του άρθρου αυτού προστέθηκε νέο εδάφιο στο τέλος της περ. στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.

Με βάση τις νέες διατάξεις, το ποσό που καταβάλλει η επιχείρηση αυτοπαραγωγού ή ανεξάρτητου παραγωγού ηλεκτρικής ενέργειας, για την κατασκευή δικτύου σύνδεσης του σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας μέχρι το δίκτυο της Δ.Ε.Η, και το οποίο δεν θα ανήκει στην κυριότητά της, θα εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της μέσω αποσβέσεων. Δηλαδή, η επιχείρηση αυτοπαραγωγού ή ανεξάρτητου παραγωγού ηλεκτρικής ενεργείας θα διενεργεί για το πιο πάνω δίκτυο σύνδεσης αποσβέσεις με βάση τις γενικές διατάξεις, όπως θα διενεργούσε και στην περίπτωση που το δίκτυο διανομής ανήκε στην κυριότητά της,

Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 18 του ίδιου άρθρου, τα πιο πάνωέχουνεφαρμογή για ισολογισμούς που κλείνουν με 28 Δεκεμβρίου 2000 και μετά.

`Αρθρο 6

Φορολογία εισοδήματος νομικών προσώπων

1. Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού μειώνεται σταδιακά ο συντελεστής φορολογίας εισοδήματος της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 109 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος για τα εισοδήματα οικονομικού έτους 2002 και επομένων.

Συγκεκριμένα, μειώνεται από σαράντα τοις εκατό (40%) σε τριάντα επτά και πενήντα τοις εκατό (37,50%) για τα εισοδήματα του οικονομικού έτους 2002 (χρήση 2001) και σε τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) για τα εισοδήματα του οικονομικού έτους 2003 και επομένων, ο συντελεστής φορολογίας των εξής νομικών προσώπων:

α) των ημεδαπών ανωνύμων εταιριών των οποίων οι μετοχές κατά τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου ΔΕΝ είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών,

β) των ανώνυμων τραπεζικών εταιρειών, ανεξάρτητα αν οι μετοχές τους είναι εισηγμένες ή όχι στο Χρηματιστήριο,

γ) των πιστωτικών ιδρυμάτων που λειτουργούν με τη μορφή αμιγούς πιστωτικού συνεταιρισμού του Ν. 1667/1986 (ΦΕΚ 196 Α΄) και

δ) των αλλοδαπών εταιριών και οργανισμών που αποβλέπουν στην απόκτηση οικονομικών ωφελημάτων στη χώρα μας, εξαιρουμένων των υποκαταστημάτων των αλλοδαπών Α.Ε. που η έδρα τους βρίσκεται σε κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης με μετοχές εισηγμένες κατά το χρόνο λήξης της διαχειριστικής περιόδου του υποκαταστήματος σε οποιοδήποτε χρηματιστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία ως γνωστόν φορολογούνται με συντελεστή τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) σύμφωνα με τις διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της περ. α΄ τις παραγράφου 1 του άρθρου 109 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, που προστέθηκαν με την παρ. 1 του άρθρου 23 του Ν. 2836/2000 (ΦΕΚ168Α΄).

Επισημαίνεται ότι ο πιο πάνω μειωμένος συντελεστής 37,50% θα εφαρμόζεται και κατά τη διανομή ή κεφαλαιοποίηση (έμμεση διανομή) μέσα στο έτος 2001 αφορολόγητων αποθεματικών ή αποθεματικών προερχόμενων από εισοδήματα που έχουν φορολογηθεί κατά ειδικό τρόπο με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης (εφαρμογή των διατάξεων των παρ. 5, 6 του άρθρου 106 του Ν. 2238/1994, καθόσον σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 26 του ίδιου νόμου, χρόνος κτήσης για τους μετόχους του εισοδήματος που προκύπτει από τις πιο πάνω πράξεις είναι ο χρόνος λήψης της σχετικής απόφασης από τη Γ.Σ. των μετόχων.

2. Με την παράγραφο 2 του άρθρου αυτού μειώνεται από σαράντα τοις εκατό (40%) σε τριάντα επτά και πενήντα τοις εκατό (37,50%) για τη χρήση 2001 (1 Ιανουαρίου 2001 μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2001) και σε τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) από 1 Ιανουαρίου 2002 και εφεξής, ο συντελεστής παρακράτησης φόρου στους τόκους που καταβάλλονται από ημεδαπά νομικά πρόσωπα του άρθρου 101 του Ν. 2238/1994 (ΑΕ, ΕΠΕ, κλπ) σε αλλοδαπές επιχειρήσεις χωρών με τις οποίες δεν υφίσταται σύμβαση για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και οι οποίες δεν έχουν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα. Τονίζεται ότι αν οι καταβαλλόμενοι στην αλλοδαπή τόκοι προκύπτουν από ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου ή Ελληνικών επιχειρήσεων δεν θα γίνεται καμμία παρακράτηση, γιατί στις περιπτώσεις αυτές οι δικαιούχοι κάτοικοι αλλοδαπής απαλλάσσονται από τη φορολογία, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 31 του Ν. 2682/1999 και της παρ. 8 του άρθρου 26 του Ν. 2789/2000, αντίστοιχα.

3. Με την παράγραφο 3 του άρθρου αυτού, μειώνονται οι συντελεστές παρακράτησης φόρου των περιπτώσεων α΄, β΄ και γ΄ της παραγράφου 8 του άρθρου 13 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, με τις οποίες προβλέπεται ο ειδικός τρόπος φορολογίας των αλλοδαπών επιχειρήσεων και οργανισμών που αναλαμβάνουν την εργοληπτική κατασκευή δημόσιων ή ιδιωτικών τεχνικών έργων στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, ο παρακρατούμενος φόρος, μειώνεται ως εξής:

α) Από τέσσερα τοις εκατό (4%) στη συνολική ακαθάριστη αξία των έργων του Δημοσίου, δήμων και κοινοτήτων, δημόσιων επιχειρήσεων ή εκμεταλλεύσεων, οργανισμών ή επιχειρήσεων κοινής ωφελείας και νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου γενικά, ανεξάρτητα αν τα έργα εκτελούνται με υλικά του εργολήπτη ή όχι, σε τρία και εβδομήντα πέντε τοις εκατό (3,75%) για το έτος 2001 (1/1-31/12/2001) και σε τρία και πενήντα τοις εκατό (3.50%) από 1 Ιανουαρίου 2002 και εφεξής.

β) Από τέσσερα και ογδόντα τοις εκατό (4,80%) στη συνολική ακαθάριστη αξία των ιδιωτικών έργων γενικά αν τα έργα εκτελούνται με υλικά του εργολήπτη, σε τέσσερα και πενήντα τοις εκατό (4,50%) για το έτος 2001 (1/1-31/12/2001) και σε τέσσερα και είκοσι τοις εκατό (4.20%) από 1 Ιανουαρίου 2002 και εφεξής.

γ) Από δέκα τοις εκατό (10%) στη συνολική ακαθάριστη αξία των έργων χωρίς την αξία των υλικών, για ιδιωτικά τεχνικά έργα για τα οποία ο εργολήπτης ΔΕΝ χρησιμοποιεί δικά του υλικά, σε εννέα και τριακόσια εβδομήντα πέντε τοις εκατό (9,375%) για το έτος 2001 και σε οκτώ και εβδομήντα πέντε τοις εκατό (8,75%) από 1.1.2002 και εφεξής.

Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με την παράγραφο 11 του άρθρου 106 του ΚΦΕ που προστέθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 7 του Ν. 2579/1998, με την παρακράτηση του φόρου σύμφωνα με τους πιο πάνω συντελεστές δεν επέρχεται πλήρης εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης της αλλοδαπής τεχνικής εταιρίας ή οργανισμού, αλλά αυτή περιορίζεται πλέον μόνο για τα κέρδη που προκύπτουν από τον τεκμαρτό προσδιορισμό που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 34. Αν από τα τηρούμενα βιβλία της αλλοδαπής επιχείρησης προκύπτουν κέρδη μεγαλύτερα των τεκμαρτών για τα επί πλέον κέρδη θα έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παραγρ. 9 και 10 του άρθρου 106 του Κ.Φ.Ε..

Οι ανωτέρω μειωμένοι συντελεστές παρακράτησης φόρου θα εφαρμόζονται για τα ποσά που καταβάλλονται στις αλλοδαπές επιχειρήσεις (ή για τα ποσά που πιστώνονται αυτές), από 1 Ιανουαρίου 2001 και μετά, ανεξάρτητα από το χρόνο δημοπράτησης ή ανάθεσης του έργου.

4. Με την παράγραφο 4 του άρθρου αυτού, μειώνεται ο προβλεπόμενος από τις διατάξεις της περίπτωσης α΄ του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 54 και της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 55 του Ν. 2238/1994 συντελεστής παρακράτησης φόρου από 40% σε 37,5% από 1.1.2001 μέχρι 31.12.2001 και σε 35% από 1.1.2002 και μετά.

Έτσι, με βάση τις νέες διατάξεις, οι Ανώνυμες Εταιρίες, των οποίων οι μετοχές κατά την έναρξη της διαχειριστικής περιόδου δεν είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών, καθώς και οι Τραπεζικές Ανώνυμες Εταιρίες (ανεξάρτητα αν οι μετοχές τους είναι εισηγμένες ή όχι στο Χρηματιστήριο Αθηνών) αν καταβάλλουν αμοιβές στα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, που αποτελούν δαπάνες εκπιπτόμενες από τα ακαθάριστα έσοδά τους, θα προβαίνουν σε παρακράτηση φόρου με συντελεστή 37,5% για τις αμοιβές που θα καταβάλλουν από 1.1.2001 μέχρι 31.12.2001 και με 35% για τις αμοιβές που θα καταβάλλουν από 1.1.2002 και μετά.

Ομοίως, οι ανωτέρω Ανώνυμες Εταιρίες που καταβάλλουν από 1.1.2001 και μετά μισθούς στα μέλη του Δ.Σ., οι οποίες αποτελούν γι΄ αυτούς εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις, θα προβαίνουν σε παρακράτηση φόρου με τους ανωτέρω αναφερόμενους συντελεστές παρακράτησης (37,5% και 35% κατά περίπτωση) στο ποσό του μισθού μετά την αφαίρεση των ασφαλιστικών εισφορών που καταβάλλονται και των αναλογούντων τελών χαρτοσήμου.

5. Με την παράγραφο 5 του άρθρου αυτού αντικαθίσταται η περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 103 του Ν. 2238/1994. Με τις νέες διατάξεις επεκτείνεται η απαλλαγή από το φόρο εισοδήματος που ισχύει για τα εισοδήματα του Αγίου Όρους, του Παναγίου Τάφου και της Ιεράς Μονής Σινά από ακίνητα στην Ελλάδα, στα ίδια εισοδήματα που αποκτούν το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων και το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας.

6. Με την παράγραφο 6 του άρθρου αυτού αντικαταστάθηκε το πρώτο εδάφιο της περ. ζ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 103 του Ν. 2238/1994, ούτως ώστε να γίνεται αναφορά σε πλοία υπό ελληνική σημαία και όχι υπό ξένη σημαία, που είχε αναγραφεί εσφαλμένα κατά την κωδικοποίηση με τις διατάξεις του Ν. 2238/1994 της φορολογίας εισοδήματος.

Σημειώνεται ότι η πιο πάνω εσφαλμένη αναφοράδεν δημιουργούσε ερμηνευτικά προβλήματα γιατί με την κωδικοποίηση της φορολογίας εισοδήματος δεν καταργήθηκαν οι κωδικοποιηθείσες διατάξεις του Ν.Δ. 3843/1958 περί φορολογίας νομικών προσώπων, του Ν.Δ. 3323/1955 κλπ.

7. Με την παράγραφο 7 του άρθρου αυτού αντικαταστάθηκε η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 103 του ΚΦΕ. Μετά την αντικατάσταση αυτή περιλαμβάνεται στις πιο πάνω διατάξεις του ΚΦΕ και η απαλλαγή από το φόρο εισοδήματος του τεκμαρτού εισοδήματος από οικοδομές που ανήκουν σε δημόσιες, δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις κερδοσκοπικού χαρακτήρα, η οποία είχε παραληφθεί κατά την κωδικοποίηση με το Ν. 2238/1994 των ισχυουσών διατάξεων περί φορολογίας εισοδήματος.

Η απαλλαγή αυτή ως προβλεπόμενη από τις διατάξεις της περ. β της παρ. 1 του άρθρου 6 του Ν.Δ. 3843/1958 ίσχυε και πριν από την έναρξη ισχύος του κοινοποιούμενου νόμου με τον οποίο απλά διορθώθηκε για τυπικούς λόγους το προαναφερθέν λάθος.

8. Με την παράγραφο 8 του άρθρου αυτού τροποποιήθηκαν οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 106 του ΚΦΕ. Μετά την τροποποίηση αυτή παρέχεται η δυνατότητα στις ανώνυμες εταιρίες, εταιρίες περιορισμένης ευθύνης και τα λοιπά πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 101 του Ν. 2238/1994 που διανέμουν η κεφαλαιοποιούν αποθεματικά τα οποία έχουν σχηματίσει από εισοδήματα φορολογηθέντα κατά ειδικό τρόπο, να εκπίπτουν από τον οφειλόμενο βάσει των γενικών διατάξεων φόρο εισοδήματος το ποσό του φόρου που έχει καταβάλλει το ίδιο το νομικό πρόσωπο κατά την αυτοτελή φορολόγηση των εν λόγω εισοδημάτων, ενώ με βάση τις ισχύουσες μέχρι σήμερα διατάξεις εκπιπτόταν μόνο το ποσό φόρου που είχε παρακρατηθεί από τον καταβάλλοντα.

Η ρύθμιση αυτή κρίθηκε αναγκαία διότι υπάρχουν εισοδήματα φορολογούμενα κατ΄ ειδικό τρόπο για τα οποία ο φόρος (αυτοτελής φορολόγηση) δεν παρακρατείται (π.χ. ο φόρος 15% επί τόκων καταθέσεων) από τον καταβάλλοντα αυτά, αλλά αποδίδεται από το δικαιούχο νομικό πρόσωπο, όπως για παράδειγμα ο φόρος 5% επί της αξίας των μεταβιβαζομένων μετοχών μη εισηγμένων στο Χ.Α.Α.. ο φόρος 30% από την παραχώρηση χρήσης εμπορικού σήματος κ.λ.π.

Σημειώνεται ότι η ρύθμιση αυτή έγινε για τυπικούς λόγους, δεδομένου ότι η Διοίκηση είχε δεχθεί, κατά το παρελθόν, τη δυνατότητα έκπτωσης του φόρου, που έχει καταβληθεί από το ίδιο το νομικό πρόσωπο κατά το χρόνο που είχε αποκτήσει το εισόδημα το φορολογούμενο κατά ειδικό τρόπο.

9. Με τις διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου αυτού, προστέθηκαν δύο νέα εδάφια, μετά το πρώτο εδάφιο της περ. β΄ της παρ. 2 του άρθρου 107 του Κ.Φ.Ε.

Με βάση τις νέες διατάξεις, τα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και τα κοινωφελή ιδρύματα που δηλώνουν με τη δήλωση φόρου εισοδήματος, εισόδημα από εκμίσθωση ή δωρεάν παραχώρηση γεωργικής γης, υποκείμενο σε φορολογία, καθώς και όλα ανεξαιρέτως τα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που τηρούν βιβλία Γ κατηγορίας του Κ.Β.Σ. μπορούν να υποβάλλουν τη δήλωση φόρου εισοδήματος μέχρι της 15 Απριλίου του οικείου οικονομικού έτους, ενώ με βάση τις διατάξεις της περ. β της παρ. 2 του άρθρου 107 του Κ.Φ.Ε., όπως αυτές ίσχυαν πριν από την πιο πάνω τροποποίηση, η προθεσμία υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος για όλα τα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα έληγε στις 10 Μαρτίου.

Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι τα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, Ιερές Μονές ή κοινωφελή ιδρύματα που αποκτούν εισοδήματα από την εκμίσθωση ή δωρεάν παραχώρηση γεωργικής γης αλλά δεν υπόκεινται σε φόρο (λόγω απαλλακτικών διατάξεων) θα εξακολουθήσουν να υποβάλλουν τη δήλωση φόρου εισοδήματος μέχρι τις 10 Μαρτίου του οικείου οικονομικού έτους.

Επισημαίνεται ότι, το δηλούμενο εισόδημα από εκμίσθωση ή δωρεάν παραχώρηση γεωργικής γης των υποκείμενων σε φόρο νομικών προσώπων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, δεν μπορεί, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 22 του Ν. 2238/94 που εφαρμόζονται και στα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα σύμφωνα με την περ. α της παραγράφου 12 του άρθρου 105 του Ν. 2238/1994 του ίδιου νόμου, να είναι μικρότερο του αντιπροσωπευτικού ενοικίου ανά στρέμμα ενοικιαζόμενης γεωργικής γης που καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών η οποία εκδίδεται κάθε έτος κατ΄ εξουσιοδότηση των διατάξεων του άρθρου 42 του Κ.Φ.Ε.

Σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. στ΄ του άρθρου 50 του Κ.Φ.Ε., οι νέες προθεσμίες υποβολής δήλωσης φόρου εισοδήματος για τα πιο πάνω νομικά πρόσωπα, ισχύουν για τις δηλώσεις εισοδήματος οικονομικού έτους 2001 (χρήση 2000) και μετά.

10. Με τις διατάξεις της παρ. 10 του άρθρου αυτού, καταργήθηκαν οι διατάξεις του άρθρου 9 του Ν.Δ. 3765/1957 (ΦΕΚ 196 Α΄), με τις οποίες προβλεπόταν απαλλαγή από το φόρο εισοδήματος της υπεραξίας που προέκυπτε από την πώληση μηχανημάτων ή βιομηχανικών γενικά εγκαταστάσεων των επιχειρήσεων που τηρούσαν βιβλία Γ κατηγορίας του Κ.Β.Σ, εφόσον η υπεραξία αυτή εχρησιμοποιείτο ως πρόσθετη απόσβεσηάλλων μηχανημάτων ή γενικά βιομηχανικών εγκαταστάσεών τους κατά τα οριζόμενα από τις ίδιες διατάξεις.

Η πιο πάνω κατάργηση, ισχύει κατά ρητή διάταξη νόμου, για ισολογισμούς που κλείνουν από τη δημοσίευση του κοινοποιημένου νόμου, δηλαδή από 28 Δεκεμβρίου 2000 και εφεξής.

11. Με τις διατάξεις της παρ. 11 του άρθρου 6 του κοινοποιούμενου νόμου, η προβλεπόμενη από το άρθρο 1 του Ν.Δ. 1297/72 προθεσμία που έληγε την 31 Δεκεμβρίου 2000 παρατείνεται μέχρι και την 31 Δεκεμβρίου 2002. Κατά συνέπεια, οι προβλεπόμενες από το Ν.Δ. 1297/72 φορολογικές απαλλαγές και διευκολύνσεις ισχύουν για τις συγχωνεύσεις, μετατροπές κ.λ.π. μετασχηματισμούς επιχειρήσεων, που θα ολοκληρωθούν μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2002.

12. Με τις παραγράφους 14 έως 16 του άρθρου αυτού επήλθαν μεταβολές στα άρθρα 9, 10 και 11 του Ν. 2758/1998 με τις διατάξεις του οποίου έχει ενσωματωθεί στο εσωτερικό μας δίκαιο η αριθ. 90/434/ΕΟΚ Οδηγία, σχετικά με το κοινό φορολογικό καθεστώς για τις συγχωνεύσεις, διασπάσεις, εισφορές ενεργητικού και ανταλλαγές τίτλων που αφορούν εταιρίες διαφορετικών κρατών - μελών.

Ειδικότερα:

Με την παράγραφο 14 προστέθηκε νέα περίπτωση ε΄ στο άρθρο 9 του πιο πάνω νόμου με την οποία ορίζεται ότι, για την εφαρμογή των άρθρων 8 έως 11 αυτού του νόμου, ως θυγατρική εταιρία της εταιρίας της προηγούμενης περίπτωσης δ΄ νοείται η εταιρία των περιπτώσεων α΄ και β΄ στο κεφάλαιο της οποίας συμμετέχει κατά ποσοστό τουλάχιστον είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) η εταιρία της προηγούμενης περίπτωσης δ΄.

Με την παρ.15 προστέθηκε νέο δεύτερο εδάφιο στην παράγραφο 3 του άρθρου 10 του πιο πάνω νόμου, με την οποία ορίζεται ότι επίσης, εκπίπτουν και τα πιο πάνω ποσά φόρου εισοδήματος εταιρίας της περίπτωσης ε΄ του άρθρου 9 που αναλογούν σε διανεμηθέντα από αυτήν κέρδη, τα οποία κτώνται τελικώς από την ημεδαπή μητρική ανώνυμη εταιρία, μέσω θυγατρικής εταιρίας στην αλλοδαπή, εφόσον τα διανεμηθέντα αυτά κέρδη δεν υπάγονται σε φορολογία στο Κράτος-Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο οποίο ευρίσκεται η έδρα της θυγατρικής εταιρίας.

Τέλος, με την παράγραφο 16 προστέθηκε νέο εδάφιο στο άρθρο 11 του πιο πάνω νόμου. Με τις νέες αυτές διατάξεις ορίζεται ότι, επίσης, η έκπτωση των φόρων του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 10 του παρόντος δεν επιτρέπεται, εάν η θυγατρική εταιρία της ημεδαπής μητρικής ανώνυμης εταιρίαςδενδιατηρεί για το ίδιο ως άνω χρονικό διάστημα το οριζόμενο από την περίπτωση ε΄του άρθρου 9 του παρόντος ποσοστό.

Σύμφωνα με τις ως άνω νέες διατάξεις, σε συνδυασμό και με τις υπόλοιπες διατάξεις των άρθρων 8, 9, 10 και 11 του Ν. 2578/1998, όταν στα κέρδη που λαμβάνει μητρική ημεδαπή ΑΕ από θυγατρική της εταιρία εδρεύουσα σε άλλο Κράτος - Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής «θυγατέρα») περιλαμβάνονται και κέρδη τα οποία η τελευταία είχε αποκτήσει από δική της θυγατρική εταιρία, εδρεύουσα επίσης σε άλλο Κράτος - Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής «εγγονή») και τα κέρδη αυτά δεν υπήχθησαν σε φορολογία στο Κράτος - Μέλος που έχει την έδρα της η «θυγατέρα», τότε ο φόρος εισοδήματος της «εγγονής» κατά το μέρος που αναλογεί επί των κερδών αυτής τα οποία μέσω της «θυγατέρας» κατέληξαν στη μητρική ημεδαπή ΑΕ, καθώς και ο φόρος που ενδεχομένως η «θυγατέρα» παρακράτησε στα ίδια κέρδη εκπίπτουν από το φόρο εισοδήματος της μητρικής ημεδαπής ΑΕ. Όμως, ο συνολικός εκπιπτόμενος φόρος δεν μπορεί να υπερβαίνει το φόρο που αναλογεί στην Ελλάδα γι΄ αυτά τα κέρδη.

Για την εφαρμογή των παραπάνω, δηλαδή για να υπάρχει η δυνατότητα έκπτωσης των εν λόγω φόρων, σύμφωνα πάντα με τις ως άνω νέες διατάξεις σε συνδυασμό και με τις υπόλοιπες διατάξεις των άρθρων 8, 9, 10 και 11 του Ν. 2578/1998:

α) Ως «θυγατέρα» νοείται εταιρία Κράτους-Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκτός της Ελλάδας, η οποία αα) έχει κάποιο από τις νομικές μορφές που απαριθμούνται στο Παράρτημα Α του πιο πάνω νόμου (α) Οι εταιρίες του βελγικού δικαίου που αποκαλούνται «societe anonyme / naamloze nennootschap», «societe en commandite par actions / commanditaire vennootschap op aandelen», « societe privee a responsabilite limitee/ besloten vennotschap met beperkte aansprakelijkheid», καθώς και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου τα οποία λειτουργούν υπό καθεστώς ιδιωτικού δικαίου. β)0ι εταιρίες του δανικού δικαίου που αποκαλούνται «akteiselskab» και «anpartsselskab». γ)0ι εταιρίες του γερμανικού δικαίου που αποκαλούνται «Aktiengesellschaft», «Kommanditgesellschaft auf Aktien», «Gesselischaft mit beschrankter Haftung» και «bergrechtliche Gewerkschaft». δ)0ι εταιρίες του ισπανικού δικαίου που αποκαλούνται «sociedad anonima», «sociedad comanditaria por accionew», «sociedad limitada», καθώς και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου που λειτουργούν υπό καθεστώς ιδιωτικού δικαίου, ε) Οι εταιρίες του γαλλικού δικαίου που αποκαλούνται «sociedadanonyme», «societe en commandite par actions», «societe a responsabilite limitee», καθώς και δημόσιοι οργανισμοί και επιχειρήσεις βιομηχανικού και εμπορικού χαρακτήρα, στ) Οι εταιρίες του ιρλανδικού δικαίου που αποκαλούνται «public companies limited by shares or by guarantee», «private companies limited by shares or by guarantee» τα νομικά πρόσωπα που είναι εγγεγραμμένα υπό το καθεστώς των «Industrial and Provident Societes Acts» ή οι «building societs» που είναι εγγεγραμμένες υπό το καθεστώς των «Building societes Acts». ζ) Οι εταιρίες του ιταλικού δικαίου που αποκαλούνται «societa per azioni», «Societa in accomandita per azioni», «societa a responsabilita limitata», καθώς και οι δημόσιοι και ιδιωτικοί φορείς που ασκούν εμπορικές και βιομηχανικές δραστηριότητες, η) Οι εταιρίες του δικαίου του Λουξεμβούργου που αποκαλούνται «societe anonyme», «societe en commandite par actions» και «societe a responsabilite limitee». θ) Οι εταιρίες του ολλανδικού δικαίου που αποκαλούνται «naamloze vennoatschap» και «besloten vennootschap -met beperkte aansprakelijkheid». ι) Οι εμπορικές ή οι αστικές υπό εμπορική μορφή εταιρίες, καθώς και άλλα νομικά πρόσωπα ασκούντα εμπορικές και βιομηχανικές δραστηριότητες, που έχουν συσταθεί βάσει του πορτογαλικού δικαίου, ια) Οι εταιρίες που έχουν συσταθεί βάσει του δικαίου του Ηνωμένου Βασιλείου, ιβ) Οι εταιρίες του αυστριακού δικαίου που αποκαλούνται «Aktiengesellschaft», «Geselishcaft mit beschrankter Haftung». ιγ) Οι εταιρίες του φιλανδικού δικαίου που αποκαλούνται «osakeyhtiφ/aktiebolag», «osuuskunta/andelslag», «sδδstφpanki/sparbank» and «vakuutussyhtiφ/fφrsδkringsbolag». ιδ) Οι εταιρίες του νορβηγικού δικαίου που αποκαλούνται «aksjeselskap». ιε) Οι εταιρίες του σουηδικού δικαίου που αποκαλούνται «aktiebolag», «bankaktiebolag», «fφrsδκρινγσακτιεβολαγ» ββ) υπάγεται σε κάποιον από τους φόρους που αναφέρονται στο Παράρτημα Β αυτού του νόμου χωρίς δυνατότητα επιλογής ή απαλλαγής από αυτόν ( α) Impot des societes/vennootschapsbelasting στο Βέλγιο, β) selskabsskat στη Δανία, γ) Korperschaftsteuer στη Γερμανία, δ) Impuesto sobre sociedades στην Ισπανία, ε) impot sur les societes στη Γαλλία, στ) corporation tax στην Ιρλανδία, ζ) imposta sul reddito delle persone gluridiche στην Ιταλία, η) impot sur le revenu des collectivites στο Λουξεμβούργο, θ) vennootschapsbelasting στις Κάτω Χώρες, ι) Imposto sobre o rendimento das pessoas colectivas στην Πορτογαλία, ια) corporation tax στο Ηνωμένο Βασίλειο, ιβ) Kφrperschaftsteuer στην Αυστρία, ιγ) Yhteisφjen tulovero/inkomstskatten fφr samfund στη Φινλανδία, ιδ) Skatt av alminnelig inntekt στη Νορβηγία, ιε) Statlig inkomstskatt στη Σουηδία, ή οποιοσδήποτε άλλος φόρος που ενδεχομένως αντικαταστήσει στο μέλλον έναν από τους παραπάνω φόρους και γγ) σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία του Κράτους-Μέλους στο οποίο βρίσκεται η έδρα της θεωρείται ότι έχει φορολογική κατοικία σ΄ αυτό το Κράτος-Μέλος και σύμφωνα με σύμβαση περί αποφυγής διπλής φορολογίας που έχει συναφθεί με τρίτο κράτος δεν θεωρείται ότι έχει φορολογική κατοικία εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

β) Ως «εγγονή» νοείται εταιρία Κράτους - Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την οποία ισχύουν όσο αναφέρονται στην προηγούμενη περίπτωση α΄.

γ) Η μητρική ημεδαπή ΑΕ απαιτείται να συμμετέχει στη «θυγατέρα» κατά ποσοστό τουλάχιστον 25% και επί δύο τουλάχιστον συνεχή έτη, η ίδια δε συμμετοχή και για το ίδιο χρονικό διάστημα απαιτείται να υπάρχει από τη «θυγατέρα» στην «εγγονή».

Επομένως, με βάση τις διατάξεις των άρθρων 6, 7, 8, 9, 10 και 11 του Ν. 2578/1998,όπως ισχύουν μετά τις πιο πάνω τροποποιήσεις και εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις που ορίζονται από αυτές, η μητρική ημεδαπή ΑΕ δύναταινα εκπίπτει από το φόρο εισοδήματός της:

α) Το ποσό φόρου εισοδήματος του νομικού προσώπου της «θυγατέρας» που αναλογεί στα κέρδη που λαμβάνει από αυτή, καθώς και το φόρο που ενδεχομένως έχει παρακρατήσει η τελευταία στα ίδια κέρδη.

β) Το ποσό φόρου του νομικού προσώπου της «εγγονής» που κατέβαλε στη χώρα της κατοικίας της και το οποίο αναλογεί στα κέρδη τα οποία περιέρχονται στη μητρική ημεδαπή ΑΕ μέσω της «θυγατέρας» καθώς και το φόρο που ενδεχομένως έχει παρακρατήσει η «εγγονή» στα ίδια κέρδη με την προϋπόθεση όμως ότι τα κέρδη αυτό δεν φορολογήθηκαν στο όνομα της «θυγατέρας» στο κράτος της κατοικίας της.

Τονίζεται ότι αθροιστικά ο εκπιπτόμενος φόρος δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό του φόρου που αναλογεί επί των οικείων κερδών στην Ελλάδα.

Επί πλέον, σημειώνεται ότι ως ακαθάριστα έσοδα της ημεδαπής μητρικής Α.Ε. θεωρούνται τα προ φόρων κέρδη, δηλαδή τα κέρδη που λαμβάνει πλέον ο φόρος που αναλογεί σε αυτά.

Τέλος, επισημαίνεται ότι το δικαίωμα έκπτωσης των εν λόγω φόρων ασκείται, εφόσον οι μητρικές ΑΕ επισυνάπτουν στην οικεία δήλωσή τους φορολογίας εισοδήματος βεβαίωση των θυγατέρων, μαζί με την επίσημη μετάφρασή της στην Ελληνική γλώσσα, με την οποία θα βεβαιώνονται όλες οι αναγκαίες προϋποθέσεις και στοιχεία (π.χ. η συμμετοχή των μητρικών ημεδαπών ΑΕ στο ποσοστό και στο χρόνο που απαιτούνται, τα κέρδη προ φόρων που αναλογούν στις μητρικές ημεδαπές Α.Ε. το φόρο που αναλογεί επί των κερδών τούτων κτλ.).

Η νέα περίπτωση ε΄ του άρθρου 9, το νέο δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 10 και του νέου εδαφίου του άρθρου 11 του Ν. 2578/1998 ισχύουν από τη δημοσίευση που κοινοποιούμενου νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δηλαδή από 28-12-2000. σύμφωνα με την περίπτ. θ΄ του άρθρου 50 αυτού.

13. Για την καλύτερη κατανόηση όσων προαναφέρονται παραθέτουμε το ακόλουθο παράδειγμα: Γερμανική Α.Ε., που φορολογείται με συντελεστή 40%, είχε κέρδη 100.000.000 δρχ. και από αυτά διένειμε στη μητρική της ιταλική ΑΕ 50.000.000 δρχ. Η τελευταία, που φορολογείται με συντελεστή 37%, είχε κέρδη 200.000.000 (στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα ως άνω κέρδη της θυγατρικής της που δεν υπάγονται σε φορολογία στην Ιταλία και από αυτά διένειμε στη μητρική της ημεδαπή ΑΕ 80.000.000 δρχ. Με βάση τα παραπάνω δεδομένα προκύπτει ότι από τα 80.000.000 δρχ. που έλαβε η ημεδαπή ΑΕ τα μεν 20.000.000. δρχ. προέρχονται από τα κέρδη της γερμανικής ΑΕ

80.000.000 Χ 50.000.000
200.000.000

τα δε υπόλοιπα

60.000.000 δρχ. προέρχονται από τα κέρδη της ιταλικής ΑΕ. Επίσης, προκύπτει ότι ως ακαθάριστα έσοδά της ημεδαπής ΑΕ λαμβάνονται τα 128.571.428 δρχ., δηλαδή το άθροισμα των προ φόρων κερδών της γερμανικής ΑΕ εκ δρχ. 33.333.333 και της ιταλικής ΑΕ εκ δρχ. 95.238.095

20.000.000 + 20.000.000 Χ 40
60

 

60.000.000 + 60.000.000 Χ 37
63

Περαιτέρω, εάν υποτεθεί ότι η ημεδαπή ΑΕ φορολογείται με συντελεστή 40% και ότι τα συνολικά φορολογητέα κέρδη της κατά τη διαχειριστική χρήση που έλαβε τα κέρδη από τη θυγατρική Ιταλική ΑΕ, ανέρχονται στα 500.000.000 δρχ., τότε ο υπολογισμός του οφειλόμενου φόρου εισοδήματος της ημεδαπής ΑΕ γι΄ αυτά τα κέρδη γίνεται ως εξής:

Αναλογών φόρος (500.000.000 Χ 40%)   200.000.000δρχ.
Μείον:    
- Φόρος που αναλογεί στα κέρδη    
της ιταλικής ΑΕ (95.238.095 Χ 37%) 35.238.095  
- Φόρος που αναλογεί στα κέρδη    
της γερμανικής ΑΕ (33.333.333 Χ 40%) 13.333.333 48.571.428
Οφειλόμενος φόρος   151.428.572

Αν ο συντελεστής φορολογίας της ημεδαπής Α.Ε είναι 35%, ο εκπιπτόμενος φόρος θα περιοριζόταν στο ποσό των 45.034.997 [(95.238.095 + 33.333.333) Χ 35%].

`Αρθρο 7

Διαχειριστική περίοδος επιχειρήσεων που τηρούν βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ.

1. Με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού προστέθηκε νέο εδάφιο στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 29 του Κ.Φ.Ε. Με το νέο αυτό εδάφιο παρέχεται πλέον η δυνατότητα στις επιχειρήσεις των περιπτώσεων α΄, β΄, γ΄ και δ΄ της ίδιας παραγράφου (υποκαταστήματα αλλοδαπών επιχειρήσεων, ημεδαπές επιχειρήσεις στο κεφάλαιο των οποίων μετέχουν αλλοδαπές ή ημεδαπές με ποσοστό 50% και άνω) να προσαρμόζουν το χρόνο λήξης της διαχειριστικής τους περιόδου με αυτόν της αλλοδαπής ή της συμμετέχουσας επιχείρησης (ημεδαπής ή αλλοδαπής) όχι μόνο με επιμήκυνση της διαχειριστικής περιόδου, αλλά και με σύντμηση αυτής. Η προσαρμογή αυτή πραγματοποιείται, σύμφωνα με το προτελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 29 του Κ.Φ.Ε., χωρίς να απαιτείται έγκριση του αρμόδιου προϊσταμένου ΔΟΥ.

Σημειώνεται ότι, η σύντμηση της διαχειριστικής περιόδου, δηλαδή η διάρκειά της για λιγότερο από 12 μήνες χρονικό διάστημα προκειμένου η επιχείρηση να προσαρμοσθεί με το χρόνο κλεισίματος του ισολογισμού της ημεδαπής ή αλλοδαπής μητρικής, μπορεί να γίνεται μόνο εφόσον δεν θίγονται οι διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος περί μεταγραφής των δηλώσεων, βεβαίωσης των προκυπτόντων από αυτές ποσών, του ελέγχου κλπ.

Για την καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω παραθέτουμε τα ακόλουθα παραδείγματα:

Παράδειγμα 1ο

Ημεδαπή ανώνυμη εταιρία και αλλοδαπή ανώνυμη εταιρία, που κατέχει το πενήντα πέντετοις εκατό (55%) των μετοχών της πρώτης, κλείνουν ισολογισμό με 30 Ιουνίου κάθε χρόνο.

Στη συνέχεια, λόγω αλλαγής του χρόνου κλεισίματος ισολογισμού από την αλλοδαπή σε 31 Δεκεμβρίου, αρχής γενομένης από 31 Δεκεμβρίου 2001, η ημεδαπή θυγατρική εταιρία αποφασίζει ανάλογη τροποποίηση, ούτως ώστε ο όμιλος των επιχειρήσεων να έχει ενιαία χρήση και αποτέλεσμα.

Στην περίπτωση αυτή, η ημεδαπή ΑΕ θα υποβάλλει κανονικά τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος οικον. έτους 2001 για τη χρήση 1/7/2000-30/6/2001 και περαιτέρω, θα υποβάλλει τη δήλωση οικον. έτους 2002 που θα καλύπτει την συντμημένη χρήση 1/7/2001-31/12/2001. Στη συνέχεια, θα υποβάλλει κανονικά τις δηλώσεις της που θα καλύπτουν χρήσεις διάρκειας 12 μηνών εκάστη.

Παράδειγμα 2ο

Αν οι προηγούμενες εταιρίες έκλειναν ισολογισμό με 31 Δεκεμβρίου και η ημεδαπή, για λόγους προσαρμογής προς την αλλοδαπή, θέλει να κλείνει στο εξής ισολογισμό με 30 Ιουνίου, αρχής γενομένης από 30 Ιουνίου 2001 προκύπτουν τα ακόλουθα:

Η ημεδαπή εταιρία υποβάλλει κανονικά τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος οικον. έτους 2001, που καλύπτει τη δωδεκάμηνη χρήση 1/1/2000-31/12/2000. Περαιτέρω, όμως αν έκανε χρήση των νέων διατάξεων και έκλεινε ισολογισμό με 30 Ιουνίου 2001 θα έπρεπε να υποβάλλει και δεύτερη δήλωση φορολογίας εισοδήματος για το ίδιο οικον. έτος (2001) που θα καλύπτει το χρονικό διάστημα 1/1/2001-30/6/2001, πράγμα που αντίκειται στις διατάξεις της φορολογίας εισοδήματος περί υποβολής μιας δήλωσης για τη διαρεύσασα χρήση, της βεβαίωσης των ποσών που προκύπτουν υπό αυτή, τον έλεγχο, έκδοση φύλλου ελέγχου κλπ.

Είναι βεβαίως αυτονόητο ότι, στην προκειμένη περίπτωση η προσαρμογή του χρόνου λήξης της διαχειριστικής περιόδου της ημεδαπής Α.Ε προς αυτόν της μητρικής μπορεί να γίνει με επιμήκυνση της διαχειριστικής περιόδου, δηλαδή κλείνοντας ισολογισμό με 30 Ιουνίου 2002 που θα καλύπτει το διάστημα 1/1/2001-30/6/2002.

Τα ανωτέρω ισχύουν, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου αυτού για διαχειριστικές περιόδους που κλείνουν με 30 Ιουνίου 2000 και εφεξής.

2. Με την παράγραφο 2 του άρθρου αυτού αντικαταστάθηκαν οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 29 του Κ.Φ.Ε.

Με βάση τις νέες αυτές διατάξεις, οι επιχειρήσεις δύνανται, εφόσον συντρέχουν ειδικοί λόγοι που το επιβάλλουν και αφού προηγηθεί έγκριση του προϊσταμένου της αρμόδιας ΔΟΥ, να μεταβάλλουν το χρόνο λήξης της διαχειριστικής περιόδου, όχι μόνο με επιμήκυνση αυτής αλλά και με σύντμησή της. Στην περίπτωση της επιμήκυνσης της διαχειριστικής περιόδου προβλέπεται ότι η αίτηση προς τον προϊστάμενο της αρμόδιος ΔΟΥ πρέπει να υποβάλλεται το αργότερο ένα (1) μήνα πριν από τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου της οποίας ζητείται η επιμήκυνση, ενώ στην περίπτωση της σύντμησης της η αίτηση πρέπει να υποβάλλεται το αργότερο ένα (1) μήνα πριν από την προηγούμενη ημερομηνία κλεισίματος της διαχειριστικής περιόδου. Για παράδειγμα, αν επιχείρηση διανύει τη διαχειριστική περίοδο 1/1-31/12/2001 και επιθυμεί να επιμηκύνει αυτή μέχρι τις 30/6/2002, πρέπει να υποβάλει την αίτησή της το αργότερο μέχρι τις 30/11/2001, ενώ αν επιθυμεί τη σύντμηση αυτής στις 30/6/2001 πρέπει να υποβάλλει την αίτηση το αργότερο στις 31/5/2001. Αν η αίτηση υποβληθεί εκπρόθεσμα, θεωρείται ως μη υποβληθείσα. Επισημαίνεται ότι, η έγγραφη έγκριση ή απόρριψη του Προϊσταμένου της ΔΟΥ πρέπει να είναι αιτιολογημένη και να εκδίδεται έγκαιρα. Επίσης, ως ειδικοί λόγοι που επιβάλλουν την διαλαμβανόμενη μεταβολή του χρόνου λήξης της διαχειριστικής περιόδου μπορεί να είναι η αλλαγή του αντικειμένου εργασιών (όχι σε κάθε περίπτωση), που προβλεπόταν και από τις αντικατασταθείσες διατάξεις, η επιτάχυνση αποκρατικοποίησης κάποιας δημόσιας επιχείρησης κλπ.

Επισημαίνεται ότι όσα αναφέρθηκαν και στη παράγραφο 1περί μη υποβολής

δύο δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος του αυτού οικον. έτους, ισχύουν και για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου.

Σύμφωνα με την παρ.4 του παρόντος άρθρου, τα ανωτέρω έχουν εφαρμογή για διαχειρίσεις που κλείνουν από τις 30 Ιουνίου 2000 και εφεξής.

`Αρθρο 37

Διαχείριση και αξιοποίηση του ειδικού κεφαλαίου» του Ταμείου Ασφαλίσεως Προσωπικού 0.Τ.Ε.

1 Με την παράγραφο 4 του άρθρου αυτού προστέθηκε περίπτωση ια στην παράγραφο 2 του άρθρου 12 του Ν. 2768/1999 (ΦΕΚ 273 Α΄), που αναφέρεται στην «Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Κεφαλαίου ΤΑΠ-ΟΤΕ» και στα νομικά πρόσωπα «Ταμείο Αρωγής Προσωπικού ΟΤΕ» και «ΤΑΠ-ΟΤΕ» που συμμετέχουν στο κεφάλαιό της. Η εταιρία αυτή, στο κεφάλαιο της οποίας συμμετέχουν επίσης ο ΟΤΕ (40%) η Ομοσπονδία Εργαζομένων ΟΤΕ και το Ελληνικό Δημόσιο (άρθρο δεύτερο του καταστατικού), έχει ως σκοπό τη διαχείριση και αξιοποίηση του «Ειδικού Κεφαλαίου» του ΤΑΠ-ΟΤΕ που δημιουργήθηκε κατά τα οριζόμενα στην παραγρ. 2 του άρθρου 12 του Ν. 2768/1999 (άρθρο πρώτο παρ. 4 του καταστατικού ). Με βάση τα οριζόμενα από την περίπτωση δ της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του πιο πάνω νόμου, το Ταμείου Αρωγής Προσωπικού του ΟΤΕ χορηγεί δάνειο στο ΤΑΠ-ΟΤΕ.

Ήδη με τις διατάξεις των τριών πρώτων εδαφίων της προστεθείσας περίπτωσης ια προβλέπεται ότι στους τόκους που θα καταβάλλονται στο Ταμείο Αρωγής Προσωπικού του ΟΤΕ θα ενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%) και με την παρακράτηση αυτή θα εξαντλείται η φορολογική

υποχρέωση του υπόψη νομικού προσώπου για τους συγκεκριμένους τόκους που θα αποκτά από τη χορήγηση του δανείου προς το ΤΑΠ-ΟΤΕ. Επομένως, το Ταμείο Αρωγής Προσωπικού του ΟΤΕ κατά την υποβολή, κάθε έτος της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος δεν θα συμπεριλαμβάνει, τους πιο πάνω τόκους στα φορολογούμενα με συντελεστή 35% εισοδήματά του. Περαιτέρω, προβλέπεται ότι, ο παρακρατούμενος φόρος 10% θα αποδίδεται με εφάπαξ καταβολή στο Δημόσιο με την υποβολή δήλωσης από τον οφειλέτη των τόκων (ΤΑΠ-ΟΤΕ) στη ΔΟΥ μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου μήνα από αυτόν που έγινε η παρακράτηση . Επίσης, με τις διατάξεις του τρίτου εδαφίου ορίζεται ότι για τους πιο πάνω τόκους θα έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παραγρ. 4 και 5 του άρθρου 12 του Ν. 2238/1994, οι οποίες ως γνωστόν αναφέρονται στη φορολογία των τόκων από έντοκα γραμμάτια ή ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου. Επομένως, η δήλωση απόδοσης του φόρου θα πρέπει να περιέχει τα στοιχεία του υπόχρεου απόδοσης του φόρου, το συνολικό ποσό των τόκων, το μήνα υπολογισμού των τόκων, καθώς και το ποσό του φόρου που παρακρατήθηκε και αποδίδεται στο Δημόσιο παρ. 4 άρθρου 12 του Ν. 2238/1994. Τέλος, για την παραλαβή, μεταγραφή, βεβαίωση κλπ θα έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 65, 66, 67, 68, 69, 70, 71, 72, 73, 74, 75, 76, 77, 78, 79, 80, 81, 82, 83, 84, 85 του Ν. 2238/1994 και του Ν. 2523/1997.

2. Περαιτέρω, με τις διατάξεις του τέταρτου και πέμπτου εδαφίου της προστεθείσας περίπτωσης ια ορίζεται ότι, κατά την είσπραξη από την «Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Ειδικού Κεφαλαίου ΤΑΠ-ΟΤΕ» τόκων που προέρχονται από τη διαχείριση του Ειδικού Κεφαλαίου του ΤΑΠ-ΟΤΕ θα ενεργείται από τον καταβάλλοντα παρακράτηση φόρου εισοδήματος, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τα άρθρα 12 και 54 του Ν. 2238/1994 την παρακράτηση αυτή θα εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση για τους συγκεκριμένους τόκους.

Επομένως, για τους τόκους από τις καταθέσεις θα ενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή 15%, κατά την εξαργύρωση τοκομεριδίων από ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου ή ελληνικών επιχειρήσεων με συντελεστή 10% κλπ.

3. Τέλος, με τις διατάξεις της ίδιας περίπτωσης προβλέπεται ότι, το εισόδημα από κινητές αξίες που προκύπτει ετησίως από επενδύσεις του «Ειδικού Κεφαλαίου» του ΤΑΠ-ΟΤΕ σε τίτλους αλλοδαπής προέλευσης, φορολογείται με συντελεστή δέκα τοις εκατό, εξαντλουμένης της φορολογικής υποχρέωσης του δικαιούχου για το εισόδημα αυτό. Η «εταιρία» έχει υποχρέωση να αποδώσει τον αναλογούντα φόρο στην αρμόδια για τη φορολογία του δικαιούχου (ΤΑΠ-ΟΤΕ) ΔΟΥ μέσα στο μήνα Ιανουάριο του επομένου έτους.

Στο σημείο αυτό επισημαίνεται ότι η τράπεζα που προβαίνει στην καταβολή των πιο πάνω εισοδημάτων αλλοδαπής προέλευσης υποχρεούται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγρ. 4, της περ. δ΄ της παραγράφου 5 και της περίπτ. β΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 54 του Ν. 2238/1994, να παρακρατεί φόρο με συντελεστή 20%.

Επομένως η «Ανώνυμη Εταιρία Διαχείρισης Ειδικού Κεφαλαίου» ουσιαστικά δεν θα καταβάλλει τον προβλεπόμενο από τις πιο πάνω διατάξεις φόρο 10%. Αλλά θα υποβάλλει την προαναφερθείσα δήλωση με την οποία θα δηλώνει τα εισοδήματα του ΤΑΠ-ΟΤΕ από κινητές αξίες αλλοδαπής προέλευσης, τον αναλογούντα σε αυτά φόρο (με συντελεστή 10%) και στη συνέχεια, από το φόρο αυτό θα εκπίπτει τον παρακρατηθέντα (με 20%) από την τράπεζα, συνυποβάλλοντας με τη δήλωση και τη σχετική βεβαίωση της τράπεζας (ή τραπεζών) και περαιτέρω, το πιστωτικό υπόλοιπο θα επιστρέφεται στον δικαιούχο. Με τον τρόπο αυτό, τελικά το δικαιούχο νομικό πρόσωπο θα έχει φορολογηθεί με τον προβλεπόμενο από το νόμο συντελεστή 10%.

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΦΩΤΙΑΔΗΣ

 

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΑθήνα 18 Απριλίου 2001
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αρ.Πρωτ.: 1039524/10326/ΒΟ012
ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΠΟΛ. 1108
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡ. ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ  
ΤΜΗΜΑ Β΄  

ΘΕΜΑ:

Κοινοποίηση ορισμένων διατάξεων του Ν. 2873/2000, οι οποίες αφορούν στη φορολογία εισοδήματος νομικών προσώπων.

Σας κοινοποιούμε τις διατάξεις των άρθρων 4 ( παράγραφοι 1, 2, 3 και 13, 14, 15, 16, 17, 18), 6 ( παράγραφοι 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11 και 14, 15, 16), 7 ( παράγραφοι 1, 2 και 4) και 37 ( παράγραφος 4) του Ν. 2873/2000 οι οποίες αφορούν στη φορολογία εισοδήματος νομικών προσώπων και σας παρέχουμε τις ακόλουθες ερμηνευτικές οδηγίες για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή τους.

`Αρθρο 4

Φορολογία Επιτηδευματιών

1. Με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού του κοινοποιούμενου νόμου, αντικαταστάθηκε το έβδομο εδάφιο της υποπερίπτωσης γγ΄ της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.

Με τις νέες διατάξεις περιορίζεται από δεκαπέντε τοις εκατό (15%) σε δέκα τοις εκατό (10%) του συνολικού καθαρού εισοδήματος ή των κερδών που προκύπτουν από ισολογισμούς, το ανώτερο ποσό της δαπάνης που μπορεί να εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων για χορηγίες προς τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που νόμιμα υπάρχουν ή συνιστώνται και τα οποία επιδιώκουν σκοπούς πολιτιστικούς.

Οι νέες διατάξεις ισχύουν, σύμφωνα με την περίπτωση δ΄ του άρθρου 50 του κοινοποιούμενου νόμου 2873/2000, για δαπάνες που πραγματοποιούνται από 1.1.2001 και μετά.

2. Με την παράγραφο 2 του άρθρου αυτού αντικαταστάθηκε το δέκατο εδάφιο

της υποπερίπτωσης γγ΄ της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.

Με τις νέες διατάξεις αυξάνεται από ογδόντα χιλιάδες (80.000) δραχμές σε εκατό χιλιάδες (100.000) δραχμές το όριο του ποσού των δωρεών και χορηγιών πάνω από το οποίο για να διενεργείται η έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, απαιτείται η κατάθεση αυτών σε ειδικό λογαριασμό των νομικών προσώπων στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή σε λογαριασμό του νομικού προσώπου που τηρείται σε τράπεζα που νόμιμα λειτουργεί στην Ελλάδα. Με τις νέες διατάξεις εναρμονίζεται το ποσό της δωρεάς και χορηγίας πάνω από το οποίο θα πρέπει να γίνεται κατάθεση ως προϋπόθεση αναγνωρίσεως αυτού προς έκπτωση, με το αντίστοιχο ποσό που ισχύει στα φυσικά πρόσωπα.

Υπενθυμίζεται ότι, η διαδικασία της κατάθεσης των δωρεών στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή σε Τράπεζα δεν απαιτείται για την αναγνώριση ως δαπάνης των δωρεών που γίνονται προς το Δημόσιο, τους δήμους και τις κοινότητες, τα Α.Ε.Ι., τα κρατικά και δημοτικά νοσηλευτικά ιδρύματα και τα νοσοκομεία που αποτελούν νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και επιχορηγούνται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, καθώς και το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων.

Τα ανωτέρω ισχύουν, σύμφωνα με την περίπτωση δ΄ του άρθρου 50 του κοινοποιούμενου νομού 2873/2000, για δαπάνες που πραγματοποιούνται από 1.1.2001 και μετά.

3. Με την παράγραφο 3 του άρθρου αυτού αντικαταστάθηκαν τα δύο τελευταία εδάφια της υποπερίπτωσης γγ΄ της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.

Με τις νέες διατάξεις του τελευταίου εδαφίου ορίζεται ότι, οι διατάξεις των πέντε τελευταίων εδαφίων της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 8 εφαρμόζονται αναλόγως.

Έτσι, με τις διατάξεις αυτές αυξάνεται από εκατό χιλιάδες (100.000) σε ένα εκατομμύριο (1.000.000) δραχμές και στις επιχειρήσεις το αφορολόγητο όριο της

δωρεάς ή χορηγίας και παράλληλα, μειώνεται από 20% σε 10% ο συντελεστής του φόρου που παρακρατείται από τον δωρητή ή τον χορηγό στο πάνω από ένα εκατομμύριο (1.000.000) δραχμές ποσό της δωρεάς ή χορηγίας, αθροιστικά λαμβανόμενο για κάθε δωρεοδόχο ή αποδέκτη της χορηγίας.

Οι δωρεές χρηματικών ποσών προς το Δημόσιο και τα Ν.Π.Δ.Δ. εξαιρούνται της παρακράτησης και καταβολής του φόρου και επομένως, για την αναγνώριση των δωρεών αυτών ως δαπάνη, δεν απαιτείται πλέον να γίνεται προηγουμένως παρακράτηση φόρου δέκα τοις εκατό (10%) για ποσά άνω του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) δραχμών.

Οι διατάξεις αυτές έχουν εφαρμογή για δαπάνες που πραγματοποιούνται από 1.1.2001 και μετά.

4. Με τις παραγράφους 13 και 14 του άρθρου αυτού αντικαταστάθηκαν οι διατάξεις του δεύτερου και επόμενων εδαφίων της περ. ι΄ τις παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος. (Κ.Φ.Ε), και της περίπτωσης ιη΄ της παρ. 1 του ίδιου άρθρου και νόμου, αντίστοιχα, οι οποίες αναφέρονται στην έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων των συγκεκριμένων δαπανών (δικαιώματα ή αποζημιώσεις που καταβάλλονται σε επιχειρήσεις και οργανισμούς για τη χρησιμοποίηση τεχνικής βοήθειας, ευρεσιτεχνιών, σημάτων σχεδίων κλπ, έξοδα διοικητικής υποστήριξης, οργάνωσης αναδιοργάνωσης κλπ που παρέχονται στην επιχείρηση).

Με βάση τις νέες διατάξεις, για την έκπτωση των πιο πάνω δαπανών δεν απαιτείται προηγούμενη έγκριση από την ειδική επιτροπή που λειτουργούσε στο Υπουργείο Οικονομικών, αλλά ο έλεγχος των δαπανών αυτών θα ενεργείται από ειδικές επιτροπές που θα λειτουργούν στα αρμόδια ελεγκτικά όργανα (ΕΘΕΚ, ΠΕΚ κλπ), μέσα στα πλαίσια του τακτικού ελέγχου των επιχειρήσεων γενικά, χωρίς να απαιτείται προέγκρισή τους.

Με τις διατάξεις της περ. γ΄ της παρ. 4 του άρθρου 66 του Ν. 2238/94, οι οποίες προστέθηκαν με την παρ. 16 του άρθρου 4 του κοινοποιούμενου νόμου, προβλέπεται η σύσταση των πιο πάνω επιτροπών με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 15 του άρθρου αυτού τα ανωτέρω έχουν εφαρμογή για ισολογισμούς που κλείνουν με 31 Δεκεμβρίου 2000 και μετά. Επισημαίνεται ότι με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 4 του Ν. 2753/99 καταργήθηκε ειδικά για τις χρήσεις που λήγουν μετά τις 30 Δεκεμβρίου 1997 και μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2000 η προϋπόθεση της προέγκρισης από την επιτροπή του Υπουργείου Οικονομικών, για την έκπτωση των υπόψη δαπανών.

Κατά τα λοιπά εξακολουθούν να ισχύουν οι οδηγίες που έχουν δοθεί με την 1047166/10364/Β0012/ ΠΟΛ 1142/24.4.97 ερμηνευτική εγκύκλιο του Ν. 2459/97.

Τέλος, διευκρινίζεται ότι, για την έκπτωση των δαπανών της περ. ι΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, όταν δικαιούχος των ποσών αυτών είναι αλλοδαπό φυσικό ή νομικό πρόσωπο, απαιτείται να έχει αποδοθεί στο Δημόσιο ο φόρος που ορίζεται από τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 13 του Ν. 2238/94 και όχι της παρ.3 του ίδιου άρθρου και νόμου που εκ παραδρομής αναφέρεται στις ίδιες διατάξεις.

5. Με τις διατάξεις της παραγράφου 17 του άρθρου αυτού προστέθηκε νέο εδάφιο στο τέλος της περ. στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.

Με βάση τις νέες διατάξεις, το ποσό που καταβάλλει η επιχείρηση αυτοπαραγωγού ή ανεξάρτητου παραγωγού ηλεκτρικής ενέργειας, για την κατασκευή δικτύου σύνδεσης του σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας μέχρι το δίκτυο της Δ.Ε.Η, και το οποίο δεν θα ανήκει στην κυριότητά της, θα εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της μέσω αποσβέσεων. Δηλαδή, η επιχείρηση αυτοπαραγωγού ή ανεξάρτητου παραγωγού ηλεκτρικής ενεργείας θα διενεργεί για το πιο πάνω δίκτυο σύνδεσης αποσβέσεις με βάση τις γενικές διατάξεις, όπως θα διενεργούσε και στην περίπτωση που το δίκτυο διανομής ανήκε στην κυριότητά της,

Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 18 του ίδιου άρθρου, τα πιο πάνωέχουνεφαρμογή για ισολογισμούς που κλείνουν με 28 Δεκεμβρίου 2000 και μετά.

`Αρθρο 6

Φορολογία εισοδήματος νομικών προσώπων

1. Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού μειώνεται σταδιακά ο συντελεστής φορολογίας εισοδήματος της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 109 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος για τα εισοδήματα οικονομικού έτους 2002 και επομένων.

Συγκεκριμένα, μειώνεται από σαράντα τοις εκατό (40%) σε τριάντα επτά και πενήντα τοις εκατό (37,50%) για τα εισοδήματα του οικονομικού έτους 2002 (χρήση 2001) και σε τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) για τα εισοδήματα του οικονομικού έτους 2003 και επομένων, ο συντελεστής φορολογίας των εξής νομικών προσώπων:

α) των ημεδαπών ανωνύμων εταιριών των οποίων οι μετοχές κατά τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου ΔΕΝ είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών,

β) των ανώνυμων τραπεζικών εταιρειών, ανεξάρτητα αν οι μετοχές τους είναι εισηγμένες ή όχι στο Χρηματιστήριο,

γ) των πιστωτικών ιδρυμάτων που λειτουργούν με τη μορφή αμιγούς πιστωτικού συνεταιρισμού του Ν. 1667/1986 (ΦΕΚ 196 Α΄) και

δ) των αλλοδαπών εταιριών και οργανισμών που αποβλέπουν στην απόκτηση οικονομικών ωφελημάτων στη χώρα μας, εξαιρουμένων των υποκαταστημάτων των αλλοδαπών Α.Ε. που η έδρα τους βρίσκεται σε κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης με μετοχές εισηγμένες κατά το χρόνο λήξης της διαχειριστικής περιόδου του υποκαταστήματος σε οποιοδήποτε χρηματιστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία ως γνωστόν φορολογούνται με συντελεστή τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) σύμφωνα με τις διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της περ. α΄ τις παραγράφου 1 του άρθρου 109 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, που προστέθηκαν με την παρ. 1 του άρθρου 23 του Ν. 2836/2000 (ΦΕΚ168Α΄).

Επισημαίνεται ότι ο πιο πάνω μειωμένος συντελεστής 37,50% θα εφαρμόζεται και κατά τη διανομή ή κεφαλαιοποίηση (έμμεση διανομή) μέσα στο έτος 2001 αφορολόγητων αποθεματικών ή αποθεματικών προερχόμενων από εισοδήματα που έχουν φορολογηθεί κατά ειδικό τρόπο με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης (εφαρμογή των διατάξεων των παρ. 5, 6 του άρθρου 106 του Ν. 2238/1994, καθόσον σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 26 του ίδιου νόμου, χρόνος κτήσης για τους μετόχους του εισοδήματος που προκύπτει από τις πιο πάνω πράξεις είναι ο χρόνος λήψης της σχετικής απόφασης από τη Γ.Σ. των μετόχων.

2. Με την παράγραφο 2 του άρθρου αυτού μειώνεται από σαράντα τοις εκατό (40%) σε τριάντα επτά και πενήντα τοις εκατό (37,50%) για τη χρήση 2001 (1 Ιανουαρίου 2001 μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2001) και σε τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) από 1 Ιανουαρίου 2002 και εφεξής, ο συντελεστής παρακράτησης φόρου στους τόκους που καταβάλλονται από ημεδαπά νομικά πρόσωπα του άρθρου 101 του Ν. 2238/1994 (ΑΕ, ΕΠΕ, κλπ) σε αλλοδαπές επιχειρήσεις χωρών με τις οποίες δεν υφίσταται σύμβαση για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και οι οποίες δεν έχουν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα. Τονίζεται ότι αν οι καταβαλλόμενοι στην αλλοδαπή τόκοι προκύπτουν από ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου ή Ελληνικών επιχειρήσεων δεν θα γίνεται καμμία παρακράτηση, γιατί στις περιπτώσεις αυτές οι δικαιούχοι κάτοικοι αλλοδαπής απαλλάσσονται από τη φορολογία, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 31 του Ν. 2682/1999 και της παρ. 8 του άρθρου 26 του Ν. 2789/2000, αντίστοιχα.

3. Με την παράγραφο 3 του άρθρου αυτού, μειώνονται οι συντελεστές παρακράτησης φόρου των περιπτώσεων α΄, β΄ και γ΄ της παραγράφου 8 του άρθρου 13 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, με τις οποίες προβλέπεται ο ειδικός τρόπος φορολογίας των αλλοδαπών επιχειρήσεων και οργανισμών που αναλαμβάνουν την εργοληπτική κατασκευή δημόσιων ή ιδιωτικών τεχνικών έργων στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, ο παρακρατούμενος φόρος, μειώνεται ως εξής:

α) Από τέσσερα τοις εκατό (4%) στη συνολική ακαθάριστη αξία των έργων του Δημοσίου, δήμων και κοινοτήτων, δημόσιων επιχειρήσεων ή εκμεταλλεύσεων, οργανισμών ή επιχειρήσεων κοινής ωφελείας και νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου γενικά, ανεξάρτητα αν τα έργα εκτελούνται με υλικά του εργολήπτη ή όχι, σε τρία και εβδομήντα πέντε τοις εκατό (3,75%) για το έτος 2001 (1/1-31/12/2001) και σε τρία και πενήντα τοις εκατό (3.50%) από 1 Ιανουαρίου 2002 και εφεξής.

β) Από τέσσερα και ογδόντα τοις εκατό (4,80%) στη συνολική ακαθάριστη αξία των ιδιωτικών έργων γενικά αν τα έργα εκτελούνται με υλικά του εργολήπτη, σε τέσσερα και πενήντα τοις εκατό (4,50%) για το έτος 2001 (1/1-31/12/2001) και σε τέσσερα και είκοσι τοις εκατό (4.20%) από 1 Ιανουαρίου 2002 και εφεξής.

γ) Από δέκα τοις εκατό (10%) στη συνολική ακαθάριστη αξία των έργων χωρίς την αξία των υλικών, για ιδιωτικά τεχνικά έργα για τα οποία ο εργολήπτης ΔΕΝ χρησιμοποιεί δικά του υλικά, σε εννέα και τριακόσια εβδομήντα πέντε τοις εκατό (9,375%) για το έτος 2001 και σε οκτώ και εβδομήντα πέντε τοις εκατό (8,75%) από 1.1.2002 και εφεξής.

Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με την παράγραφο 11 του άρθρου 106 του ΚΦΕ που προστέθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 7 του Ν. 2579/1998, με την παρακράτηση του φόρου σύμφωνα με τους πιο πάνω συντελεστές δεν επέρχεται πλήρης εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης της αλλοδαπής τεχνικής εταιρίας ή οργανισμού, αλλά αυτή περιορίζεται πλέον μόνο για τα κέρδη που προκύπτουν από τον τεκμαρτό προσδιορισμό που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 34. Αν από τα τηρούμενα βιβλία της αλλοδαπής επιχείρησης προκύπτουν κέρδη μεγαλύτερα των τεκμαρτών για τα επί πλέον κέρδη θα έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παραγρ. 9 και 10 του άρθρου 106 του Κ.Φ.Ε..

Οι ανωτέρω μειωμένοι συντελεστές παρακράτησης φόρου θα εφαρμόζονται για τα ποσά που καταβάλλονται στις αλλοδαπές επιχειρήσεις (ή για τα ποσά που πιστώνονται αυτές), από 1 Ιανουαρίου 2001 και μετά, ανεξάρτητα από το χρόνο δημοπράτησης ή ανάθεσης του έργου.

4. Με την παράγραφο 4 του άρθρου αυτού, μειώνεται ο προβλεπόμενος από τις διατάξεις της περίπτωσης α΄ του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 54 και της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 55 του Ν. 2238/1994 συντελεστής παρακράτησης φόρου από 40% σε 37,5% από 1.1.2001 μέχρι 31.12.2001 και σε 35% από 1.1.2002 και μετά.

Έτσι, με βάση τις νέες διατάξεις, οι Ανώνυμες Εταιρίες, των οποίων οι μετοχές κατά την έναρξη της διαχειριστικής περιόδου δεν είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών, καθώς και οι Τραπεζικές Ανώνυμες Εταιρίες (ανεξάρτητα αν οι μετοχές τους είναι εισηγμένες ή όχι στο Χρηματιστήριο Αθηνών) αν καταβάλλουν αμοιβές στα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, που αποτελούν δαπάνες εκπιπτόμενες από τα ακαθάριστα έσοδά τους, θα προβαίνουν σε παρακράτηση φόρου με συντελεστή 37,5% για τις αμοιβές που θα καταβάλλουν από 1.1.2001 μέχρι 31.12.2001 και με 35% για τις αμοιβές που θα καταβάλλουν από 1.1.2002 και μετά.

Ομοίως, οι ανωτέρω Ανώνυμες Εταιρίες που καταβάλλουν από 1.1.2001 και μετά μισθούς στα μέλη του Δ.Σ., οι οποίες αποτελούν γι΄ αυτούς εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις, θα προβαίνουν σε παρακράτηση φόρου με τους ανωτέρω αναφερόμενους συντελεστές παρακράτησης (37,5% και 35% κατά περίπτωση) στο ποσό του μισθού μετά την αφαίρεση των ασφαλιστικών εισφορών που καταβάλλονται και των αναλογούντων τελών χαρτοσήμου.

5. Με την παράγραφο 5 του άρθρου αυτού αντικαθίσταται η περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 103 του Ν. 2238/1994. Με τις νέες διατάξεις επεκτείνεται η απαλλαγή από το φόρο εισοδήματος που ισχύει για τα εισοδήματα του Αγίου Όρους, του Παναγίου Τάφου και της Ιεράς Μονής Σινά από ακίνητα στην Ελλάδα, στα ίδια εισοδήματα που αποκτούν το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων και το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας.

6. Με την παράγραφο 6 του άρθρου αυτού αντικαταστάθηκε το πρώτο εδάφιο της περ. ζ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 103 του Ν. 2238/1994, ούτως ώστε να γίνεται αναφορά σε πλοία υπό ελληνική σημαία και όχι υπό ξένη σημαία, που είχε αναγραφεί εσφαλμένα κατά την κωδικοποίηση με τις διατάξεις του Ν. 2238/1994 της φορολογίας εισοδήματος.

Σημειώνεται ότι η πιο πάνω εσφαλμένη αναφοράδεν δημιουργούσε ερμηνευτικά προβλήματα γιατί με την κωδικοποίηση της φορολογίας εισοδήματος δεν καταργήθηκαν οι κωδικοποιηθείσες διατάξεις του Ν.Δ. 3843/1958 περί φορολογίας νομικών προσώπων, του Ν.Δ. 3323/1955 κλπ.

7. Με την παράγραφο 7 του άρθρου αυτού αντικαταστάθηκε η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 103 του ΚΦΕ. Μετά την αντικατάσταση αυτή περιλαμβάνεται στις πιο πάνω διατάξεις του ΚΦΕ και η απαλλαγή από το φόρο εισοδήματος του τεκμαρτού εισοδήματος από οικοδομές που ανήκουν σε δημόσιες, δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις κερδοσκοπικού χαρακτήρα, η οποία είχε παραληφθεί κατά την κωδικοποίηση με το Ν. 2238/1994 των ισχυουσών διατάξεων περί φορολογίας εισοδήματος.

Η απαλλαγή αυτή ως προβλεπόμενη από τις διατάξεις της περ. β της παρ. 1 του άρθρου 6 του Ν.Δ. 3843/1958 ίσχυε και πριν από την έναρξη ισχύος του κοινοποιούμενου νόμου με τον οποίο απλά διορθώθηκε για τυπικούς λόγους το προαναφερθέν λάθος.

8. Με την παράγραφο 8 του άρθρου αυτού τροποποιήθηκαν οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 106 του ΚΦΕ. Μετά την τροποποίηση αυτή παρέχεται η δυνατότητα στις ανώνυμες εταιρίες, εταιρίες περιορισμένης ευθύνης και τα λοιπά πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 101 του Ν. 2238/1994 που διανέμουν η κεφαλαιοποιούν αποθεματικά τα οποία έχουν σχηματίσει από εισοδήματα φορολογηθέντα κατά ειδικό τρόπο, να εκπίπτουν από τον οφειλόμενο βάσει των γενικών διατάξεων φόρο εισοδήματος το ποσό του φόρου που έχει καταβάλλει το ίδιο το νομικό πρόσωπο κατά την αυτοτελή φορολόγηση των εν λόγω εισοδημάτων, ενώ με βάση τις ισχύουσες μέχρι σήμερα διατάξεις εκπιπτόταν μόνο το ποσό φόρου που είχε παρακρατηθεί από τον καταβάλλοντα.

Η ρύθμιση αυτή κρίθηκε αναγκαία διότι υπάρχουν εισοδήματα φορολογούμενα κατ΄ ειδικό τρόπο για τα οποία ο φόρος (αυτοτελής φορολόγηση) δεν παρακρατείται (π.χ. ο φόρος 15% επί τόκων καταθέσεων) από τον καταβάλλοντα αυτά, αλλά αποδίδεται από το δικαιούχο νομικό πρόσωπο, όπως για παράδειγμα ο φόρος 5% επί της αξίας των μεταβιβαζομένων μετοχών μη εισηγμένων στο Χ.Α.Α.. ο φόρος 30% από την παραχώρηση χρήσης εμπορικού σήματος κ.λ.π.

Σημειώνεται ότι η ρύθμιση αυτή έγινε για τυπικούς λόγους, δεδομένου ότι η Διοίκηση είχε δεχθεί, κατά το παρελθόν, τη δυνατότητα έκπτωσης του φόρου, που έχει καταβληθεί από το ίδιο το νομικό πρόσωπο κατά το χρόνο που είχε αποκτήσει το εισόδημα το φορολογούμενο κατά ειδικό τρόπο.

9. Με τις διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου αυτού, προστέθηκαν δύο νέα εδάφια, μετά το πρώτο εδάφιο της περ. β΄ της παρ. 2 του άρθρου 107 του Κ.Φ.Ε.

Με βάση τις νέες διατάξεις, τα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και τα κοινωφελή ιδρύματα που δηλώνουν με τη δήλωση φόρου εισοδήματος, εισόδημα από εκμίσθωση ή δωρεάν παραχώρηση γεωργικής γης, υποκείμενο σε φορολογία, καθώς και όλα ανεξαιρέτως τα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που τηρούν βιβλία Γ κατηγορίας του Κ.Β.Σ. μπορούν να υποβάλλουν τη δήλωση φόρου εισοδήματος μέχρι της 15 Απριλίου του οικείου οικονομικού έτους, ενώ με βάση τις διατάξεις της περ. β της παρ. 2 του άρθρου 107 του Κ.Φ.Ε., όπως αυτές ίσχυαν πριν από την πιο πάνω τροποποίηση, η προθεσμία υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος για όλα τα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα έληγε στις 10 Μαρτίου.

Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι τα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, Ιερές Μονές ή κοινωφελή ιδρύματα που αποκτούν εισοδήματα από την εκμίσθωση ή δωρεάν παραχώρηση γεωργικής γης αλλά δεν υπόκεινται σε φόρο (λόγω απαλλακτικών διατάξεων) θα εξακολουθήσουν να υποβάλλουν τη δήλωση φόρου εισοδήματος μέχρι τις 10 Μαρτίου του οικείου οικονομικού έτους.

Επισημαίνεται ότι, το δηλούμενο εισόδημα από εκμίσθωση ή δωρεάν παραχώρηση γεωργικής γης των υποκείμενων σε φόρο νομικών προσώπων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, δεν μπορεί, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 22 του Ν. 2238/94 που εφαρμόζονται και στα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα σύμφωνα με την περ. α της παραγράφου 12 του άρθρου 105 του Ν. 2238/1994 του ίδιου νόμου, να είναι μικρότερο του αντιπροσωπευτικού ενοικίου ανά στρέμμα ενοικιαζόμενης γεωργικής γης που καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών η οποία εκδίδεται κάθε έτος κατ΄ εξουσιοδότηση των διατάξεων του άρθρου 42 του Κ.Φ.Ε.

Σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. στ΄ του άρθρου 50 του Κ.Φ.Ε., οι νέες προθεσμίες υποβολής δήλωσης φόρου εισοδήματος για τα πιο πάνω νομικά πρόσωπα, ισχύουν για τις δηλώσεις εισοδήματος οικονομικού έτους 2001 (χρήση 2000) και μετά.

10. Με τις διατάξεις της παρ. 10 του άρθρου αυτού, καταργήθηκαν οι διατάξεις του άρθρου 9 του Ν.Δ. 3765/1957 (ΦΕΚ 196 Α΄), με τις οποίες προβλεπόταν απαλλαγή από το φόρο εισοδήματος της υπεραξίας που προέκυπτε από την πώληση μηχανημάτων ή βιομηχανικών γενικά εγκαταστάσεων των επιχειρήσεων που τηρούσαν βιβλία Γ κατηγορίας του Κ.Β.Σ, εφόσον η υπεραξία αυτή εχρησιμοποιείτο ως πρόσθετη απόσβεσηάλλων μηχανημάτων ή γενικά βιομηχανικών εγκαταστάσεών τους κατά τα οριζόμενα από τις ίδιες διατάξεις.

Η πιο πάνω κατάργηση, ισχύει κατά ρητή διάταξη νόμου, για ισολογισμούς που κλείνουν από τη δημοσίευση του κοινοποιημένου νόμου, δηλαδή από 28 Δεκεμβρίου 2000 και εφεξής.

11. Με τις διατάξεις της παρ. 11 του άρθρου 6 του κοινοποιούμενου νόμου, η προβλεπόμενη από το άρθρο 1 του Ν.Δ. 1297/72 προθεσμία που έληγε την 31 Δεκεμβρίου 2000 παρατείνεται μέχρι και την 31 Δεκεμβρίου 2002. Κατά συνέπεια, οι προβλεπόμενες από το Ν.Δ. 1297/72 φορολογικές απαλλαγές και διευκολύνσεις ισχύουν για τις συγχωνεύσεις, μετατροπές κ.λ.π. μετασχηματισμούς επιχειρήσεων, που θα ολοκληρωθούν μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2002.

12. Με τις παραγράφους 14 έως 16 του άρθρου αυτού επήλθαν μεταβολές στα άρθρα 9, 10 και 11 του Ν. 2758/1998 με τις διατάξεις του οποίου έχει ενσωματωθεί στο εσωτερικό μας δίκαιο η αριθ. 90/434/ΕΟΚ Οδηγία, σχετικά με το κοινό φορολογικό καθεστώς για τις συγχωνεύσεις, διασπάσεις, εισφορές ενεργητικού και ανταλλαγές τίτλων που αφορούν εταιρίες διαφορετικών κρατών - μελών.

Ειδικότερα:

Με την παράγραφο 14 προστέθηκε νέα περίπτωση ε΄ στο άρθρο 9 του πιο πάνω νόμου με την οποία ορίζεται ότι, για την εφαρμογή των άρθρων 8 έως 11 αυτού του νόμου, ως θυγατρική εταιρία της εταιρίας της προηγούμενης περίπτωσης δ΄ νοείται η εταιρία των περιπτώσεων α΄ και β΄ στο κεφάλαιο της οποίας συμμετέχει κατά ποσοστό τουλάχιστον είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) η εταιρία της προηγούμενης περίπτωσης δ΄.

Με την παρ.15 προστέθηκε νέο δεύτερο εδάφιο στην παράγραφο 3 του άρθρου 10 του πιο πάνω νόμου, με την οποία ορίζεται ότι επίσης, εκπίπτουν και τα πιο πάνω ποσά φόρου εισοδήματος εταιρίας της περίπτωσης ε΄ του άρθρου 9 που αναλογούν σε διανεμηθέντα από αυτήν κέρδη, τα οποία κτώνται τελικώς από την ημεδαπή μητρική ανώνυμη εταιρία, μέσω θυγατρικής εταιρίας στην αλλοδαπή, εφόσον τα διανεμηθέντα αυτά κέρδη δεν υπάγονται σε φορολογία στο Κράτος-Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο οποίο ευρίσκεται η έδρα της θυγατρικής εταιρίας.

Τέλος, με την παράγραφο 16 προστέθηκε νέο εδάφιο στο άρθρο 11 του πιο πάνω νόμου. Με τις νέες αυτές διατάξεις ορίζεται ότι, επίσης, η έκπτωση των φόρων του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 10 του παρόντος δεν επιτρέπεται, εάν η θυγατρική εταιρία της ημεδαπής μητρικής ανώνυμης εταιρίαςδενδιατηρεί για το ίδιο ως άνω χρονικό διάστημα το οριζόμενο από την περίπτωση ε΄του άρθρου 9 του παρόντος ποσοστό.

Σύμφωνα με τις ως άνω νέες διατάξεις, σε συνδυασμό και με τις υπόλοιπες διατάξεις των άρθρων 8, 9, 10 και 11 του Ν. 2578/1998, όταν στα κέρδη που λαμβάνει μητρική ημεδαπή ΑΕ από θυγατρική της εταιρία εδρεύουσα σε άλλο Κράτος - Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής «θυγατέρα») περιλαμβάνονται και κέρδη τα οποία η τελευταία είχε αποκτήσει από δική της θυγατρική εταιρία, εδρεύουσα επίσης σε άλλο Κράτος - Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής «εγγονή») και τα κέρδη αυτά δεν υπήχθησαν σε φορολογία στο Κράτος - Μέλος που έχει την έδρα της η «θυγατέρα», τότε ο φόρος εισοδήματος της «εγγονής» κατά το μέρος που αναλογεί επί των κερδών αυτής τα οποία μέσω της «θυγατέρας» κατέληξαν στη μητρική ημεδαπή ΑΕ, καθώς και ο φόρος που ενδεχομένως η «θυγατέρα» παρακράτησε στα ίδια κέρδη εκπίπτουν από το φόρο εισοδήματος της μητρικής ημεδαπής ΑΕ. Όμως, ο συνολικός εκπιπτόμενος φόρος δεν μπορεί να υπερβαίνει το φόρο που αναλογεί στην Ελλάδα γι΄ αυτά τα κέρδη.

Για την εφαρμογή των παραπάνω, δηλαδή για να υπάρχει η δυνατότητα έκπτωσης των εν λόγω φόρων, σύμφωνα πάντα με τις ως άνω νέες διατάξεις σε συνδυασμό και με τις υπόλοιπες διατάξεις των άρθρων 8, 9, 10 και 11 του Ν. 2578/1998:

α) Ως «θυγατέρα» νοείται εταιρία Κράτους-Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκτός της Ελλάδας, η οποία αα) έχει κάποιο από τις νομικές μορφές που απαριθμούνται στο Παράρτημα Α του πιο πάνω νόμου (α) Οι εταιρίες του βελγικού δικαίου που αποκαλούνται «societe anonyme / naamloze nennootschap», «societe en commandite par actions / commanditaire vennootschap op aandelen», « societe privee a responsabilite limitee/ besloten vennotschap met beperkte aansprakelijkheid», καθώς και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου τα οποία λειτουργούν υπό καθεστώς ιδιωτικού δικαίου. β)0ι εταιρίες του δανικού δικαίου που αποκαλούνται «akteiselskab» και «anpartsselskab». γ)0ι εταιρίες του γερμανικού δικαίου που αποκαλούνται «Aktiengesellschaft», «Kommanditgesellschaft auf Aktien», «Gesselischaft mit beschrankter Haftung» και «bergrechtliche Gewerkschaft». δ)0ι εταιρίες του ισπανικού δικαίου που αποκαλούνται «sociedad anonima», «sociedad comanditaria por accionew», «sociedad limitada», καθώς και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου που λειτουργούν υπό καθεστώς ιδιωτικού δικαίου, ε) Οι εταιρίες του γαλλικού δικαίου που αποκαλούνται «sociedadanonyme», «societe en commandite par actions», «societe a responsabilite limitee», καθώς και δημόσιοι οργανισμοί και επιχειρήσεις βιομηχανικού και εμπορικού χαρακτήρα, στ) Οι εταιρίες του ιρλανδικού δικαίου που αποκαλούνται «public companies limited by shares or by guarantee», «private companies limited by shares or by guarantee» τα νομικά πρόσωπα που είναι εγγεγραμμένα υπό το καθεστώς των «Industrial and Provident Societes Acts» ή οι «building societs» που είναι εγγεγραμμένες υπό το καθεστώς των «Building societes Acts». ζ) Οι εταιρίες του ιταλικού δικαίου που αποκαλούνται «societa per azioni», «Societa in accomandita per azioni», «societa a responsabilita limitata», καθώς και οι δημόσιοι και ιδιωτικοί φορείς που ασκούν εμπορικές και βιομηχανικές δραστηριότητες, η) Οι εταιρίες του δικαίου του Λουξεμβούργου που αποκαλούνται «societe anonyme», «societe en commandite par actions» και «societe a responsabilite limitee». θ) Οι εταιρίες του ολλανδικού δικαίου που αποκαλούνται «naamloze vennoatschap» και «besloten vennootschap -met beperkte aansprakelijkheid». ι) Οι εμπορικές ή οι αστικές υπό εμπορική μορφή εταιρίες, καθώς και άλλα νομικά πρόσωπα ασκούντα εμπορικές και βιομηχανικές δραστηριότητες, που έχουν συσταθεί βάσει του πορτογαλικού δικαίου, ια) Οι εταιρίες που έχουν συσταθεί βάσει του δικαίου του Ηνωμένου Βασιλείου, ιβ) Οι εταιρίες του αυστριακού δικαίου που αποκαλούνται «Aktiengesellschaft», «Geselishcaft mit beschrankter Haftung». ιγ) Οι εταιρίες του φιλανδικού δικαίου που αποκαλούνται «osakeyhtiφ/aktiebolag», «osuuskunta/andelslag», «sδδstφpanki/sparbank» and «vakuutussyhtiφ/fφrsδkringsbolag». ιδ) Οι εταιρίες του νορβηγικού δικαίου που αποκαλούνται «aksjeselskap». ιε) Οι εταιρίες του σουηδικού δικαίου που αποκαλούνται «aktiebolag», «bankaktiebolag», «fφrsδκρινγσακτιεβολαγ» ββ) υπάγεται σε κάποιον από τους φόρους που αναφέρονται στο Παράρτημα Β αυτού του νόμου χωρίς δυνατότητα επιλογής ή απαλλαγής από αυτόν ( α) Impot des societes/vennootschapsbelasting στο Βέλγιο, β) selskabsskat στη Δανία, γ) Korperschaftsteuer στη Γερμανία, δ) Impuesto sobre sociedades στην Ισπανία, ε) impot sur les societes στη Γαλλία, στ) corporation tax στην Ιρλανδία, ζ) imposta sul reddito delle persone gluridiche στην Ιταλία, η) impot sur le revenu des collectivites στο Λουξεμβούργο, θ) vennootschapsbelasting στις Κάτω Χώρες, ι) Imposto sobre o rendimento das pessoas colectivas στην Πορτογαλία, ια) corporation tax στο Ηνωμένο Βασίλειο, ιβ) Kφrperschaftsteuer στην Αυστρία, ιγ) Yhteisφjen tulovero/inkomstskatten fφr samfund στη Φινλανδία, ιδ) Skatt av alminnelig inntekt στη Νορβηγία, ιε) Statlig inkomstskatt στη Σουηδία, ή οποιοσδήποτε άλλος φόρος που ενδεχομένως αντικαταστήσει στο μέλλον έναν από τους παραπάνω φόρους και γγ) σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία του Κράτους-Μέλους στο οποίο βρίσκεται η έδρα της θεωρείται ότι έχει φορολογική κατοικία σ΄ αυτό το Κράτος-Μέλος και σύμφωνα με σύμβαση περί αποφυγής διπλής φορολογίας που έχει συναφθεί με τρίτο κράτος δεν θεωρείται ότι έχει φορολογική κατοικία εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

β) Ως «εγγονή» νοείται εταιρία Κράτους - Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την οποία ισχύουν όσο αναφέρονται στην προηγούμενη περίπτωση α΄.

γ) Η μητρική ημεδαπή ΑΕ απαιτείται να συμμετέχει στη «θυγατέρα» κατά ποσοστό τουλάχιστον 25% και επί δύο τουλάχιστον συνεχή έτη, η ίδια δε συμμετοχή και για το ίδιο χρονικό διάστημα απαιτείται να υπάρχει από τη «θυγατέρα» στην «εγγονή».

Επομένως, με βάση τις διατάξεις των άρθρων 6, 7, 8, 9, 10 και 11 του Ν. 2578/1998,όπως ισχύουν μετά τις πιο πάνω τροποποιήσεις και εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις που ορίζονται από αυτές, η μητρική ημεδαπή ΑΕ δύναταινα εκπίπτει από το φόρο εισοδήματός της:

α) Το ποσό φόρου εισοδήματος του νομικού προσώπου της «θυγατέρας» που αναλογεί στα κέρδη που λαμβάνει από αυτή, καθώς και το φόρο που ενδεχομένως έχει παρακρατήσει η τελευταία στα ίδια κέρδη.

β) Το ποσό φόρου του νομικού προσώπου της «εγγονής» που κατέβαλε στη χώρα της κατοικίας της και το οποίο αναλογεί στα κέρδη τα οποία περιέρχονται στη μητρική ημεδαπή ΑΕ μέσω της «θυγατέρας» καθώς και το φόρο που ενδεχομένως έχει παρακρατήσει η «εγγονή» στα ίδια κέρδη με την προϋπόθεση όμως ότι τα κέρδη αυτό δεν φορολογήθηκαν στο όνομα της «θυγατέρας» στο κράτος της κατοικίας της.

Τονίζεται ότι αθροιστικά ο εκπιπτόμενος φόρος δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό του φόρου που αναλογεί επί των οικείων κερδών στην Ελλάδα.

Επί πλέον, σημειώνεται ότι ως ακαθάριστα έσοδα της ημεδαπής μητρικής Α.Ε. θεωρούνται τα προ φόρων κέρδη, δηλαδή τα κέρδη που λαμβάνει πλέον ο φόρος που αναλογεί σε αυτά.

Τέλος, επισημαίνεται ότι το δικαίωμα έκπτωσης των εν λόγω φόρων ασκείται, εφόσον οι μητρικές ΑΕ επισυνάπτουν στην οικεία δήλωσή τους φορολογίας εισοδήματος βεβαίωση των θυγατέρων, μαζί με την επίσημη μετάφρασή της στην Ελληνική γλώσσα, με την οποία θα βεβαιώνονται όλες οι αναγκαίες προϋποθέσεις και στοιχεία (π.χ. η συμμετοχή των μητρικών ημεδαπών ΑΕ στο ποσοστό και στο χρόνο που απαιτούνται, τα κέρδη προ φόρων που αναλογούν στις μητρικές ημεδαπές Α.Ε. το φόρο που αναλογεί επί των κερδών τούτων κτλ.).

Η νέα περίπτωση ε΄ του άρθρου 9, το νέο δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 10 και του νέου εδαφίου του άρθρου 11 του Ν. 2578/1998 ισχύουν από τη δημοσίευση που κοινοποιούμενου νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δηλαδή από 28-12-2000. σύμφωνα με την περίπτ. θ΄ του άρθρου 50 αυτού.

13. Για την καλύτερη κατανόηση όσων προαναφέρονται παραθέτουμε το ακόλουθο παράδειγμα: Γερμανική Α.Ε., που φορολογείται με συντελεστή 40%, είχε κέρδη 100.000.000 δρχ. και από αυτά διένειμε στη μητρική της ιταλική ΑΕ 50.000.000 δρχ. Η τελευταία, που φορολογείται με συντελεστή 37%, είχε κέρδη 200.000.000 (στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα ως άνω κέρδη της θυγατρικής της που δεν υπάγονται σε φορολογία στην Ιταλία και από αυτά διένειμε στη μητρική της ημεδαπή ΑΕ 80.000.000 δρχ. Με βάση τα παραπάνω δεδομένα προκύπτει ότι από τα 80.000.000 δρχ. που έλαβε η ημεδαπή ΑΕ τα μεν 20.000.000. δρχ. προέρχονται από τα κέρδη της γερμανικής ΑΕ

80.000.000 Χ 50.000.000
200.000.000

τα δε υπόλοιπα

60.000.000 δρχ. προέρχονται από τα κέρδη της ιταλικής ΑΕ. Επίσης, προκύπτει ότι ως ακαθάριστα έσοδά της ημεδαπής ΑΕ λαμβάνονται τα 128.571.428 δρχ., δηλαδή το άθροισμα των προ φόρων κερδών της γερμανικής ΑΕ εκ δρχ. 33.333.333 και της ιταλικής ΑΕ εκ δρχ. 95.238.095

20.000.000 + 20.000.000 Χ 40
60

 

60.000.000 + 60.000.000 Χ 37
63

Περαιτέρω, εάν υποτεθεί ότι η ημεδαπή ΑΕ φορολογείται με συντελεστή 40% και ότι τα συνολικά φορολογητέα κέρδη της κατά τη διαχειριστική χρήση που έλαβε τα κέρδη από τη θυγατρική Ιταλική ΑΕ, ανέρχονται στα 500.000.000 δρχ., τότε ο υπολογισμός του οφειλόμενου φόρου εισοδήματος της ημεδαπής ΑΕ γι΄ αυτά τα κέρδη γίνεται ως εξής:

Αναλογών φόρος (500.000.000 Χ 40%)   200.000.000δρχ.
Μείον:    
- Φόρος που αναλογεί στα κέρδη    
της ιταλικής ΑΕ (95.238.095 Χ 37%) 35.238.095  
- Φόρος που αναλογεί στα κέρδη    
της γερμανικής ΑΕ (33.333.333 Χ 40%) 13.333.333 48.571.428
Οφειλόμενος φόρος   151.428.572

Αν ο συντελεστής φορολογίας της ημεδαπής Α.Ε είναι 35%, ο εκπιπτόμενος φόρος θα περιοριζόταν στο ποσό των 45.034.997 [(95.238.095 + 33.333.333) Χ 35%].

`Αρθρο 7

Διαχειριστική περίοδος επιχειρήσεων που τηρούν βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ.

1. Με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού προστέθηκε νέο εδάφιο στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 29 του Κ.Φ.Ε. Με το νέο αυτό εδάφιο παρέχεται πλέον η δυνατότητα στις επιχειρήσεις των περιπτώσεων α΄, β΄, γ΄ και δ΄ της ίδιας παραγράφου (υποκαταστήματα αλλοδαπών επιχειρήσεων, ημεδαπές επιχειρήσεις στο κεφάλαιο των οποίων μετέχουν αλλοδαπές ή ημεδαπές με ποσοστό 50% και άνω) να προσαρμόζουν το χρόνο λήξης της διαχειριστικής τους περιόδου με αυτόν της αλλοδαπής ή της συμμετέχουσας επιχείρησης (ημεδαπής ή αλλοδαπής) όχι μόνο με επιμήκυνση της διαχειριστικής περιόδου, αλλά και με σύντμηση αυτής. Η προσαρμογή αυτή πραγματοποιείται, σύμφωνα με το προτελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 29 του Κ.Φ.Ε., χωρίς να απαιτείται έγκριση του αρμόδιου προϊσταμένου ΔΟΥ.

Σημειώνεται ότι, η σύντμηση της διαχειριστικής περιόδου, δηλαδή η διάρκειά της για λιγότερο από 12 μήνες χρονικό διάστημα προκειμένου η επιχείρηση να προσαρμοσθεί με το χρόνο κλεισίματος του ισολογισμού της ημεδαπής ή αλλοδαπής μητρικής, μπορεί να γίνεται μόνο εφόσον δεν θίγονται οι διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος περί μεταγραφής των δηλώσεων, βεβαίωσης των προκυπτόντων από αυτές ποσών, του ελέγχου κλπ.

Για την καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω παραθέτουμε τα ακόλουθα παραδείγματα:

Παράδειγμα 1ο

Ημεδαπή ανώνυμη εταιρία και αλλοδαπή ανώνυμη εταιρία, που κατέχει το πενήντα πέντετοις εκατό (55%) των μετοχών της πρώτης, κλείνουν ισολογισμό με 30 Ιουνίου κάθε χρόνο.

Στη συνέχεια, λόγω αλλαγής του χρόνου κλεισίματος ισολογισμού από την αλλοδαπή σε 31 Δεκεμβρίου, αρχής γενομένης από 31 Δεκεμβρίου 2001, η ημεδαπή θυγατρική εταιρία αποφασίζει ανάλογη τροποποίηση, ούτως ώστε ο όμιλος των επιχειρήσεων να έχει ενιαία χρήση και αποτέλεσμα.

Στην περίπτωση αυτή, η ημεδαπή ΑΕ θα υποβάλλει κανονικά τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος οικον. έτους 2001 για τη χρήση 1/7/2000-30/6/2001 και περαιτέρω, θα υποβάλλει τη δήλωση οικον. έτους 2002 που θα καλύπτει την συντμημένη χρήση 1/7/2001-31/12/2001. Στη συνέχεια, θα υποβάλλει κανονικά τις δηλώσεις της που θα καλύπτουν χρήσεις διάρκειας 12 μηνών εκάστη.

Παράδειγμα 2ο

Αν οι προηγούμενες εταιρίες έκλειναν ισολογισμό με 31 Δεκεμβρίου και η ημεδαπή, για λόγους προσαρμογής προς την αλλοδαπή, θέλει να κλείνει στο εξής ισολογισμό με 30 Ιουνίου, αρχής γενομένης από 30 Ιουνίου 2001 προκύπτουν τα ακόλουθα:

Η ημεδαπή εταιρία υποβάλλει κανονικά τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος οικον. έτους 2001, που καλύπτει τη δωδεκάμηνη χρήση 1/1/2000-31/12/2000. Περαιτέρω, όμως αν έκανε χρήση των νέων διατάξεων και έκλεινε ισολογισμό με 30 Ιουνίου 2001 θα έπρεπε να υποβάλλει και δεύτερη δήλωση φορολογίας εισοδήματος για το ίδιο οικον. έτος (2001) που θα καλύπτει το χρονικό διάστημα 1/1/2001-30/6/2001, πράγμα που αντίκειται στις διατάξεις της φορολογίας εισοδήματος περί υποβολής μιας δήλωσης για τη διαρεύσασα χρήση, της βεβαίωσης των ποσών που προκύπτουν υπό αυτή, τον έλεγχο, έκδοση φύλλου ελέγχου κλπ.

Είναι βεβαίως αυτονόητο ότι, στην προκειμένη περίπτωση η προσαρμογή του χρόνου λήξης της διαχειριστικής περιόδου της ημεδαπής Α.Ε προς αυτόν της μητρικής μπορεί να γίνει με επιμήκυνση της διαχειριστικής περιόδου, δηλαδή κλείνοντας ισολογισμό με 30 Ιουνίου 2002 που θα καλύπτει το διάστημα 1/1/2001-30/6/2002.

Τα ανωτέρω ισχύουν, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου αυτού για διαχειριστικές περιόδους που κλείνουν με 30 Ιουνίου 2000 και εφεξής.

2. Με την παράγραφο 2 του άρθρου αυτού αντικαταστάθηκαν οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 29 του Κ.Φ.Ε.

Με βάση τις νέες αυτές διατάξεις, οι επιχειρήσεις δύνανται, εφόσον συντρέχουν ειδικοί λόγοι που το επιβάλλουν και αφού προηγηθεί έγκριση του προϊσταμένου της αρμόδιας ΔΟΥ, να μεταβάλλουν το χρόνο λήξης της διαχειριστικής περιόδου, όχι μόνο με επιμήκυνση αυτής αλλά και με σύντμησή της. Στην περίπτωση της επιμήκυνσης της διαχειριστικής περιόδου προβλέπεται ότι η αίτηση προς τον προϊστάμενο της αρμόδιος ΔΟΥ πρέπει να υποβάλλεται το αργότερο ένα (1) μήνα πριν από τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου της οποίας ζητείται η επιμήκυνση, ενώ στην περίπτωση της σύντμησης της η αίτηση πρέπει να υποβάλλεται το αργότερο ένα (1) μήνα πριν από την προηγούμενη ημερομηνία κλεισίματος της διαχειριστικής περιόδου. Για παράδειγμα, αν επιχείρηση διανύει τη διαχειριστική περίοδο 1/1-31/12/2001 και επιθυμεί να επιμηκύνει αυτή μέχρι τις 30/6/2002, πρέπει να υποβάλει την αίτησή της το αργότερο μέχρι τις 30/11/2001, ενώ αν επιθυμεί τη σύντμηση αυτής στις 30/6/2001 πρέπει να υποβάλλει την αίτηση το αργότερο στις 31/5/2001. Αν η αίτηση υποβληθεί εκπρόθεσμα, θεωρείται ως μη υποβληθείσα. Επισημαίνεται ότι, η έγγραφη έγκριση ή απόρριψη του Προϊσταμένου της ΔΟΥ πρέπει να είναι αιτιολογημένη και να εκδίδεται έγκαιρα. Επίσης, ως ειδικοί λόγοι που επιβάλλουν την διαλαμβανόμενη μεταβολή του χρόνου λήξης της διαχειριστικής περιόδου μπορεί να είναι η αλλαγή του αντικειμένου εργασιών (όχι σε κάθε περίπτωση), που προβλεπόταν και από τις αντικατασταθείσες διατάξεις, η επιτάχυνση αποκρατικοποίησης κάποιας δημόσιας επιχείρησης κλπ.

Επισημαίνεται ότι όσα αναφέρθηκαν και στη παράγραφο 1περί μη υποβολής

δύο δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος του αυτού οικον. έτους, ισχύουν και για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου.

Σύμφωνα με την παρ.4 του παρόντος άρθρου, τα ανωτέρω έχουν εφαρμογή για διαχειρίσεις που κλείνουν από τις 30 Ιουνίου 2000 και εφεξής.

`Αρθρο 37

Διαχείριση και αξιοποίηση του ειδικού κεφαλαίου» του Ταμείου Ασφαλίσεως Προσωπικού 0.Τ.Ε.

1 Με την παράγραφο 4 του άρθρου αυτού προστέθηκε περίπτωση ια στην παράγραφο 2 του άρθρου 12 του Ν. 2768/1999 (ΦΕΚ 273 Α΄), που αναφέρεται στην «Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Κεφαλαίου ΤΑΠ-ΟΤΕ» και στα νομικά πρόσωπα «Ταμείο Αρωγής Προσωπικού ΟΤΕ» και «ΤΑΠ-ΟΤΕ» που συμμετέχουν στο κεφάλαιό της. Η εταιρία αυτή, στο κεφάλαιο της οποίας συμμετέχουν επίσης ο ΟΤΕ (40%) η Ομοσπονδία Εργαζομένων ΟΤΕ και το Ελληνικό Δημόσιο (άρθρο δεύτερο του καταστατικού), έχει ως σκοπό τη διαχείριση και αξιοποίηση του «Ειδικού Κεφαλαίου» του ΤΑΠ-ΟΤΕ που δημιουργήθηκε κατά τα οριζόμενα στην παραγρ. 2 του άρθρου 12 του Ν. 2768/1999 (άρθρο πρώτο παρ. 4 του καταστατικού ). Με βάση τα οριζόμενα από την περίπτωση δ της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του πιο πάνω νόμου, το Ταμείου Αρωγής Προσωπικού του ΟΤΕ χορηγεί δάνειο στο ΤΑΠ-ΟΤΕ.

Ήδη με τις διατάξεις των τριών πρώτων εδαφίων της προστεθείσας περίπτωσης ια προβλέπεται ότι στους τόκους που θα καταβάλλονται στο Ταμείο Αρωγής Προσωπικού του ΟΤΕ θα ενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%) και με την παρακράτηση αυτή θα εξαντλείται η φορολογική

υποχρέωση του υπόψη νομικού προσώπου για τους συγκεκριμένους τόκους που θα αποκτά από τη χορήγηση του δανείου προς το ΤΑΠ-ΟΤΕ. Επομένως, το Ταμείο Αρωγής Προσωπικού του ΟΤΕ κατά την υποβολή, κάθε έτος της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος δεν θα συμπεριλαμβάνει, τους πιο πάνω τόκους στα φορολογούμενα με συντελεστή 35% εισοδήματά του. Περαιτέρω, προβλέπεται ότι, ο παρακρατούμενος φόρος 10% θα αποδίδεται με εφάπαξ καταβολή στο Δημόσιο με την υποβολή δήλωσης από τον οφειλέτη των τόκων (ΤΑΠ-ΟΤΕ) στη ΔΟΥ μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου μήνα από αυτόν που έγινε η παρακράτηση . Επίσης, με τις διατάξεις του τρίτου εδαφίου ορίζεται ότι για τους πιο πάνω τόκους θα έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παραγρ. 4 και 5 του άρθρου 12 του Ν. 2238/1994, οι οποίες ως γνωστόν αναφέρονται στη φορολογία των τόκων από έντοκα γραμμάτια ή ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου. Επομένως, η δήλωση απόδοσης του φόρου θα πρέπει να περιέχει τα στοιχεία του υπόχρεου απόδοσης του φόρου, το συνολικό ποσό των τόκων, το μήνα υπολογισμού των τόκων, καθώς και το ποσό του φόρου που παρακρατήθηκε και αποδίδεται στο Δημόσιο παρ. 4 άρθρου 12 του Ν. 2238/1994. Τέλος, για την παραλαβή, μεταγραφή, βεβαίωση κλπ θα έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 65, 66, 67, 68, 69, 70, 71, 72, 73, 74, 75, 76, 77, 78, 79, 80, 81, 82, 83, 84, 85 του Ν. 2238/1994 και του Ν. 2523/1997.

2. Περαιτέρω, με τις διατάξεις του τέταρτου και πέμπτου εδαφίου της προστεθείσας περίπτωσης ια ορίζεται ότι, κατά την είσπραξη από την «Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Ειδικού Κεφαλαίου ΤΑΠ-ΟΤΕ» τόκων που προέρχονται από τη διαχείριση του Ειδικού Κεφαλαίου του ΤΑΠ-ΟΤΕ θα ενεργείται από τον καταβάλλοντα παρακράτηση φόρου εισοδήματος, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τα άρθρα 12 και 54 του Ν. 2238/1994 την παρακράτηση αυτή θα εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση για τους συγκεκριμένους τόκους.

Επομένως, για τους τόκους από τις καταθέσεις θα ενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή 15%, κατά την εξαργύρωση τοκομεριδίων από ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου ή ελληνικών επιχειρήσεων με συντελεστή 10% κλπ.

3. Τέλος, με τις διατάξεις της ίδιας περίπτωσης προβλέπεται ότι, το εισόδημα από κινητές αξίες που προκύπτει ετησίως από επενδύσεις του «Ειδικού Κεφαλαίου» του ΤΑΠ-ΟΤΕ σε τίτλους αλλοδαπής προέλευσης, φορολογείται με συντελεστή δέκα τοις εκατό, εξαντλουμένης της φορολογικής υποχρέωσης του δικαιούχου για το εισόδημα αυτό. Η «εταιρία» έχει υποχρέωση να αποδώσει τον αναλογούντα φόρο στην αρμόδια για τη φορολογία του δικαιούχου (ΤΑΠ-ΟΤΕ) ΔΟΥ μέσα στο μήνα Ιανουάριο του επομένου έτους.

Στο σημείο αυτό επισημαίνεται ότι η τράπεζα που προβαίνει στην καταβολή των πιο πάνω εισοδημάτων αλλοδαπής προέλευσης υποχρεούται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγρ. 4, της περ. δ΄ της παραγράφου 5 και της περίπτ. β΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 54 του Ν. 2238/1994, να παρακρατεί φόρο με συντελεστή 20%.

Επομένως η «Ανώνυμη Εταιρία Διαχείρισης Ειδικού Κεφαλαίου» ουσιαστικά δεν θα καταβάλλει τον προβλεπόμενο από τις πιο πάνω διατάξεις φόρο 10%. Αλλά θα υποβάλλει την προαναφερθείσα δήλωση με την οποία θα δηλώνει τα εισοδήματα του ΤΑΠ-ΟΤΕ από κινητές αξίες αλλοδαπής προέλευσης, τον αναλογούντα σε αυτά φόρο (με συντελεστή 10%) και στη συνέχεια, από το φόρο αυτό θα εκπίπτει τον παρακρατηθέντα (με 20%) από την τράπεζα, συνυποβάλλοντας με τη δήλωση και τη σχετική βεβαίωση της τράπεζας (ή τραπεζών) και περαιτέρω, το πιστωτικό υπόλοιπο θα επιστρέφεται στον δικαιούχο. Με τον τρόπο αυτό, τελικά το δικαιούχο νομικό πρόσωπο θα έχει φορολογηθεί με τον προβλεπόμενο από το νόμο συντελεστή 10%.

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΦΩΤΙΑΔΗΣ